Ι.Μ. ΒΕΡΟΙΑΣ: Την Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου πραγματοποιήθηκε στην Ιερά Μητρόπολη Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας τριπλή ιερατική σύναξη, από μία στις έδρες των τριών μεγάλων αρχιερατικών περιφερειών, με την ευκαιρία της ενάρξεως του νέου εκκλησιαστικού έτους.
Προκειμένου να αποφευχθεί ο μεγάλος συνωστισμός των ιερέων και να μπορέσουν να τηρηθούν οι κανόνες ασφαλείας συνάξεις έγιναν στον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Αλεξανδρείας, στον Ιερό Ναό Οσίου Αντωνίου Πολιούχου Βεροίας και στον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό Μεταμοφρώσεως του Σωτήρος Ναούσης.
Στην αρχή των συνάξεων ο Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Αρχιμ. Αθηναγόρας Μπίρδας μίλησε στους Ιερείς για θέματα υπηρεσιακής φύσεως και στη συνέχεια ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης κ. Παντελεήμων ευχήθηκε πατρικώς με την ευκαιρία της ενάρξεως του νέου εκκλησιαστικού έτους και τόνισε μεταξύ άλλων: Εισήλθαμε πρίν από λίγες ημέρες μέ τή χάρη τού Θεού στό νέο εκκλησιαστικό έτος, γι’ αυτό καί ευλογούμε καί δοξάζουμε τόν Θεό γιά τή νέα ευκαιρία πού προσφέρει σέ όλους μας νά διακονήσουμε στόν αμπελώνα του, νά διακονήσουμε στήν Εκκλησία του, νά διακονήσουμε τόν λαό του.
Αυτό είναι κάτι τό οποίο δέν θά πρέπει νά ξεχνούμε ποτέ, αλλά θά πρέπει νά τό έχουμε διαρκώς κατά νούν, είτε είμεθα νέοι κληρικοί είτε όχι.
Τό έργο μας, η διακονία μας δέν είναι μία προσωπική υπόθεση, είναι έργο καί διακονία πού γίνεται στό όνομα τού Χριστού. Δική του είναι η Εκκλησία, δικό του είναι τό έργο πού γίνεται, δικές του είναι οι ψυχές τίς οποίες διακονούμε, δέν είναι δικά μας.
Εμείς έχουμε χρέος καί καθήκον ιερό, τό οποίο αναλάβαμε μαζί μέ τή χάρη τής ιερωσύνης πού λάβαμε κατά τή χειροτονία μας, νά διακονούμε ευόρκως.
Καί αυτό τό χρέος τό έχουμε έναντι τού Κυρίου τού αμπελώνος. Σέ αυτόν είμεθα υπόλογοι. Αυτός θά μάς ζητήσει λόγο γιά τή διακονία μας καί γιά τούς ανθρώπους πού μάς εμπιστεύθηκε νά ποιμάνουμε καί νά οδηγήσουμε στή σωτηρία.
Καί θά πρέπει νά τό κατανοήσουμε καί νά τό συνειδητοποιήσουμε, ώστε νά μήν εφησυχάζουμε καί πολύ περισσότερο νά μήν αδρανούμε. Τά καθήκοντα τού κάθε κληρικού δέν είναι απλώς διεκπεραιωτικά, καί αυτό σημαίνει ότι δέν αρκεί νά τελούμε τή θεία Λειτουργία ή έστω καί τίς άλλες ιερές Ακολουθίες καί τά ιερά μυστήρια στήν ενορία μας καί στή συνέχεια νά επαναπαυόμεθα, νομίζοντας ότι έχουμε εκπληρώσει τό καθήκον μας.
Ο Κύριος τού αμπελώνος περιμένει από εμάς καρπούς. Δέν περιμένει, δηλαδή, μόνο νά φροντίζουμε, ώστε νά διατηρείται ο αμπελώνας του καί νά μήν καταστραφεί, αλλά περιμένει νά μεριμνούμε, ώστε νά αυξάνεται καί νά δίδει καρπούς, όσο τό δυνατόν περισσότερους καί γλυκυτέρους.
