ΠΑΝΑΓΙΑ ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ: Από 3 έως 15 Μαΐου θα βρίσκεται στη Αθήνα η θαυματουργή Εικόνα «Αξιον Εστί» από το Περιβόλι της Παναγιάς.
Υστερα από διαρκείς συζητήσεις μεταξύ των υπευθύνων, αποφασίστηκε, σύμφωνα με πληροφορίες, να μεταφερθεί η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας από το Αγιο Ορος στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών. Η αρχική ιδέα ήταν να φιλοξενηθεί στα μέσα Μαρτίου, ωστόσο, τα γεγονότα δεν το επέτρεψαν και η άφιξη μετατέθηκε για τις 3 Μαΐου, παρόλο που στην αρχή υπήρξαν οι φήμες ότι θα ακυρωθεί η έλευσή της.
«Η εφέστια εικόνα του «Αξιον Εστι» έλαβε την ονομασία της από θαυμαστό γεγονός, που συνέβη στο Παντοκρατορινό κελί της Κοιμήσεως της Θεοτόκου κατά το έτος 982» αναφέρει στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» ο π. Δημήτριος Αθανασίου συγγραφέας βιβλίου για την ιερή εικόνα και τονίζει ότι «το κελί αυτό -όπου ήταν η εικόνα- βρίσκεται σε λάκκωμα, το οποίο σχηματίζεται στα βόρεια των Καρυών. Εκεί κατοικούσε κάποιος ευλαβής ιερομόναχος με τον υποτακτικό του. Ο ιερομόναχος αυτός πήγε κάποιο απόγευμα Σαββάτου στην αγρυπνία, που γινόταν στον ιερό ναό του Πρωτάτου.
Ο υποτακτικός, ο οποίος παρέμεινε στο κελί, δέχθηκε αργά το βράδυ την επίσκεψη άγνωστου μοναχού, και τον φιλοξένησε. Οταν σηκώθηκαν για να ψάλλουν την ακολουθία του Ορθρου και έφτασαν στην «Τιμιωτέραν», ο ξένος μοναχός δεν περιορίστηκε στον παλιό αυτόν ύμνο του αγίου Κοσμά, αλλά τον έψαλε προτάσσοντας τον άγνωστο ως τότε ύμνο «Άξιόν εστιν ως αληθώς μακαρίζειν σε την Θεοτόκον, την αειμακάριστον και παναμώμητον και Μητέρα του Θεού ημών». Ο υποτακτικός ζήτησε να μάθει τον νέο αυτόν ύμνο. Κι επειδή δεν βρέθηκε στο κελί χαρτί και μελάνι, έφερε μια πλάκα, όπου ο επισκέπτης έγραψε με το δάκτυλό του τον ύμνο «Άξιον εστιν», σαν να χάραζε γράμματα σε απαλό πηλό. Ακολούθως προέτρεψε να ψάλλουν εφεξής τον ύμνον αυτόν, όπως τον έγραψε, και έγινε άφαντος. Ηταν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ».
Οπως αναφέρει ο π. Δημήτριος: «Μετά το θαύμα η αγγελοχάρακτη πλάκα επιδείχθηκε στους Γέροντες των Καρυών, οι οποίοι και την απέστειλαν στην Κωνσταντινούπολη με σχετικά γράμματα προς τον πατριάρχη και τον αυτοκράτορα. Η εικόνα της Θεοτόκου μεταφέρθηκε από το κελί στον ιερό ναό του Πρωτάτου, τοποθετήθηκε στο σύνθρονο του Ιερού Βήματος, όπου και παραμένει ως «έφορος και προστάτης και επίσκοπος του Αγίου Ορους».
