Κινητή τηλεφωνία: Ο Συνήγορος του Καταναλωτού με επιστολή του στην Εθνική Αρχή Τηλεπικοινωνιών παραθέτει στοιχεία της Eurostat, βάσει των οποίων τα τέλη είναι ακριβώτερα κατά 168% από τον μέσον ευρωπαϊκό όρο, προειδοποιεί για τις ανοχές των ελληνικών νοικοκυριών και δηλώνει την διαφωνία του
ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ είναι εντυπωσιακά! Οι Έλληνες πληρώνουν την κινητή τηλεφωνία κατά 168% ακριβώτερα από τον ευρωπαϊκό μέσον όρο! Και παρά την εξαιρετικώς υψηλή αυτή επιβάρυνση, οι εταιρείες που την παρέχουν στην χώρα μας ζητούν ρήτρα τιμαριθμικής αναπροσαρμογής. Υπάρχει βεβαίως αντίδρασις.
Την ριζική αντίθεσή του στο σχέδιο ρυθμίσεως για την εισαγωγή «ρήτρας (τιμαριθμικής) αναπροσαρμογής» στις συμβάσεις που αφορούν στην παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, εκφράζει ο Συνήγορος του Καταναλωτού κ. Λευτέρης Ζαγορίτης.
Με επιστολή που απέστειλε στον Πρόεδρο της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) κ. Κωνσταντίνο Μασσέλο, αναφορικώς προς την διαβούλευση που είναι σε εξέλιξη για την τροποποίηση του Κανονισμού Γενικών Αδειών που έχει εκκινήσει από τις 13 Ιουνίου, δείχνει «κόκκινο» στην αύξηση των τιμολογίων των τηλεπικοινωνιών μέσω ρήτρας αναπροσαρμογής, υπογραμμίζοντας με έμφαση ότι μία τέτοια παρέμβασις θα προκαλέσει εντόνως αρνητικό αντίκτυπο στην κοινωνία.
Ταυτοχρόνως επισημαίνει ότι ήδη οι τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες στην Ελλάδα αντιστοιχούν σε ποσοστό 167,4% επί του μέσου όρου της ΕΕ (στοιχεία 2022), με αποτέλεσμα να είναι οι δεύτερες πιό ακριβές μεταξύ των χωρών της ΕΕ, μετά τις αντίστοιχες του Βελγίου.
Στην επιστολή του ο κ. Ζαγορίτης αναφέρεται στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα νοικοκυριά και την μειωμένη αγοραστική δύναμη των Ελλήνων συγκριτικώς προς τους Ευρωπαίους, ενώ τονίζει ότι ο κλάδος είναι άκρως κερδοφόρος, γεγονός που επιτρέπει την συγκράτηση όποιων σχεδίων για αλλαγές στους λογαριασμούς, που «κρύβουν» ανατιμήσεις.
Υπενθυμίζεται ότι η τιμαριθμική αναπροσαρμογή ετέθη από τους παρόχους πρίν από περίπου εννέα μήνες λόγω της αυξήσεως στα κόστη των υλικών στις επενδύσεις σε υποδομές. Η ΕΕΤΤ προχώρησε στην διαβούλευση με στόχο να εναρμονίσει την ελληνική πραγματικότητα με την ευρωπαϊκή.
Η δημόσια διαβούλευσις προεκάλεσε σημαντικές αντιδράσεις με τις Ενώσεις Καταναλωτών να μιλούν για σημαντική επιβάρυνση για τα νοικοκυριά, την ώρα που αντιμετωπίζουν τις συνέπειες μιάς ακρίβειας διαρκείας. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, πληροφορίες αναφέρουν ότι οδηγούμεθα σε «προσωρινό πάγο» στα σενάρια ανατιμήσεων.
