Ανοιχτή επιστολή (νέα) προς τον Παναγιώτατο Οικουμενικό Πατριάρχη, τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος, τους Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτας της Εκκλησίας της Ελλάδος, τον Σεβασμιώτατο Αρχιεπίσκοπο Κρήτης και την Ιερά Επαρχιακή Σύνοδο της Εκκλησίας της Κρήτης, τον αξιότιμο κ. Υπουργό Παιδείας, τον Γενικό Γραμματέα Θρησκευμάτων, τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Παιδείας απέστειλε ο Σύλλογος Εκκλησιαστικών Σχολείων.
“Παναγιώτατε, Μακαριώτατε, Σεβασμιώτατοι, κ. Υπουργέ Παδείας, κκ. Γενικοί Γραμματείς, Γνωρίζουμε ότι στην έκτακτη συνεδρίαση της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος την Τρίτη 27-6-2017 θα συζητηθεί το σοβαρότατο θέμα της διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών στα σχολεία της χώρας, για το οποίο υπάρχουν διαφωνίες με το αρμόδιο Υπουργείο Παιδείας.
Την ίδια στιγμή όμως, όπως πληροφορούμαστε, προχωράει εν κρυπτώ μια καταστροφική για την Εκκλησιαστική Εκπαίδευση συμφωνία, η οποία μας θυμίζει τις αντίστοιχες διεργασίες του 2006 μεταξύ του μακαριστού αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου και της τότε ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας.
Εκείνη η συμφωνία και ο νόμος 3432 που προέκυψε, οδήγησαν σε μαρασμό την Εκκλησιαστική Εκπαίδευση, κυρίως λόγω της κατάργησης της Δ΄ Τάξεως του Λυκείου. Τα Εκκλησιαστικά ΙΕΚ που δημιουργήθηκαν τότε ήταν θνησιγενή, όπως εγκαίρως και ευστρόφως το είχαμε επισημάνει με αγωνιώδεις επιστολές μας προς κάθε υπεύθυνο.
Κάτι αντίστοιχο θα συμβεί και τώρα με τα ΚΙΜ (Κέντρα Ιερατικής Μαθητείας) που πάλι μυστικά και υπογείως, ερήμην της εκπαιδευτικής κοινότητος, προετοιμάζονται. Η μόνη διαφορά είναι ότι σήμερα στον βωμό των ΚΙΜ θα θυσιασθούν τα ελάχιστα εναπομείναντα Εκκλησιαστικά σχολεία και μάλιστα (τι τραγική ειρωνεία!! ) με το πρόσχημα της αναβάθμισής τους.
Στη σύντομη ανοιχτή επιστολή που σας απευθύναμε πριν μια εβδομάδα (19-6-2017) δεν δόθηκε καμία απάντηση, δεν μας δόθηκε επίσης (ούτε από το Υπουργείο ούτε από την Εκκλησία της Ελλάδος, που το έχουν) το κείμενο των 63 άρθρων έκτασης 32 σελίδων που σας παρακαλέσαμε να μας κοινοποιήσετε. Τι φοβερό αναφέρει αυτό το κείμενο ώστε να παραμένει τόσο καλά φυλαγμένο; Μαθαίνουμε επίσης ότι άρχισε ήδη να εφαρμόζεται στην πράξη, σε μία τουλάχιστον περίπτωση (άρθρο 63 παράγραφος 8), πριν καν ψηφιστεί ως νόμος. Στα ΙΣΔΕ Καρδίτσας δεν θα γίνονται εγγραφές για τη νέα σχολική χρονιά, ούτε θα συνεχιστεί η φοίτηση των ήδη πρωτοετών ώστε να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους στο 2ο έτος σπουδών. Είναι δυνατόν;;
Είναι απίστευτη η βιασύνη αυτή!
