ΚΟΡΩΝΟΙΟΣ: Ο καθηγητής κρούει ακόμη μία φορά τον κώδωνα του κινδύνου στους κυβερνώντες και προειδοποιεί για σοβαρή και οργανωμένη επιδημιολογική επιτήρηση, προκειμένου να αποφευχθούν τα χειρότερα
Συνέντευξη στην Κέλλυ Φαναριώτη – dimokratianews.gr
Αυστηρή προειδοποίηση στους κυβερνώντες να αλλάξουν στρατηγική και να προχωρήσουν σε μια σοβαρή και οργανωμένη επιδημιολογική επιτήρηση, προκειμένου να αποφευχθούν τα χειρότερα, απευθύνει μέσω της «κυριακάτικης δημοκρατίας» ο καθηγητής Παθολογίας, Ερευνας, Πολιτικής Υγείας και Στατιστικής του πανεπιστημίου Στάνφορντ Ιωάννης Π. Α. Ιωαννίδης. Διαφορετικά, όπως ξεκαθαρίζει, η χώρα μας θα βρεθεί σύντομα αντιμέτωπη με τη μακάβρια εικόνα των 10.000 θανάτων πριν από το τέλος Ιουνίου.
«Φοβάμαι ότι το φράγμα των 10.000 νεκρών θα είναι πλέον δύσκολο να μη σπάσει έως τότε. Η πορεία όμως μπορεί να αλλάξει προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο – εξαρτάται από πολλές παραμέτρους, όπως ο ρυθμός εμβολιασμών, η χρήση έγκυρων τεστ, η χρήση επιδημιολογικής επιτήρησης, η αποφυγή “τυφλών” επιβλαβών απαγορευτικών, η χρήση στοχευμένων μέτρων και η δυνατότητα του ιού να εξελιχθεί με νέες μεταλλάξεις» αναφέρει χαρακτηριστικά και προσθέτει: «Δεν εξαρτώνται όλα από εμάς, αλλά πολλά πράγματα εξαρτώνται από εμάς. Θετικό σημείο είναι ότι σήμερα γίνονται περισσότερα τεστ από ό,τι παλαιότερα, αλλά στα άλλα σημεία ακόμα υστερούμε. Χρειάζονται ψυχραιμία και λίγα καλά στοχευμένα μέτρα, όχι πανικός διαρκώς αλληλοσυγχεόμενων μέτρων».
Αναφορικά με τα πολυσυζητημένα οικιακά ατομικά τεστ, τη χρήση των οποίων εξήγγειλε πριν από περίπου μία εβδομάδα η κυβέρνηση, ο διακεκριμένος επιστήμονας εκτιμά ότι μπορεί να κάνουν τα πράγματα χειρότερα. Κι αυτό διότι, όπως λέει, δεν υπάρχει βεβαιότητα ότι οι πολίτες θα μπορούν να κάνουν το τεστ σωστά, ενώ η πιθανότητα τα θετικά αποτελέσματα να μη δηλωθούν είναι μεγάλη.
«Το να γίνουν περισσότερα τεστ και το να γίνουν δωρεάν έστω και τώρα είναι σημαντικό, όπως και το να υπάρξει σοβαρή επιδημιολογική επιτήρηση, με πλήρη καταγραφή, αλλά πρόχειρες λύσεις μπορεί να κάνουν τα πράγματα χειρότερα και να οδηγήσουν σε περισσότερες ψευδαισθήσεις» σημειώνει.
