Ι.Μ. ΠΑΤΡΩΝ: Μέ λαμπρότητα καί συγκίνηση, ετιμήθη καί εφέτος, μάλιστα μέ τήν συμπλήρωση 200 ετών από τήν Επανάσταση τού 1821, η μνήμη τού ενδόξου Εθνοϊερομάρτυρος Γρηγορίου, Μητροπολίτου Δέρκων, ο οποίος κατήγετο από τήν Ζουμπάτα τών Πατρών, όπου εγεννήθη εκ γονέων ευσεβών Κανέλλου καί Μαλάμως.
Τών εορταστικών λαμπρών εκδηλώσεων οι οποίες πραγματοποιήθηκαν στή Ζούμπατα, στίς 4 Ιουλίου ε.έ., προέστη ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πατρών κ.κ. Χρυσόστομος, ο οποίος ετέλεσε τήν Θεία Λειτουργία στόν Ιερό Ναό Κοιμήσεως τής Θεοτόκου Ζουμπάτας καί μίλησε μέ παλμό καί συγκίνηση γιά τόν μεγάλο καί ένδοξο Ιεράρχη.
Εν συνεχεία μετέβησαν άπαντες, εν πομπή στόν τόπο όπου μέ πρωτοβουλία τού Σεβασμιωτάτου, σέ συνεργασία μέ τόν δραστήριο Πολιτιστικό Σύλλογο Ζουμπάτας, έχει στηθή η προτομή τού Εθνοϊερομάρτυρος Ιεράρχου, όπου ανεπέμφθη δέησις καί κατετέθησαν στέφανοι από τούς τοπικούς Άρχοντες.
Ψυχή τής εκδηλώσεως καί εφέτος ο φέρελπις νέος, Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος, Πρόεδρος τού Πολιτιστικού Συλλόγου Μοίρα- Ζουμπάτας, ο οποίος μαζί μέ τούς συνεργάτες του, ενδεδυμένοι μέ εθνικές ενδυμασίες, έδωσαν ιδιαίτερο τόνο στούς εορτασμούς. Συγκινητική ήτο η παρουσία τών Στρατιωτών από τήν Στρατιωτική Λέσχη Πατρών, τών Μελών τού Σκοπευτικού Ομίλου Πατρών καί τών νέων τού Πολιτιστικού Συλλόγου Σουλίου Πατρών.
Συμμετείχαν στίς εορταστικές εκδηλώσεις ο Πρόεδρος τού Περιφερειακού Συμβουλίου κ. Παναγιώτης Παπαδόπουλος, ο Πρόεδρος τού Δημοτικού Συμβουλίου κ. Παναγιώτης Μελάς ως Εκπρόσωπος τού Δημάρχου Πατρέων, η Αντιδήμαρχος κ. Αναστασία Τογιοπούλου καί άλλοι Εκπρόσωποι Αρχών καί Φορέων.
Δημοσιεύομε στή συνέχεια άρθρο τού Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρών κ. Χρυσοστόμου γιά τόν Εθνοϊερομάρτυρα Μητροπολίτη Δέρκων Γρηγόριο.
Γρηγόριος, ο αοίδιμος τών Δέρκων Μητροπολίτης, ο Εθνοϊερομάρτυς.
(200 χρόνια από τό μαρτύριό του)
Τού Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρών
κ.κ. Χρυσοστόμου.
Μετά δέους ψυχής, ατενίζοντες πρός τήν πανσεβάσμιον μορφήν τού μεγίστου εν Ιεράρχαις, εν καιροίς δυσχειμέροις διά τήν Εκκλησίαν καί τό Γένος ημών, αοιδίμου Εθνοϊερομάρτυρος Γρηγορίου Μητροπολίτου Δέρκων καί εξαιτούμενοι τήν χάριν τού Κυρίου, διά τών αγίων ευχών καί πρεσβειών αυτού, αναφερόμεθα εις τά ιστορικά καί αδιαμφισβήτητα στοιχεία τά οποία συνθέτουν τήν φωτεινήν προσωπικότητά του καί συνιστούν αυτόν αναμφιβόλως ως άγιον Ιερομάρτυρα υπέρ τής Ορθοδόξου ημών πίστεως καί γενναιότατον ήρωα υπέρ τής ελευθερίας τής Ορθοδόξου ημών Πατρίδος.
