Ι.Μ. ΒΕΡΟΙΑΣ – Την Τρίτη 26 Μαρτίου το πρωί, εορτή της Συνάξεως του Αρχαγγέλου Γαβριήλ, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων τέλεσε Προηγιασμένη θεία Λειτουργία και κήρυξε τον θείο λόγο, στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό των Παμμεγίστων Ταξιαρχών Μιχαήλ και Γαβριήλ στο χωριό Αρχάγγελος του Δήμου Ναούσης.
Στην ομιλία του ο Σεβασμιώτατος τόνισε: «Κύριος υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δίδωσι χάριν», ακούσαμε σήμερα να μας διαβεβαιώνει ο σοφός Σολομών. Ο Κύριος, λέγει, αντιτάσσεται στους υπερήφανους, ενώ στους ταπεινούς δίδει τη χάρη του.
Αν σκεφθούμε ποιος είναι ο Θεός και πόση δύναμη έχει, δεν θα ήταν δυνατόν να θελήσουμε ποτέ να βρεθούμε απέναντί του. Και όμως η υπερηφάνεια κάνει τον άνθρωπο να πιστεύει υπερβολικά στον εαυτό του και να νομίζει ότι είναι ανώτερος και ισχυρότερος από όλους τους άλλους και από αυτόν ακόμη τον Θεό, τον οποίο μπορεί να εξαπατήσει ή ακόμη και να καταργήσει.
Το βλέπουμε αυτό να συμβαίνει καθημερινά γύρω μας, αλλά μερικές φορές πέφτουμε και εμείς στην παγίδα αυτή του πονηρού, γιατί η υπερηφάνεια είναι παγίδα και εφεύρεση του διαβόλου.
Αυτός πρώτος καταλήφθηκε από την υπερηφάνεια και θέλησε να υπερκεράσει τον Θεό και να γίνει ο ίδιος Θεός. Και όλοι ξέρουμε ποια συνέπεια είχε η υπερηφάνεια του Εωσφόρου και η επιθυμία του να γίνει θεός στη θέση του Θεού. Είχε ως συνέπεια να εκπέσει και να μετατραπεί από άγγελος φωτός σε άγγελο σκότους, σε πονηρό πνεύμα και μάλιστα χωρίς δυνατότητα μετανοίας και επιστροφής.
Αντίθετα οι άλλοι άγιοι άγγελοι, οι οποίοι δεν ακολούθησαν τον Εωσφόρο στον δρόμο της υπερηφανείας και της πτώσεως, έλαβαν από τον Θεό τη χάρη όχι μόνο να παραμείνουν πλησίον του ως πνεύματα «εις διακονίαν αποστελλόμενα», αλλά και να γίνουν σταθεροί στο καλό.
Έτσι αξιώθηκε και ο αρχάγγελος Γαβριήλ να μεταφέρει προς την Παναγία Παρθένο το μήνυμα του Θεού ότι θα γίνει Μητέρα του Υιού και Λόγου του, και να λάβει τη χάρη να γνωρίσει πρώτος αυτός και να διακονήσει το μυστήριο της θείας οικονομίας.
Μεγαλύτερη όμως απόδειξη των λόγων του σοφού Σολομώντος είναι η ζωή της Παναγίας μας, της οποίας εορτάσαμε χθες τον Ευαγγελισμό.
Η Υπεραγία Θεοτόκος αποτελεί πρότυπο ταπεινοφροσύνης. Υπήρξε πάντοτε ταπεινή στη ζωή της, όπως φαίνεται και από την υπακοή στους γονείς της, οι οποίοι την εισήγαγαν σε ηλικία μόλις τριών ετών στον ναό του Θεού, όπου έμεινε μέχρι την ενηλικίωσή της, υπακούοντας ταπεινά στο θέλημα του Θεού αλλά και όσων είχαν εκεί τη φροντίδα και την εποπτεία της. Και στη συνέχεια με ταπείνωση δέχθηκε να ακολουθήσει τον Ιωσήφ στον οποίον ανέθεσαν την προστασία της.