Αφού δεν προλαβαίνει να εφαρμοστεί σωστά από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, έστω και αν -ό μη γένοιτο– ψηφιστεί νέος νόμος μέσα στο καλοκαίρι, προς τί τόση βιασύνη; Τί κρυφό δεν πρέπει να μάθουμε; Γιατί πρέπει να βρεθούμε προ τετελεσμένων γεγονότων άραγε;
Σας ζητάμε το δημοκρατικά αλλά και ανθρωπίνως αυτονόητο: να κληθούμε όλοι γύρω από το ίδιο τραπέζι τον Σεπτέμβριο και με χρονοδιάγραμμα έως τον Δεκέμβριο να καταλήξουμε σε ψύχραιμη και ολοκληρωμένη λύση. Σε αυτή την επιστολή δεν θα παρατεθούν τα πολλαπλά αποδεικτικά μας στοιχεία, κάποια από τα οποία περιέχονται εξάλλου στην από 3-3-2017 επιστολή των Συλλόγων Καθηγητών των Σχολών μας που τότε σας αποστείλαμε. (Επισυνάπτεται ξανά).
Η ανοιχτή αυτή επιστολή αποτελεί κραυγή αγωνίας, αλλά και έμπρακτη κίνηση προειδοποίησης προς κάθε υπεύθυνο που θα τολμήσει να επικαλεσθεί άγνοια, όταν σε 2 χρόνια μετά την ψήφιση του υπό συζήτηση νέου νόμου θα επαληθευθούν οι προβλέψεις μας και όλα τα εκκλησιαστικά σχολεία θα κλείσουν οριστικά τις πύλες τους.
Τον προηγούμενο Φεβρουάριο είχαμε ματαίως ζητήσει από τους αρμόδιους στο Υπουργείο Παιδείας να μας δοθεί το κείμενο εργασίας του επικείμενου νομοσχεδίου, όπως αυτό δόθηκε στη Δ.Ι.Σ. της Εκκλησίας της Ελλάδος. Σήμερα, για άλλη μία φορά, έστω και την ύστατη αυτή στιγμή, σας καλούμε στο όνομα της εν Χριστώ αγάπης και ειλικρίνειας που Σεις μας διδάσκετε, να μας κοινοποιήσετε το διαμορφωμένο από 18/4/2017 σχέδιο νομοθετήματος (με 63 άρθρα και έκταση 32 σελίδων) και σας παρακαλούμε να αποτελέσει αυτό τη βάση συζητήσεως σε μια κοινή επιτροπή όλων των ενδιαφερομένων και εμπλεκομένων φορέων (Οικουμενικό Πατριαρχείο, Εκκλησία της Ελλάδος, Εκκλησία της Κρήτης, Υπουργείο Παιδείας, εκπρόσωποι των εκπαιδευτικών, εκπρόσωποι των διοικητικών υπαλλήλων, εκπρόσωποι των συλλόγων γονέων) οι οποίοι χωρίς βιασύνη, με δημοκρατική συμμετοχή, με σύνεση και ύστερα από διάλογο και ενδελεχή σκέψη θα καταλήξουν στη διαμόρφωση ενός κατάλληλου, βιώσιμου, αειφόρου και ανταγωνιστικού σχήματος της Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης. Παναγιώτατε, Μακαριώτατε, Σεβασμιώτατοι, κ. Υπουργέ, κκ. Γραμματείς,
Ως καθηγητές της Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης έχουμε το προνόμιο να την υπηρετούμε μάχιμα και με μακρόχρονη εμπειρία και είμαστε πρόθυμοι να καταθέσουμε τις προτάσεις μας για αναβάθμιση και αυτοκάθαρση του θεσμού της.
Δεν φοβόμαστε το καινούργιο, δεν αρνούμαστε τις καλές και μελετημένες αλλαγές.
Αγωνιούμε όμως στο όνομα μιας βεβιασμένης αναβάθμισης της Δευτεροβάθμιας Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης που γίνεται ερήμην μας, χωρίς σοβαρή συζήτηση, και που θα οδηγήσει στη γρήγορη και οριστική αυτοκατάργησή της. Πιστεύουμε στον διάλογο, εμπιστευόμαστε τον Θεό σε ό,τι επιτρέψει να γίνει στην Εκκλησιαστική Εκπαίδευση. Έχουμε ταυτόχρονα τη συνείδησή μας ήσυχη ότι δεν αδιαφορήσαμε. Για οποιαδήποτε διευκρίνιση ή συζήτηση είμαστε πρόθυμοι. Μετά βαθυτάτου σεβασμού.