Τί σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι θά πρέπει νά εξετάζουμε κάθε φορά, κάθε χρόνο τί μπορούμε νά κάνουμε περισσότερο, γιά τόν ναό μας, γιά τήν ενορία μας, γιά τούς ανθρώπους μας καί τήν πνευματική ωφέλειά τους. Καί αυτή η μέριμνα νά μήν μάς αφήνει νά ησυχάζουμε. Γιατί στή διακονία μας δέν μπορεί νά υπάρχει εφησυχασμός. Ο εφησυχασμός είναι ολέθριος. Πρέπει νά επαγρυπνούμε καί νά προσπαθούμε νά βρίσκουμε τρόπους γιά νά βοηθήσουμε πνευματικά τίς ψυχές, γιά νά προάγεται τό έργο τής Εκκλησίας γιά τή σωτηρία τους, γιά νά δοξάζεται τό όνομα τού Θεού καί δι’ ημών.
Ο Χριστός περιμένει τήν προσπάθειά μας, γιατί θέλει νά αξιοποιούμε στό μέγιστο τίς δυνατότητες καί τά χαρίσματα πού μάς έχει δώσει. Περιμένει νά αυξάνονται οι καρποί τής διακονίας μας ημέρα μέ τήν ημέρα, χρόνο μέ τόν χρόνο. Επανειλημμένα, άλλωστε, τό τονίζει μέσα στήν Καινή Διαθήκη ότι δέν θέλει αυτούς πού είναι νωθροί ή αμελείς, αυτούς πού δέν εργάζονται, αυτούς πού αρκούνται στίς μικρές επιτυχίες τους. «Ο Πατήρ μου», λέγει, «έως άρτι εργάζεται καγώ εργάζομαι».
Άν, λοιπόν, ο ίδιος ο Θεός εργάζεται, άν ο Χριστός εργάζεται γιά τή σωτηρία μας, πώς είναι δυνατόν νά αδιαφορούμε καί νά αμελούμε εμείς όχι μόνο τή δική μας αλλά καί τή σωτηρία τών ψυχών τίς οποίες μάς εμπιστεύθηκε Εκείνος;
Άς θυμηθούμε ακόμη τήν παραβολή πού ακούσαμε τήν περασμένη Κυριακή, τήν παραβολή τού οικοδεσπότου, ο οποίος εφύτευσε αμπελώνα καί τόν εμπιστεύθηκε σέ γεωργούς καί απεδήμησε. Δέν αδιαφόρησε όμως γιά τόν αμπελώνα του, καί γι’ αυτό έστειλε τούς δούλους του νά πάρουν τούς καρπούς.
Γεωργοί είμεθα καί εμείς, οι κληρικοί, πού μάς έθεσε ο Χριστός στόν πνευματικό αμπελώνα του γιά νά τόν καλλιεργούμε καί νά παράγουμε καρπούς, τούς οποίους οφείλουμε νά αποδίδουμε στόν Θεό. Οφείλουμε, λοιπόν, νά εργαζόμεθα μέ ζήλο, μέ συνέπεια, μέ συναίσθηση τής αποστολής μας, μέ φόβο Θεού, γιά νά μήν βρεθούμε στή θέση τών γεωργών τής παραβολής, γιά τούς οποίους οι ακροατές της απήντησαν στήν ερώτηση τού Χριστού, τί θά τούς κάνει ο κύριος τού αμπελώνος, λέγοντας: «κακούς κακώς απολέσει αυτούς».
Τό έργο, λοιπόν, τής Εκκλησίας μας, στό οποίο μέ τή χάρη τού Θεού διακονούμε, απαιτεί διαρκή προσπάθεια, απαιτεί διαρκή εγρήγορση, όχι μόνο διότι ο διάβολος αγρυπνά καί «ως λέων ωρυόμενος » ζητά «τίνα καταπίη», αλλά καί διότι έχουμε χρέος νά εποικοδομούμε κάθε χρόνο καί κάτι περισσότερο στό έργο μας καί νά μήν αρκούμεθα σέ όσα έχουμε κάνει μέχρι σήμερα.
