Το αποκλειστικό και αποκαλυπτικό ρεπορτάζ της Ορθόδοξης Αλήθειας για τη μεγάλη ανατροπή στη ζωή του δημοσιογράφου
Γράφει ο Δημήτρης Ριζούλης
Εχουν περάσει αρκετές μέρες από τον θάνατο του Αλέξανδρου Βέλιου, του δημοσιογράφου που διαγνώστηκε πριν από περίπου έναν χρόνο με καρκίνο και στις αρχές του καλοκαιριού ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να υποβληθεί σε ευθανασία.
Τελικά, αποφάσισε να δώσει μόνος του τέλος στη ζωή του το βράδυ της Κυριακής 4 Σεπτεμβρίου, αρνούμενος να πιει μέχρι τέλους το πικρό ποτήρι της σωματικής φθοράς και των φρικτών πόνων. Οπως έχω γράψει και παλαιότερα, με τον Αλέξανδρο συνδεόμασταν με πολύχρονη φιλία και υπήρξαμε για μεγάλο διάστημα στενοί συνεργάτες (και μάλιστα στα καλύτερά του τηλεοπτικά χρόνια, όπως έλεγε ο ίδιος). Χαθήκαμε για καιρό, όμως τους τελευταίους μήνες της ζωής του συνδεθήκαμε και πάλι με αφορμή την περιπέτεια της υγείας του.
Ο Βέλιος δήλωνε σε κάθε ευκαιρία μη θρησκευόμενος, ενώ μεγάλο μέρος του τηλεοπτικού κοινού τον θεωρούσε «ορκισμένο εχθρό» της Ορθοδοξίας. Ωστόσο τα πράγματα δεν ήταν ακριβώς έτσι… Παρότι δεν πίστευε, ποτέ δεν έκλεισε την πόρτα στην Εκκλησία. Αντιθέτως, έψαχνε κάθε ευκαιρία για να συνδιαλλαγεί μαζί της. Θυμάμαι ότι στις παλιές τηλεοπτικές εκπομπές του πάντα ζητούσε να υπάρχει στο πάνελ ένας εκπρόσωπός της (συχνά ήταν ο παπα-Γιώργης Μεταλληνός). Απολάμβανε τις αντιπαραθέσεις για τα θρησκευτικά ζητήματα, όμως όσο σκληρές κι αν ήταν, διατηρούσε πάντα την ευγένειά του και αντιμετώπιζε κυρίως τους κληρικούς με πολύ μεγάλο σεβασμό. Δεν επρόκειτο, δηλαδή, για κάποιον δογματικό άθεο, από αυτούς που έχουν μίσος για την Ορθοδοξία, αλλά για «θρησκευόμενο άθεο», όπως έλεγε ο ίδιος, που αποδεχόταν τους πάντες. Γι’ αυτούς τους λόγους, άλλωστε, είχε επιδιώξει περίπου το 2002 να συναντηθεί με τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο και μάλιστα η συζήτηση που είχε μαζί του τον είχε εντυπωσιάσει.
Κακά τα ψέματα όμως, ο Βέλιος δεν πίστευε στον Θεό και το έδειχνε σε κάθε ευκαιρία, ακόμα και με υπερβολικό τρόπο. Ενδιαφερόταν παρ’ όλα αυτά για την Εκκλησία και τον «εκσυγχρονισμό» της, κυρίως επειδή τη θεωρούσε αναπόσπαστο κομμάτι της ιδιοσυγκρασίας του Ελληνα και όχι έναν «επικίνδυνο» θεσμό, όπως πολλοί φανατικοί άθεοι, που δεν έχουν το υπόβαθρο και την παιδεία του Βέλιου.
Στις συζητήσεις που είχαμε κατά καιρούς για θεολογικά ζητήματα μου έκαναν μεγάλη εντύπωση οι γνώσεις του για τον Απόστολο Παύλο, τους βίους των Αγίων, τις διαφορές ορθόδοξης Ανατολής και σχολαστικής Δύσης, τις παραβολές του Ιησού, ακόμα και τις ιστορίες της Παλαιάς Διαθήκης. Θεωρούσα ότι είχε μελετήσει όλα αυτά, για να μπορεί να απαντά στην «απέναντι» πλευρά.
