Αγιά Σοφιά: Να ’μαι ξανά στην Πόλη, στην μεγάλη πλατεία μπροστά στην Αγια-Σοφιά.
Αυτοκίνητα και τουρίστες με ξεκουφαίνουν. Συντριβάνια, τζαμιά, λουλούδια,
μιναρέδες και λουστραρισμένα ολοκαίνουργια παγκάκια,
όλα… ρυπαίνουν το οπτικό μου πεδίο.
Κι ο χότζας με την κλαψιάρικη φωνή του, πληγώνει την περήφανη ψυχή μου.
Αχ και να μπορούσα να γίνω για λίγο… Άτλαντας.
Να ξηλώσω τους αταίριαστους μιναρέδες, τα εκδοτήρια εισιτηρίων,
τις τουαλέτες και τα γύρω κακόγουστα κτίσματα,
να την αρπάξω και να την σηκώσω μαζί με τις «ρίζες» της…
τα ανεξερεύνητα υπόγεια, με τους μυστικούς θησαυρούς.
Θα την έσφιγγα τότε δυνατά και τρυφερά πάνω στο στήθος μου,
πάνω στην καρδιά μου και απλά και όμορφα θα την έκλεβα…
Και δεν θα ’θελα παρά δυο-τρεις δρασκελιές για να περάσω τα σύνορα
και να την αποθέσω απαλά σε χώμα ελληνικό.
Είναι που αύριο, 29 Μαΐου… θα γίνει η Άλωση και θέλω
να την σώσω απ’ τα φοβερά εκείνα φαντάσματα των καβαλαρέων,
των γενιτσάρηδων και των Βασιβαζούκων, που θα ορμήσουν
μέσα της φωνάζοντας «Γιάγμα» και θα την βεβηλώσουν και θα
την αιματοκυλήσουν.
Γιατί στ’ αλήθεια ετοιμάζονται τα φαντάσματα. Το ξέρω!! Είδα και
τον Μωάμεθ σ’ ένα στύλο κολλημένο, που κοιτούσε προς τα δω…
* Γιάγμα, γιαγκίν, κεσίν=Αρπάξτε, κάψτε, σφάξτε (σύνθημα των Τούρκων κατά την άλωση)
Μπροστά στην Αγια-Σοφιά – (28 Μαΐου 2013)