Το κελί, όπου έγινε το θαύμα, έλαβε την προσωνυμία «Άξιον εστί», ενώ το λάκκωμα, όπου βρίσκεται αυτό, ονομάζεται έκτοτε «λάκκος του Άδειν», δηλαδή του ψάλλειν, γιατί εκεί ψάλθηκε για πρώτη φορά ο Θεομητορικός αυτός ύμνος. Και επειδή το θαύμα αυτό έγινε στις 11 Ιουνίου, οι Πατέρες κάθε χρόνο κατά την ημέρα αυτή τελούσαν Σύναξη και θεία Λειτουργία στο κελί. Σύμφωνα με την παράδοση ο ύμνος ψάλθηκε σε ήχο Β’, και αυτό συνεχίζεται μέχρι σήμερα στον ναό του Πρωτάτου».
«ΚΑΡΥΩΤΙΣΣΑ»
Σύμφωνα με γραπτές μαρτυρίες η εικόνα «Άξιον Εστί» προϋπήρχε των αρχών του 13ου αιώνα και έφερε την προσωνυμία «Καρυώτισσα». Ο π. Δημήτριος περιγράφει: «Η εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου της επικαλουμένης «Άξιον Εστί» αγιογραφήθηκε πιθανότατα στην Κωνσταντινούπολη από άγνωστο αγιογράφο κατά το πρότυπο της Παναγίας Ελεούσας του Κύκκου της Κύπρου, η οποία είναι έργο του Ευαγγελιστή Λουκά. Είναι αγιογραφημένη στα χρόνια της εικονομαχίας.
Γενικά η όλη τεχνοτροπία της εικόνας είναι αυστηρά βυζαντινή και η όψη της επιβλητική, με γλυκειά σοβαρότητα, γνώρισμα πολλών παλαιών εικόνων. Κατά το έτος 1836 το μεγαλύτερο μέρος της εικόνας σκεπάσθηκε με λιθοστόλιστο αργυροχρυσωμένο κάλυμμα (υποκάμισο), θαυμαστής αγιορείτικης τέχνης, το οποίο φέρει στο εξωτερικό της περίβλημα τις σφραγίδες των είκοσι μονών. Είναι διαστάσεων 70,5×44 εκ., χωρίς την αργυρή θήκη που την περιβάλλει. Λόγω του χρόνου που πέρασε, η μορφή της Θεοτόκου είχε αλλοιωθεί, αλλά μετά τη συντήρηση διατηρείται σε ικανοποιητική κατάσταση και διαβάζεται η επιγραφή «Μήτηρ Θεού Καρυώτισσα».
Στην εικόνα «Άξιον Εστί» η Θεοτόκος εικονίζεται σε προτομή στον τύπο της Παναγίας Κυκκώτισσας, και είναι στραμμένη προς τα αριστερά, κρατώντας τον Χριστό με τον αριστερό βραχίονα στην αγκαλιά της. Σκύβει το κεφάλι της και το ακουμπάει με τρυφερότητα στο κεφάλι του Χριστού, που είναι γερμένο στον δεξί της ώμο. Φοράει βαθυπράσινο χιτώνα με χρυσές παρυφές, μελιτζανί μαφόριο με χρυσά κρόσσια και πέπλο του αυτού χρώματος με χρυσή παρυφή, διακοσμημένο με πολύτιμες πέτρες. Μαφόριο και πέπλο διανθίζονται με αργυροκονδυλιές. Ο Χριστός κάθεται στην αγκαλιά της Παναγίας, έχοντας εκτεταμένο το αριστερό πόδι και λυγισμένο το δεξί, με το κεφάλι γερμένο στον δεξιό ώμο. Με το αριστερό χέρι κρατάει από την παρυφή τον πέπλο της Παναγίας, ενώ με το δεξιό αγγίζει μισάνοιχτο ειλητάριο, που κρατάει η Παναγία, με την επιγραφή: ΠΝ[ΕΥ]ΜΑ Κ[ΥΡΙΟ]Υ ΕΠ’ ΕΜΕ ΟΥ ΕΙΝ[ΕΚΕΝ] [έχρισέ με ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκε με] (Ησ. 61-1, Λουκ. 4-18). Φοράει κατάσαρκα γκριζόλευκο, λεπτό αχειρίδωτο πουκάμισο που φτάνει ως τα γόνατα, ζώνη πράσινη και πορτοκαλή αχειρίδωτο χιτώνα με χρυσοκονδυλιές, που είναι ανοικτός στο στήθος, με κουμπιά και θηλιές».
