ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ ΙΑΚΩΒΟΣ: Η Πέμπτη, 10 Απριλίου, είναι μέρα σημαδιακή για την Εκκλησία και την Ομογένειά μας στην Αμερική γιατί στις 10 Απριλίου, πριν από είκοσι χρόνια απεβίωσε ο Αρχιεπίσκοπος Βορείου και Νοτίου Αμερικής Ιάκωβος, που πάει να πει πως βγήκε από τον χρόνο αλλά όχι από την ύπαρξη.
Ο Ιάκωβος εξακολουθεί να υπάρχει αλλά «εν ετέρα μορφή» έχοντας σημαδέψει επί πολλές δεκαετίες την καρδιά και την πορεία της Αρχιεπισκοπής και της Ομογένειάς μας.
Πέρασαν είκοσι χρόνια λες και ήταν χτες. Πώς πέρασαν αλήθεια τα χρόνια! Πώς κυλά ο χρόνος μέσα στην αέναη ροή του και στροβιλίζεται ξανά και ξανά κι εμείς προσπαθούμε να τον μετρήσουμε με του ρολογιού τους δείκτες, ανυποψίαστοι, ίσως, πως εκείνος μας μετρά και μας σημαδεύει και στο τέλος βγαίνομε από τον στροβιλισμό του κι εκείνος συνεχίζει στο διηνεκές.
Ήταν Κυριακή απόγευμα, θυμάμαι, τότε, 10 του Απρίλη του 2005, που ο Ιάκωβος φτερούγισε και διάβηκε τα γαλάζια πλάτη του ουρανού που θαρρείς πως δεν έχουν αρχίνεμα μα μήτε τελειωμό και πέταξε «προς υπάντησιν του Χριστού», της «Χώρας των Ζώντων». Ηταν μια μέρα της άνοιξης ολόφωτη κι ηλιόφωτη που μόλις είχε αρχίσει η γης να μοσχοβολά μυρτιές και πάλι.
Μόλις είχαν παύσει τα εμβατήρια και οι ιαχές «η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει», από τις παρελάσεις της Νέας Υόρκης και της Βοστώνης, που είχαν αντηχήσει στις καρδιές όλων των γενεών τη θύμηση και τη μνήμη του μεγάλου θαύματος του 1821. Γιατί ήταν ένα σωστό θαύμα το 1821 αφού η μικρή σε αριθμούς, αλλά μεγάλη στην ψυχή και στο πνεύμα Ελλάδα ξεσηκώθηκε, επαναστάτησε αν προτιμάτε και αποτίναξε τη σκλαβιά του βάρβαρου Τούρκου κατακτητή. Ναι, του Τούρκου. Ήταν τότε στο τέλος της παρέλασης που ο Ιάκωβος άφησε την στερνή του την ανασαιμιά, κι έφυγε, έφυγε για παντοτινά. Και πήγε και κατασκήνωσε στη γειτονιά των αγγέλων και στη συντροφιά των «οικείων του Θεού».
Περίμενε φαίνεται να ακούσει για τελευταία φορά τις πασίχαρες ιαχές από τα στόματα των ομογενών μας, μικρών και μεγάλων, ιδιαίτερα των μικρών παιδιών που είναι η ελπίδα και το μέλλον της Ομογένειάς μας πως «η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει» και μετά να κλείσει τα μάτια του για παντοτινά.
Το λυπητερό μαντάτο μού το μετέδωσε η Πωλέτ Πούλου, η αγαπημένη και αφοσιωμένη του βοηθός, την ώρα ακριβώς που ολοκληρώθηκε η παρέλαση της Βοστώνης. Τον είχα δει στο νοσοκομείο του Στάμφορντ του Κονέκτικατ μία εβδομάδα πριν εκδημήσει.
Ο Αντώνης Διαματάρης με την σύζυγό του, τη Λίτσα, βρίσκονταν καθ’ οδόν μετά την παρέλαση της Νέας Υόρκης προς το Στάμφορντ για να τον επισκεφθούν, αλλά δεν πρόλαβαν.