Οταν όμως έφτασε ένα βήμα πριν από το θάνατο, κατάλαβα ότι η αιτία ίσως ήταν άλλη…
Γράφω, λοιπόν, σήμερα αυτό το κείμενο, κατ’ εντολή του Αλέξανδρου Βέλιου, για να περιγράψω τη μεγάλη ανατροπή που συντελέστηκε τον τελευταίο μήνα της ζωής του. Τη συμφιλίωσή του με τον εαυτό του, την Εκκλησία και, ίσως, τον Θεό! Στο τέλος Ιουλίου συναντηθήκαμε τρεις φορές και συζητήσαμε πολλά, προσποιούμενοι και οι δύο ότι δεν συνέβαινε τίποτα. Στην τρίτη συνάντησή μας όμως μου είπε ξαφνικά: «Θα ήθελα πριν από το τέλος να συζητήσω με έναν άνθρωπο της Εκκλησίας. Καλύτερα έναν Μητροπολίτη. Κάποιον που θα άξιζε τον κόπο να γνωρίσω».
Γνωρίζοντας τις διαδικασίες που είχε δρομολογήσει, εξεπλάγην! «Μήπως έχεις δεύτερες σκέψεις;» τον ρώτησα. «Οχι, απλώς θέλω να δω αν η Εκκλησία είναι ανοιχτή στο ζήτημα της ευθανασίας» απάντησε. Σάστισα προς στιγμή. Το ύφος του και, κυρίως, ο τόνος της φωνής του με έκαναν να πιστέψω ότι ίσως δεν ήταν αυτό το μοναδικό κίνητρό του. Μόλις χωριστήκαμε, τηλεφώνησα στον Μητροπολίτη Νέας Ιωνίας Γαβριήλ. Ξαφνιάστηκε κι εκείνος. Ομως αποφάσισε να μην κλείσει την πόρτα σε έναν μελλοθάνατο, ακόμα και αν ήταν δηλωμένος άθεος. «Βεβαίως να έρθει να τα πούμε. Με έναν όρο όμως. Σας παρακαλώ, δεν θέλω δημοσιότητα». Γνωρίζοντας ότι ο Βέλιος είχε μετατρέψει σκοπίμως τον θάνατό του σε δημόσιο θέαμα, με σκοπό την προώθηση της ευθανασίας, εύλογα φοβήθηκε ότι αυτή η συνάντηση ενδεχομένως να ήταν μέρος ενός επικοινωνιακού σχεδίου. «Οχι, σεβασμιότατε, ούτε ο Βέλιος θέλει να δημοσιοποιηθεί το ραντεβού. Θα έρθουμε οι δυο μας. Ούτε κάμερες ούτε τίποτα» τον διαβεβαίωσα.
Η επίσκεψη του κ. Γαβριήλ στο νοσοκομείο μια μέρα πριν πεθάνει ο Αλ. Βέλιος
Στις 4 Αυγούστου, στις 12.30 το μεσημέρι, συναντηθήκαμε με τον Αλέξανδρο στον Φάρο Ψυχικού, προκειμένου να πάμε μαζί στο γραφείο του Μητροπολίτη Νέας Ιωνίας. Στη διαδρομή διέκρινα ότι είχε αγωνία (!) και σχεδόν πρόβαρε όσα είχε σκοπό να του πει. Οταν φτάσαμε, ο κ. Γαβριήλ μάς υποδέχθηκε εγκάρδια, με ένα πλατύ χαμόγελο που έσπασε τον «πάγο» και διέλυσε την αμηχανία της στιγμής. Ωστόσο από τα πρώτα λόγια διέκρινα την επιφυλακτικότητα και των δύο. Ο κ. Γαβριήλ με απλό τρόπο του εξήγησε ότι η ζωή είναι δώρο του Θεού και δεν θα πρέπει να τη διαχειριζόμαστε εγωιστικά.
Του ξεκαθάρισε ότι η Εκκλησία είναι αντίθετη με την ευθανασία. Ο Βέλιος, από την πλευρά του, ξεδίπλωσε τα δικά του επιχειρήματα. Οπως και αν είχε, το μεγάλο βήμα είχε γίνει. Τα επόμενα 20 λεπτά θα μείνουν για πάντα χαραγμένα στη μνήμη μου ως μία από τις πιο συγκλονιστικές εμπειρίες που έχω ζήσει. Ο διάλογος του μελλοθάνατου άθεου με τον Δεσπότη που μιλούσε σαν να ήταν ο τελευταίος των διακόνων του Θεού με συντάραξε. Σε αυτό το μικρό χρονικό διάστημα ανατράπηκαν όσα πίστευα επί 15 χρόνια για τον Βέλιο!