ΤΟ ΜΝΗΜΕΙΩΔΕΣ ΨΗΦΙΣΜΑ ΤΩΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ
Αναφορικά με τη σπουδαιότητα της εικόνας ο π. Δημήτριος σημειώνει: «Η σεβάσμια και θαυματουργή εικόνα της Θεοτόκου θεωρείται σημαντική γιατί μπροστά σ’ αυτήν την εικόνα πρωτοψάλθηκε απ’ τον αρχάγγελο Γαβριήλ ο γνωστός αυτός ύμνος «Αξιον εστιν».
Θεωρείται η πιο σημαντική εικόνα του Αγίου όρους για το ελληνικό έθνος επειδή στις 3 Οκτωβρίου 1913 οι αγιορείτες μοναχοί, αφού έκαναν εκτενή δέηση με ολονύκτια αγρυπνία στο ναό του Πρωτάτου, συνέταξαν το μνημειώδες ψήφισμα «της αιωνίου και αδιάσπαστου ενώσεως μετά της Μητρός Ελλάδος», το οποίο υπέγραψαν οι ηγούμενοι και προϊστάμενοι των μοναστηριών, αφού πρώτα έβαζαν τρεις μετάνοιες μπροστά στην «εφέστιο των εφεστίων» εικόνα του Αγίου Όρους και κατασπάζονταν με βαθύτατη συγκίνηση και δάκρυα την πανάχραντο Δέσποινα και έφορο του Άθω. Το έγγραφο αυτό καθαρογράφτηκε, σφραγίστηκε από την Κοινότητα και τα μοναστήρια και στάλθηκε το μεν πρωτότυπο στον βασιλέα Κωνσταντίνο, «τον επί του Αγίου Όρους διάδοχον των αοιδίμων Αυτοκρατόρων, των ιδρυτών των ιερών μονών», αντίγραφα δε στη Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία, σε όλες τις κυβερνήσεις των Ορθοδόξων κρατών και στα μέλη ‘της εν Λονδίνω Πρεσβευτικής Συνδιασκέψεως’».
Πώς σώθηκε ο Γέροντας Μελέτιος, το μύρο που αναβλύθηκε σε μονή της Ρουμανίας και οι επιστολές πιστών που θεραπεύτηκαν από σοβαρές ασθένειες
Η εικόνα ως εφέστιος του Πρωτάτου σπάνια εξέρχεται από το Άγιον Όρος και μόνο σε ειδικές περιπτώσεις. «Επτά φορές συνολικά, έφυγε η εικόνα «Άξιόν Εστι» από τον Άθωνα για τον κόσμο: Η πρώτη έξοδος έγινε το 1963 κατά τον εορτασμό της Χιλιετηρίδος του Αγίου Όρους, όταν μεταφέρθηκε στην Αθήνα, που την προσκύνησαν πλήθη πιστών. Η δεύτερη τον Οκτώβριο του 1985 στη Θεσσαλονίκη κατά τα «Δημήτρια». Η τρίτη το Νοέμβριο του 1987, όπου τέθηκε σε προσκύνημα στον Μητροπολιτικό Ναό των Αθηνών, σε συνδυασμό με την άφιξη στην Αθήνα του οικουμενικού Πατριάρχη Δημητρίου. Η τέταρτη τον Οκτώβριο του 1994, όταν η Ιερά Κοινότητα την συνόδευσε στην Κύπρο, προς ενίσχυση του θρησκευτικού φρονήματος των πιστών και προς ευλογία και χάρη του από δεκαετιών δεινοπαθούντος λαού της.
