Εκκλησιαστική Ακαδημία Θεσσαλονίκης-Την κατάργηση είχε προτείνει η Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων του Υπουργείου Παιδείας κ. Καλατζής!
Απόφαση – γροθιά του τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας στο οποίο προσέφυγε φοιτητής της Ακαδημίας – Στην ολομέλεια η τελική κρίση. «Υποβαθμίζεται η κατάρτιση ιερέων από τη Βόρεια Ελλάδα», αναφέρεται στο αιτιολογικό
Νέα δεδομένα στη νομοθέτηση της κατάργησης της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης που έπαψε να λειτουργεί από το προηγούμενο διδακτικό έτος, θέτει απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας σε προσφυγή φοιτητή της ακαδημίας ο οποίος θίγεται από τη μεταφορά της έδρας στην Αθήνα. Το τμήμα της ανώτατου δικαστηρίου παραπέμπει στην Ολομέλεια την τελική κρίση για την αντισυνταγματικότητα των διατάξεων με τις οποίες αποφασίστηκε η κατάργησης της Ακαδημίας. Μάλιστα στη σχετική απόφαση γίνεται εκτενής αναφορά σε λόγους που συνδέονται με την υποβάθμιση της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης στη Βόρεια Ελλάδα, όπου πλέον δεν θα λειτουργεί καμία εκκλησιαστική σχολή ανώτερης εκπαίδευσης.
«Δεν προκύπτουν, επί τη βάσει συγκεκριμένων στοιχείων, οι σχετικοί με την ορθολογική οργάνωση της τριτοβάθμιας εκκλησιαστικής εκπαίδευσης λόγοι που υπαγόρευσαν την επίμαχη ρύθμιση του άρθρου 241 του ν. 4823/2021 με την οποία παύει η λειτουργία της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης», αναφέρεται ρητά στην απόφαση του Γ’ τμήματος του ΣτΕ, τμήματα της οποίας πληροφορήθηκε η Voria.gr. Η απόφαση με αριθμό 1955/2023 δημοσιεύτηκε πριν λίγες ημέρες, προκαλώντας τριγμούς στο νομοθέτημα που έβαλε ταφόπλακα στην εκκλησιαστική εκπαίδευση της Βόρειας Ελλάδας. Συγκεκριμένα με τη συγκεκριμένη διάταξη του νόμου καταργήθηκαν οι δύο ανώτατες ακαδημίες της Θεσσαλονίκης και του Βελλά Ιωαννίνων, το διαδικαστικό έργο των οποίων απορροφήθηκε από τις αντίστοιχες ακαδημίες των Αθηνών και της Κρήτης. Στα Ιωάννινα τη θέση της ακαδημίας θα πάρει μία άλλη εκκλησιαστική σχολή μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, καταφανώς υποδεέστερη της ακαδημίας. «Τα αναφερόμενα περί εξορθολογισμού της τριτοβάθμιας εκκλησιαστικής εκπαίδευσης “με τη συνένωση δυνάμεων σε υφιστάμενες δομές” εκφέρονται αορίστως, η δε ρύθμιση δεν συνοδεύεται από τεκμηριωμένη αξιολόγηση των υφισταμένων Ανώτατων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών, βάσει κριτηρίων συνδεομένων με τις λειτουργικές και οργανωτικές ανάγκες της τριτοβάθμιας εκκλησιαστικής εκπαίδευσης ανά τη χώρα για την εκπαίδευση ιερέων της επικρατούσας θρησκείας της Ορθόδοξης Εκκλησίας», τονίζεται στην απόφαση.
Η υποβάθμιση της Β. Ελλάδας
Στην απόφαση του ΣτΕ γίνεται αναφορά στα επιχειρήματα της ρύθμισης και απορρίπτεται το σκεπτικό πως η κατάργηση αποφασίστηκε επειδή δεν υπήρχε ζήτηση υποψηφίων και απορρόφησή τους και σημειώνεται πως δεν παρατίθενται από τη μία συγκεκριμένα στοιχεία για τη συγκεκριμένη ακαδημία της Θεσσαλονίκης που καταργείται, ενώ από την άλλη τονίζεται πως ο αριθμός των αποφοίτων ιερέων των ακαδημιών αυτών είναι μικρός σε σχέση με το σύνολο των κληρικών που στελεχώνουν την Εκκλησία της Ελλάδας. «Η τεκμηρίωση της επίμαχης ρύθμισης ήταν αναγκαία διότι αυτή, ως εκ του περιεχομένου της, συνιστά υποβάθμιση της παρεχόμενης από το κράτος εκκλησιαστικής εκπαίδευσης των θρησκευτικών λειτουργών της Ορθόδοξης Εκκλησίας», τονίζεται στην απόφαση.
