“ Όταν χτυπήσει την πόρτα μας ο Έρανος της Αγάπης, θα ξέρουμε ότι χτυπάει Εκείνος· ένας Θεός, που επαιτεί το έλεός μας για χάρη των ελαχίστων αδελφών Του”,αναφέρει μεταξύ άλλων στο μήνυμά του με αφορμή την ένραξη του φετινού εράνου αγάποης ο Μητροπολι΄της Δημητριάδος Ιγνάτιος.
Αναλυτικά ολόκληρο το μήνυμα:
Αγαπητοί μου πατέρες και αδελφοί, παιδιά μου εν Κυρίω αγαπημένα,
Είναι φορές, που η προσευχή μας γίνεται κραυγή ικεσίας θερμής. Γίνεται λάβα καυτή, που εκτινάσσεται απ’ το ηφαίστειο της καρδιάς μας, όταν οι δυσκολίες μας λυγίζουν, όταν οι απογοητεύσεις και τα αδιέξοδα σφυροκοπούν ανελέητα τη ζωή μας. Κι όταν ο πόνος ξεπερνάει τον ορίζοντα των αντοχών μας, νοιώθουμε την ανάγκη να πολλαπλασιαστεί η ένταση της φωνής μας, να γίνει βροντή, που θα σείσει τους ουρανούς και θα κάμψει τη θεϊκή καρδιά. Αναζητούμε τότε τρόπο να εξασφαλίσουμε παρρησία, για να ανοίξουμε τη θύρα του Θείου Ελέους.
Ω! το έλεος του Θεού! Η λυτρωτική επίκλησή του κατακλύζει τη λατρεία και τη ζωή μας. Και σήμερα, συναγμένοι στη Θεία Λειτουργία, αμέτρητες φορές το ζητήσαμε, ψάλλοντας με το στόμα, ικετεύοντας με την καρδιά, παρακαλώντας με αλάλητους στεναγμούς «Κύριε ελέησον». Εναποθέτουμε πάντα τις ελπίδες μας στο μέγα και πλούσιο έλεος του Θεού. Προσβλέπουμε με εμπιστοσύνη και επικαλούμαστε Εκείνον, που είναι οικτίρμων και ελεήμων και πολυέλεος. Αισθανόμαστε ότι θα μας ευσπλαγχνιστεί, δεν θα μας προσπεράσει, αλλά θα σταθεί κοντά μας, θα σκύψει με στοργή στο πρόβλημά μας, θα ανακουφίσει τον πόνο μας. Με τον ίδιο, βέβαια, τρόπο περιμένει να αντιμετωπίζουμε και εμείς τους πονεμένους. Όντας Εκείνος άβυσσος και ωκεανός οικτιρμών, αείρροος ποταμός και αστείρευτη πηγή ελέους, ανάλογο θέλει και το δικό μας ήθος.
«Έλεον θέλω και ου θυσίαν», ακούμε μέσα μας τη φωνή Του να απαντά στις επικλήσεις μας. Δεν υπάρχει ασφαλέστερος τρόπος για να συγκλονίσουμε τα ουράνια και να τείνει προς εμάς ευήκοον ους ο Θεός, από το έλεος και την ευσπλαχνία μας προς τον συνάνθρωπό μας.
Είναι μεγάλα τα φτερά της ελεημοσύνης, τονίζει ο ιερός Χρυσόστομος. Υπερβαίνει τις ακτίνες του ήλιου, ξεπερνάει τον ουρανό, προσπερνάει και το πλήθος των αγγέλων, τους χορούς των αρχαγγέλων και όλες τις ανώτερες πνευματικές δυνάμεις και στέκεται δίπλα στον ίδιο τον θρόνο του Θεού. Είναι η άριστη συνήγορος του ανθρώπου, είναι η βασίλισσα των αρετών, που τον ανεβάζει γρήγορα στις αψίδες του ουρανού. Στο βιβλίο δε του προφήτου Ησαΐα παρουσιάζεται ο Θεός έτοιμος να εκπληρώσει τα αιτήματα των ανθρώπων. Προηγουμένως, όμως, τους ζητάει την αρετή και λέγει: «Δώσε σ’ αυτόν που πεινάει το ψωμί σου, και τους πτωχούς που δεν έχουν πού να μείνουν πάρε τους στο σπίτι σου. Δώσε ρούχα σ’ αυτόν που δεν έχει και μην παραβλέψεις και τους συγγενείς σου, αλλά πρόσφερε και σ’ αυτούς τη βοήθειά σου… Αν αυτά εφαρμόζεις, τότε θα φωνάξεις και ο Θεός θα σε ακούσει. Ενώ ακόμη θα μιλάς προς Αυτόν, πριν ολοκληρώσεις το αίτημά σου, θα σου πει: ιδού, είμαι παρών».