Ο τρισμακάριος αυτός πατήρ τής Εκκλησίας καί Εθνοϊερομάρτυς εγεννήθη περί τά μέσα τού 18ου αιώνος (1750 περίπου) εις τό ορεινόν χωρίον τής Επαρχίας Πατρών, ονομαζόμενον «Ζουμπάτα» εκ γονέων ευσεβών, Κανέλλου καί Μαλάμως, οι οποίοι εκαλλιέργησαν εις τήν ψυχήν αυτού ως καί τού αδελφού του Μήτρου, τήν αγάπην πρός τήν Ορθόδοξον Εκκλησίαν, αλλά καί πρός τήν Πατρίδα. Διεκρίνετο παιδιόθεν διά τε τήν ευσέβειαν, τήν ευφυίαν καί τό αποφασιστικόν τού χαρακτήρος του.
Εκ τής εφηβείας αυτού επόθησεν τήν ελευθερίαν καί εζήλωσεν τήν μοναχικήν πολιτείαν, θεωρών ότι διά τής προσευχής καί τής εις τόν Θεόν αφοσιώσεως θά ενίσχυε τήν υπόδουλον Πατρίδα καί θά ενέπνεε τούς αγωνιστάς, ώστε νά νικήσουν τόν Τούρκον κατακτητήν. Ως απεδείχθη εν τοίς πράγμασι, είχεν δίκαιον ο εκ Ζουμπάτας νεανίας.
Συνεκινείτο βαθύτατα από τάς θυσίας Κληρικών οι οποίοι ετίθεντο επικεφαλής τών αγωνιζομένων Ελλήνων, πολλάκις δέ εθυσίαζον τήν ζωή αυτών, προασπιζόμενοι τά Ιερά καί τά Όσια τού Γένους.
Διά τούτο εγκατέλειψεν, ενωρίς, τήν πατρικήν πτωχικήν εστίαν καί τήν ορεινήν ιδιαιτέραν του πατρίδα, τό ποίμνιον τών προβάτων τό οποίον εφύλασσε καί τάς άλλας ασχολίας καί εισήλθεν ίνα μονάση εις τήν Ιεράν Μονήν Αγίου Αθανασίου Φιλίων Καλαβρύτων, όπου εμόναζε καί εξ αίματος συγγενής του. Εκεί μετά τήν απαιτουμένην δοκιμασίαν, εκάρη Μοναχός.
Εις τήν Ιεράν Μονήν Αγίου Αθανασίου ο Γρηγόριος, αργότερον, εξ ευγνωμοσύνης κινούμενος καί εις μαρτυρίαν τής εκεί παραμονής του ως Μοναχού, κατεσκεύασε (διά δωρεάς του) κρήνην, ήτις φέρει τό όνομά του.
Κεκοσμημένος μέ σπάνια χαρίσματα καί πολλάς αρετάς, ο Γρηγόριος απεστάλη εκ τής ιεράς αυτού Μονής ίνα σπουδάση τά ιερά γράμματα καί τήν θύραθεν σοφίαν εις τάς φημισμένας σχολάς τής εποχής εκείνης, κατ αρχάς εις Δημητσάναν, ύστερον εις Ναύπλιον καί εν τέλει εις Κωνσταντινούπολιν, όπου επεράτωσε τάς σπουδάς αυτού εις τήν Μεγάλην τού Γένους Σχολήν.
Ουδέν τυχαίον συμβαίνει εις τήν ζωήν τών ανθρώπων, αλλά τά πάντα διέπει η Χάρις τού Θεού καί η οικονομία Αυτού. Διά τούτο καί ο Γρηγόριος ευρέθη εις Κωνσταντινούπολιν, οδηγούμενος υπό τής πανσθενουργού Χειρός τού Κυρίου.
Διακρινόμενος διά τήν μόρφωσίν του, τήν γλωσσομάθειάν του καί τό ακέραιον καί αυστηρόν αυτού ήθος, εγένετο συντόμως γνωστός εις ευρύτατον κύκλον κληρικών καί λαϊκών τής Πόλεως, ελκύσας τήν εύνοιαν καί μεγάλην εκτίμησιν αυτών.
Η φήμη του έφθασεν εις τά Πατριαρχεία, όπου εκλήθη υπό τού Πατριάρχου Σωφρονίου τού Β (1774-1780) ίνα υπηρετήση τήν Αγίαν τού Χριστού Μεγάλην Εκκλησίαν, καταθέτων τόν πνευματικόν αυτού οβολόν, εις τό ιερόν κανίσκιον τής Ορθοδοξίας, εις χρόνους καί καιρούς δυσκόλους διά τό υπόδουλον ορθόδοξον ημών Γένος.
