Έως πότε το Έθνος μας, το οποίο ενωτίσθη και εδέχθη το μήνυμα της σωτηρίας, θα βαδίζη σε αλλοτρίας οδούς, αναρωτιέται στο Χριστουγεννιάτικο μηνυμά του ο Μητροπολίτης Πατρών κ. Χρυσόστομος και συμπληρώνει πως θεωρεί ότι τα παθήματά μας ήδη άρχισαν να γίνωνται μαθήματα.
Ολόκληρο το μήνυμα έχei ως εξής:
Παιδιά μου ευλογημένα,
Καθώς βρισκόμαστε μπροστά στο μέγα θαύμα της Θείας κενώσεως και άκρας συγκαταβάσεως του Θεού για την σωτηρία του ανθρώπου και την ανακαίνιση συμπάσης της κτίσεως, εξετάζομε την δική μας αναστροφή και την δική μας πορεία, μετά από τόσους αιώνες, από την σάρκωση του Θεού, και φεύ, διαπιστώνομε ότι ενώ «ο του Θεού Λόγος εφάπαξ κατά σάρκα γεννηθείς, αεί γεννάται θέλων κατά πνεύμα διά φιλανθρωπίαν τοις θέλουσι» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής), εμείς δεν αξιοποιούμε την ταπείνωση του Θεού, την αγάπη και την δωρεά Του. Δεν θα σταθώ στα δραματικά γεγονότα, που ταλαιπωρούν τον πλανήτη μας απ’ άκρου εις άκρον. Θα εστιάσω στον δικό μας χώρο, στην δική μας πατρίδα, η οποία ευλογήθηκε τόσο από τον Θεό, ώστε να κατέχη την αλήθεια την αποκεκαλυμμένη από Αυτόν, και στο διάβα των αιώνων να φωτίση και τους άλλους λαούς, οι οποίοι ευρίσκοντο στο σκότος της αγνοίας.
Τώρα, άραγε, σε ποιά κατάσταση ευρίσκεται η χώρα μας; Αξιοποίησε τα δώρα του ουρανού; Ζεί εν Χριστώ Ιησού; Υποδέχεται τον ενανθρωπήσαντα Σωτήρα της εν χαρά και αγαλλιάσει;
Πρόκειται για ερωτήματα που βασανίζουν το «είναι» μας ημέρα και νύκτα. Προς ενίσχυση λοιπόν της πορείας μας και πνευματικόν επανεντροχιασμόν, βάζοντας το χέρι μας «εις τον τύπον των ήλων», κάνομε ορισμένες σωτήριες, πιστεύομε, διαπιστώσεις.
Ας στρέψωμε γύρω την ματιά μας και ας δούμε την πραγματικότητα. Η ίδια η ψυχή μας και η συνείδησή μας απορούν, και μια εσωτερική φωνή έρχεται να μας ξυπνήση, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου. Έως πότε το Έθνος μας, το οποίο ενωτίσθη και εδέχθη το μήνυμα της σωτηρίας, θα βαδίζη σε αλλοτρίας οδούς; Έως πότε θα μένωμε ως ο άσωτος υιός της Ευαγγελικής περικοπής, μακράν της ακενοτομήτου διδασκαλίας του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού; Έως πότε θα ζώμεν ως υλιστές και ειδωλολάτρες, έχοντας τοποθετήση στο βάθρο του Θεού είτε τον εαυτό μας, είτε την ύλη, είτε την ηδονή; Έλειψαν δυστυχώς, εν πολλοίς, οι άνθρωποι του καθήκοντος, της ηθικής, της δικαιοσύνης, της αγάπης.
Δεν βλέπετε ότι η νεολαία μας, την οποία θελήσαμε να αναθρέψωμε, τα τελευταία έτη, μόνο με τα ξυλοκέρατα της ύλης, μακράν της Ορθοδόξου και αμωμήτου Πίστεώς μας και των αξιών, πάνω στις οποίες στηρίχθηκε όλο το οικοδόμημα του Έθνους μας, δεν βλέπετε ότι απεγοητεύθη, ότι σήπεται πνευματικώς, ότι κακοπαθεί μέσα σε μια απομακρυσμένη από τον Θεό κοινωνία; Η απογοήτευση αυτή οφείλεται στο ότι ωδηγήσαμε τα παιδιά μας μέσα από ανθρωποκεντρικά και υλιστικά παιδαγωγικά συστήματα στην απώλεια της ελπίδος και της αιώνιας ζωής.
Πότε, αγαπητοί, θα συνέλθωμε; Έως πότε θα πλανώμεθα; Πότε θα κατανοήσωμε ότι αιτία των δεινών συμφορών μας είναι η αποστασία μας από τον ενανθρωπήσαντα Θεό;
Αδελφοί μου, πολλάκις ως Αρχιερεύς της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ηθέλησα να περιγράψω την κατάσταση στην οποία ευρισκόμεθα εξ αιτίας της αρνήσεως του Θεού. Καί το έκαμα, αλλά με συστολή μεγάλη, όχι για κανένα άλλο λόγο, αλλά έχοντας την αίσθηση ότι αναγινώσκοντες κάποιοι αυτές τις διαπιστώσεις θα επέχαιρον εις βάρος μας.