Την τελευταία εβδομάδα, κι ενώ βρισκόμαστε σε παρατεταμένο lockdown, με την οικονομία στον «πάγο», καταγράφονται αριθμοί ρεκόρ όσον αφορά τα νέα περιστατικά, τους θανάτους και τις διασωληνώσεις ασθενών. Εκτός αυτού, εικόνες με βαριά πάσχοντες από άλλα νοσήματα να βρίσκονται σε λίστα αναμονής για Μονάδα Εντατικής Θεραπείας κάνουν τον γύρο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, δημιουργώντας αναπόφευκτα το ερώτημα: Τι πήγε τελικά λάθος και έπειτα από έναν ολόκληρο χρόνο θυσιών φτάσαμε έως εδώ;
«Δυστυχώς, δεν μπορέσαμε να εμποδίσουμε τη μετάδοση του ιού ενδοοικογενειακά, στα μέσα μαζικής μεταφοράς και σε ορισμένες εργασίες. Αν μη τι άλλο, η χρήση “τυφλών” απαγορευτικών μέτρων μάλλον χειροτέρευσε τη διάδοση του ιού, καθώς περιόρισε τη διαθεσιμότητα ανοιχτών χώρων και χρονικών διαστημάτων που μπορούν να κινηθούν οι πολίτες, σεβόμενοι τα μέτρα απόστασης. Η κόπωση από το ανοιγοκλείσιμο χωρίς σχέδιο επίσης οδήγησε σε χειρότερο συνωστισμό και σε σύγχυση. Το όλο αφήγημα της διαχείρισης, δηλαδή “κάνουμε λίγα τεστ, βλέπουμε λίγα κρούσματα, είμαστε μια χαρά”, ήταν τόσο ριζικά λανθασμένο, που, όταν εμφανίστηκε το πραγματικό επιδημικό κύμα, έπεσε αναπόφευκτα σε μαζικές εμφανείς λογικές αντιφάσεις.
Οπότε η εμπιστοσύνη και η συμμόρφωση με τα όποια μέτρα κλονίστηκαν. Χωρίς προετοιμασία και θωράκιση της πρωτοβάθμιας φροντίδας για να το ανακόψει, όλο το κύμα χτύπησε ανελέητα απευθείας τα νοσοκομεία» τονίζει. Σε πρόσφατο, μάλιστα, άρθρο του, που δημοσιεύτηκε στο European Journal Clinical Investigation, ένα από τα πλέον έγκυρα ακαδημαϊκά περιοδικά, ο δρ Ιωαννίδης αναφέρει ότι αυτή τη στιγμή έχει μολυνθεί το 20%-25% του πληθυσμού της γης. Πρόκειται, δηλαδή, για περίπου δύο δισεκατομμύρια μολύνσεις.
«Οι περισσότερες χώρες βρίσκονται σε φάση ύφεσης, αλλά σε αρκετές υπάρχει σαφώς ένα νέο κύμα. Η Ελλάδα, δυστυχώς, έχει από τις χειρότερες εικόνες παγκοσμίως αυτή τη στιγμή ως προς τη δυναμική του τρίτου κύματος» εξηγεί.
«Η κυβέρνηση και ο Κυριάκος Μητσοτάκης κωφεύουν»
Σε κάθε περίπτωση, ο καθηγητής του Στάνφορντ εμφανίζεται καυστικός απέναντι στον πρωθυπουργό, καταλογίζοντάς του ότι κωφεύει στις συνεχείς προειδοποιήσεις του.
Όσο για το αν έπαιξε ή όχι ρόλο η περιβόητη ανοιχτή επιστολή που του είχε απευθύνει τον Ιανουάριο του 2016, λίγο καιρό μετά την εκλογή του στην προεδρία της Νέας Δημοκρατίας, σε αυστηρό τόνο και με έντονες επικρίσεις, και αν υπάρχει κάποιου είδους «βεντέτα» από την πλευρά του κ. Μητσοτάκη, απαντά: «Δεν δίνω ούτε 1% πιθανότητα το κείμενο στην ελληνική έκδοση της Huffington Post να έπαιξε ρόλο, γιατί αδυνατώ να δεχτώ ότι ένας πρωθυπουργός και αγαπητός συμμαθητής μπορεί να προτιμήσει από πείσμα να καταστρέψει τη χώρα με το να κωφεύει σε έναν ακομμάτιστο επιστήμονα, που απλώς έχει το τεράστιο μειονέκτημα να μη φοβάται να λέει την αλήθεια.
Αυτή την εποχή χρειαζόμαστε ομόνοια, ομοψυχία και αλληλοκατανόηση. Δυστυχώς, η οργή και η αγανάκτηση περισσεύουν ανεξέλεγκτες. Με ανησυχεί αυτό».
Τέλος, στην ερώτηση της «κυριακάτικης δημοκρατίας» αν νιώθει δικαιωμένος που επιβεβαιώνονται όσα είχε προτείνει εδώ και τόσους μήνες, αφού πλέον τις προτάσεις του υιοθετούν δεκάδες επιστήμονες αλλά και κυβερνήσεις, απάντησε: «Οταν χάνονται άδικα ανθρώπινες ζωές, η προσωπική δικαίωση δεν είναι αυτό που μετράει».