Οι Σύλλογοι όλων των Εκκλησιαστικών Σχολών της Ελλάδος (πλην της Ριζαρείου)”
[irp posts=”357117″ name=”Ιεραρχία 27/6: Τι λένε στο ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ στελέχη της Συνόδου για τα Θρησκευτικά και για τις αντιδράσεις του Καισαριανής”]
*Ακολουθεί προηγούμενη επιστολή από τις 3-3-2017
“Προς:
Τον Παναγιώτατον Οικουμενικόν Πατριάρχην κ. Βαρθολομαίον
Τον Μακαριώτατον Αρχιεπίσκοπον Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμον και Την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Τον Σεβασμιώτατον Αρχιεπίσκοπον Κρήτης κ.Ειρηναίον και Την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Κρήτης
Παναγιώτατε, Μακαριώτατε, Σεβασμιώτατοι,
Είναι κοινή αντίληψη ότι τα τελευταία έξι περίπου χρόνια ένας νέος άνεμος πνέει στην Εκκλησιαστική Εκπαίδευση. Όσοι Επίσκοποι έχουν στην έδρα τους Εκκλησιαστικό Σχολείο γνωρίζουν ότι τα εκκλησιαστικά σχολεία πρωταγωνιστούν σε δράσεις με πανελλήνια εμβέλεια, σε διακρίσεις και πρωτιές σε πανελλήνιους και διεθνείς μαθητικούς διαγωνισμούς. Ο τοπικός τύπος κάθε σχολής εγκωμιάζει τις προσπάθειες αυτές. Είναι ευλογία να ανακαλύπτει κανείς σήμερα μέσα στην μιζέρια των μικροσκοπιμοτήτων, τέτοιες οάσεις δροσιάς, να βλέπει να ανθίζουν η δημιουργικότητα και η ζωντάνια, να προβάλει η Ελλάδα του μόχθου και της προκοπής. Την ίδια στιγμή όμως, σύννεφα έρχονται να σκιάσουν το τοπίο σαν τα σύννεφα του 2006. Τότε, με την ίδια υπόσχεση της Αναβάθμισης των Σχολείων μας οδηγήθηκαν στο κλείσιμο οκτώ από αυτά, χάθηκε η Δ΄ τάξη Λυκείου – η κατ’ εξοχήν παραγωγική τάξη του σχολείου -, αποδιοργανώθηκαν και άρχισαν να χρηματοδοτούνται ελλιπώς τα οικοτροφεία. Αποδείχθηκε μάλιστα ότι οι περισσότερες υποσχέσεις αναβάθμισης ήταν αντισυνταγματικές.
Η προγραμματισμένη συζήτηση του θέματος στην Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, αλλά και προφορικές πληροφορίες για επικείμενο νομοσχέδιο σαρωτικών αλλαγών (που αλλάζει τη μορφή, τη δομή και τους σκοπούς της Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης) στον χώρο της Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης μας επιβάλλουν να διατυπώσουμε και εμείς τις απόψεις μας. Κινούμαστε πρωτίστως από αγάπη για τους μαθητές και τα σχολεία μας, φοβούμενοι την ολιγωρία και την επανάληψη λαθών του παρελθόντος με τραγικά αποτελέσματα.
Δύο θέματα φτάνουν στα αυτιά μας:
1) Η Ίδρυση τωνΚέντρων Ιερατικής Μαθητείας (ΚΙΜ) και
2) Η αναβάθμιση των Εκκλησιαστικών Λυκείων και Γυμνασίων.
Η κατάργηση της Δ΄ Λυκείου και η τραγική κατάληξη των Εκκλησιαστικών ΙΕΚ πρέπει να μας κάνει προσεκτικούς στην αποδοχή των ΚΙΜ, πολύ περισσότερο εάν αυτά θα βρίσκονται εκτός τυπικής εκπαίδευσης. Στην περίπτωση αυτή υπάρχει ο κίνδυνος να χαρακτηρισθούν, αμέσως μετά την έναρξη της λειτουργίας τους, ως αντισυνταγματική μορφή εκπαίδευσης για να δίνουν αναγνωρισμένο τίτλο σπουδών.