Ο Πατριάρχης Σωφρόνιος εκτιμήσας τά ποικίλα αυτού χαρίσματα καί τάς πολλάς αρετάς, αλλά καί τήν απόφασιν ίνα θυσιάση εαυτόν υπέρ τής αμωμήτου ημών πίστεως καί τής ελευθερίας τής Πατρίδος, εισηγήθη εις τήν Πατριαρχικήν Σύνοδον τήν εκλογήν του εις Αρχιερέα καί τόν εχειροτόνησε Μητροπολίτην Λακεδαιμονίας, κατά τό έτος 1777, καταστήσας αυτόν άμα καί Συνοδικόν Μητροπολίτην καθ όλον εκείνο τό έτος, ίνα προσφέρη από τής υπευθύνου εκείνης θέσεως τάς πολλάς καί μεγάλας αυτού υπηρεσίας εις τήν Μεγάλην τού Χριστού Εκκλησίαν.
Έν έτος αργότερον έφθασεν εις τήν πολυώδυνον επαρχίαν του, όπου έτυχε συγκινητικής υποδοχής υπό τού ποιμνίου του, τό οποίον έφερε βαθύτατον ψυχικόν άλγος, απορφανισθέν, μετά τόν μαρτυρικόν θάνατον υπό τών Τούρκων, τού ηγιασμένου καί ηρωικού Ιεράρχου των Ανανίου, τόν οποίον εις τόν θρόνον διεδέχθη ο Γρηγόριος, όστις επίσης έμελεν ίνα θυσιασθή, ως κατωτέρω θά περιεγράψωμεν, υπέρ τής αγίας ημών πίστεως καί τής φιλτάτης ημών πατρίδος.
Ο νέος Ιεράρχης τής ιστορικής καί μαρτυρικής επαρχίας, φλεγόμενος από τά ίδια ιδανικά μέ τόν μάρτυρα Προκάτοχόν του, ηγωνίσθη νυχθημερόν, ώστε νά αναζωπυρώση τήν πίστιν καί τήν ελπίδα εις τάς ψυχάς τών δούλων Ελλήνων.
Η περίοδος ήτο εξόχως δύσκολος καθ όσον οι Αλβανοί τούς οποίους είχον εξαπολήσει οι Τούρκοι, έκαιον, έσφαζον καί ελεηλάτουν, ως αντίποινα διά τήν συμμετοχήν τών Ελλήνων εις τά Ορλωφικά (1770).
Άλλον μέλημα τού λαμπρού Ιεράρχου, ήτο η ενίσχυσις τών αγωνιστών Ελλήνων, τών Κλεφτών καί Αρματωλών καί η αναζωπύρωσις τής ιδέας διά τήν επανάστασιν μέ σκοπόν τήν απελευθέρωσιν τής Ελλάδος από τόν Τουρκικόν ζυγόν.
Ένεκα τής μεγάλης αυτού δράσεως καί φιλοπατρίας, ο πασάς τού Μωρέως Σαλάμπασης αποφασίζει ίνα συλλάβη καί φονεύση τόν ηρωϊκόν Ιεράρχην. Αποστέλλει πρός τούτο απόσπασμα εκ φανατικών μουσουλμάνων, οι οποίοι συλλαμβάνουν τόν αοίδιμον άνδρα καί δέσμιον τόν οδηγούν εις τήν έδραν τού πασά εις Τριπολιτσάν, όπου καί φυλακίζεται μέ τήν απόφασιν ίνα κρεμασθή, αφού δώσει πρός τούτο άδειαν ο Σουλτάνος, εις τόν πλάτανον, εις τό κέντρον τής πόλεως, όπου πλείστοι όσοι Έλληνες, Ορθόδοξοι Χριστιανοί, εύρον θάνατον φρικτόν.
Κατ οικονομίαν όμως τού Θεού, η τοιαύτη, ζητηθείσα υπό τής Υψηλής Πύλης, άδεια, ουδέποτε έφθασε καί ο Ιεράρχης μετά από φρικτά βασανιστήρια εννέα μηνών εν τή φοβερά ειρκτή, αφέθη ελεύθερος.