Αυτόν τόν σκοπό άλλωστε εξυπηρετεί καί ο συμβολικός σταθμός τής εισόδου μας στό νέο εκκλησιαστικό έτος.
Τό έργο τής Εκκλησίας, τό πνευματικό καί ποιμαντικό μας έργο, δέν σταματά ποτέ. Όμως οι συνθήκες τής ζωής μάς προσφέρουν τήν ευκαιρία νά ορίσουμε αφετηρίες επανεκκινήσεως τού έργου μας. Καί μία από αυτές είναι καί η αρχή τού νέου εκκλησιαστικού έτους, πού συμπίπτει εν πολλοίς μέ τό τέλος τών θερινών διακοπών καί τήν αρχή καί τού νέου σχολικού έτους.
Όπως, λοιπόν, κάθε νέα αφετηρία μάς δίδει τή δυνατότητα νά σκεφθούμε καί νά αξιολογήσουμε τί έχουμε κάνει μέχρι τή στιγμή εκείνη, νά διορθώσουμε τά τυχόν λάθη ή τίς αστοχίες μας, νά βρούμε τρόπους ώστε νά ανταποκριθούμε καλύτερα στίς νέες προκλήσεις καί στίς νέες απαιτήσεις καί νά σχεδιάσουμε τή συνέχεια τής πορείας μας, έτσι καί η αρχή τού νέου εκκλησιαστικού έτους μάς προσφέρει παρόμοιες ευκαιρίες τόσο γιά τήν προσωπική μας πνευματική πορεία όσο καί γιά τήν πορεία τού εκκλησιαστικού μας έργου.
Άς μήν χάσουμε αυτή τήν ευκαιρία μέ τή σκέψη ότι όλα τά έχουμε τακτοποιημένα από τόν προηγούμενο χρόνο στήν ενορία μας. Όσο καλά καί νά λειτουργούσαν τά πάντα, έχουμε τή δυνατότητα νά κάνουμε βελτιώσεις, νά κάνουμε αλλαγές, νά κάνουμε προσθήκες στό έργο μας, γιατί αυτό περιμένει ο Θεός από εμάς, αλλά καί αυτό περιμένουν καί οι άνθρωποι από εμάς. Η στασιμότητα δέν βοηθά καί δέν ικανοποιεί κανένα. Τό αντίθετο μάλιστα, δημιουργεί μία αδράνεια η οποία φθείρει καί καταστρέφει τό ίδιο τό έργο. Τό βλέπουμε γύρω μας, τό διαπιστώνουμε στόν κόσμο μέσα στό οποίο ζούμε. Πόσα όμορφα σπίτια κατήντησαν ερείπια, γιατί δέν τά φρόντισαν οι άνθρωποι, όταν έπρεπε. Πόσοι όμορφοι καί περιποιημένοι κήποι χορτάριασαν, γιατί κάποιοι νόμισαν ότι δέν έχουν ανάγκη εργασίας καί αδιαφόρησαν γι’ αυτούς.
Ο άνθρωπος είναι ένας ζωντανός οργανισμός καί έχει ανάγκες, ανάγκες υλικές καί πνευματικές, ανάγκες πού εξελίσσονται καί διαφοροποιούνται μέσα στόν χρόνο, ανάγκες πού αλλάζουν, γιατί αλλάζουν καί οι συνθήκες μέσα στίς οποίες ζούμε.
Τό ίδιο ισχύει καί γιά τίς ψυχές τών ανθρώπων, πού έχουν ανάγκη διαφορετικής μεταχειρίσεως, όταν βρίσκονται στήν αρχή τής πνευματικής ζωής, όταν δέν γνωρίζουν πολλά γιά τήν Εκκλησία, γιά τήν πίστη μας, γιά τή λειτουργική ζωή. Δέν μπορούμε όμως νά τούς προσφέρουμε πάντοτε τήν ίδια πνευματική τροφή. Έχουμε χρέος απέναντί τους, γιατί καί οι ίδιες οι ψυχές τό αναζητούν καί θά πρέπει νά τούς τό προσφέρουμε, καθώς διαφορετικά θά είμεθα έκθετοι απέναντί τους καί υπόλογοι ενώπιον τού Θεού γιά τήν αδιαφορία μας.
