Ι.Μ. ΒΕΡΟΙΑΣ: Στην αρχή της εκδήλωσης απηύθυναν χαιρετισμό ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων, ο Δήμαρχος Βεροίας κ. Κωνσταντίνος Βοργιαζίδης και ο πρόεδρος της τοπικής κοινότητας κ. Κωνσταντίνος Βύζας.
Κεντρική ομιλήτρια της εκδήλωσης ήταν η Διδάκτωρ του Παιδαγωγικού Τμήματος του Α.Π.Θ. κ. Ελένη Τσέου. Παράλληλα ο κ. Αντώνιος Γκαμπράνης ανέγνωσε γράμματα του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη στον Ιμπραήμ, ενώ η εκδήλωση πλαισιώθηκε μουσικά.
Πριν την έναρξη της εκδήλωσης ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης κ. Παντελεήμων και οι εκπρόσωποι των τοπικών αρχών επισκέφτηκαν το κοινοτικό κατάστημα, όπου και ξεναγήθηκαν στην έκθεση με τα εικαστικά έργα των τοπικών καλλιτεχνών, η οποία θα διαρκέσει έως τις 4 Σεπτεμβρίου.
Ο Σεβασμιώτατος στον χαιρετισμό του ανέφερε μεταξύ άλλων: Ο Ελληνισμός απανταχού τής γής τιμά φέτος τήν επέτειο τών 200 χρόνων από τήν έναρξη τής Ελληνικής Επαναστάσεως. Τιμά τήν αποφασιστικότητα τών πατέρων του νά διεκδικήσουν τήν ελευθερία τους από τόν δυσβάστακτο τουρκικό ζυγό. Τιμά τό σθένος καί τή γενναιότητα τής ψυχής τους νά αγωνισθούν γιά τό δικαίωμά τους νά ζούν απαλλαγμένοι από τά δεσμά τών Τούρκων κατακτητών.
Τήν Ελληνική Επανάσταση όμως δέν τήν τιμούμε μόνο εμείς, οι Έλληνες. Τήν τιμά ολόκληρος ο κόσμος, στήν Ευρώπη καί στήν Αμερική. Καί αυτό όχι μόνο γιατί η Ελληνική Επανάσταση δέν ήταν απλώς ένα σημαντικό, ένα μοναδικό γεγονός πού σημάδεψε τόν 19ο αιώνα, αλλά ήταν ένα γεγονός, πού γράφηκε στήν παγκόσμια ιστορία μέ χρυσά γράμματα. Διότι ποτέ κανένας λαός μετά από τετρακόσια καί πλέον χρόνια σκλαβιάς, χωρίς μέσα, χωρίς χρήματα, χωρίς υποστήριξη, δέν τόλμησε νά ξεσηκωθεί καί μάλιστα μέ ένα σύνθημα πρωτόγνωρο, μέ ένα σύνθημα αντίθετο πρός τήν ανθρώπινη λογική, ένα σύνθημα πού υπερέβαινε τήν ανθρώπινη φύση, τό «ελευθερία ή θάνατος».
Τό σύνθημα αυτό είχε όμως αντίκτυπο στίς ψυχές τών Ελλήνων, γιατί τροφοδοτείτο από ένα άλλο σύνθημα, πού εξέφραζε τούς λόγους γιά τούς οποίους ξεσηκώθηκαν νά πολεμήσουν οι Έλληνες. Καί αυτό ήταν τό «γιά τού Χριστού τήν πίστη τήν αγία καί τής πατρίδος τήν ελευθερία».
Γι’ αυτούς τούς δύο λόγους ξεσηκώθηκαν οι πρόγονοί μας. Καί δέν ξεσηκώθηκαν μόνο οι άνδρες, ξεσηκώθηκαν καί οι γυναίκες καί οι νέοι καί τά παιδιά, καί συστρατεύθηκαν στόν ίδιο αγώνα, χωρίς νά υπολογίσουν τόν θάνατο, χωρίς νά μετρήσουν τή ζωή, χωρίς νά φοβηθούν τίποτε.
Αυτά τά μοναδικά χαρακτηριστικά τής Ελληνικής Επαναστάσεως απέναντι στή θηριωδία τών Τούρκων, οι αγριότητες τών οποίων συγκλόνιζαν τήν κοινή γνώμη, δέν ήταν δυνατόν νά αφήσουν κανέναν ασυγκίνητο. Χιλιάδες ήταν εκείνοι θέλησαν νά βοηθήσουν μέ διάφορους τρόπους τήν Ελληνική Επανάσταση. Πολλοί ήταν αυτοί πού αποφάσισαν νά αφήσουν τίς πατρίδες τους καί νά έρθουν γιά νά πολεμήσουν στό πλευρό τών Ελλήνων. Πολλοί ήταν καί οι ποιητές, οι πεζογράφοι, οι ζωγράφοι, οι καλλιτέχνες, Έλληνες καί ξένοι, πού εμπνεύσθηκαν από τή γενναιότητα τών Ελλήνων, από τή θυσία τους, από τόν ηρωισμό τους καί τούς απαθανάτισαν στά έργα τους.
Άν ρίξει κανείς μιά γρήγορη ματιά στήν ιστορία τής τέχνης δέν θά δυσκολευθεί νά εντοπίσει τά έργα πού αποτυπώνουν πρόσωπα καί στιγμιότυπα τής Ελληνικής Επαναστάσεως, πού ξαναζωντανεύουν μέ τόν χρωστήρα τους μορφές καί γεγονότα αυτής τής ηρωϊκής περιόδου τής ελληνικής ιστορίας.
