ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΗ ΓΕΣΘΗΜΑΝΗ
+Αρχιμ. Ειρηναίος Λαφτσής
Η Μικρή Παράκληση αναφέρεται περισσότερο στις ανάγκες και στα προβλήματα που αφορούν το βίο των Χριστιανών και προσευχόμενοι παρακαλούμε οι Χριστιανοί την Παναγία να μας δώσει δύναμη για να ξεπεράσουμε τις δυσκολίες και τους κινδύνους της ζωής. «Τις ημάς ερρύσατο εκ τοσουτων κινδύνων».
Η Μεγάλη Παράκληση -θα μας επιτραπεί να πούμε- ότι αναφέρεται στους λόγους που η Εκκλησία απευθύνεται προσευχητικά στην Μαρία, την μητέρα του Χριστού. Η Παράκληση αυτή δεν είναι συναισθηματική, όπως η Μικρή, αλλά περισσότερο δογματική, επειδή αναλύει και απλουστεύει την διδασκαλία περί του προσώπου της Παναγίας, όπως αυτή καθιερώθηκε από τους θεοφόρους Πατέρες της Γ’ Οικουμενικής Συνόδου που πραγματοποιήθηκε στην Έφεσο το 431 μ.Χ..
Η Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος έδωσε στην Παναγία τρία χαρακτηριστικά επίθετα με τα όποια η Εκκλησία απευθύνεται προσευχητικά στην Παναγία, όταν τιμά το πρόσωπο της. Την ονόμασε Παναγία, Αειπάρθενο και Θεοτόκο. Ξεκαθάρισε έτσι τις αιρετικές διδασκαλίες και πλάνες που υπήρχαν τους τρεις πρώτους αιώνες για το πρόσωπο της Παρθένου Μαρίας.
Ας αναπτύξουμε το πρώτο, το γιατί η Εκκλησία την ονόμασε Παναγία.
Ονομάστηκε Παναγία επειδή σύμφωνα με τις αποφάσεις της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου ήταν από την αρχή της δημιουργίας μέχρι και την συντέλεια του κόσμου το καθαρότερο και αγνότερο πλάσμα που έζησε στη γη. Τρεις μεγάλοι θεολόγοι Άγιοι της Εκκλησίας μας ασχολήθηκαν με το βίο της Παναγίας μας. Είναι ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός και ο άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας και συγκλίνουν στη άποψη ότι η Μαρία δεν έγινε Παναγία, επειδή γέννησε τον Χριστό, αλλά ο Χριστός γεννήθηκε από την Μαρία, επειδή ήταν Παναγία και η διαφορά είναι σημαντική. Δηλαδή, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος θα ερχόταν ως άνθρωπος στη γη μόνο όταν θα ζούσε αυτή η γυναίκα. Εάν ζούσε σήμερα θα ερχόταν σήμερα, εάν ζούσε μετά από χίλια χρόνια θα ερχόταν μετά από χίλια χρόνια. Η παναγιότητα της Μαρίας ήταν αποτέλεσμα της βούλησης, της άσκησης και της πνευματικής καλλιέργειας της κι όχι η επιβράβευση ενός τοκετού.
Αξιώθηκε λόγω της αγιότητάς της να γεννήσει τον Θεό ως άνθρωπο, να του δώσει το αίμα της και το σώμα της και γι’ αυτό το λόγο τιμάται από την Εκκλησία ως «τιμιωτέρα και ενδοξοτέρα» πάνω από τους Αγίους κι από τους Αγγέλους. Σήμερα, που τελούμε την πρώτη Μεγάλη Παράκληση του Δεκαπενταυγούστου θα ψάλλουμε προς το πανάγιο και ζωοδόχο πρόσωπό της «Χαίρε θρόνε πυρίμορφε Κυρίου, χαίρε θεία και μανναδόχε στάμνε, χαίρε χρυσή λυχνία, λαμπάς άσβεστε…». Το ψάλλουμε γιατί στο δικό της θρόνο, στη μήτρα της δηλαδή, ενθρονίστηκε πρώτα ως άνθρωπος ο Ιησούς κι έγινε για ολόκληρο τον κόσμο το δοχείο της τροφής και η λαμπάδα η άσβεστη που συντηρεί και φωτίζει τη ζωή του καθενός μας.