Αυτό σημαίνει βέβαια ότι θά πρέπει νά φροντίζουμε καί γιά τήν προσωπική μας πνευματική κατάρτιση καί πρόοδο, μέ τή μελέτη, μέ τήν προσευχή, μέ τήν άσκηση, μέ τήν καθημερινή προσπάθεια, ώστε νά ανταποκρινόμεθα στίς πνευματικές προκλήσεις. Δέν θά πρέπει νά εφησυχάζουμε καί νά αρκούμεθα σέ όσα μάθαμε στή Θεολογική Σχολή κάποτε ή έστω ακόμη καί στίς μεταπτυχιακές σπουδές τίς οποίες κάποιοι μπορεί νά έκαναν. Ο λόγος τού Θεού δέν μαθαίνεται εφάπαξ. Υπάρχουν τόσα βιβλία, τόσοι πατέρες καί άγιοι τής Εκκλησίας μας, από τούς οποίους μπορούμε καί πρέπει νά διδαχθούμε καί τήν κατά Χριστόν ζωή καί τήν ερμηνεία τής Αγίας Γραφής, ώστε νά μπορούμε νά μεταδίδουμε τά ιερά αυτά νοήματα καί στούς αδελφούς μας.
Γιά τόν σκοπό άλλωστε αυτό καί η Ιερά Μητρόπολή μας οργανώνει Συνάξεις, Ημερίδες καί Συνέδρια, καί σάς καλεί νά συμμετάσχετε καί νά τά παρακολουθήσετε, ώστε καί νά βοηθηθείτε προσωπικά αλλά καί νά βοηθηθείτε στό πνευματικό σας έργο σας καί νά βοηθήσετε τούς ανθρώπους πού έχουν ανάγκη νά ακούσουν ένα λόγο πνευματικό καί νά παρακινηθούν νά διαβάσουν ένα πνευματικό βιβλίο.
Καί αυτό μπορεί νά γίνει μέ τή δική σας παρότρυνση, μπορεί νά γίνει μέσα από τό δικό σας κήρυγμα, μέσα από τίς δικές σας ομιλίες, εάν βέβαια καί σείς φροντίζετε καί εργάζεστε γιά τήν προετοιμασία τους καί δέν επαναπαύεστε είτε μή ομιλώντας είτε κάνοντας μία τυπική ανάλυση τού Ευαγγελίου πού μπορεί νά τήν δανείζεστε καί από κάποιον άλλο ιεροκήρυκα.
Όταν ο ομιλητής, όταν ο ιεροκήρυκας, ο ιερέας ομιλεί προετοιμασμένος καί λαμβάνοντας υπόψη όσα απασχολούν τούς ακροατές του, τό πνευματικό τους επίπεδο καί τίς ανάγκες του, τότε μόνο μπορεί νά βοηθήσει πραγματικά τούς ανθρώπους. Δέν υπάρχει αμφιβολία ότι οι άνθρωποι πού μάς ακούν καταλαβαίνουν πόσο σοβαρά ή όχι παίρνουμε τή διακονία τού λόγου τού Θεού καί ωφελούνται ανάλογα. Γι’ αυτό καί δέν θά πρέπει επ’ ουδενί νά θεωρούμε τό κήρυγμα ή τήν ομιλία πού κάνουμε στήν ενορία μας μέ κάποια ευκαιρία είτε ως αναγκαστική υποχρέωση, είτε ως ρουτίνα, είτε πολύ περισσότερο υποτιμώντας τούς ακροατές μας μέ όσα λέμε ή μέ τήν έλλειψη προετοιμασίας.
Προφανώς τό κήρυγμα δέν είναι ούτε επίδειξη γνώσεων ούτε ακαδημαϊκή διάλεξη, αλλά οπωσδήποτε πρέπει κανείς νά προετοιμάζεται γι’ αυτό μέ προσοχή καί μέ προσευχή, νά έχει ως σκοπό νά ωφελήσει καί νά καθοδηγήσει τούς ανθρώπους μας καί νά είναι εύληπτο καί κατανοητό από όλους.
