Τέλος εποχής για ένα αεροσκάφος θρύλο, το Α-7 Corsair, μετά από τέσσερις 10ετίες υπηρεσίας στην Πολεμική Αεροπορία. Στις 19 Σεπτεμβρίου τα εναπομείναντα αεροσκάφη θα κάνουν την τελευταία τους πτήση, πριν καθηλωθούν στο έδαφος οριστικά και δημιουργήσουν ένα «κενό» στην προωθημένη εκπαίδευση των πιλότων μας, δεδομένων των δυσμενών οικονομικών συνθηκών.
Στις 31 Οκτωβρίου μπαίνει και τυπικά το τέλος. Αναστέλλεται η λειτουργία της 336 Μοίρας «Όλυμπος» με έδρα την 116 Πτέρυγα Μάχης του Αράξου που φιλοξενούσε τα τελευταία βομβαρδιστικά Α-7Ε/ΤΑ-7C. Αυτή τη στιγμή πετούν συνολικά 17 αεροσκάφη (διθέσια και μονοθέσια). Τα υπόλοιπα περίπου 30 που ήταν επιχειρησιακά πριν ένα χρόνο τέθηκαν εκτός μάχης, ελλείψει ανταλλακτικών και υψηλού κόστους συντήρησης.
Ο τύπος του συγκεκριμένου αεροσκάφους προσέφερε πάρα πολλά στην Πολεμική Αεροπορία και στην εξέλιξη της. Επί πολλά χρόνια τα A-7E Corsair, στήριξαν την προωθημένη εκπαίδευση των χειριστών που μετέπειτα περνούσαν στα μαχητικά αεροσκάφη. Παρά την αξιοπιστία τους ωστόσο η μαχητικότητα τους τα τελευταία χρόνια είχε περιοριστεί σημαντικά και οι Έλληνες πιλότοι έκαναν ότι μπορούσαν για να τα κρατήσουν στην ενέργεια.
Ακόμη και παρακινδυνευμένες πτήσεις, σε χαμηλά ύψη, όπως έδειξε και το πρόσφατο περιστατικό με το A-7 να περνά κάτω από τα καλώδια υψηλής τάσης της ΔΕΗ και να αποφεύγεται στο παρά ‘5 η τραγωδία.
Ο παροπλισμός των A-7, αν και παρατάθηκε κυρίως για λόγους επιχειρησιακούς, σίγουρα θα δημιουργήσει προβλήματα στην Π.Α. και αυτό γιατί δεν υπάρχει Αεροσκάφος Προωθημένης Εκπαίδευσης, ενώ μειώνονται και οι δυνατότητες κρούσης. Οι αεροπόροι θα αναγκαστούν να εκπαιδεύονται στα μαχητικά F-16, όπου το κόστος είναι τεράστιο και οι οικονομικές δυνατότητες πολύ μικρές ελέω τρόικας και μνημονίων.
Αυτό φαίνεται και από τα εξοπλιστικά προγράμματα. Ο προγραμματισμός του Μεσοπρόθεσμου που υπογράφηκε πρόσφατα «στραγγαλίζει» την άμυνα και το μόνο πρόγραμμα που μπορεί να «τρέξει» και να υλοποιηθεί όσον αφορά στην Αεροπορία είναι ο εκσυγχρονισμός των F-16. Και αυτό έχει πολύ δρόμο ακόμη…
Τα Α-7 κάλυπταν το ρόλο της προωθημένης εκπαίδευσης σε μαχητικά, αποτελούσαν μια πολύτιμη πλατφόρμα εξοικείωσης νέων χειριστών καλύπτοντας με αξιώσεις το κρίσιμο κενό σε αυτή την κατηγορία αεροσκαφών που αποσκοπεί στην απόκτηση εμπειρίας προτού οι νέου χειριστές προχωρήσουν σε πιο προηγμένους τύπους μαχητικών και ταυτόχρονα διατηρούσαν τις ικανότητες τους ως βομβαρδιστικά αεροσκάφη κάνοντας καλύτερα αυτό που σχεδιάστηκαν πριν από 40 χρόνια.
Να πετάνε χαμηλά με άνεση και να χτυπάνε σκληρά τους στόχους τους με επιχειρησιακή αυτονομία που σε ορισμένες περιπτώσεις αγγίζει τα 1.000 ν.μ. με μετάβαση στο στόχο και επιστροφή ενώ μπορούν να μεταφέρουν ποικιλία οπλικού φορτίου μέχρι και 6 τόνους.