Επιπλέον τα ΚΙΜ
Είναι σχολές αποκομμένες από τα υπάρχοντα σχολεία και τις υποδομές τους
Χρειάζονται άλλο οικοτροφείο.
Χρειάζονται διοικητικό προσωπικό ξεχωριστό των σχολείων.
Απαιτούν επιπλέον χρηματοδότηση.
Είναι ασαφές ποιος θα μισθοδοτεί τον ιερέα Διευθυντή και τους καθηγητές τους.
Υπάρχει κίνδυνος να αντιδράσει γι’αυτά η ΟΛΜΕ και να οδηγηθούμε στα δικαστήρια.
Είναι λοιπόν τα ΚΙΜ δομές που θα επιβιώσουν ή σαν τα ΙΕΚ θα σβήσουν εν τη γενέσει τους; Κατά τη γνώμη μας αντί για τα καινοφανή ΚΙΜ, θα πρέπει να εφαρμοσθεί ό,τι και στα ΕΠΑΛ της χώρας μας, ο θεσμός της Μαθητείας. Το κάθε Εκκλησιαστικό Σχολείο θα περιλαμβάνει και το μεταλυκειακό έτος, αυτό της μαθητείας, όπως γίνεται στα ΕΠΑΛ και οι σπουδαστές τους θα ασκούνται κατ’ ελάχιστον τέσσερις ημέρες την εβδομάδα στις Ιερές Μητροπόλεις, Ιερούς Ναούς, Εκκλησιαστικά Ιδρύματα κ.ά., κατ’ αναλογία με τους σπουδαστές των ΕΠΑΛ.
Στη μεταλυκειακή αυτή τάξη η φοίτηση των κοριτσιών δεν θα επιτρέπεται, εφόσον θα πρέπει βασικά Υποχρεωτικά μαθήματα (Λειτουργική, Τελετουργική κ.ά.) να γίνονται στο Ιερό του εκάστοτε Ναού. Η τάξη αυτή θα χορηγεί τίτλο κατάλληλο μόνο για χειροτονία Ιερέως.
Μπορεί μάλιστα να προβλεφθεί για την ενδυνάμωση των υπαρχόντων λυκείων το εξής: Οι απόφοιτοι των Εκκλησιαστικών λυκείων να παρακολουθούν τους εννέα μήνες μαθητείας, όπως ορίζει ο νόμος για τους απόφοιτους των ΕΠΑΛ. Αν τώρα θέλουν να συμμετάσχουν στη μαθητεία απόφοιτοι άλλων τύπων λυκείων, αυτοί να υποχρεούνται να παρακολουθήσουν ένα επιπλέον έτος, όπου θα διδάσκονται μαθήματα που οι απόφοιτοι των εκκλησιαστικών λυκείων έχουν διδαχθεί στις 3 λυκειακές τάξεις. Στην περίπτωση που δεν νομοθετηθεί ο θεσμός της μαθητείας, θα πρέπει να δίνεται η δυνατότητα στους Επισκόπους να χειροτονούν ως έμμισθους κληρικούς, αποφοίτους των Εκκλησιαστικών Λυκείων, που φοίτησαν και τα τρία χρόνια σε Εκκλησιαστικό Λύκειο.
Όσον αφορά τώρα την
Αναβάθμιση των υπαρχόντων εκκλησιαστικών Γυμνασίων και Λυκείων με τη μετατροπή τους σε σχολεία πρότυπα, αυτό πραγματικά είναι μια εξαιρετική σκέψη. Ωστόσο η πρόταση του κλεισίματος ενός σχολείου, εφόσον για 2 συνεχή έτη δεν συμπληρώνει τον αριθμό των 20 μαθητών ανά τάξη (δηλ. 60 για το γυμνάσιο και 60 για το λύκειο) είναι επιεικώς απαράδεκτη και ισοπεδωτική. Μπορούν άραγε να ισχύουν τα ίδια κριτήρια για κεντρικά σχολεία και για σχολεία της επαρχίας; Δεν θα εφαρμόζεται εδώ η υπάρχουσα σχετική νομοθεσία ειδικών περιπτώσεων;
Η δεύτερη πρόταση της αύξησης του ωραρίου διδασκαλίας από τις 35 ώρες την εβδομάδα σε 42 στην πράξη δεν μπορεί να εφαρμοστεί.