Δέν χρειάζεται βέβαια νά πώ ότι γιά νά έχει απήχηση, θά πρέπει όσα διδάσκουμε νά έχουμε προσπαθήσει οι ίδιοι νά τά ζήσουμε, όσο αυτό είναι δυνατόν, καί κυρίως όσα λέμε καί συστήνουμε στούς αδελφούς μας νά μήν είναι αντίθετα πρός όσα βλέπουν οι ίδιοι στή ζωή μας.
Σημαντικό είναι ακόμη νά μήν θεωρούμε αυτό πού κάνουμε πάρεργο, αλλά νά δίνουμε τόν εαυτό μας, γιατί οι αδελφοί μας, ακόμη καί αυτοί πού εκκλησιάζονται χρόνια, πού έχουν μυστηριακή ζωή, έχουν ανάγκη νά ακούσουν τόν λόγο τού Θεού, έχουν ανάγκη νά ακούσουν τή φωνή τής Εκκλησίας γιά τά σύγχρονα προβλήματα, γιά τίς καταστάσεις καί τίς δυσκολίες πού όλοι αντιμετωπίζουμε. Αυτό σημαίνει βέβαια ότι όσα θά λέμε, δέν θά είναι προσωπικές απόψεις καί γνώμες, τό αντίθετο μάλιστα, θά πρέπει νά είναι η αλήθεια τής Εκκλησίας μας, οι εμπειρίες τών αγίων καί τά βιώματα τών αγίων πατέρων, πού είχαν στή ζωή τους τή χάρη καί τόν φωτισμό τού Θεού πού τούς καθοδηγούσε στήν εν Χριστώ ζωή, η οποία είναι καί πρέπει νά είναι ο στόχος μας.
Σχετικά τώρα μέ τόν άλλο τομέα ενοριακής δράσεως πού είναι τό φιλανθρωπικό έργο τής Εκκλησίας μας. Καί γι’ αυτό ισχύει αναλογικά ό,τι είπαμε καί γιά τό ποιμαντικό καί κατηχητικό έργο. Δέν θά πρέπει νά υπάρχει επανάπαυση πού καταλήγει τελικά σέ αδράνεια καί νωχελικότητα. Ο ίδιος ο Χριστός, άλλωστε, μάς συστήνει ότι ακόμη καί άν κάνουμε τά πάντα, νά λέμε ότι είμαστε αχρείοι δούλοι, διότι κάναμε αυτό τό οποίο οφείλαμε νά κάνουμε. Γι’ αυτό καί, όπως ο καθένας μας φροντίζει διαρκώς νά βελτιώνει τίς συνθήκες τής ζωής του ή τό σπίτι του, έτσι θά πρέπει νά ενδιαφερόμαστε διαρκώς καί γιά τήν αύξηση καί βελτίωση τού φιλανθρωπικού καί κοινωνικού έργου τής ενορίας μας.
Μπορεί μία ενορία νά αρχίσει π.χ. δίδοντας κάποια μικρή βοήθεια σέ ανθρώπους πού έχουν ανάγκη, γιατί αυτές είναι οι δυνατότητες πού έχει ή οι ανάγκες πού έχουν οι ενορίτες της. Ο ιερέας όμως δέν θά πρέπει νά επαναπαυθεί στή δράση αυτή, αλλά θά πρέπει νά εξετάσει τί άλλο μπορεί νά προσφέρει, σέ ποιόν άλλο τομέα είναι ανάγκη νά δραστηριοποιηθεί. Καί είναι βέβαιο ότι είναι πολλοί εκείνοι οι αδελφοί μας σέ κάθε ενορία πού έχουν διάθεση νά προσφέρουν εθελοντικά καί νά συνεισφέρουν οικονομικά, όταν βλέπουν ότι γίνεται ένα έργο στήν ενορία, όταν ο ιερέας τους ζητά τή συνδρομή τους, προσφέροντάς τους συγχρόνως ευκαιρίες δράσεως καί φιλανθρωπίας, όταν αισθάνονται τή χαρά τής προσφοράς πρός τούς αδελφούς τους.