Τίποτα δεν έδειχνε στην αρχή ότι αυτή η συζήτηση θα μετατρεπόταν στην ουσία σε μια «εξομολόγηση» του Βέλιου, ο οποίος θα έφτανε στο σημείο να παραδεχθεί ότι ανατρέχει πολύ συχνά στην Καινή Διαθήκη, δεν μπορεί να αποκλείσει την ύπαρξη του Θεού και νιώθει πως είναι πιο κοντά στον Ιησού από πολλούς δήθεν ένθερμους πιστούς!
Η κρυφή ελπίδα μου πλέον είχε μεταμορφωθεί σε βεβαιότητα. Οχι, ο Βέλιος δεν πήγε στο γραφείο του Μητροπολίτη για να συζητήσει ακαδημαϊκά. Πήγε να βγάλει την ψυχή του και να την καταθέσει στα χέρια ενός παπά. Ανοιγε λίγο πριν από το τέλος της ζωής του ένα παράθυρο στον ουρανό. Ανοιξε «διάλογο» με τον Θεό, ίσως γιατί ήθελε να συμφιλιωθεί μαζί του πριν «φύγει»! Από απελπισία, από φόβο, από υστεροβουλία ή έπειτα από αληθινή εσωτερική αναζήτηση; Κανένας δεν ξέρει… Είδε όμως απέναντί του έναν ιερωμένο αληθινό, απλό και καταδεκτικό, που του ζητούσε με αγάπη να πιστέψει ότι υπάρχει η «άλλη ζωή» και, αν ήθελε, προλάβαινε να «σωθεί». Οχι με αφορισμους και «ξύλινα» κηρύγματα, αλλά με ζεστά λόγια αγάπης.
Ενα πρόσωπο που, αν και ανήκει στην «εξουσία» της Εκκλησίας, όχι μόνο δεν τον απώθησε -όπως, ίσως, φοβόταν-, αντίθετα, τον γαλήνεψε και τον άγγιξε. Και όταν στο τέλος της κουβέντας του είπε «θέλω να μου επιτρέψεις να προσεύχομαι για σένα», εκείνος του απάντησε «το δέχομαι με ευγνωμοσύνη», σπεύδοντας να συμπληρώσει: «Στο νοσοκομείο θα ερχόσασταν να με δείτε;» «Βεβαίως. Θα είναι πολύ καλό να κοινωνήσετε», αποκρίθηκε ο σεβασμιότατος, για να απαντήσει ο Βέλιος: «Θα χαρώ να έχω μια τελευταία κουβέντα μαζί σας», αποφεύγοντας να πει κατηγορηματικά «όχι»…
Κάπως έτσι κλείστηκε το επόμενο ραντεβού τους, αυτή τη φορά στο κρεβάτι του πόνου!
Ο Αλέξανδρος βγήκε ενθουσιασμένος από τη συνάντηση. «Πήγε πολύ καλύτερα απ’ ό,τι περίμενα» μου είπε αμέσως μετά. Εμοιαζε απαλλαγμένος, σαν να είχε φύγει ένα βάρος από μέσα του. Μάλιστα, μου αποκάλυψε ότι κατέγραψε ηχητικά τη συζήτηση, όχι για λόγους «υποκλοπής», αλλά για να μπορέσει να την ξανακούσει αν χρειαστεί…
Πέρασαν αρκετές μέρες. Ο Αλέξανδρος σεβάστηκε την επιθυμία του Μητροπολίτη και δεν μίλησε σε κανέναν -εκτός από τη γυναίκα του- για το ραντεβού. Την Τετάρτη 31 Αυγούστου μου τηλεφώνησε για να μου πει ότι η υγεία του έχει επιβαρυνθεί και μπήκε στο νοσοκομείο. Συναντηθήκαμε το πρωί της Παρασκευής 2 Σεπτεμβρίου στο δωμάτιο της νοσηλείας, όπου παρέα μας ήταν άλλοι πέντε φίλοι του, που τον αγαπούσαν πραγματικά, δημοσιογράφοι και συνεργάτες. Δυστυχώς, δεν είχε αλλάξει την απόφασή του. Θα προχωρούσε σε ευθανασία αλλά όχι στην Ελβετία. Πριν φύγω, μου είπε χαμηλόφωνα: «Πάρε τηλέφωνο τον Γαβριήλ. Πες του, αν μπορεί, να έρθει αύριο να με δει».