Ο Λαός επανηγύρισε διά τήν επιστροφήν τού πνευματικού των πατρός. Όμως η χαρά δέν διετηρήθη επί πολύ, αφού τό έτος 1790, ο οργισμένος εναντίον τού Γρηγορίου πασάς, προσπαθεί νά παγιδεύση τόν Ιεράρχην καί μέ δόλον νά τόν οδηγήση καί πάλιν εις Τρίπολιν. Ο ευφυής Γρηγόριος, ευρίσκει τρόπον ίνα δραπετεύση καί μέ τό γρήγορον άλογόν του φθάνει εις Μαραθωνήσιον (Γύθειον) καί εκείθεν μέ πλοιάριον εις Ύδραν διά νά καταλήξη εις Κωνσταντινούπολιν, όπου ο Πατριάρχης καί οι περί αυτόν τόν υποδέχονται εν χαρά καί αγαλλιάσει.
Τοποθετείται τό 1791 εις τήν επισκοπήν Βιδύνης (Βουλγαρίας), όπου νέαι βάσανοι καί αγώνες μεγάλοι αναμένουν τόν Γρηγόριον. Συνδέεται μέ τόν Πεσβάνογλου τού Βιδυνίου, ο οποίος επανεστάτησε εναντίον τού Σουλτάνου. Επίσης συνάπτει ισχυρούς δεσμούς φιλίας μετά τού Ρήγα Φεραίου. Όμως νέοι κίνδυνοι υποχρεώνουν τόν σεβάσμιον Ιεράρχην, ίνα μεταβή, μέ κίνδυνον τής ζωής του, καί πάλιν εις Κωνσταντινούπολιν, όπου τόν υποδέχεται εν συγκινήσει ο Οικουμενικός Πατριάρχης Καλλίνικος ο Ε΄, ο οποίος γνωρίζων τήν αυταπάρνησιν τού ανδρός τόν μεταθέτει εις τήν ιστορικήν καί περιώνυμον Ιεράν Μητρόπολιν Δέρκων.
Ο σεπτός, ο τίμιος, ο αγωνιστής καί πολυώδυνος Ιεράρχης, εργάζεται εις τήν ως είρηται Μητρόπολιν, από τού έτους 1801 έως τού έτους 1821, ότε μαρτυρικόν θάνατον υπέμεινε υπέρ τής δόξης τού Θεού καί τής ελευθερίας τής Πατρίδος. Καθίσταται στενώνατος συνεργάτης τού εκάστοτε Πατριάρχου, επιστηρίζων αυτόν εις ώρας δυσκόλους διά τό Γένος καί προσφέρων υπηρεσίας πολυτίμους διά τήν Εκκλησίαν καί τό Έθνος.
Φλεγόμενος από ιερόν ζήλον ίνα μορφωθούν οι Ελληνόπαιδες, εφρόντισε διά τήν ίδρυσιν σχολείων εις τήν Μητρόπολίν του, διά τήν καλλιέργειαν καί διατήρησιν τής γλώσσης καί τού ελληνορθοδόξου φρονήματος. Τά μέγιστα επίσης συνετέλεσεν, ο μακάριος ανήρ, εις τήν αναδιοργάνωσιν τής Πατριαρχικής Μεγάλης τού Γένους Σχολής.
Νούς διορατικότατος εφρόντισε διά τήν είσοδον νέων εις τάς τάξεις τού Ιερού Κλήρου, τούς οποίους ο ίδιος επαιδαγώγησεν καί εμόρφωσεν, ώστε αργότερον νά αναδειχθούν εξ αυτών καί Οικουμενικοί Πατριάρχαι, ως ο Γρηγόριος ο Στ (1835-1840 καί 1867-1871) καί Άνθιμος ο Ε (1841-1842).
Εμυήθη εις τήν Φιλικήν Εταιρείαν καί κατέστησε τήν οικίαν αυτού κέντρον συνάξεως Ελλήνων φλεγομένων υπό τού πόθου τού αγώνος διά τήν ελευθερίαν, φάρον φωτεινόν εις τήν ασέληνον νύκτα καί τόπον πνευματικής αναψυχής καί αναπαύσεως τών διωκομένων καί κατατρεγμένων υπό τών βαρβάρων κατακτητών, Ελλήνων καί άλλων Ορθοδόξων Χριστιανών.
Εις τήν οικίαν τού Γρηγορίου εγένετο η τελευταία (τρίτη) εκλογή τού Γρηγορίου τού Ε, ως Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, εκεί εύρεν καταφύγιον ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Δικαίος, ο καί παπα-Φλέσσας επικαλούμενος καί εκεί εμυήθη εις τήν Φιλικήν Εταιρείαν.