Η ταπεινοφροσύνη της Παναγίας μας ήταν αυτή που είλκυσε τη χάρη του Θεού και μάλιστα έλαβε τόσο πολλή χάρη όσο δεν έλαβε κανένας άλλος άνθρωπος. Ο Θεός «επέβλεψε επί την ταπείνωσίν» της και την αξίωσε να γίνει Μητέρα του Υιού του και συνεργός του στη σωτηρία των ανθρώπων. Και παρά τη μοναδική αυτή τιμή, της οποίας αξιώθηκε η Παναγία μας, παρέμεινε ταπεινή σε όλη της τη ζωή, χωρίς να προβάλλει τον εαυτό της, χωρίς να επιδιώκει προνόμια και ιδιαίτερη μεταχείριση ως Μητέρα του Κυρίου μας, γεγονός που αποδεικνύει ότι είχε γνήσια και πραγματική ταπείνωση και όχι επιφανειακή και κίβδηλη.
Σε αυτήν την ταπείνωση αναφέρεται και ο σοφός Σολομών, και σε όσους την κατέχουν, λέγει, δίδει ο Θεός τη χάρη του.
Πολλές φορές παριστάνουμε τους ταπεινούς, δείχνουμε εξωτερικά ότι είμαστε ταπεινοί και παραπλανούμε τους ανθρώπους, αλλά και ξεγελούμε συχνά και τον ίδιο τον εαυτό μας. Αυτή η ψεύτικη ταπείνωση, που την εκφράζουμε μόνο με τα λόγια μας, αλλά δεν την έχουμε στην ψυχή μας, όταν εμφανιζόμαστε δηλαδή ως δήθεν ταπεινοί, αλλά μέσα στην ψυχή μας φουντώνει ο εγωισμός, η υπεροψία, η αυτοπεποίθηση και μας καίει, είναι χειρότερη και από την ίδια την υπερηφάνεια, γιατί συνοδεύεται και από την υποκρισία και την πονηρία. Επιδιώκουμε δηλαδή συνειδητά ή ασυνείδητα να πείσουμε τους άλλους για την αρετή μας, για την ταπεινοφροσύνη μας, καλύπτοντας έτσι την υπερηφάνεια και τον εγωισμό μας και εξαπατώντας τους.
Αν όμως εξαπατούμε τους ανθρώπους, δεν μπορούμε να εξαπατήσουμε τον Θεό, ο οποίος χαριτώνει και ευλογεί μόνο τους πραγματικά ταπεινούς ανθρώπους, γιατί αυτοί είναι ευάρεστοι ενώπιόν του.
Ας αγωνισθούμε, λοιπόν, και εμείς, ιδιαιτέρως αυτή την περίοδο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, να αποκτήσουμε τη μεγάλη αυτή αρετή, για τρεις λόγους. Ο πρώτος είναι διότι η ταπείνωση αποτελεί προϋπόθεση και θεμέλιο κάθε άλλης αρετής. Ο δεύτερος, διότι η ταπείνωση μας βοηθά να διατηρήσουμε όποιους πνευματικούς καρπούς κατορθώσαμε να συλλέξουμε με τον αγώνα μας, ενώ η υπερηφάνεια τους διασκορπίζει. Και ο τρίτος είναι διότι φέρνει τη χάρη του Θεού στην ψυχή μας, την οποία έχουμε ανάγκη στον αγώνα και την προσπάθειά μας.
Ας προσπαθήσουμε να την αποκτήσουμε, μιμούμενοι την ταπείνωση της Υπεραγίας Θεοτόκου αλλά και των αγίων αγγέλων, για να έχουμε και εμείς τη χάρη του Θεού στη ζωή μας και να προοδεύουμε πνευματικά.