Να πω και τούτο πως είχαμε διαφωνήσει πολλές φορές με τον Ιάκωβο για θέματα θεσμικά της Εκκλησίας, της Σχολής, της Ελληνικής Γλώσσας, της Ελληνικότητας, αλλά δεν διαρρήχθηκαν ποτέ οι δεσμοί μας επειδή ακριβώς γνώριζε πολύ ο Ιάκωβος πως δεν υπήρχε ουδέν το προσωπικό γι’ αυτό και δεν «εψύγη» ποτέ η μεταξύ μας αγάπη και εκτίμηση.
Τα τελευταία δέκα χρόνια του βίου του έχοντας περιέλθει σε εφησυχασμό είχαμε γνωρίσει από πολύ κοντά τον Ιάκωβο και μας μιλούσε συχνά και ανοικτά για πολλά και πολλούς. Συναντιόμαστε μία φορά τον μήνα οι σύντρεις μας ο Ιάκωβος, ο Αντώνης Διαματάρης και ο γράφων και δειπνούσαμε πότε στην οικία του και πότε στο εστιατόριο «Emilio’s» στη γειτονιά του. Πολλές φορές στη συντροφιά ήταν και η βοηθός του, η Πωλέτ Πούλου. Τότε ήταν πια ένας «άλλος Ιάκωβος». Είχε μετανιώσει για πολλά και πιο ειδικά για την Ελληνικότητα και την Ελληνική Γλώσσα, αλλά ήταν πλέον αργά. Ο Ιάκωβος δεν μνησικακούσε ποτέ, είχε αγάπη και συγχώρεση στην καρδιά του.
Σεβαστικά στη μνήμη του ας μου επιτραπεί να πω πως αν ο Ιάκωβος είχε προβλέψει το μέλλον και είχε συμβάλλει ώστε να γεννήσει η Εκκλησία και η Ομογένεια της Αμερικής έναν δικό τους άνθρωπο που να ξέρει τους παλμούς της καρδιάς και τα χνώτα τους, δεν θα είχε μπει η Εκκλησία και η Ομογένεια σε περιπέτειες…
Δεν έκανε δυστυχώς αυτό που έκανε ο αείμνηστος Χαλκηδόνος Μελίτων για τον Βαρθολομαίο Αρχοντώνη τον σημερινό Πατριάρχη και τον Ιωακείμ Νερατζούλη που έγινε Χαλκηδόνος, ο οποίος διέθετε σοφία και γνώση, γνωρίσματα των παλαιών αριστοκρατών Φαναριωτών ιεραρχών, αλλά βιάστηκε να «φύγει» ο Ιωακείμ αφού παιδεύτηκε επί είκοσι χρόνια σε κωματώδη κατάσταση έπειτα από ένα ισχυρό εγκεφαλικό.
Ο Ιάκωβος «έφυγε» πριν είκοσι χρόνια και από τότε αναπαύεται στον περίβολο της Θεολογικής Σχολής του Τιμίου Σταυρού στη Βοστώνη, πίσω από την κόγχη του Ιερού Βήματος του παρεκκλησίου του Τιμίου Σταυρού, έχοντας για συντροφιά του τις νύχτες τις αξημέρωτες του τάφου, τον Μητροπολίτη και στενό του συνεργάτη, τον Νέας Ιερσέης Σίλα και τον Επίσκοπο Αβύδου Γεράσιμο. Περνώ πότε-πότε από τον τάφο του στη Σχολή, κάνω ένα σταυροκόπημα και «τα λέμε…». Τον πληροφορώ για την Αρχιεπισκοπή, για τη Σχολή, για το Φανάρι κι έχω την αίσθηση πως ακούει προσεκτικά και τα κάνει προσευχή γιατί όλα και τα τρία που ανέφερα Αρχιεπισκοπή, Σχολή και Φανάρι έχουν ανάγκη από πολλή προσευχή γιατί οι καιροί μας βοούν.
Θεόδωρος Καλμούκος – ekirikas.com