Αλλ η ώρα τής ενδόξου εξόδου εκ τής πολυταράχου καί πολυωδύνου βιοτής τού μεγάλου Ιεράρχου, ήδη πλησιάζει.
Ο υπέρ πίστεως καί πατρίδος αγωνιζόμενος Μητροπολίτης Δέρκων, επρόκειτο, τήν στενήν οδόν ίνα βαδίση, αίρων τόν σταυρόν τού μαρτυρίου, επόμενος τοίς ίχνεσι τών μεγάλων μαρτύρων τής ορθοδόξου ημών πίστεως καί τής ενδόξου ορθοδόξου ημών πατρίδος. Ο Γρηγόριος τό γνωρίζει, αλλ ουδόλως δειλιά. Μάλλον χαίρει καί αγάλλεται καί εις τόν Πατριάρχην απευθυνόμενος λέγει: «Άν δέν προφθάσωμεν νά κοινωνήσωμεν εις τήν Αγίαν Σοφίαν, θά ίδωμεν τήν δόξαν καί τήν ελευθερίαν τής Ελλάδος από τόν ουρανόν»
Τόν Φεβρουάριον τού 1821, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης διέβη τόν ποταμόν Προύθον καί ύψωσε τήν σημαίαν τής Επαναστάσεως εις τάς παραδουναβίους περιοχάς, εκδίδων τήν επαναστατικήν προκήρυξιν: «Μάχου υπέρ πίστεως καί πατρίδος».
Ο Μωρέας ανέστη καί εις τήν Αγίαν Λαύραν καί τάς Πάτρας, ο Ιεράρχης Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε τό Λάβαρον καί τήν σημαίαν τού αγώνος. Ο Σουλτάνος ήδη εταράχθη καί ζητεί από τόν Πατριάρχην εγγυήσεις, απαιτών ομήρους, ώστε νά είναι βέβαιος διά τήν υποταγήν τών ραγιάδων. Τήν 9ην Μαρτίου 1821, ο αοίδιμος Δέρκων Γρηγόριος μετέχει αντιπροσωπείας καί επισκέπτεται τόν Σουλτάνον μετά τών Μητροπολιτών, Θεσσαλονίκης Ιωσήφ, Αγχιάλου Ευγενίου, Τυρνόβου Ιωάννου, Νικομηδείας Αθανασίου, Αδριανουπόλεως Δωροθέου καί Εφέσου Διονυσίου.
Μετά από πολλήν προσευχήν ο αγιώτατος τών Δέρκων Επίσκοπος, κατορθώνει ίνα κερδίση χρόνον συνομιλών μετά τού Σουλτάνου, ώστε νά σωθούν οι Έλληνες τής Κωνσταντινουπόλεως, αλλά καί οι Αρχιερείς νά επιστρέψουν σώοι εις τό Πατριαρχείον.
Τήν 30ην Μαρτίου 1821, έφθασεν η είδησις ότι η Επανάστασις εν Πελοποννήσω εγενικεύθη.
Ο Σουλτάνος αφρίζων καί τρίζων τούς οδόντας στρέφεται εναντίον τού Πατριάρχου καί τών, ως είρηται, Αρχιερέων.
Τό Πάσχα τής Ορθοδοξίας πλησιάζει, ήδη όμως έφθασε καί τό ιδικόν των πάσχα. Τό Μέγα Σάββατον ο Πατριάρχης ερωτά τόν Γρηγόριον, διατί είναι εύχαρις καί ο ηρωϊκός καί μέγας Ιεράρχης απαντά: «Διατί Παναγιώτατε, νά λυπηθώ; Αφού συντόμως θά μεταβώ διά τής σπάθης τού δημίου από τόν πρόσκαιρον βίον εις τήν αιωνιότητα».
Καί ιδού ανέτειλε η Κυριακή τού Πάσχα. Ήτο 10η τού μηνός Απριλίου τού 1821. Τό εθελόθυτον θύμα, ο Εθνάρχης, ο Άγιος Εθνοϊερομάρτυς Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε, υπογράφει βαφαίς ερυθραίς, τό συμβόλαιον τής ελευθερίας κρεμάμενος εκ τής αγχόνης, ήτις εστήθη δι αυτόν υπό τών βαρβάρων κατακτητών, εις τήν κεντρικήν πύλην τού Πατριαρχείου.
