Toυ Μητροπολίτου Αυλώνος ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ – Η αμαρτωλή γυναίκα, που κατακλύζει σαν παρουσία και γεγονός τα τροπάρια της Αγίας και Μεγάλης Τρίτης, «η απεγνωσμένη διά τον βίον και επεγνωσμένη διά τας πράξεις» στο σπίτι του Σίμωνα, που ήταν πρώτα λεπρός, στη Βηθανία βουβαίνει τους συνδαιτημόνες και τους αναγκάζει να την ακολουθήσουν σιωπηλοί στην πράξη της. Τους αιχμαλωτίζει, για να τους υψώσει στο μεγαλείο της ανυπόκριτης αγάπης.
Αυτή η γυναίκα «η δυσώδης (η βρωμερή πνευματικά) και βεβορβορωμένη (η πνευματικά σαν λάσπη)» πήγε στο σπίτι του Σίμωνα του λεπρού την ώρα του δείπνου, κρατώντας αλάβαστρο με πολύτιμο μύρο. Αφού έσπασε το πολυτελές αυτό σκεύος, έπλυνε τα πόδια του Χριστού με μύρο και δάκρυα και, αφού έλυσε τα μαλλιά της, σφούγγισε με αυτά τα πόδια Του. «Διάλυσον το χρέος (τις αμαρτίες μου), όπως εγώ έλυσα τα μαλλιά μου και σφούγγισα με αυτά τα πόδια Σου».
Μονάχα τον Χριστό δεν άγγιξε η έκπληξη εκείνης της επίσκεψης. Αυτός τα γνωρίζει όλα. Αυτός γνώριζε εκείνο που επρόκειτο να συμβεί. Ίσως και ο Ίδιος να είχε σκηνοθετήσει αυτή την πράξη, για να διδάξει τους Μαθητές τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να αγαπούν τον Διδάσκαλο!
Ο Θεάνθρωπος έζησε στο χρόνο από αγάπη για τον άνθρωπο. Η ανώνυμη αυτή γυναίκα της Βηθανίας μάκρυνε τη χρονική στιγμή με την αγάπη της για τον Κύριό της Ιησού Χριστό. Άρα δεν είναι η αξία του μύρου που κλείνεται στο αλαβάστρινο βαρύτιμο σκεύος που θα διαφημίζει την πράξη της Βιθανίας, αλλά η ίδια η αξία της πράξης.
Αλήθεια, γιατί μετανόησε η αμαρτωλή αυτή γυναίκα; Η ιερή υμνολογία πως μεταφράζει αυτή την αξιοζήλευτη πράξη; «Σε τον της Παρθένου Υιόν, πόρνη επιγνούσα Θεόν…». «Την σην αισθανομένη Θεότητα» θα πεί στο Θεό για λογαριασμό αυτής της αμαρτωλής στο αποψινό τροπάριο η Κασσιανή μοναχή που το έγραψε. Η αίσθηση ότι ο Ιησούς ήταν Θεός είναι το κίνητρο και το μέτρο αυτής της μετάνοιας.
Όπως εμείς δεν μπορούμε να βρούμε και να μετρήσουμε την «έκταση» της αγάπης του Κυρίου για μας, έτσι και Εκείνος θα πρέπει να μη βρίσκει όχι μόνον υπολογισμούς και σκιές συμφέροντος στην αγάπη μας, για Αυτόν, αλλά, εάν είναι δυνατό, ούτε μέτρο ικανό να τη μετρήσει!.. Γιατί εκείνο το δοχείο του μύρου, όχι απλά συμβολίζει, αλλά είναι το μυροδοχείο της ανθρώπινης καρδιάς!..
Η Εκκλησία σήμερα δίνει την άφεση των αμαρτιών στον καθένα που μετανοεί ειλικρινά, γιατί για την Εκκλησία η αμαρτία δεν είναι νομική υπόθεση, αλλά ένα υπαρκτικό γεγονός. Δεν είναι απλή παράβαση, αλλά η έμπρακτη άρνηση του ανθρώπου να είναι αυτό που «κατά φύσιν» είναι, δηλαδή Εικόνα και φανέρωση του Θεού. Ο άνθρωπος είναι πρόσωπο σε σχέση και κοινωνία αγάπης με τον προσωπικό Θεό και τα πρόσωπα των συνανθρώπων του.
Η Εκκλησία δεν προβάλλει την ιδέα ή τη διδαχή της μετάνοιας, αλλά ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, αυτό το συγκλονιστικό μέγεθος ζωής που είναι η πόρνη της Βηθανίας. Και όμως! Στην ολοφώτεινη εικόνα της αγάπης της αμαρτωλής αυτής γυναίκας υπάρχει μια σκιά. Η διαμαρτυρία των Μαθητών και του Ιούδα. Η διαμαρτυρία των Μαθητών βρίσκεται στον σκεπτικισμό της καρδιάς τους και του Ιούδα στον πυθμένα της φιλαργυρίας. Πάντως κανένας εκείνο το βράδυ δεν κατάλαβε, εκτός από τον Κύριο, βέβαια, το νόημα της προσφοράς της πόρνης.
«Ότε η αμαρτωλός προσέφερε το μύρον, τότε ο Μαθητής συνεφώνει τοις παρανόμοις, η μεν έχαιρε κενούσα το πολύτιμον, ο δε έσπευδε πωλήσαι τον ατίμητον. Αύτη τον δεσπότη επεγίγνωσκεν, ούτος του δεσπότου εχωρίζετο, αύτη ηλευθερούτο και ο Ιούδας δούλος εγεγόνει του εχθρού. Δεινόν η ραθυμία· μεγάλη η μετάνοια! Ην μοι δώρησαι Σωτήρ, ο παθών υπέρ ημών και σώσον ημάς».