Αξίζει τον κόπο να παραθέσουμε ολόκληρη την επιστολή του Συνηγόρου του Καταναλωτού:
«Αξιότιμε κ. Πρόεδρε,
μέ το υπ’ αρ. Πρωτ. 33689/13.07.2023 έγγραφό μας σας αποστείλαμε τις απόψεις της Ανεξάρτητης Αρχής “Συνήγορος του Καταναλωτή” στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης για την τροποποίηση του Κανονισμού Γενικών Αδειών και ειδικά σας εκφράσαμε την πλήρη αντίθεσή μας για την εισαγωγή “ρήτρας (τιμαριθμικής) αναπροσαρμογής” στις συμβάσεις που αφορούν την παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, εκθέσαμε δε αναλυτικά τους λόγους για τους οποίους υιοθετήσαμε τη θέση αυτή.
Επανερχόμεθα ακόμη πιό εμφατικά στον αρνητικό κοινωνικό αντίκτυπο που θα έχει μια τέτοια ρύθμιση λόγω της πραγματικής επιδείνωσης που θα επιφέρει στον ήδη πολλαπλώς βεβαρημένο προϋπολογισμό του μέσου καταναλωτή. Θέτουμε μάλιστα υπ’ όψιν σας τα ακόλουθα στατιστικά στοιχεία που αντλήσαμε από την Eurostat:
•Το κόστος τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών στην Ελλάδα αντιστοιχεί σε ποσοστό 167,4% επί του μέσου όρου της ΕΕ (στοιχεία 2022) και είναι το δεύτερο υψηλότερο μεταξύ των χωρών της ΕΕ, μετά το Βέλγιο. Συγκριτικά αναφέρουμε το πολύ χαμηλότερο αντίστοιχο ποσοστό στις ακόλουθες χώρες (ενδεικτικά): Γαλλία 101,5%, Ιταλία 86,9%, Αυστρία 101,9%, Γερμανία 117%, Ρουμανία 34,5%, Πολωνία 53,3%, Σλοβενία 104,0%.
•Η πραγματική αγοραστική δύναμη του μέσου καταναλωτή στην Ελλάδα αντιστοιχεί σε ποσοστό 68% επί του μέσου όρου της ΕΕ (στοιχεία 2022).
Πρέπει να γίνει αντιληπτό από όλους, ότι παρά την οικονομική ανάκαμψη της Χώρας μας κατά τα τελευταία έτη και τις σημαντικές κοινωνικές παροχές, το σύνολο των νοικοκυρών δεν έχει ακόμη επανέλθει από τις αλλεπάλληλες δοκιμασίες της οικονομικής κρίσης, της μνημονιακής περιόδου και του κορωνοϊού, ενώ και πάλι οι καταναλωτές είναι αντιμέτωποι με τις ανατιμήσεις σε όλο το εύρος της αγοράς λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και της ενεργειακής κρίσης. Εφιστούμε λοιπόν την προσοχή σας στα ανωτέρω στοιχεία που καταδεικνύουν ότι οι καταναλωτές στην Ελλάδα αντιμετωπίζουν, αναλογικά με το εισόδημά τους, ένα πάρα πολύ υψηλό κόστος διαβίωσης και ότι ενώ η πραγματική τους αγοραστική δύναμη είναι από τις χαμηλότερες μεταξύ των χωρών της ΕΕ, το κόστος των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών είναι το δεύτερο υψηλότερο στην ΕΕ. Το κόστος αυτό δεν νοείται να αυξηθεί κι άλλο, δεδομένου μάλιστα ότι οι πάροχοι τηλεπικοικωνιακών υπηρεσιών στην Ελλάδα είναι διαχρονικά από τους πλέον κερδοφόρους κλάδους.
Σε συνέχεια λοιπόν και του ανωτέρω εγγράφου μας, και για όλους αυτούς τους λόγους, θεωρούμε ότι είναι επιβεβλημένη ανάγκη να μην εισαχθεί “ρήτρα (τιμαριθμικής) αναπροσαρμογής” στις συμβάσεις που αφορούν την παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και σας καλούμε να ενεργήσετε προς την κατεύθυνση αυτή.»