Το επόμενο πρωί «συμπτωματικά» η Εκκλησία γιόρταζε την ανακομιδή των λειψάνων του Αγίου Νεκταρίου, που κι εκείνος «έφυγε» χτυπημένος από καρκίνο. Αμέσως μετά τη θεία λειτουργία ο Μητροπολίτης Νέας Ιωνίας πέρασε την πύλη του νοσοκομείου, κατευθυνόμενος στο δωμάτιο 308, προκειμένου να συναντήσει τον Αλέξανδρο Βέλιο. Μια μέρα πριν από τον θάνατό του, σε κλίμα έντονα φορτισμένο, συζήτησαν για τελευταία φορά. Τι ακριβώς είπαν και τι συνέβη κατά τη διάρκεια εκείνων των λίγων λεπτών της μεγάλης συγκίνησης το γνωρίζουν μόνο οι ίδιοι. Ηταν μια στιγμή αυστηρά προσωπική και τέτοια θα μείνει για πάντα. Μπορώ μόνο να μεταφέρω όσα μου είπε ο Αλέξανδρος αμέσως μετά: «Σ’ ευχαριστώ που το κανόνισες. Ηταν πολύ καλή η χημεία μας. Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο με γαλήνεψε… Κρίμα που δεν πρόλαβα να τον γνωρίσω νωρίτερα…»
Το μεσημέρι της επόμενης μέρας ο Βέλιος μού ζήτησε να πάω σπίτι του. Καθισμένος στο γραφείο, είχε μπροστά του το απομαγνητοφωνημένο κείμενο της πρώτης συζήτησής του με τον Μητροπολίτη Νέας Ιωνίας. «Αυτό το κείμενο πρέπει να δημοσιοποιηθεί. Ο κόσμος πρέπει να μάθει…» μου είπε. Για ακόμα μία φορά με εξέπληττε! «Μα, Αλέξανδρε, αν οι “οπαδοί” σου διαβάσουν αυτά που είπατε, θα απογοητευτούν» του αντέτεινα αμέσως. «Δεν έχει σημασία. Οσοι με ξέρουν θα καταλάβουν» απάντησε και με το γνωστό χιούμορ του πρόσθεσε γελώντας: «Είναι καιρός να με αγαπήσει και το ποίμνιο». Για πάνω από μία ώρα έκανε πολύ προσεκτικές χειρόγραφες διορθώσεις στο κείμενο, όχι για να το αλλοιώσει, αλλά για να προσαρμόσει τον προφορικό λόγο στον γραπτό.
Κυρίως για να είναι σαφέστερο το νόημα. Ο Αλέξανδρος σε όλη τη ζωή του διάβαζε και έγραφε. Επέλεξε όμως ο διάλογός του με τον Μητροπολίτη Γαβριήλ να είναι το τελευταίο κείμενο με το οποίο ασχολήθηκε. Το ολοκλήρωσε δέκα ώρες πριν από τον θάνατό του και μου το παρέδωσε, λέγοντας: «Πάρε τον Γαβριήλ, όταν όλα θα έχουν τελειώσει, και πες του ότι ήταν επιθυμία μου να δημοσιοποιηθεί. Αλλά κάν’ το λίγες μέρες μετά την κηδεία. Να καταλαγιάσει ο θόρυβος». Χαιρετηθήκαμε για τελευταία φορά. Είχα πλέον καταλάβει ότι κάτι θα γίνει πολύ σύντομα. «Φρόντισέ με. Η μνήμη μου είναι στα χέρια τα δικά σου και δυο τριών φίλων» μου είπε στο κατώφλι.
