Ι.Μ. ΒΕΡΟΙΑΣ – Το εσπέρας της Τρίτης της Διακαινησίμου, 7ης Μαίου, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στον Εσπερινό και στην Παράκληση του Αγίου Λουκά του Ιατρού στον Ιερό Ναό του στην Ιερά Μονή Παναγίας Δοβρά Βεροίας, ενώ όπως κάθε Τρίτη τέθηκε σε προσκύνηση το χαριτόβρυτο Ιερό Λείψανο του Αγίου Λουκά.
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: Τρίτη της Διακαινησίμου, τρίτη ημέρα μετά την ημέρα της λαμπροφόρου Αναστάσεως του Κυρίου μας, και η Εκκλησία μας συνεχίζει να ζει το μέγα θαύμα της Αναστασεως. Αυτό το θαύμα ζούμε και εμείς, τα πιστά τέκνα της, όπως το έζησαν και οι μαθητές του Χριστού, έχοντας όμως ακόμη μεγαλύτερη τη βεβαιότητα της αληθείας του γεγονότος της Αναστασεως.
Οι μαθητές του Χριστού, όταν ειδαν τον Διδάσκαλό τους επάνω στον Σταυρο, γράφει ο άγιος Λουκας, αρχιεπίσκοπος Συμφερουπολεως, «τους φάνηκε ότι όλα χάθηκαν … όλα γκρεμίστηκαν: όλη η ελπίδα και η πίστη τους».
«Οι μαθητές» του Χριστού, συνεχίζει ο άγιος Λουκας, «ξέχασαν τα λόγια του Χριστού ότι την τρίτη ημέρα μετά τον θάνατό του θα αναστηθεί. Εάν τα είχαν θυμηθεί, εάν χωρίς υπολείμματα αμφιβολίας είχαν βαλει μέσα στην καρδιά τους τη υπόσχεση της μεγαλης χαρας, τότε δεν θα ήταν θλιμμένοι, αλλά θα περίμεναν την Ανάσταση του Χριστού. Η απόγνωση των αποστόλων όμως ήταν τόσο απέραντη, ώστε, ακόμη και όταν ο Κυριος αναστήθηκε, όταν η αγία Μαρία η Μαγδαληνή τον είδε, όταν οι υπόλοιπες μυροφόρες, που είδαν άδειο τον τάφο και τον Αγγελο καθισμενο στον παραμερισμενη πετρα, έτρεξαν προς τους αποστόλους με μεγάλο φόβο και χαρά για να αναγγείλουν το γεγονός, ακόμη και τότε οι απόστολοι θεώρησαν τα λόγια τους ψεύτικα και δεν τις πιστεψαν».
Και εάν οι απόστολοι αρχικά αμφεβαλαν, «είναι παράλογο», γραφει και πάλι ο άγιος Λουκάς, «να αμφιβαλλουμε εμείς για την αλήθεια της Αναστάσεως του Χριστού γιατι, εάν δεν πιστεύουμε ότι ο Κυριος αναστήθηκε και θα αναστηθούμε όλοι εμείς, αυτό σημαίνει ότι απορρίπτουμε όλη τη διδασκαλία του, όλο το εργο του, όλα όσα εμφάνισε στο κοσμο. Το κήρυγμά του ήταν κήρυγμα περί της αιωνίου ζωής στη βασιλεία του Θεού, υπόδειγμα του δρόμου προς τη σωτηρία. Πως, λοιπόν, να μην πιστεύουμε ότι ο Χριστός αναστήθηκε;»
Επιπλέον, εμείς έχουμε αδιάσειστα τεκμήρια για την Ανάσταση του Χριστού, που δεν μας αφήνουν περιθώρια αμφιβολίας. Και ένα από αυτά είναι οι άγιοι μάρτυρες της Εκκλησίας μας και τα αναριθμητα θαύματά τους.