Η πέμπτη έξοδος έγινε αμέσως μετά τους σεισμούς το καλοκαίρι του 1999, «τη πρωτοβουλία και παρακλήσει του Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, προς πνευματικήν παρηγορίαν των σεισμοπλήκτων και υλικήν ενίσχυσίν των», αφού τα εισπραχθέντα χρήματα καθορίσθησαν να διατεθούν για την στέγαση των σεισμοπλήκτων σε οικισμό που θα έφερνε την επωνυμία «Άξιόν Εστι». Η έκτη έξοδος της εικόνας ήταν τον Οκτώβριο του 2012. Η έξοδός της αποφασίστηκε από την Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους, ύστερα από σχετικό αίτημα του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Ανθίμου, για τις εκδηλώσεις που προγραμμάτισε η Μητρόπολη, στο πλαίσιο του εορτασμού των 100 χρόνων από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης. Η εικόνα παρέμεινε στον ναό του πολιούχου Αγίου Δημητρίου από τις 13 Οκτωβρίου μέχρι την 1η Νοεμβρίου και την προσκύνησαν πολύ περισσότεροι από 100.000 πιστοί, Ελληνες και ξένοι. Η έβδομη και τελευταία έξοδος της εικόνας έγινε το 2022, στην Κομοτηνή. Η εικόνα «Αξιον Εστί» παρέμεινε για 6 ημέρες στον Καθεδρικό Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, προς παραμυθία και εμψύχωση των ακριτών της Θράκης αλλά και όλων των Ελλήνων. Την επόμενη μέρα την εικόνα υποδέχτηκε ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος».
ΤΟ ΤΥΠΙΚΟ ΤΗΣ ΛΙΤΑΝΕΙΑΣ
«Κάθε Δευτέρα του Πάσχα, η λιτανεία της εικόνας πραγματοποιείται σύμφωνα με Τυπικά που έχουν γραφτεί ανά τους αιώνες. Φανοί, εισοδικά θυμιατά, λάβαρα, σημαίες, είναι ήδη στο δρόμο και θα συνοδεύουν την εικόνα σε όλη την διαδρομή.
Εκτός δε απ’ τις γαλανόλευκες σημαίες, του φρονήματος των μοναχών και της αγάπης των προς την πατρίδα εκδηλωτικές, δεν λείπουν και οι κιτρινόμαυρες βυζαντινές με τον σταυροστεφανωμένο δικέφαλο αετό, ως ιστορική ενατένιση και ευλαβής αναφορά στη δόξα της βασιλεύουσας Πόλης και στη συγγένεια του Όρους μ’ αυτήν» σημειώνει ο π. Δημήτριος και συμπληρώνει: «Ξεχύνεται αρκετός κόσμος εμπρός για να πιάνει εγκαίρως υψώματα και θέσεις για να έχει καλύτερη και ανετότερη της όλης λιτανείας την κατόπτευση και ακολουθούν εν σιωπή οι περισσότεροι. Στα χέρια κρατούν με ευλάβεια κατά τη διαδρομή την ιερή εικόνα ανά δυο, ιερομόναχοι, μοναχοί και λαϊκοί και αλλάζονται κάθε τόσο, όχι γιατί είναι τόσο βαριά, αλλά γιατί είναι μεγάλη η επιθυμία όλων να την κρατήσουν έστω και για λίγων μέτρων πορεία στα χέρια τους, ‘για χάρη και ευλογία’».
Η ΑΝΟΜΒΡΙΑ
Η εικόνα της Παναγίας το «Άξιον εστι» σε όλες τις εποχές συνδέεται με θαυματουργικές επεμβάσεις. «Το 1916, για πολύ καιρό δεν είχε βροχή και ξεράθηκαν τα πάντα. Τότε οι πατέρες αποφάσισαν να κάνουν μία λιτανεία. Αυτό έγινε στις 3 Ιουλίου. Αφού μπήκε η εικόνα στο Πρωτάτο μετά τη λιτανεία, ύστερα από μισή ώρα άρχισε να βρέχει και συνέχισε να βρέχει όλη τη νύχτα αρκετά» αναφέρει ο π. Δημήτριος και παραθέτει ένα ακόμη θαύμα: «Ο ευλαβέστατος Γέροντας Μελέτιος καταγόταν από τη Μυτιλήνη και ζούσε στο κελί του Τιμίου Προδρόμου (Φουρνά).
