Σε κλίμα συγκίνησης και υπό τα προβλεπόμενα υγειονομικά πρωτόκολλα ενάντια στη διασπορά του νέου κορονοϊού, πλήθος πιστών συνέρρευσε στις εκκλησίες όλης της χώρας για να γιορτάσει την Ανάσταση του Κυρίου, κατά την απόδοση του Πάσχα.
Ήταν 1η Απριλίου όταν η Διαρκής Ιερά Σύνοδος, σε μια ιστορική απόφαση, ανακοίνωνε την κεκλεισμένων των θυρών τέλεση των Ιερών Ακολουθιών κατά τη διάρκεια της Αγίας και Μεγάλη Εβδομάδας λόγω της πανδημίας.
Σε εκείνη την ανακοίνωση εξέφραζε την ευχή: «Ευχόμαστε και προσευχόμαστε, ο κίνδυνος να περάσει σύντομα, ώστε όλοι μαζί (Κλήρος και λαός) να αξιωθούμε να εορτάσουμε την Λαμπροφόρο Ανάσταση του Κυρίου μας με πανηγυρική Αναστάσιμη Παννυχίδα, κατά την Απόδοση της Μεγάλης Εορτής του Πάσχα, δηλαδή κατά το μεσονύκτιο μεταξύ Τρίτης 26 προς Τετάρτη 27 Μαΐου 2020».
Οι Μητροπόλεις και οι Ενορίες είχαν κάνει σχετικό κάλεσμα στους πιστούς ώστε να δώσουν το παρών, να λάβουν το Αγιο Φως και να πουν Χριστός Ανέστη.
Η εγκύκλιος, που εκδόθηκε με την υπογραφή του Πρωτοσύγκελου της Αρχιεπισκοπής και Αρχιμανδρίτη Βαρνάβα, Θεοχάρη, είχε αποσταλεί σε όλες τις εκκλησίες και τα μοναστήρια.
Βάσει αυτής της ανακοίνωςης χτες Τρίτη 26 Μαΐου τελέστηκε στη Μητρόπολη της Αθήνας Εσπερινή Δοξολογία, από τις 9 το βράδυ έως τη 1 μετά τα μεσάνυχτα, κατά την οποία πραγματοποιήθηκε και η Θεία Λειτουργία του Πάσχα. Χοροστάτησε ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος.
Η Αρχιεπισκοπή προέτρεψε να γίνει το ίδιο σε όλες τις εκκλησίες και τις μονές εφόσον είναι εφικτό. Έτσι, όπως αναφέρεται και στην εγκύκλιο, «θα δοθεί η ευκαιρία στους πιστούς να αναβιώσουν την πασχάλια χαρά, την οποία στερήθηκαν λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού».
Απόδοση της εορτής του Πάσχα
Στη λειτουργική γλώσσα της εκκλησίας σημαίνει την ολοκλήρωση της εορτής του Πάσχα, που διαρκεί συνολικά 39 ημέρες μετά την Ανάσταση του Κυρίου.
Τιμάται από την Εκκλησία την παραμονή της Αναλήψεως, ήτοι την Τετάρτη μετά την Κυριακή του Τυφλού (27 Μαΐου 2020).
Αποτελεί μία από τις εξαιρέσεις, καθώς οι περισσότερες εορτές έχουν την απόδοσή τους την όγδοη ημέρα, δηλαδή έχουν διάρκεια οκτώ ημερών. Τη συνήθεια αυτή κληρονόμησε η χριστιανική λατρεία από τις μεγάλες ιουδαϊκές εορτές, που διαρκούσαν οκτώ ημέρες.
Από θεολογικής πλευράς, αυτή η παράταση αποτελεί και μια υπέρβαση του ιστορικού – λειτουργικού χρόνου και μια πρόγευση της αιωνιότητας.
Στην Ανατολή οι ημέρες της «Διακαινησίμου» εβδομάδος θεωρούνταν ως «μία και η αυτή λαμπροφόρος ημέρα της Αναστάσεως». Μάλιστα Εκκλησιαστικοί κανόνες και πολιτικοί νόμοι (Πενθέκτης κανόνας ΞΣΤ’, Βαλεντινιανού ΙΙ [389]) επέβαλλαν την αργία για να μπορεί ο λαός να πηγαίνει στους ναούς. Διαρκούσε όμως η εορτή αυτή για σαράντα ημέρες, μέχρι της αποδόσεώς της, την Τετάρτη πριν από την Ανάληψη, κατά την οποία ψαλλόταν όλη η αναστάσιμη ακολουθία του Πάσχα.