Τά ονόματα τών καλλιτεχνών πολλά καί διάσημα. Ο Γερμανός Πέτερ φόν Χές πού από τόν Ρήγα Φεραίο, πού ψάλλει τόν Θούριο, καί τόν απαγχονισμό τού Πατριάρχου Γρηγορίου τού Ε/, μέχρι τόν Παλαιών Πατρών νά ευλογεί τά όπλα τών αγωνιστών καί τήν άλωση τής Τριπόλεως, έχει δημιουργήσει τή δική του πινακοθήκη τής Ελληνικής Επαναστάσεως.
Μαζί του καί ο Κάρολος Κρατσάιζεν πού μάς κληροδότησε τίς προσωπογραφίες όλων σχεδόν τών Ελλήνων οπλαρχηγών, ο Λουδοβίκος Λιπαρίνι πού απαθανάτισε καί αυτός τόν Παλαιών Πατρών Γερμανό νά υψώνει τό λάβαρο τής επαναστάσεως, αλλά καί ο Ευγένιος Ντελακρουά, πού εμπνεύσθηκε από τή σφαγή τής Χίου, πού τήν αποτύπωσε μέ συγκλονιστικό τρόπο.
Μαζί τους καί οι σπουδαίοι Έλληνες ζωγράφοι, ο Νικόλαος Γύζης μέ τό «Κρυφό Σχολειό» καί τή «Δόξα τών Ψαρών», ο Διονύσιος Τσόκας μέ τόν όρκο τών Φιλικών καί τόν πατριάρχη Γρηγόριο Ε/, ο Νικηφόρος Λύτρας, πού απαθανάτισε τήν πυρπόληση τής τουρκικής ναυαρχίδας από τόν Κανάρη, αλλά καί ο Θεόδωρος Βρυζάκης μέ τίς μνημειώδεις σκηνές τής υποδοχής τού Λόρδου Βύρωνα, τής εξόδου τού Μεσολογγίου καί τής θυσίας τού Χρήστου Καψάλη, αλλά καί τήν «Ελλάδα ευγνωμονούσα».
Όμως δέν είναι μόνο οι καλλιτέχνες τής εποχής εκείνης πού εμπνεύσθηκαν από τόν αγώνα τού 1821 καί τόν αποτύπωσαν ο καθένας μέ τόν δικό του τρόπο. Η Ελληνική επανάσταση συνεχίζει νά συγκινεί καί νά εμπνέει, γιατί στά πρόσωπα τών αγωνιστών τού 1821 αντανακλά η αγάπη γιά τήν πατρίδα, η τόλμη καί η αυτοθυσία, πού διέθεταν αυτοί οι άνθρωποι, άνδρες καί γυναίκες, ώστε νά αποτελούν αντικείμενο θαυμασμού μέχρι καί σήμερα από Έλληνες καί ξένους.
Καί αυτό δείχνει ότι η αρετή δέν θαμπώνει από τόν χρόνο καί ότι η φιλοπατρία καί η προσφορά στήν πατρίδα δέν είναι ιδανικά ξεπερασμένα, αλλά ικανά νά συγκινήσουν τούς ανθρώπους καί νά εμπνεύσουν τούς καλλιτέχνες όσα χρόνια καί άν περάσουν.
Τό αποδεικνύει αυτό η Έκθεση πού εγκαινιάσαμε απόψε εδώ στή Φυτειά, στήν οποία συμμετέχουν τόσοι πολλοί καλλιτέχνες μέ τά έργα τους. Θέλω νά τούς συγχαρώ όλους καί νά τούς ευχαριστήσω θερμά γιά τή συμμετοχή τους.
Θέλω νά συγχαρώ όμως ιδιαιτέρως καί τόν πρόεδρο τής κοινότητος τής Φυτειάς κ. Κωνσταντίνο Βύζα, αλλά καί τόν δήμαρχο Βεροίας κ. Κωνσταντίνο Βοργιαζίδη, γιά τήν εξαιρετική πρωτοβουλία τής διοργανώσεως αυτής τής Εκθέσεως, αλλά καί τής αποψινής επετειακής εκδηλώσεως, καί βεβαίως τήν ομιλήτρια κ. Ελένη Τσέου, διδάκτορα τού Παιδαγωγικού Τμήματος τού Α.Π.Θ., αλλά καί τούς λοιπούς συντελεστές καί χορηγούς τής εκδηλώσεως, γιατί καί μέ αυτή τήν εκδήλωση τιμούμε τό μεγάλο γεγονός τής Ελληνικής Επαναστάσεως. Τιμούμε τόν αγώνα τών προγόνων μας γιά νά είμεθα εμείς σήμερα ένα ελεύθερο κράτος. Τούς τιμούμε, γιατί μέ τό αίμα καί τή θυσία τους έγραψαν τό όνομα τής Ελλάδος μέ ανεξίτηλα γράμματα στό βιβλίο τής Ιστορίας καί έκαναν όλο τόν κόσμο νά υποκλίνεται, ακόμη καί σήμερα, στό μεγαλείο τους.
Σέ εμάς μένει όχι μόνο νά εμπνεόμεθα από τόν αγώνα τους αλλά καί νά μιμούμεθα τήν αγάπη καί τήν προσφορά τους γιά τήν πατρίδα».