Δέν θά πρέπει, άλλωστε, νά ξεχνούμε ότι έχουμε χρέος καί ευθύνη νά αξιοποιούμε όλα τά μέσα καί τίς δυνατότητες πού έχει η ενορία μας, ο ναός μας, αλλά καί νά επιδιώκουμε νά τίς αυξάνουμε μέ τά μέσα πού έχουμε στή διάθεσή μας. Δέν δικαιολογείται νά υπάρχει κάποια αίθουσα στόν ναό μας καί νά μήν τήν αξιοποιούμε γιά τίς ανάγκες τής ενορίας καί τών ανθρώπων μας, γιά τά κατηχητικά, γιά εσπερινές ομιλίες, ως χώρος αναψυχής γιά τά παιδιά μας, ως τόπος στόν οποίο μπορούμε νά προσφέρουμε ίσως φαγητό στούς αδελφούς μας πού έχουν ανάγκη ή ό,τι άλλο χρειάζεται κάθε ενορία καί μπορεί νά σκεφθεί ο καθένας σας.
Τό ζητούμενο δέν είναι τί θά κάνουμε, αλλά τό νά κάνουμε, νά μήν εφησυχάζουμε, νά προσπαθούμε νά επεκτείνουμε τίς δράσεις μας, γιατί μέ αυτό τόν τρόπο όχι μόνο κινητοποιούμε καί βοηθούμε τούς αδελφούς μας, αλλά τούς κάνουμε νά αισθάνονται τήν Εκκλησία ως σπίτι τους καί τήν ενορία ως οικογένειά τους.
Τά τελευταία χρόνια, τά χρόνια τής κρίσεως, όπως όλοι γνωρίζουμε, η Εκκλησία μας διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στή στήριξη τής ελληνικής οικογενείας καί κοινωνίας, αναδιαρθρώνοντας καί επεκτείνοντας τό φιλανθρωπικό καί κοινωνικό της έργο, έστω καί άν είχε στή διάθεσή της λιγότερα μέσα, προκειμένου νά βρεθεί στό πλευρό τών αδελφών μας πού αδυνατούσαν νά ανταπεξέλθουν στίς προσωπικές καί οικογενειακές τους ανάγκες. Γι’ αυτό καί δώσαμε έμφαση στά συσσίτια, ιδρύσαμε κοινωνικά παντοπωλεία, στηρίξαμε τά παιδιά μας μέσα από τά κοινωνικά φροντιστήρια, συνεργαζόμενοι μέ πολλούς ανθρώπους, πού δέν ανήκαν ίσως στούς τακτικά εκκλησιαζόμενους ενορίτες ή πού δέν δραστηριοποιούντο μέ άλλους τρόπους στίς ενορίες τους, αλλά οι νέες αυτές δράσεις τούς άγγιξαν, τούς κίνησαν τό ενδιαφέρον καί έσπευσαν νά συνδράμουν εθελοντικά.
Φέτος βρισκόμαστε μπροστά σέ νέες προκλήσεις πού θά πρέπει νά μάς οδηγήσουν σέ ανασχεδιασμό τού εκκλησιαστικού έργου, καί τού κατηχητικού αλλά καί τού πνευματικού καί φιλανθρωπικού.
Τήν περασμένη άνοιξη, όπως όλοι γνωρίζετε, αντιμετωπίσαμε μιά μεγάλη δοκιμασία, η οποία ήταν αποτέλεσμα τού πειρασμού τής πανδημίας τού κορωνοϊού πού έπληξε καί πλήττει καί τή χώρα μας. Αναγκασθήκαμε νά κλείσουμε τούς ναούς μας, νά αναστείλουμε τή θεία λατρεία μέ τή συμμετοχή τών πιστών, νά αναστείλουμε τή λειτουργία τών κατηχητικών καί όλου τού πνευματικού έργου. Όλοι γνωρίζουμε πόσο δύσκολο καί οδυνηρό ήταν γιά όλους μας. Η χάρη τού Θεού καί τών αγίων μας μάς προφύλαξε καί μάς προστάτευσε, καί έτσι μπορέσαμε τούς τελευταίους μήνες, έστω καί μέ περιοριστικά μέτρα, νά λειτουργήσουμε καί πάλι τούς ναούς μας.