Ένα μεγάλο ιδιωτικό σχολείο με υποδομές θα μπορούσε ίσως να στηρίζει διδασκαλία 42 ωρών εβδομαδιαίως. Και τούτο γιατί διαθέτει αίθουσες μουσικής, καλλιτεχνικών, χορού, θεάτρου, πισίνες, κλειστά γυμναστήρια, εστιατόρια, αναρρωτήρια, κ.ά. Τα σχολεία μας θα έχουν όλα αυτά; Ποιός Επίσκοπος μπορεί να σηκώσει το οικονομικό βάρος μέσα σε ένα έως δύο χρόνια από τώρα, να ετοιμάσει στο σχολείο του τις υποδομές αυτές, ώστε να κρατήσει τους υπάρχοντες μαθητές και να προσελκύσει και άλλους; Ακούμε επίσης ότι θα νομοθετηθεί η Ρωσική ως υποχρεωτική δεύτερη ξένη γλώσσα. Ωστόσο, κατανοώντας τη σημασία της Ρωσικής για την Ορθόδοξη παράδοση, αλλά φοβούμενοι τις πιθανές δυσκολίες και αντιδράσεις, προτείνουμε την ένταξή της ως γλώσσα επιλογής ανάμεσα στις ήδη διδασκόμενες, ώστε να μην αποθαρρυνθούν και όσοι μαθητές επιθυμούν να εγγραφούν στα σχολεία μας σε ενδιάμεσες τάξεις.. Άλλη πρόταση Αναβάθμισης που κυκλοφορεί ευρέως, είναι η θεσμοθέτηση εξετάσεων για την εισαγωγή μαθητών στα Εκκλησιαστικά σχολεία, ώστε να επιλέγονται οι άριστοι ή έστω οι καλύτεροι. Αναμφίβολα όλοι επιζητούμε ανεβασμένο επίπεδο σπουδών στα σχολεία μας και αναζητούμε τους άριστους μαθητές. Θα μπορούσε όμως αυτό να επιτευχθεί ευκολότερα με ενίσχυση του θεσμού των υποτροφιών, οι οποίες –φευ!!- , ενώ υπήρχαν και δίνονταν κατά την εβδομάδα των Ιερατικών Κλίσεων, σταμάτησαν αιφνιδίως από το περυσινό σχολικό έτος. Οι υποτροφίες καλλιεργούσαν την άμιλλα των μαθητών και δρούσαν ενισχυτικά για παιδιά με χαμηλά εισοδηματικά κριτήρια, όπως είναι οι περισσότεροι μαθητές μας. Επιπλέον με τον τρόπο αυτόν δεν αποκλείονταν από την αρχή, όπως θα γίνει με τις εξετάσεις, μαθητές που αγαπούν πολύ την εκκλησία, θέλουν να ιερωθούν, αλλά δεν είναι οι άριστοι. Ακούγεται επίσης ότι τα οικοτροφεία δε χρειάζονται πια και θα πρέπει να κλείσουν. Σε μια εποχή μεγάλης οικονομικής κρίσης σαν τη σημερινή μπορεί άραγε να ευσταθεί το επιχείρημα αυτό ή μήπως η εκκλησία ως μάνα οφείλει να θρέψει τα παιδιά της όχι μόνο πνευματικά αλλά και υλικά; Λέγεται τέλος ότι στα εκκλησιαστικά σχολεία θα καταργηθούν οι οργανικές θέσεις των καθηγητών, θα μεταφερθούν όλοι στις τοπικές Δευτεροβάθμιες Διευθύνσεις και από εκεί με αιτήσεις και μοριοδότηση, θα αποσπώνται για μια πενταετία, οι καλύτεροι από όσους καθηγητές το επιθυμούν. Με το μέτρο αυτό, αν οριστικοποιηθεί, όλοι οι καθηγητές θα είναι «περαστικοί», υπάρχει ο κίνδυνος να επιλέγουν τα σχολεία μας με κύριο κριτήριο την τοποθεσία τους (μιας και τα σχολεία μας βρίσκονται στις πρωτεύουσες των νομών) και όχι την ιδιαιτερότητα του έργου που εκεί επιτελείται.