Είναι όντως θαυμαστό να αισθάνεσαι τον Θεό να στέκεται δίπλα σου με ετοιμότητα, για να παρέμβει και να σε βοηθήσει σε ό,τι χρειαστείς. Είναι εμπειρία μακαριστή· ανάλογη ίσως με εκείνη των μαθητών του Χριστού. Πράγματι, ακούγοντας σήμερα την Ευαγγελική περικοπή και ξαναζωντανεύοντας στη σκέψη μας την εικόνα της συνάντησης των πρώτων μαθητών με τον Ιησού, τους μακαρίζουμε μέσα μας. Είχαν την υπέρτατη ευτυχία και την ανεκτίμητη χαρά να σταθούν κοντά Του, να βαδίζουν στο πλάι Του, να Τον βλέπουν απέναντί τους, να Τον αγγίζουν, να ακούνε τους λόγους Του. Δικαίως τους καλοτυχίζουμε· δεν πρέπει, όμως, να λησμονούμε ότι εξ ίσου μακάριοι είμαστε και εμείς (και βέβαια όχι μόνο ως μη ιδόντες και πιστεύσαντες).
Οι πρώτοι μαθητές ακολούθησαν τον Ιησού κινούμενοι, ίσως, από μια διαίσθηση, βασισμένη στην αγάπη και εμπιστοσύνη που ενέπνεε η μορφή Του. Δεν γνώριζαν τίποτε για Εκείνον, ούτε καν που μένει. Σε πλεονεκτικότερη θέση εμείς, ξέρουμε καλά ποιός είναι, πού θα Τον βρούμε, πώς θα Τον αναγνωρίσουμε, τί ζητάει από μας.
Γεννημένος πτωχός ο Ιησούς, ντυμένος εκούσια την ανθρώπινη πενία, αγαπούσε απέραντα τους φτωχούς. Τους αισθανόταν πιο κοντά στην ψυχή Του, πιο προετοιμασμένους να Τον δεχθούν. Χαιρόταν κάθε μέρα να τους διακονεί, να δίνει ψωμί στους πεινασμένους, δύναμη στους αδύνατους, ελπίδα στους δυστυχισμένους. Ήλθε γι’ αυτούς, μίλησε γι’ αυτούς, τους ονόμασε αδελφούς Του. Και στο πρόσωπό τους θέλει να Τον συναντούμε.
Βαθύς συγκλονισμός μας διαπερνά, όταν Τον ακούμε να μας διαβεβαιώνει: «Εφ’ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε.» Έτσι, δίνοντας ψωμί στον πεινασμένο, το προσφέρουμε σε Εκείνον που τρέφει και συντηρεί τα σύμπαντα. Σβήνοντας τη δίψα του διψασμένου, ανακουφίζουμε τον στερεώσαντα την γην επί των υδάτων. Ντύνοντας τον γυμνό, ευεργετούμε τον αναβαλλόμενον το φως ως ιμάτιον. Ελεώντας τον πτωχό, δανείζουμε στον ίδιο τον Θεό, που ανταποδίδει, με ασύλληπτη αρχοντιά, τη χάρη και τις ευεργεσίες Του. Γι’ αυτό και μακαρίζονται οι ελεήμονες στο Ευαγγέλιο· διότι πλούσια θα επιδαψιλεύσει ο Θεός σ’ αυτούς το έλεός Του. «Πολλά χαρίζει ο Θεός σ’ εκείνον όπου δίνει», όπως επισημαίνει ο ποιητής.
Τούτες τις μέρες, που μοιραζόμαστε στις Ακολουθίες τη χαρά της προσδοκίας των Χριστουγέννων, μας δίδεται η ευκαιρία να πολλαπλασιάσουμε αυτή τη χαρά, προσφέροντας τα δώρα της αγάπης μας στον Μεγάλο Αναμενόμενο. Ξέρουμε πού θα Τον βρούμε. Κάποιες, όμως, φορές δεν χρειάζεται εμείς να Τον αναζητήσουμε. Έρχεται ο Ίδιος, στέκεται μπροστά στην πόρτα μας υπομονετικά και κρούει. Θα έρθει και πάλι εφέτος. Όταν χτυπήσει την πόρτα μας ο Έρανος της Αγάπης, θα ξέρουμε ότι χτυπάει Εκείνος· ένας Θεός, που επαιτεί το έλεός μας για χάρη των ελαχίστων αδελφών Του, όλων των εμπερίστατων, εκείνων που αστόχησαν στη ζωή τους και υποφέρουν σιωπηλά, εκείνων που είναι ανέστιοι και άνεργοι, απόκληροι και περιθωριοποιημένοι, κλονισμένοι από την κρίση και την απόγνωση. Ας ανοίξουμε πρόθυμα την καρδιά μας, κι ας Του προσφέρουμε αφειδώλευτα από το περίσσευμα της αγάπης μας.
Είναι βέβαιο ότι Εκείνος θα ανοίξει για μας τους κρουνούς του Θείου ελέους Του και μια ανέκφραστη χαρά θα κατακλύσει λυτρωτικά την ύπαρξή μας· μια χαρά, που με απλοϊκό, πλην όμως, εκφραστικό τρόπο αποδίδει ως εξής ο ποιητής:
«Την κάθε ελεημοσύνη μας ο άγγελος την κρίνει
και γελαστός, χαρούμενος σκύβει και μας φιλεί
κι όση χαρά έχει ο άγγελος τόση χαρά μας δίνει
μ’ εκείνο το γλυκύτατο αγγελικό φιλί».
Είθε, όταν θα ηχήσουν χαρμόσυνα τα σήμαντρα την Άγια Νύχτα τη Χριστουγεννιάτικη, όλοι μας να ευφραινόμαστε με εμπειρίες τέτοιας απερίγραπτης ουράνιας χαράς.
Σας το εύχομαι με όλη μου την καρδιά.