Μεγάλη μάχη δίνει η Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία καταθέτοντας μαι σειρά ψηφισμάτων σχετικά με τη μετατροπή των βυζαντινών μνημείων που βρίσκονται στην Τουρκία σε τεμένη.
Παραθέτουμε τα ψηφίσματα στην ελληνική με την αγγλική μετάφραση, προκειμένου να διευκολυνθούν όσοι έχουν τη δυνατότητα προώθησής τους στο εξωτερικό.
ΨΗΦΙΣΜΑ ΜΟΝΗ ΣΤΟΥΔΙΟΥ
Η Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία εκφράζει την αγωνία της για τις συνεχιζόμενες ενέργειες της Τουρκίας όσον αφορά στα βυζαντινά μνημεία που διατηρούνται στα εδάφη της.
Μετά τη μετατροπή σε τεμένη, της Αγίας Σοφίας, μητροπολιτικού ναού της Νίκαιας και της ομώνυμης εκκλησίας, αυτοκρατορικού καθιδρύματος της Τραπεζούντας, προετοιμάζεται και η μετατροπή σε τζαμί της Μονής Στουδίου, ενώ δεν έχει εκλείψει ακόμη ο κίνδυνος για ανάλογη τύχη και της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινούπολης, διαχρονικού συμβόλου της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Το καθολικό της Μονής Στουδίου, μοναδικό σωζόμενο παράδειγμα στην Κωνσταντινουπολη τρίκλιτης βασιλικής, κτίστηκε τον πέμπτο αιώνα, πριν από το 454. Είναι η παλαιότερη σωζόμενη εκκλησία στην Κωνσταντινούπολη. Το εμβληματικό μοναστικό συγκρότημα της μονής που βρίσκεται στον έβδομο λόφο της Κωνσταντινούπολης, είχε τεράστια πνευματική ακτινοβολία σε όλη τη διάρκεια της πολιτισμικής ζωής του Βυζαντίου. Ο ναός μετατράπηκε σε τέμενος το 1481 και μετονομάστηκε σε Ιμραχόρ Τζαμί. Υπέστη αρκετές ζημίες από πυρκαγιές και σεισμούς κατά τον 18ο και 19ο αιώνα, με αποτέλεσμα να εγκαταλειφθεί η λειτουργία του ως τεμένους στις αρχές του 20ου αι. Μετά την καταστροφή της στέγης του το 1908 το μνημείο μένει εκτεθειμένο, με φανερές τις επιπτώσεις των καιρικών φαινομένων στα εξαιρετικής τέχνης γλυπτά αρχιτεκτονικά μέλη και τα μαρμαροθετήματα του δαπέδου του.
Στις αρχές του λήγοντος έτους, ενώ αρχικά υπήρχε η σκέψη της αναστήλωσης και μετατροπής του σε μουσείο από τις τουρκικές αρχές, ελήφθη τελικά απόφαση από το Υπουργικό Συμβούλιο της Τουρκίας να αποσπασθεί από την αρμοδιότητα του Μουσείου της Αγίας Σοφίας, στην οποία ανήκε διοικητικά, και να υπαχθεί στη Γενική Διεύθυνση Βακουφίων, προκειμένου να ανακαινισθεί και να μετατραπεί σε τζαμί. Οι εργασίες ανακαίνισης του αναμένεται να αρχίσουν το 2014.
Η Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία κάνει έκκληση στους διεθνείς οργανισμούς τους εντεταλμένους για την προστασία των πολιτισμικών αγαθών, καθώς και στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα να παρέμβουν προς την τουρκική πολιτεία για να ανακαλέσει την απόφασή της αυτή, ώστε να παραμείνει η Μονή Στουδίου μνημείο. Το κορυφαίο αυτό μνημείο με ταλαιπωρημένα από την ατμοσφαιρική ρύπανση τα ιδιαίτερα σημαντικά αυθεντικά κατάλοιπα που διασώζει, χρήζει ειδικής επιστημονικής προστασίας και συντήρησης, σύμφωνα με τις αρχές του χάρτη της Βενετίας, ώστε να παραμείνει επισκέψιμο και προσβάσιμο στη διεθνή κοινότητα. Οποιαδήποτε μορφή ανακατασκευής σημαίνει ολοκληρωτική καταστροφή του .