Τα παλαίμαχα αυτά μαχητικά χρησιμοποιήθηκαν ακόμη και για αποστολές εγγύς αεροπορικής υποστήριξης καλύπτοντας μια κρίσιμη απαίτηση που δεν είναι εγγυημένο ότι θα μπορεί να έχουν την πολυτέλεια να αναλάβουν ικανότερα μαχητικά που σε περίοδο επιχειρήσεων θα φέρουν ειδικά όπλα εναντίον στόχων υψηλής αξίας.
Αυτό άλλωστε έχει φανεί και σε επιχειρήσεις της αμερικανικής Αεροπορίας όπου τα ανάλογης με το Α-7 ηλικίας Α-10 προσφέρουν πολύτιμες υπηρεσίες σε χερσαίες επιχειρήσεις, έχοντας βέβαια υποστεί ανάλογο εκσυγχρονισμό.
Ιστορικό
Το A-7 Corsair είναι αμερικάνικης κατασκευή, μονοκινητήριο, μαχητικό αεροσκάφος κρούσης μεγάλης εμβέλειας. Η Αμερικανική πολεμική αεροπορία χρησιμοποίησε ευρέως το Α-7 στον πόλεμο του Βιετνάμ, στις επιχειρήσεις στην Λιβύη, το 1983 στην Αμερικάνικη επέμβαση στην Γρενάδα, το 1989 στον Παναμά και το 1991 στη «Καταιγίδα της Ερήμου» όπου το αεροπλάνο διέπρεψε.
Το Α-7 ήταν ένα πρωτοπόρο για την εποχή του αεροπλάνο, με πολύ προηγμένα συστήματα μάχης και ναυσιπλοΐας, τα οποία απουσίαζαν ακόμα και από τα καλύτερα καταδιωκτικά της εποχής.
Επι στρατιωτικής κυβερνήσεως της Ελλάδος, μέσα στο γενικό πρόγραμμα αναβάθμισης της Πολεμικής Αεροπορίας παρήγγειλε 60 A-7Ε. Η σύμβαση για την απόκτησή τους υπεγράφη τον Ιούνιο του 1974. Ένα χρόνο μετά, τα πρώτα αεροσκάφη έφτασαν στα αεροδρόμια της Λάρισας και της Σούδας και τέθηκαν στην διάθεση των ιπτάμενων. Μοιράστηκαν μεταξύ των Μοιρών 347 «Περσέας» (110 ΠΜ), 340 «Αλεπού» και 345 «Λαίλαψ» (αμφότερες της 115 Πτέρυγας Μάχης).
Επιπλέον, το 1980 πραγματοποιήθηκε επιπλέον αγορά 5 διθέσιων εκπαιδευτικών TA-7H. Ταυτόχρονα, ένα από τα Α-7Η μετατράπηκε σε ΤΑ-7Η.
Τέλος, ο στόλος Α-7 της Πολεμικής Αεροπορίας αυξήθηκε, και οι δυνατότητές του αναβαθμίστηκαν με την προσθήκη 62 A-7E και ΤΑ-7C, πλήρως εξοπλισμένων από πλευράς συστημάτων, από τα αποθέματα της Αεροπορίας του Αμερικανικού Ναυτικού το 1992. Με την παραλαβή αυτών, τα Corsair μεταφέρονται στην 116 ΠΜ και πιο συγκεκριμένα στις 335 Μοίρα Βομβαρδισμού («Τίγρης») και 336 Μοίρα Βομβαρδισμού («Όλυμπος»).
Το αεροπλάνο χρησιμοποιήθηκε ως καμβάς για δύο επετειακά αεροσκάφη των προαναφερθέντων μοιρών. Συγκεκριμένα, η 335 Μοίρα έβαψε το 2005 ένα από τα αεροσκάφη της στα χρώματα και τις χαρακτηριστικές ραβδώσεις μιας Τίγρης, και η 336 Μοίρα ένα ολόμαυρο, με καλλιτεχνικές απεικονίσεις του Όλυμπου και ενός κουρσάρου. Αξιοσημείωτο είναι ότι το αεροσκάφος της 335 ΜΒ είναι ένα από τα Α-7Ε που αποκτήθηκαν από το ΑΠΝ και πρόκειται περί βετεράνου του πολέμου του Βιετνάμ.
Από το 2002, όλα τα A-7 Corsair επιχειρούν από την αεροπορική βάση του Αράξου, όπου και μεταφέρθηκαν στα πλαίσια της αναδιοργάνωσης των βάσεων της Π.Α. Από εκεί θα «κλείσουν» και την πορεία των 40 χρόνων τους.
{youtube}Z5tS1H5T1hY{/youtube}
{youtube}XHIm3yEYdIw{/youtube}