Τήν ιδίαν ημέραν, υψιπέτες αετοί, φεύγουν μαρτυρικώς διά τήν αιωνιότητα, φέροντες τά στίγματα τού Κυρίου καί τής πολυωδύνου Ελλάδος, ο Εφέσου Διονύσιος, ο Νικομηδείας Αθανάσιος καί ο Αγχιάλου Ευγένιος.
Οι ελεύθεροι πλέον από τής πικράς δουλείας καί τού σαρκίου τά δεσμά, μακάριοι καί άγιοι Ιεράρχαι μέ πρώτον τόν Πατριάρχην Γρηγόριον, εμψυχώνουν πνευματικώς εκ τών ουρανίων σκηνωμάτων, τούς εν φυλακή οικτρώς βασανιζομένους Αρχιερείς, Δέρκων Γρηγόριον, Θεσσαλονίκης Ιωσήφ, Τυρνόβου Ιωαννίκιον καί Αδριανουπόλεως Δωρόθεον.
Θαυμάσιος πίναξ, απεικονίζων τούς εν τή φυλακή κεκλεισμένους καί φρικτώς βασανιζομένους Ιεράρχας, μέ ιστάμενον εν τώ μέσω αυτών τόν αοίδιμον Δέρκων Γρηγόριον, εμψυχώνοντα αυτούς, ευρίσκεται εις τήν Ιεράν Αρχιεπισκοπήν Αθηνών.
Ο Γάλλος Πουκεβίλ διασώζει τήν περιγραφήν τής ζοφεράς φυλακής τών Συνοδικών Αρχιερέων, ως εξής: «Σκοτεινόν δεσμωτήριον επιφυλασσόμενον εις τούς προωρισμένους διά τάς βασάνους, εφιλοξένει κατά τόν χρόνον τούτον τά μέλη τής Συνόδου. Ανοιγομένων τών θυρών του μετά μεγάλου πατάγου, αντίκρυζεν ο εισερχόμενος εν αυτώ στρέβλας, στεφάνους, σιδηρούς καί όνυχας. Είς Ουλεμάς, βοηθούμενος υπό πολλών άλλων κρατούντων λαμπάδας εκ ρητίνης, προτείνει αυτοίς τήν εξωμοσίαν, ενώ άγγελος τού Κυρίου αόρατος εις πάντας, τοποθετείται εν μέσω τών πατέρων ίνα υποστηρίζη αυτούς εν τή μάχη, εκ τής οποίας πρέπει νά εξέλθωσι νικηταί» .
Εις τάς απειλάς τών Τούρκων, ο Δέρκων απαντά ότι οι Αρχιερείς θυσιάζονται υπέρ τού ποιμνίου των, μή προδίδοντες τά ιερά καί όσια τά οποία φυλάσσουν ως θησαυρόν ατίμητον εν τή καρδία αυτών, ουδόλως δειλιώντες πρό καί αυτού τού θανάτου.
Ο Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων εις τόν εκφωνηθέντα υπ αυτού λόγον διά τούς Εθνοϊερομάρτυρας Ιεράρχας εις τήν «Γραικικήν Εκκλησίαν τής Ρωσίας» κατά τήν τέλεσιν τού μνημοσύνου των, αναφέρει: «Οι Οθωμανοί ενεθάρρυνον αυτούς δολίως καί τούς εκολάκευον, ελπίζοντες ότι διά τής πλαστής καί προσωρινής ημερότητος θέλει μαλάξη καί αυτούς αναδείξη προδότας τής πίστεως καί τού Έθνους. Αλλ οι όσιοι πρός έν βλέποντες, τό ύψος τού αξιώματος αυτών διεφύλαττον ακλόνητον καί ακράδαντον τό φρόνημα τής ψυχής. Μεταβαλόντες τήν ειρκτήν των εις ναόν, έψαλον παρρησία τούς ύμνους τής Εκκλησίας έμπροσθεν τών αγρίων δεσμοφυλάκων καί κατ αυτό πολλάκις τό μεσονύχτιον ως ο Παύλος καί ο Σίλας εις τό δεσμωτήριον τών Φιλίππων» Συνθέτει μάλιστα ο ιερώτατος Δέρκων Γρηγόριος, εντός τής φυλακής καί ύμνον πρός τήν Υπεραγίαν Θεοτόκον: «Τή Θεοτόκω οι πιστοί νύν προσπέσωμεν εν μετανοία κράζοντες καί δάκρυσι θερμοίς, λύτρωσον τούς δούλους σου τού παρόντος κινδύνου, τής αιχμαλωσίας τε καί σφαγής καί αγχόνης» Καί ο ύμνος καταλήγει μέ θερμάς προσευχάς πρός τόν Κύριο τών Δυνάμεων. «Κύριε ιδού προσπίπτομεν κλίνοντες τά γόνατα καί δεόμενοι. Ίδε τήν θλίψιν τού ταλαιπώρου γένους ημών καί κάμφθητι πρός τούς στεναγμούς τής καρδίας.