Εκ μέρους του Διοικητικού Συμβουλίου της ΧΑΕ
H Πρόεδρος H Γενική Γραμματέας
Σοφία Καλοπίση-Βέρτη Μαρία Παναγιωτίδη
Ομότιμη Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Αθηνών Ομότιμη Καθηγήτρια
Πανεπιστημίου Αθηνών
RESOLUTION
The Christian Archaeological Society expresses its concern over continuing actions by Turkey in relation to the Byzantine monuments preserved in its territory. Following the conversion of Hagia Sophia, the metropolitan church of Nicaea, and that of the Byzantine church which was an imperial foundation in Trebizond (also called Hagia Sophia) into mosques, there are preparations under way to convert the early Byzantine Monastery of Stoudios into a mosque as well, and there remains a danger of Hagia Sophia in Constantinople, a timeless symbol of the Byzantine Empire, suffering a similar fate.
The katholikon of the Stoudion Monastery, the only example of a three-aisled basilica preserved in Constantinople, was built in the fifth century (prior to 454) and is the oldest preserved Byzantine church in the city. Its emblematic monastery complex, located on Constantinople’s seventh hill, exerted enormous intellectual influence throughout Byzantium’s cultural life. The Byzantine church was transformed into a mosque in 1481 and renamed İmrahor Camii. It suffered considerable fire and earthquake damage in the 18th and 19th centuries, which resulted in its abandonment as a mosque in the early 20th century. Since its roof was destroyed in 1908, the monument has been exposed to the elements, and the consequences of weathering are obvious on the exceptionally fine art of its sculptured architectural members and marble inlay pavement.
In early 2013, despite the Turkish authorities’ original thought to restore and transform it into a museum, in the end the Turkish Council of Ministers decided to remove Stoudion from the jurisdiction of the Museum of Hagia Sophia to which it belonged administratively and place it under that of the General Directorate of Vakifs for renovation and conversion to a mosque. Renovation is expected to begin in 2014.
The Christian Archaeological Society calls upon international organizations charged with the protection of cultural goods as well as upon universities to intervene with the Turkish state to recall this decision, in order that Stoudion may revert to its previous status as monument. This outstanding monument, together with the particularly important authentic remains (now damaged by atmospheric pollution) it preserves, merits special scientific protection and conservation in accordance with the principles of the Charter of Venice, so that it may remain open to visitors and accessible to the international community. Any form of reconstruction would mean its total destruction.
On behalf of the Board of the Christian Archaeological Society
President General Secretary
Sophia Kalopissi-Verti Maria Panayotidi
Professor Emerita, Univ. of Athens Professor Emerita, Univ. of Athens
———————-
ΨΗΦΙΣΜΑ ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΟΣ
Η Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία πληροφορήθηκε πρόσφατα την επαναλειτουργία του βυζαντινού ναού της Αγίας Σοφίας Τραπεζούντας, κορυφαίου μνημείου των μέσων του 13ου αιώνα, ως ισλαμικού τεμένους. Καθίδρυμα ενός μεγάλου ηγεμόνα της αυτοκρατορίας της Tραπεζούντας, του Μανουήλ Α΄ Μεγάλου Κομνηνού, φέρει εξαίρετες βυζαντινές τοιχογραφίες και μοναδικό ανάγλυφο διάκοσμο στις προσόψεις που εμπνέεται από γεωργιανά, αρμενικά και σελτζουκικά πρότυπα.
Το εκλεκτό και μοναδικό αυτό σύνολο, είχε μετατραπεί σε τζαμί μετά την άλωση της Τραπεζούντας από τους Οθωμανούς, το 1461. Το 1962 και αφού μεσολάβησε ένα διάστημα (1958-1962) χρήσης του μνημείου ως οπλοστασίου και νοσοκομείου, η Αγία Σοφία Τραπεζούντας αναστηλώθηκε και αποκαταστάθηκε από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. Τότε άρχισε να λειτουργεί ως Μουσείο. Από τον περασμένο Ιούλιο όμως, μετά από δικαστική απόφαση, σύμφωνα με την οποία η αρμοδιότητα για το μνημείο μεταβιβάσθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού της Τουρκίας στη Γενική Διεύθυνση Βακουφίων, η Αγία Σοφία επαναλειτουργεί ως τζαμί.