Η Ιερά μας Μητρόπολη, όπως γνωρίζετε, επεδίωξε νά αναπληρώσει τά ελλείποντα μέ τίς διαδικτυακές μεταδόσεις τόσο τών ιερών Ακολουθιών τής Μεγάλης Εβδομάδος καί τού Πάσχα όσο καί τών εκδηλώσεων τής Ιατρικής Εβδομάδος πρός τιμήν τού αγίου Λουκά καί τών ΚΣΤ/ Παυλείων. Έκανε όμως καί μία σημαντική προσπάθεια γιά τό κατηχητικό έργο, δημιουργώντας μέ τή συμμετοχή κληρικών αλλά καί στελεχών τού νεανικού έργου τής Ιεράς μας Μητροπόλεως, έξι κατηχητικά μαθήματα υπό τόν τίτλο «ΣυνΚατήχηση», πού απευθυνόταν σέ όλα τά παιδιά τών Κατηχητικών μας Σχολείων, προκειμένου νά καλύψει τό κενό πού δημιούργησε η απότομη παύση τών κατηχητικών μαθημάτων εξαιτίας τού κορωνοϊού.
Δυστυχώς τό θέμα τής πανδημίας τού κορωνοϊού συνεχίζει νά υφίσταται, έστω καί άν κάποιοι, ακόμη καί από εσάς, δέν πιστεύουν στήν ύπαρξή του. Όμως υφίσταται, όσο καί άν δέν τό θέλουμε, καί έχει κρούσματα καί ανάμεσα στούς πιστούς καί ανάμεσα καί στούς ιερείς μας, καί στή δική μας καί στίς γειτονικές μας Μητροπόλεις. Όλοι ακούσαμε μέ λύπη μας γιά τούς πολλούς θανάτους στό γηροκομείο τού Ασβεστοχωρίου, αλλά καί γιά τό πρόσφατο συμβάν μέ τόν μεγάλο αριθμό κρουσμάτων στό εργοστάσιο στά Γιαννιτσά, όπου εργάζονται καί άνθρωποι από τήν επαρχία μας.
Γι’ αυτό καί θά πρέπει νά είμεθα όλοι πολύ προσεκτικοί καί νά ακολουθούμε πιστά τίς οδηγίες τών ειδικών ιατρών καί τών υπευθύνων τής πολιτείας, αλλά καί τίς εντολές τής Ιεράς Συνόδου, όπως έχουμε καθήκον καί υποχρέωση, χωρίς νά παρασυρόμεθα από όσα διακινούν καί γράφουν διάφοροι γιά τούς δικούς τους λόγους.
Πρέπει νά προσέξουμε καί στούς ναούς μας καί στό έργο τής ενορίας μας, ώστε νά μήν υπάρξουν θλιβερά περιστατικά μέσα στήν Εκκλησία. Έτσι δέν θά δώσουμε δικαίωμα σέ εκείνους πού εύκολα κατηγορούν τήν Εκκλησία μας, αλλά καί νά δέν θά γίνουμε αφορμή γιά νά ασθενήσει έστω καί ένας αδελφός μας μέσα στούς χώρους τής Εκκλησίας μας, πολύ δέ περισσότερο νά χαθεί.
Ήδη, παρά τίς δυσκολίες πού αντιμετωπίσαμε τήν περασμένη άνοιξη, έχουμε αποκτήσει ήδη κάποια πείρα γιά τούς τρόπους μέ τούς οποίους μπορούμε νά συνεχίσουμε τό έργο τής Εκκλησίας υπό τίς συνθήκες τής πανδημίας, προκειμένου καί εμείς νά διακονούμε μέ ασφάλεια τόν λαό τού Θεού, καθώς είτε εμείς είτε κάποια πρόσωπα μεταξύ τών οικείων μας ανήκουν στίς ευπαθείς ομάδες καί διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο από τή διάδοση τού κορωνοϊού, αλλά καί τό έργο τού Θεού νά συνεχισθεί καί νά μήν μείνουν οι άνθρωποί μας χωρίς τίς πνευματικές ευκαιρίες πού τούς προσφέρει η κάθε ενορία.