Το ίδιο βράδυ (Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου) πήγα με τον γιο μου στη συναυλία που οργάνωσε η Μητρόπολη Νέας Ιωνίας στο Ηρώδειο για τη Μικρά Ασία, θέλοντας να ξεχαστώ για λίγο. Ένα τέταρτο πριν από τα μεσάνυχτα, ακριβώς την ώρα που έβγαινα από την πύλη του θεάτρου, χτύπησε το τηλέφωνό μου. Ήταν μήνυμα από τον Βέλιο. Έγραφε μια λέξη. «Αντίο». Κατάλαβα… Ενιωσα να κόβονται τα πόδια μου. Δυο λεπτά αργότερα κι ενώ προσπαθούσα να συνέλθω είδα μπροστά μου τον κ. Γαβριήλ, που βρισκόταν έξω από τα καμαρίνια. Δεν του είπα τίποτα γι’ αυτό που συνέβαινε εκείνη την ώρα. Δεν ήθελα σε μια στιγμή χαράς να τον ταράξω. «Ευχαριστώ για ό,τι κάνατε. Να ξέρετε ότι τον βοηθήσατε πολύ» ήταν το μόνο που βγήκε από τα χείλη μου. «Δημήτρη, αυτό είναι το χρέος μας. Μπορεί να ασχολούμαστε και με πολλά άλλα, όμως πάνω απ’ όλα είμαστε παπάδες και πρέπει να παρηγορούμε και να προσπαθούμε να σώζουμε τον κόσμο. Ακόμα και αν δεν τα καταφέρουμε, αρκεί που προσπαθήσαμε. Μόνο ο Θεός ξέρει, εξάλλου»… Τα λόγια του ήταν σαν βάλσαμο στην ψυχή μου.
Ο Αλέξανδρος Βέλιος τελικά δεν πείστηκε. Προχώρησε απροειδοποίητα στον θάνατό του, όπως τον είχε σχεδιάσει. Θέλησε να μείνει ασυμβίβαστος έως το τέλος. Η μεγάλη ανατροπή του τελευταίου μήνα της ζωής του δεν ολοκληρώθηκε. Ισως γιατί φοβήθηκε να γκρεμίσει την «εικόνα» του και να αρνηθεί όλα όσα υποστήριζε μια ζωή. Τόλμησε, πάντως, τη μεγάλη υπέρβαση. Αλλωστε, ήθελε πριν «φύγει» να κλείσει όλες τις «πληγές» του παρελθόντος και να κάνει το μεγάλο «ταξίδι» εν ειρήνη. Λίγο πριν από το τέλος ζήτησε η κηδεία του να είναι θρησκευτική και, μάλιστα, επέμεινε σε αυτό. Επίσης, ένα κείμενό του στο οποίο ανέφερε ότι δεν θέλει σταυρό στον τάφο του έχει ημερομηνία 15 Ιουλίου, δηλαδή γράφτηκε πριν από τη γνωριμία του με τον Μητροπολίτη. Και, φυσικά, σε ένα από τα τελευταία βίντεό του μιλά για τα θαύματα και αφήνει ανοιχτό το «παράθυρο» να γίνονται όντως! Υποστήριζε, πάντως, ότι η ευθανασία αφορά και τους θρησκευομένους και θα πρέπει για ειδικές περιπτώσεις να γίνει αποδεκτή από την Εκκλησία.
Ασφαλώς, με όλα αυτά δεν θέλω να υποστηρίξω ότι ο Βέλιος τελικά πίστεψε και έγινε χριστιανός… Το απέδειξε, άλλωστε, η αυτοκτονία του. Για ένα όμως είμαι βέβαιος: έπειτα από δική του επιθυμία, ο σπόρος της πίστης έπεσε μέσα του και βρήκε πρόσφορο έδαφος. Αν καρποφόρησε, το ξέρει μόνο ο Θεός.
ΥΓ.: Διηγήθηκα αυτή την ιστορία ως μια προσωπική λύτρωση, πιστεύοντας βαθιά ότι τόσο πολλές συμπτώσεις δεν μπορεί να είναι τυχαίες. Θεωρώ ιδιαίτερα διδακτική για όλους (και κυρίως για όσους δηλώνουν «άθεοι») αυτή την εξέλιξη και ευχαριστώ τον Μητροπολίτη Νέας Ιωνίας κ. Γαβριήλ, που παρά τις αντιρρήσεις του σεβάστηκε τελικά την τελευταία επιθυμία του Αλέξανδρου Βέλιου.