«Το σημαντικό είναι ότι για μια ακόμη φορά η κυβέρνηση έδειξε ότι δεν βάζει κάτω από το χαλί ιστορικές εκκρεμότητες», δήλωσε ο υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, Κώστας Γαβρόγλου, στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού-Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων, «Πρακτορείο 104,9 FM» για το κοινό ανακοινωθέν Πολιτείας- Εκκλησίας της Ελλάδος, σχετικά με τον εξορθολογισμό των σχέσεών τους.
«Είχαμε εκκρεμότητες με την Εκκλησία, οι οποίες συνέχεια συσσωρευόντουσαν και θεωρήσαμε ότι αυτό είναι μία πραγματικά αμοιβαία επωφελής συμφωνία και ελπίζουμε τώρα ότι με προσεκτικά βήματα θα την ολοκληρώσουμε», επισήμανε ο υπουργός, εξηγώντας πως «καταλήξαμε σε αυτή τη συμφωνία μετά από συζητήσεις –όχι εύκολες προφανώς», ενώ «έχουμε πολλή δουλειά μπροστά μας, δουλειά νομοθετικού περιεχομένου, που έχει σχέση με την καταγραφή της περιουσίας -είναι κάτι που έχει αρχίσει εδώ και έναν χρόνο, σιωπηλά αλλά με σταθερά βήματα προχωρά αυτό το εγχείρημα- και υπάρχουν και πάρα πολλές λεπτομέρειες που πρέπει να διευθετηθούν».
Σε ό,τι αφορά τις αντιδράσεις που εκδηλώθηκαν, ο κ. Γαβρόγλου εκτίμησε πως «όλα αυτά είναι απολύτως λογικά, πάντως είναι σαφές ότι υπάρχει μία ευρεία αποδοχή, ότι αυτό είναι γενικά ένα πολύ θετικό βήμα για την ελληνική κοινωνία και ειδικότερα γι’ αυτό το περίπλοκο θέμα των σχέσεων ανάμεσα στην Πολιτεία και την Εκκλησία».
«Στο ανακοινωθέν», σημείωσε, «η τελευταία παράγραφος λέει ότι αν δεν τηρηθούν στο σύνολό τους όλα τα παραπάνω δεν προχωράει η συμφωνία», άρα «δεν είναι μία συμφωνία που θα μπορούσαν να τηρηθούν τα μισά και τα άλλα να πέσουν σε μία αχρηστία ή αδράνεια, αλλά εδώ το ένα έχει άμεση σχέση με το άλλο, είναι ένα σύνολο ρυθμίσεων που πρέπει όλες μαζί να υλοποιηθούν».
Σε ό,τι αφορά τη σύσταση κοινού ταμείου αξιοποίησης της εκκλησιαστικής περιουσίας, ο υπουργός παρατήρησε πως για πρώτη φορά λαμβάνεται τέτοια πρωτοβουλία, «όπου τα έσοδα τα μοιραζόμαστε 50-50 με την Εκκλησία, άρα θα δίνεται η επιδότηση από την Πολιτεία, αλλά θα μπορεί η Πολιτεία -βεβαίως όχι άμεσα, όχι αυτή τη στιγμή με σαφή τρόπο ως προς τα ποσοτικά στοιχεία- να έχει και ορισμένα έσοδα, σαν αποτέλεσμα αυτής της συμφωνίας». «Είναι ένα ταμείο που θα διοικείται από μία πενταμελή επιτροπή –δύο θα ορίζονται από την Εκκλησία, δύο από την ελληνική κυβέρνηση και ένα άτομο θα είναι κοινής αποδοχής», διευκρίνισε.
«Σε αυτά το μεγάλο κατόρθωμα είναι να μπορέσεις να σταθείς απέναντι σε ιστορικές αδράνειες. Το πιο εύκολο θα ήταν να πεις, “άστο τώρα, δεν χρειάζεται”. Είπαμε ότι υπάρχουν πάρα πολλά ζητήματα -και σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και στα θέματα τα εσωτερικά- που κανείς πρέπει να αναζητήσει ριζοσπαστικές λύσεις, όμως με πολύ προσεκτικά βήματα στην υλοποίησή τους», υπογράμμισε ο κ. Γαβρόγλου.
Ερωτηθείς αν η συμφωνία συνδέεται με τη συζήτηση της συνταγματικής αναθεώρησης για τις σχέσεις κράτους-Εκκλησίας απάντησε: «Δεν συνδέεται. Έκανε μία διευκρίνιση ο πρωθυπουργός -σαφέστατη νομίζω- ότι αυτό που σημαίνει η ουδετερότητα είναι η εξασφάλιση της θρησκευτικής ελευθερίας όλων των πολιτών, γιατί είχαν γραφεί πράγματα, που ήταν πέραν του αστείου και χυδαίου, για κατάργηση Χριστουγέννων, κατάργηση του σταυρού, αλλά η συγκεκριμένη ρύθμιση δεν έχει σχέση με τη συνταγματική αναθεώρηση, η οποία ας αρχίσει με τις δικές της διαδικασίες».
Σχετικά με τα βήματα που θα ακολουθήσουν στην κατεύθυνση υλοποίησης της συμφωνίας είπε: «Άρχισαν ήδη να λειτουργούν ομάδες για τις νομοθετικές ρυθμίσεις, όπου θα συνεχιστεί ο διάλογος, γιατί είναι και πεδία αχαρτογράφητα και θα πρέπει κανείς να μελετήσει πολύ προσεκτικά τα όποια πράγματα είναι να γίνουν και αυτό θα ολοκληρωθεί ανεξάρτητα από τις διαδικασίες της συνταγματικής αναθεώρησης».
Σε ό,τι αφορά το πλήθος των απαιτούμενων διαδικασιών διαβεβαίωσε ότι «δεν μας προβληματίζει, γιατί αν δεν κάνει κανείς το πρώτο βήμα δεν μπορεί να αρχίσει να λύνει αυτού του τύπου τα προβλήματα».
«Το σημαντικό είναι ότι υπάρχει μία πρόταση, στην οποία έχουμε καταλήξει από κοινού. Οι λεπτομέρειες θα πρέπει να συζητηθούν, να ξανασυζητηθούν. Πολλές φορές οι αντιρρήσεις εμπλουτίζουν την προβληματική […] Από το να μην κάναμε τίποτε και να υπήρχε αυτό το θέμα και κάθε φορά να το λέγαμε και να το ξαναλέγαμε και να μην το λύναμε θεωρήσαμε ότι παίρνουμε αυτή την πραγματικά ιστορική πρωτοβουλία. Είναι πολύ σημαντικό που και η Εκκλησία συμφώνησε, δεν είναι κάτι που επιβάλλεται και ελπίζουμε πραγματικά ότι μόνο σε καλό θα οδηγήσει, σε πολύ καλύτερες και ουσιαστικότερες μέρες στις σχέσεις των δύο πλευρών», τόνισε ο υπουργός.