Το γεγονός αυτό αντίκειται στην αρχή σεβασμού της ιστορικής ταυτότητας του μνημείου. Εκτός από τις φθορές που αναπόφευκτα προκλήθηκαν κατά τη διάρκεια των επεμβάσεων για την κάλυψη των μαρμαροθετημάτων του δαπέδου και των τοιχογραφιών, τίθεται σε κίνδυνο η ακεραιότητα του μοναδικού ζωγραφικού διακόσμου του μνημείου, ο οποίος παραμένει καλυμμένος υπό μη ενδεδειγμένες επιστημονικά συνθήκες. Άλλωστε, η απόκρυψη των σπουδαίων μαρμαροθετημάτων και των τοιχογραφιών, αντίκειται στις διεθνείς συμβάσεις που επιβάλλουν την απρόσκοπτη πρόσβαση του επισκέπτη στα σπουδαία καλλιτεχνικά δημιουργήματα και συνιστά διακριτική μεταχείριση με βάση το θρήσκευμα.
Η Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία εκφράζει την αγωνία της για την τύχη του εξαιρετικού αυτού μνημείου της Τραπεζούντας, ενώνει τη φωνή της με τους κατοίκους της πόλης για την επαναλειτουργία της Αγίας Σοφίας ως μουσείου και κάνει έκκληση στην τουρκική πολιτεία και στους διεθνείς οργανισμούς τους εντεταλμένους για την προστασία των πολιτισμικών αγαθών, να επιληφθούν της προστασίας του μνημείου και της επαναλειτουργίας του ως μουσείου.
Εκ μέρους του Διοικητικού Συμβουλίου της ΧΑΕ
H Πρόεδρος H Γενική Γραμματέας
Σοφία Καλοπίση-Βέρτη Μαρία Παναγιωτίδη
Ομότιμη Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Αθηνών Ομότιμη Καθηγήτρια
Πανεπιστημίου Αθηνών
RESOLUTION
The Christian Archaeological Society is anxiously following the increase in calls by Islamists in Turkey to convert the Byzantine church of Aghia Sophia in Constantinople into a mosque. A fiery speech delivered recently by Deputy Prime Minister Bülent Arınç during the inauguration of the Carpet Museum across from Aghia Sophia exceeded every precedent, with an air of triumph regarding the conversion to mosques of the other two Byzantine churches of Aghia Sophia, the metropolitan church of Nicaea and that which was an imperial foundation in Trebizond. Indeed, he even expressed the hope that the same would soon happen to Aghia Sophia in Constantinople, the emblematic monument of the Byzantine Empire’s more than a thousand years of history.
The foresight of the founder of modern Turkey, Kemal Ataturk, in ending the operation of Aghia Sophia as a mosque in 1934 and returning it to the international public as a monument-museum resulted in the discovery of its incomparable art, its mosaics, whose fate will be in doubt if the Islamists’ goals are in the end realized. It is widely known that in 1847-49, when the mosaics were being cleaned during the rule of Sultan Abdul Mejid, many more mosaics were rescued, but were destroyed when they were once again covered so that Aghia Sophia could continue to operate as a mosque. The overall fate of this building, which has been distressed by time, will be equally precarious if the conversion of Aghia Sophia to a mosque is carried out.
The Christian Archaeological Society calls upon international organizations charged with the protection of cultural goods as well as upon universities to intervene with the Turkish state so that this unique monument, which is on the list of World Heritage Monuments and protected by the relevant UNESCO provisions, will not be confined by being placed at the disposal of a specific public as a place of worship, but will continue to belong to the oikoumene, where it rightly belongs.
On behalf of the Board of the Christian Archaeological Society
President General Secretary
Sophia Kalopissi-Verti Maria Panayotidi
Professor Emerita, Univ. of Athens Professor Emerita, Univ. of Athens