Σήμερα εόρτασε η Εκκλησία μας τη μνήμη των νεοφανών αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης, οι οποίοι μαρτύρησαν για την πίστη τους στον Χριστό στα μέσα του 15ου αιώνος, αλλά παρέμειναν άγνωστοι για πέντε περίπου αιώνες, μέχρι που το 1959 αποκάλυψαν με θαυμαστο τρόπο την παρουσία τους. Και από τότε δεν έπαυσαν να θαυματουργούν και να θεραπεύουν τους ανθρώπους που τους επικαλούνται, αποδεικνύοντας έτσι το θαύμα της Αναστάσεως, εφόσον «οστέα ξηρά», όπως είναι τα ιερά λείψανά τους, παρέχουν υγεία και ζωή.
Αλλά και η εμφάνισή τους σε διαφόρους ανθρώπους, που δεν τους γνώριζαν, αποτελεί απόδειξη ότι ζούν, αποτελεί απόδειξη του λόγου του Κυρίου ότι, όσοι τον πιστεύουν, θα αναστηθούν μαζί του στην αιώνια ζωή.
Είναι θαύμα της Αναστάσεως και η εμφάνιση της αγίας Ειρήνης σε μία ευσεβή γυναίκα, που την είδε στον ύπνο της μαζί με τον άγιο Ραφαήλ και τον άγιο Νικόλαο έξω από τον ναό τους στη Λέσβο, καθώς προχωρούσαν για να εισέλθουν. Όμως η αγία Ειρήνη δεν ήθελε να μπεί. Και όταν οι άλλοι δύο άγιοι την ρώτησαν γιατί δεν θέλει, η αγία απήντησε ότι ο π. Γεράσιμος ο υμνογράφος, ο νέος όσιος της Εκκλησίας μας, δεν την συμπεριέλαβε το όνομά της στο Απολυτίκιο που συνέθεσε.
Η ευλαβής γυναίκα, που δεν καταλαβε τι ακριβώς σήμαιναν όσα είδε, ενημέρωσε τον Μητροπολίτη και εκείνος τον Γέροντα Γεράσιμο, ο οποίος προσέθεσε το όνομα της αγίας στο Απολυτίκιο, ζητώντας συγχρόνως συγγνώμη από την αγία για την ακούσια παράλειψη. Και έτσι το Απολυτίκιο ψάλλεται μέχρι σήμερα, διορθωμένο, και με τα τρία ονόματα των νεοφανών αγίων που τιμήσαμε.
Όλα αυτά τα θαύματα των αγίων μας πείθουν ακόμη περισσότερο για το θαύμα της Αναστάσεως του Κυρίου, το οποίο αποτελεί και θεμέλιο της πίστεώς μας, διότι, όπως γράφει ο πρωτοκορυφαίος απόστολος Παύλος, «ει Χριστός ουκ εγήγερται ματαία η πίστις υμών, ματαιον και το κήρυγμα ημών».
Αν, δηλαδή, δεν αναστήθηκε ο Χριστός, τότε είναι μάταιη η πίστη και μάταιο το κήρυγμά μας.
Όμως ο Χριστός αναστήθηκε και το φως που έλαμψε από το κενό μνημείο του φωτίζει και τους αγίους μας αλλά και όλους εμάς που τον πιστεύουμε.
«Ας ζήσουμε, λοιπόν, και εμείς» καταλήγει ο άγιος Λουκάς, «μέσα σε αυτό το φως και ας στραφούμε προς αυτό ολοκληρωτικά», ώστε να αντιμετωπίσουμε με τη χάρη του και όλες τις δοκιμασίες και τις θλίψεις και τους πειρασμούς που συναντούμε στη ζωή μας. Και ας το μεταφέρουμε με τη ζωή μας και στον κόσμο μας που το έχει ανάγκη, για να απαλλαγεί από το σκοτάδι της αμφιβολίας και της αμαρτίας, της βίας και της κακίας, και να ζήσει τη χαρά του Αναστάντος Κυρίου μας, ο οποίος θυσιάσθηκε για να μας χαρίσει τη αληθινή χαρα, αρκεί εμείς να αγωνιζόμεθα να ζούμε μέσα στο φως της Αναστάσεώς του, ως τέκνα φωτόμορφα της Εκκλησίας.