Για πολλά χρόνια υπήρξε διακονητής στον πάνσεπτο και καθεδρικό ναό του Πρωτάτου. Ηταν δε έξοχος καμπανάρης, δηλαδή, δεξιοτέχνης στην κρούση των καμπανών. Κάποτε ταξίδευε με βάρκα από το Άγιον Ορος στη Θάσο με δύο λαϊκούς. Στο ταξίδι τους συνάντησαν θαλασσοταραχή. Ο Γέροντας, χωρίς να το αντιληφθεί, βρέθηκε στο νερό. Οι προσπάθειες των λαϊκών να τον σύρουν στη βάρκα απέτυχαν και ο Γέροντας κινδύνευε να πνιγεί. Τότε θυμήθηκε την Κυρά του, την Παναγία του «Αξιον εστι» την οποίαν υπηρέτησε πιστά μία ολόκληρη ζωή. Με τις λίγες δυνάμεις, που του είχαν απομείνει, φώναξε: -Παναγία μου, σώσε με! Χάνομαι. Ούτε ο ίδιος κατάλαβε πότε και πώς βρέθηκε πάνω στη βάρκα. Η θάλασσα γαλήνεψε και όλοι έφτασαν στον προορισμό τους».
ΤΗΝ ΑΙΣΘΑΝΘΗΚΑΝ
Οι μοναχές του μοναστηριού Paltin Petru Vodă, στη Ρουμανία, αναφέρουν το θαύμα με ένα αντίγραφο του «Άξιόν Εστι», λίγο καιρό μετά την κοίμηση του πνευματικού της Μονής και ομολογητού Ιουστίνου Παρβού. Γράφουν: «Σήμερα, 11 Ιανουαρίου 2014, η εικόνα της Μητέρας του Θεού, που φυλάσσεται στο καθολικό της Μονής, ανέβλυσε μύρο με τόση έντονη ευωδία, ώστε μπορούσες να την αισθανθείς τόσο εσωτερικά, μέσα στο ναό, όσο και εξωτερικά, στον περίγυρο της Εκκλησίας».
Παράλληλα, χιλιάδες είναι και τα σύγχρονα θαύματα που μαρτυρούν με επίσημες επιστολές οι πιστοί. Άνθρωποι θεραπεύτηκαν από σοβαρές ασθένειες. Ορισμένοι αισθάνθηκαν την παρουσία της Παναγίας σε πολύ δύσκολες στιγμές της ζωής τους, ενώ δεν είναι λίγοι και αυτοί που κάθε φορά που προσεύχονται στην Υπεραγία Θεοτόκο λαμβάνουν με την χάρη της δύναμη και κουράγιο να αντεπεξέλθουν στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν.
Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ
Παράλληλα, ένα θαύμα συνέβη στον Αγιο Παΐσιο, όταν ο ίδιος ασκήτευε στο Άγιο Όρος. Οταν σε μια από τις λιτανείες η εικόνα πέρασε το Κουτλουμούσι και πλησίαζε το Κελί του Αγίου Αλυπίου, σε απόσταση περίπου 1 χλμ. από το Κελί της Παναγούδας, όπου ζούσε ο Όσιος, συνέβη το παρακάτω παράδοξο γεγονός. Διηγείται ο ίδιος: «Τη Δευτέρα της Διακαινησίμου καθόμουν στο Αρχονταρίκι και έλεγα την ευχή. Ξαφνικά αισθάνθηκα μια ευωδία, άλλο πράγμα! Βγήκα στον διάδρομο να δω από πού προέρχεται, πήγα στην Εκκλησία, τίποτα. Βγήκα έξω, στην αυλή. Η ευωδία ήταν πολύ πιο έντονη. Ακούστηκε να χτυπά το τάλαντο. Κοίταξα και είδα να κατεβαίνει προς τα κάτω η λιτανεία, και κατάλαβα ότι προέρχεται από την εικόνα της Παναγίας».
*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Ορθόδοξη Αλήθεια”/Από τον ΑΠΟΣΤΟΛΟ ΣΠΥΡΟΥ