Θεωρώ όμως ότι πρέπει να μιλήσωμε πλέον εις βάθος και με την γλώσσα της αλήθειας —όσο και αν αυτό μας πονάει— προκειμένου και τις πληγές να θεραπεύσωμε, και την διάδοση της πνευματικής νόσου να εμποδίσωμε.
Μελετώντας την Αγία Γραφή, διαπιστώνομε ότι προ πάσης ανορθώσεως, προηγήθη ο έλεγχος και η προφητική φωνή της Εκκλησίας. Εξ άλλου ο ίδιος ο Κύριος παραγγέλλει διά του Αποστόλου του: «Έλεγξον, επιτίμησον, παρακάλεσον» (Προς Τιμόθ. Β’, δ’, 2).
Σπεύσατε και ανοίξατε τις σελίδες της ιστορίας. Θα διαπιστώσετε ότι το Έθνος μας, οσάκις είχε εστραμμένα τα μάτια προς τον ένα και μόνο αληθινό Θεό, ήτο κραταιό και δυνατό. Οσάκις όμως εμετεωρίσθη ο νούς του, τότε έχασε τον προορισμό του, την ελπίδα του, την εμπιστοσύνη ακόμη και στον ίδιο τον εαυτό του. Άρχισε να βυθίζεται. Αλλ’ ευτυχώς, την ώρα εκείνη, ως άλλος Πέτρος καταποντιζόμενος εις την θάλασσα, εβόησε προς τον παντοδύναμο Θεό, γνωρίζοντας ενδομύχως ότι μόνον Αυτός δύναται να προσφέρη την λύτρωση και την σωτηρία: «Κύριε βοήθει μοι».
Καί η απάντηση ήτο άμεση, με την γλυκυτάτη φωνή του Κυρίου μας: «Ολιγόπιστε, εις τι εδίστασας;» (Ματθ. ιδ’, 31). Γιατί ολιγοπίστησες; Γιατί έχασες την ελπίδα σου; Σε άφησα ποτέ να καταποντισθής, να εξαφανισθής;
Γι’ αυτό ας μη απελπιζώμεθα, αδελφοί. Τα παθήματά μας πιστεύω ότι ήδη άρχισαν να γίνωνται μαθήματα. Αρκετά περιπλανηθήκαμε στις χώρες τις άβατες και άνυδρες. Αρκετά αδικήσαμε τον εαυτό μας, υποτιμώντας την θεοειδή και θεοσφράγιστη ύπαρξή μας. Το λοιπόν αδελφοί, «καιρός του ποιήσαι τω Κυρίω» (Ψαλμ. 118. 126). Η ψυχή μας αναζητά τον Σωτήρα της. Γνωρίζει ότι ο Σαρκωθείς Θεός αναμένει εν χαρά και αγαλλιάσει να του προσφέρωμε τα δώρα μας. Επιμένει να του δώσωμε τους θησαυρούς μας. Καί ιδού, ιστάμεθα ενώπιον του σαρκί φανέντος Υιού και Λόγου του Θεού, και ακούομε το ερώτημά Του, όπως ο Άγιος Ιερώνυμος: «Παιδιά μου, τι θα μου προσφέρετε σήμερα την ημέρα της γεννήσεώς μου;». Εμείς απαντάμε όπως ο Άγιος: «Κύριε τι θα μπορούσαμε να σού δώσωμε; … δεν έχομε τίποτε». Αλλά Εκείνος επιμένει: «Καί όμως έχετε κάτι που μπορείτε και πρέπει να μου το δώσετε… τις αμαρτίες σας. Αυτό είναι το καλύτερο δώρο για μένα. Δώστε μου τις αμαρτίες σας, για να τις συγχωρήσω όλες».
Ας προχωρήσωμε αδελφοί, ας πλησιάσωμε μαζί με τους Ποιμένες και τους Μάγους της Ανατολής, μαζί με όλους όσοι στο διάβα των αιώνων έφτασαν ενώπιόν Του και κατέθεσαν τον ατίμητο θησαυρό της ψυχής τους. Ας προχωρήσωμε ως πρόσωπα, ως οικογένειες, ως Κοινωνία, ως Έθνος.
Ακούετε,αδελφοί μου, την γλυκυτάτη φωνή Του; Είναι τόσο γνώριμη σε μας: «Υιέ μου, δος μοι σην καρδίαν» (Παροιμ. κγ’. 26). Μη δειλιώμεν∙ ας του απαντήσωμε ο καθείς με σπουδή και πόθο: «Κύριε λάβε την καρδία μου και άγνιζε, και κάθαρε, και ρύθμιζε αυτήν».
Σας ασπάζομαι όλους πατρικά και σας εύχομαι από τα βάθη της ψυχής μου,
Χρόνια Πολλά και Ευλογημένα!
Πανευφρόσυνα Χριστούγεννα!
Καλή Πρωτοχρονιά!
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ο Πατρών Χρυσόστομος