Μάλιστα η συντριπτική πλειοψηφία του Γ’ τμήματος του ΣτΕ, καθώς ένας σύμβουλος μειοψήφισε, επικεντρώνεται στις συνέπειες τόσο στην εκκλησιαστική εκπαίδευση όσο και στη στελέχωση της Εκκλησίας στη Βόρεια Ελλάδα. «Επιφέρει δυσμενείς συνέπειες στην στελέχωση με ιερείς της επικρατούσας θρησκείας της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδας, κυρίως των είκοσι έξι Μητροπόλεων της επικρατείας που ευρίσκονται στη Βόρεια Ελλάδα (Μακεδονία και Θράκη)», τονίζεται στην απόφαση και αναφέρεται ότι η δυνατότητα διορισμού ιερέων αποφοίτων της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης επιτρέπεται μόνον για οικισμούς κάτω των 2000 κατοίκων.
«Είναι πολύ μεγάλης σημασίας η απόφαση για την εκκλησιαστική νομοθεσία και ιδίως για την ανάγκη να υπάρχουν εκκλησιαστικές ακαδημίες απ’ όπου αποφοιτούν κληρικοί με πανεπιστημιακή μόρφωση και βεβαίως να καλύπτει τις ανάγκες της Βόρειας Ελλάδας», σχολίασε μιλώντας στη Voria.gr ο συνήγορος του φοιτητή της εκκλησιαστικής ακαδημίας Σπύρος Κωνσταντόπουλος ο οποίος ανέπτυξε τα νομικά επιχειρήματα ενώπιον του ΣτΕ. Εξήγησε πως είναι σημαντικό ότι γίνονται ιδιαίτερες αναφορές στην υποβάθμιση της Βόρειας Ελλάδας.
«Μετά την παύση λειτουργίας της Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης η οποία επιβάλλεται με την επίμαχη ρύθμιση, υφίσταται πλήρης έλλειψη δομών εκκλησιαστικής εκπαίδευσης και κατάρτισης ιερέων της Ορθόδοξης Εκκλησίας στη Βόρεια Ελλάδα, οποιασδήποτε βαθμίδας, οι δε απομένουσες, βάσει της επίμαχης νομοθετικής μεταβολής, δομές εκκλησιαστικής εκπαίδευσης προς τον σκοπό αυτό – και μάλιστα οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες- βρίσκονται σε μεγάλη γεωγραφική απόσταση από τη Μακεδονία και τη Θράκη (στην Αθήνα και στην Κρήτη), γεγονός που καθιστά, εξ αντικειμένου, ιδιαιτέρως δυσχερή την πρόσβαση και τη φοίτηση σε αυτές προσώπων που επιθυμούν να γίνουν ιερείς και έχουν την κατοικία τους στη Βόρεια Ελλάδα», καθιστά σαφές η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Υπογραμμίζεται μάλιστα πως η υποβάθμιση της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης στη Βόρεια Ελλάδα δεν αντισταθμίζεται με την αντικατάσταση με τη σχολή μαθητείας υποψηφίων κληρικών που θα λειτουργήσει στα Ιωάννινα και είναι μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
«Η παύση λειτουργίας της Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης και η μεταφορά – συγχώνευση του προγράμματος ιερατικών σπουδών που αυτή προσέφερε στο αντίστοιχο πρόγραμμα της Α.Ε.Α. Αθηνών από το ακαδημαϊκό έτος 2022 – 2023, αντίκειται, ενόψει των ανωτέρω, στις διατάξεις των άρθρων 3 παρ. 1, 13 και 16 του Συντάγματος, καθώς και στην κατοχυρούμενη στο άρθρο 103 του Συντάγματος αρχή της ορθολογικής οργάνωσης της δημόσιας διοίκησης», ξεκαθαρίζεται στην απόφαση, με την οποία η τελική κρίση παραπέμπεται στην Ολομέλεια του ΣτΕ. «Η υπόθεση παραπέμπεται στην Ολομέλεια επειδή το τμήμα έκρινε τη διάταξη αντισυνταγματική κατά πλειοψηφία, δεν μπορεί όμως να απαγγείλει μόνο του την ακυρότητα», εξήγησε στη Voria.gr ο κ. Κωνσταντόπουλος. Μάλιστα στον φοιτητή έγινε δεκτό το αίτημα αναστολής εκτέλεσης της απόφασης, με την έννοια ότι αφαιρείται ο διδακτικός χρόνος που χάνει λόγω της κατάργησης και θα προσμετρηθεί η χαμένη εκπαιδευτική περίοδος για την απόκτηση του πτυχίου του.
voria.gr