Ελέησον ημάς τυραννουμένους, οίκτειρον αδυρωμένους πρός Σέ τόν εύσπλαχνον, ιδού γάρ ήλθοσαν έθνη εις τήν κληρονομίαν σου, εμίαναν ναούς τούς αγίους σου. Ιδού οι διώκοντες ημάς ουκ απέλιπον είδος κακώσεως καί τυραννίας όπερ ουκ εποίησαν εφ ημάς. Τούς προκρίτους τού γένους ημών ως πρόβατα σφαγής εν τοίς τριόδοις κατασφάττουσι. Τούς ιερείς ημών καί ποιμένας ως ληστάς πρός τών πυλών δι αγχόνης φονεύουσι! Τάς ευκόσμους χώρας καί νήσους ημών λεηλατούσι..».
Καί τήν εξόδιον Ακολουθίαν των, αρχόμενος ο Δέρκων μετά τών άλλων, έψαλε.
Η ώρα τής λυτρώσεως καί τών στεφάνων ήδη έφθασενΤήν 3ην Ιουνίου 1821, τά ιερά υπέρ πίστεως καί πατρίδος σφάγια, οδηγούνται εις τήν αγχόνην. Ο Παπαρηγόπουλος μάς πληροφορεί:
«Ακάτιον κομίζον τά τέσσερα θύματα καί τόν δήμιον εξήλθεν εκ τού Κερατίου Κόλπου καί ήρχισε νά διαπλέη παρά τήν Ευρωπαίκήν παραλίαν τού Βοσπόρου. Οι τρείς τού Δέρκων σύντροφοι ήσαν οπωσούν επτοημένοι, αλλ΄ αυτός αγέρωχος πάντοτε παρεμύθει τούς άνδρας καί ενεθάρρυνε καί έψαλεν τήν νέκρωσιμον ακολουθίαν. Όταν προσωρμίσθη τό ακάτιον εις Αρναούτκιοϊ, πρώτος απήχθη εις τήν αγχόνην ο Τυρνόβου. Τήν στιγμήν ταύτην οι άλλοι απέστρεψαν τούς δακρύοντες οφθαλμούς τους, ο δέ Δέρκων όρθιος ιστάμενος καί παρακολουθών τό θύμα μέχρι τής τελευταίας περιπετείας τού θανάτου, ανέκραξε διά τής στεντορείας αυτού φωνής «Μακαρία η οδός ή πορεύη σήμερον ότι ητοιμάσθη σοι τόπος αναπαύσεως». Κατά τά αυτά απαραλλάκτως εγένετο εις Μέγα Ρεύμα, όπου απηγχονίσθη ο Αδριανουπόλεως καί εις Νεοχώριον όπου τόν αυτόν έλαβε θάνατον ο Θεσσαλονίκης. Ο Δέρκων, καίπερ υπεραβδομηκοντούτης, επήδησεν ελαφρός καί θαρραλέος εις τήν αποβάθραν (τών Θεραπειών) ως άν απήρχετο εις θρίαμβον».
Εις τήν οδόν πρός τό μαρτύριον απευθυνόμενος πρός τούς αδελφούς του καί συμμάρτυρας Αρχιερείς έλεγεν:
«Μή δειλιάσητε αδελφοί, βαδίσατε γενναίοι τήν οδόν τής αθλήσεως. Εντός ολίγου θά συναντηθώμεν εν τή Ουρανίω Βασιλεία τού Σωτήρος ημών»
Είδε τό μαρτύριον δι αγχόνης τού Μητροπολίτου Τυρνόβου εις Αρναούτκιοϊ καί τού Αδριανουπόλεως εις Μέγα Ρεύμα καί τού Θεσσαλονίκης εις Νεοχώριον. Τούς εσταύρωσε μέ τό ηγιασμένον χέρι του τρείς φοράς καί ατενίζων πρός τόν ουρανόν, δι ένα έκαστον, εξ αυτών έψαλε τό, «Μετά τών Αγίων ανάπαυσον Χριστέ τήν ψυχήν τού δούλου σου»
Ταύτας τάς λεπτομερείας εδιηγήθη ο δήμιος αυτού, όστις ήτο εξωμότης Χριστιανός καί μετά ταύτα συγκλονισθείς, προσήλθεν εις τό Πατριαρχείον γονυπετής τήν συγγνώμην εκζητών.