Γιά τόν λόγο αυτό θά πρέπει ο κάθε ένας σας νά εξετάσει καί νά βρεί ποιός είναι ο πιό πρόσφορος τρόπος γιά νά πραγματοποιηθούν τά μαθήματα τών Κατηχητικών Σχολείων στήν ενορία του είτε μέσα στόν ναό είτε σέ κάποια αίθουσα, εφόσον υπάρχει καί εφόσον υφίσταται η δυνατότητα, γιά νά κάθονται τά παιδιά σέ απόσταση μεταξύ τους καί νά μήν διατρέχουν κίνδυνο. Θά πρέπει ακόμη νά επιλεγούν ώρες, πού θά εξυπηρετούν τά παιδιά, αλλά καί πού θά διευκολύνουν τήν τήρηση τών απαιτουμένων προϋποθέσεων γιά τή διασφάλιση τής υγείας.
Θά πρέπει νά τό προσέξουμε ιδιαιτέρως αυτό, καθώς οι γονείς εμπιστεύονται τά παιδιά τους στήν Εκκλησία, καί έχουμε ευθύνη καί γι’ αυτά αλλά καί γιά τίς οικογένειές τους.
Τό ίδιο θά πρέπει νά κάνουμε καί γιά τίς εσπερινές καί άλλες ομιλίες στίς ενορίες πού πραγματοποιούνται. Θά πρέπει ο κάθε ένας από εσάς νά δημιουργήσει τίς κατάλληλες συνθήκες, ώστε νά συνεχίζεται μέ ασφάλεια τό έργο τής Εκκλησίας πρός ωφέλεια τών ανθρώπων, αλλά καί γιά νά μήν αναγκασθούν κάποιοι αδελφοί μας, εξαιτίας τής απροσεξίας ή τής αδιαφορίας ορισμένων, είτε νά στερηθούν τίς πνευματικές ευκαιρίες πού προσφέρει η ενορία τους είτε νά εμπλακούν σέ συζητήσεις καί διαφωνίες μέ άλλους αδελφούς, γεγονός πού όχι μόνο δέν καλλιεργεί τήν ενότητα μέσα στήν ενορία, αλλά δημιουργεί καί σχίσματα τά οποία δυναμιτίζουν τό κλίμα καί σκανδαλίζουν τούς ανθρώπους.
Θά πρέπει νά προσέξουμε ιδιαιτέρως αυτό τό ζήτημα. Διότι εκτός από τόν πειρασμό τού κορωνοϊού τήν περίοδο αυτή η πατρίδα μας αντιμετωπίζει καί ένα άλλο πειρασμό πού σχετίζεται μέ τά εθνικά μας θέματα. Καί γι’ αυτό τόν λόγο δέν χωρά διχόνοια μεταξύ μας.
Θά πρέπει νά είμαστε όλοι ενωμένοι καί νά παρακαλούμε όλοι μαζί τόν Θεό καί τήν Παναγία μητέρα μας, τήν Υπέρμαχο Στρατηγό, νά προστατεύει τήν πατρίδα μας, τά σύνορά μας, τά νησιά μας καί όσους αγρυπνούν γιά τή φύλαξή τους καί όσους κοπιάζουν γιά νά ζούμε εμείς ελεύθεροι καί νά διακονούμε τόν λαό τού Θεού.
Εύχομαι μέ τή χάρη τού Θεού καί τίς πρεσβείες τών αγίων μας, αλλά καί τήν προσπάθεια όλων μας νά έχουμε ένα ευλογημένο καί πλούσιο σέ πνευματικούς καρπούς νέο εκκλησιαστικό έτος πρός δόξαν Θεού καί σωτηρία τών αδελφών μας καί τή δική μας.
ΓΙΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