Άραγε οι καθηγητές αυτοί θα συνεργάζονται αρμονικά με τον οικείο Μητροπολίτη; Θα αγαπούν άδολα την Εκκλησία; Ή πιστεύει κανείς ότι η επιλογή καθηγητών σχολείου από τον τοπικό Επίσκοπο (όπως διαδίδουν κάποιοι αδαείς ή επιπόλαιοι ότι θα γίνεται) μπορεί να σταθεί σε δικαστήριο; Είναι προτιμότερο να δοθεί έξοδος στους ελάχιστους συναδέλφους της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης που επιθυμούν να φύγουν από αυτήν και να μην επηρεασθεί η ισχυρή πλειοψηφία που στηρίζει τα σχολεία όλα αυτά τα χρόνια και μένει στις επάλξεις μέχρι τη σύνταξη. Παλαιότερα υποστηρίζονταν ότι τα εκκλησιαστικά σχολεία έχουν υψηλότατο κόστος ανά μαθητή και άρα είναι ασύμφορα. Η άποψη αυτή αποδείχθηκε ότι στηριζόταν σε λανθασμένους υπολογισμούς και επομένως έχει καταρριφθεί. Σήμερα σε ολόκληρη τη χώρα υπάρχουν μόνο δέκα (10) εκκλησιαστικά σχολεία με κόστος ανά μαθητή ελαφρώς μεγαλύτερο από τον μέσο όρο του κόστους ανά μαθητή της χώρας. Και σίγουρα πολύ μικρότερο από σχολεία ακριτικών περιοχών, νησιών κλπ.
Παναγιώτατε, Μακαριώτατε, Σεβασμιώτατοι,
Δεν φοβόμαστε το καινούργιο, δεν αρνούμαστε τις καλές και μελετημένες αλλαγές.
Αγωνιούμε όμως στο όνομα μιας βεβιασμένης αναβάθμισης της δευτεροβάθμιας εκκλησιαστικής εκπαίδευσης που θα οδηγήσει στην γρήγορη και οριστική αυτοκατάργησή της. Πιστεύουμε στον
διάλογο, εμπιστευόμαστε τον Θεό σε ό,τι επιτρέψει να γίνει στην Εκκλησιαστική Εκπαίδευση.
Έχουμε ταυτόχρονα τη συνείδησή μας ήσυχη ότι δεν αδιαφορήσαμε.
Για οποιαδήποτε διευκρίνιση ή συζήτηση είμαστε πρόθυμοι. Άλλωστε είχαμε πολλά ακόμα σημεία να θίξουμε, αλλά και ό,τι καταθέσαμε το θεωρούμε αρκετό προς το παρόν. Μετά βαθυτάτου σεβασμού και ευχόμενοι ολόψυχα Καλή Τεσσαρακοστή, ασπαζόμαστε τη δεξιά Σας.
Οι Σύλλογοι Διδασκόντων των Εκκλησιαστικών Σχολών της Ελλάδος
Γενικό Εκκλησιαστικό Λύκειο
Γυμνάσιο Αθωνιάδας Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Γενικό Εκκλησιαστικό Λύκειο Βελλάς Γενικό Εκκλησιαστικό Λύκειο
Γυμνάσιο Λαμίας Γενικό Εκκλησιαστικό Λύκειο
Γυμνάσιο Ξάνθης Γενικό Εκκλησιαστικό Λύκειο
Γυμνάσιο Πατμιάδος Εκκλησιαστικής Σχολής Γενικό Εκκλησιαστικό Λύκειο Πατρών Γενικό Εκκλησιαστικό Λύκειο
Γυμνάσιο Φλώρινας
Πατριαρχική Σχολή Κρήτης/Γενικό Εκκλησιαστικό Λύκειο
Γυμνάσιο Χανίων
Παρασκευή Α΄Χαιρετισμών, 3-3-2017”