Παρέμεινεν άταφον τό σεβάσμιον λείψανόν του επί τρείς ημέρας, κρεμάμενον έμπροσθεν τής Μητροπόλεως. Τήν νύκτα εφαίνετο ολοφώτεινον καί εις αυτούς τών βαρβάρων τούς οφθαλμούς. Εν συνεχεία παρεδόθη εις τόν βάρβαρον όχλον, εποδοπατήθη εις τάς οδούς καί τάς ρύμας καί ερρίφθη εις τά νερά τού Βοσπόρου. Η θάλασσα τής σκλάβας Πόλης εγένετο ο υγρός τάφος τού Εθνοϊερομάρτυρος Ιεράρχου.
Έν έτος αργότερον, τήν 10ην Απριλίου 1822, κατά τό ιερόν μνημόσυνον τού Εθνοϊερομάρτυρος Γρηγορίου τού Ε, ο Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων, αναφερόμενος εις τόν μέγαν Ιεράρχην, Γρηγόριον Δέρκων, τόν ήρωα καί μάρτυρα, υπέρ πίστεως καί πατρίδος, έλεγε.
«Ώ μεγάλε τών Δέρκων καί τής Αγίας Συνόδου φωστήρ, ώ Γρηγόριε, τό καύχημα τής Πελοποννήσου καί πάσης Ελλάδος, η λαμπάς τής Εκκλησίας καί τής Θεολογίας, η σάλπιξ τού θείου κηρύγματος. Ποιμήν αγαθέ, τού οποίου τάς αρετάς καί τούς αγώνας καί τούς κινδύνους μαρτυρούσιν η Λακεδαίμων, η Βιδύνη καί οι Δέρκοι, τρείς επαρχίαι, τάς οποίας μίαν μετά τήν άλλην εποίμανας ενδόξως καί θεοφιλώς»
Αυτός ήτο ο μέγας τώ όντι, Μητροπολίτης Δέρκων Γρηγόριος, ο επ αρετή, οσιότητι βίου, ανδρεία καί μαρτυρίω διακριθείς καί υπό πάντων τιμηθείς καί άχρι τού νύν τιμώμενος καί ως άγιος εν τή πατρίδι αυτού καί τή Ιερά τών Πατρών Μητροπόλει, υπό πάντων μακαριζόμενος.
Εις τήν γενέτειράν του Ζουμπάταν, υπάρχει η εικών αυτού ιστορηθείσα από παλαιών ετών, εις ήν φέρει ο Εθνοϊερμάρτυς πέριξ τής ιεράς καί σεβασμίας αυτού κεφαλής φωτοστέφανον, διότι ως Εθνοϊερομάρτυς είχον καί έχουν εν τή συνειδήσει αυτών ό τε ιερός Κλήρος καί ο ευσεβής Λαός, τής κατά Πάτρας Εκκλησίας.
Κατ έτος, εις τόν Ιερόν Ναόν τής Κοιμήσεως τής Θεοτόκου τής γενετείρας αυτού Ζουμπάτας, από τής εγκαταστάσεως ημών εν τή Ιερά Μητροπόλει τών Πατρών, τελούμεν τήν Θείαν Λειτουργίαν καί εν συνεχεία λαμπράς εκδηλώσεις τιμής καί μνήμης διά τόν Εθνοϊερομάρτυρα Δέρκων Γρηγόριον.
Εφιλοτεχνήθη δέ, εν συνεργασία τής Ιεράς Μητροπόλεως μετά τού Πολιτιστικού Συλλόγου τού χωρίου, η προτομή τού μεγάλου Ιεράρχου καί ετοποθετήσαμεν αυτήν εις τήν είσοδον τής ιδιαιτέρας αυτού πατρίδος. Κατ έτος δέ στεφανώνωμεν άνθεσι καί στεφάνοις εκ δάφνης αυτήν εις ένδειξιν τιμής καί ευγνωμοσύνης πρός τόν μεγάλον Ιεράρχην, τόν οποίον εχαρακτηρίσαμεν εις ομιλίαν ημών, «Λέοντα τής Ορθοδοξίας καί τής Ελλάδος».
Αιωνία αυτού η μνήμη.