Το πρωί της Τετάρτης 14 Νοεμβρίου 2018 συνεκλήθη εκτάκτως Ιερατική Σύναξη της Ι.Μ. Κερκύρας, υπό του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων κ. Νεκταρίου, στο Πνευματικό Κέντρο.
εκδόθηκε το κάτωθι ψήφισμα:
“Οι ιερείς της Ιεράς Μητροπόλεως Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων συμμετείχαμε σε έκτακτη ιερατική σύναξη η οποία έγινε υπό την προεδρία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ. Νεκταρίου την Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2018 στο Πνευματικό Κέντρο της τοπικής μας Εκκλησίας. Θέμα της συνάξεως ήταν οι εξελίξεις οι οποίες αφορούν τόσο την επικείμενη συνταγματική αναθεώρηση, όσο και την θέση μας στην ελληνική κοινωνία, ύστερα από την αιφνίδια ανακοίνωση προθέσεως συμφωνίας μεταξύ του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελάδος κ. Ιερωνύμου και του Πρωθυπουργού κ. Τσίπρα.
Οι ιερείς, ύστερα από συζήτηση και κατάθεση προβληματισμών, ομοφώνως εγκρίνουμε και υπογράφουμε το κάτωθι ψήφισμα:
Εκφράζουμε την βαθιά ανησυχία μας και την αντίθεσή μας στην πρόταση του κυβερνώντος κόμματος για αναθεώρηση του άρθρου 3 του Συντάγματος της χώρας μας με την εισαγωγή της πρότασης: «Η Ελληνική Πολιτεία είναι θρησκευτική ουδέτερη». Κατ’ αρχάς η δήλωση αυτή διαγράφει με τον πλέον επίσημο τρόπο ένα συστατικό στοιχείο της ταυτότητας της πατρίδος μας, όπου Πολιτεία και Εκκλησία πορεύονται από τα χρόνια του Βυζαντίου με συναλληλία. Η θρησκευτική ουδετερότητα της ελληνικής πολιτείας θα έχει άμεσες συνέπειες στον τρόπο λειτουργίας του κράτους έναντι των παραδόσεων του λαού μας, οι οποίες είναι κατοχυρωμένες θεσμικά. Είναι πιθανόν να καταργηθούν για παράδειγμα από επίσημες εορτές του κράτους οι εορτές της πίστεώς μας, όπως τα Χριστούγεννα, τα Θεοφάνεια, η Κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου, η μνήμη των τοπικών Αγίων, με ο,τι αυτό συνεπάγεται για τις αργίες από την εργασία, από τα μαθήματα των σχολείων, από το δικαίωμα στολισμού των πόλεων, από την τέλεση λιτανειών, εφόσον όλες αυτές οι εκδηλώσεις θα θεωρούνται στοιχεία του ιδιωτικού βίου των ανθρώπων και όχι της δημόσιας παράδοσης. Παράλληλα, δεν αποκλείεται να τεθούν ζητήματα όπως η αφαίρεση του σταυρού και των εικόνων από δημόσιους χώρους, από τα σχολεία, τα δικαστήρια, ενώ και το μάθημα των Θρησκευτικών αυτομάτως θα μετατραπεί σε Θρησκειολογία.
Η μέχρι τώρα συμπόρευση Πολιτείας και Εκκλησίας είναι σύμφωνη με τα πατροπαράδοτα του λαού μας, ενώ ουδέποτε ετέθη ζήτημα παραβίασης της θρησκευτικής ελευθερίας και όλων των δκαιωμάτων των ετεροδόξων, των αλλοθρήσκων, των θρησκευτικώς αδιαφόρων, των αθέων, καθότι προστατεύονται επαρκώς από το άρθρο 13 του υφιστάμενου Συντάγματος.
Επικρατούσα θρησκεία σημαίνει μέχρι σήμερα ότι η πολιτεία αναγνωρίζει ως θρησκεία του κράτους την πίστη της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας, την οποία ακολουθεί η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων. Όπως παρατηρεί, άλλωστε, ο Σεβασμιωτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος: «Η Ελληνική Πολιτεία δεν μπορεί να είναι θρησκευτικά ουδέτερη όταν είναι υποχρεωμένη να προστατεύση την μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης, βάσει της συνθήκης της Λωζάννης».
Διαμαρτυρόμεθα λοιπόν για την πρόταση και ζητούμε το άρθρο 3 να παραμείνει ως έχει.
Σε ο,τι αφορά στο θέμα της μισθοδοσίας του κλήρου εκφράζουμε την βαθιά ανησυχία μας για την ανακοινωθείσα πρόθεση συμφωνίας για τους κάτωθι λόγους:
α. διότι έγιναν διαπραγματεύσεις εν κρυπτώ μεταξύ του Αρχιεπισκόπου και του πρωθυπουργού, ωσάν η Εκκλησία της Ελλάδος να μην διοικείται από την Σύνοδο της Ιεραρχίας, αλλά μόνον από τον Αρχιεπίσκοπο. Την ίδια στιγμή, για ένα θέμα το οποίο έχει άμεσες συνέπειες στην ζωή τόσο ημών των ιδίων όσο και των οικογενειών μας, καθότι οι περισσότεροι είμαστε έγγαμοι και γονείς, ο Αρχιεπίσκοπος εφάνη σαν να μην ενδιαφέρεται για την γνώμη μας, σαν να μην ενδιαφέρεται για τους ιερείς, τα παιδιά του, τα παιδιά όλων των επισκόπων!
β. Η όλη μεθόδευση της συμφωνίας είναι το ευχαριστώ για το ότι επί δέκα χρόνια στα οποία εκράτησε και κρατά η οικονομική κρίση στην πατρίδα μας, η Εκκλησία και ιδιαίτερα οι ενορίες και οι ιερείς, ως αχθοφόροι της αγάπης, τρέξαμε και θα συνεχίσουμε να τρέχουμε προκειμένου να συλλέξουμε τον επιούσιο άρτο των ανθρώπων που μαστίζονται από την κρίση και έχασαν την αξιοπρεπή ζωή και διαβίωσή τους. Οι ιερείς, είτε με τα συσσίτια, είτε με τα κοινωνικά παντοπωλεία, με την συγκέντρωση ρούχων και φαρμάκων προσπαθήσαμε να στηρίξουμε το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας, για να μην καταρρεύσει. Το μεγαλύτερο προνοιακό έργο της πατρίδας μας το έχει αναλάβει η Εκκλησία και οι προνοιακές μονάδες είναι οι άριστες, σε σύγκριση μάλιστα και με τις κρατικές. Αντί του μάνα λοιπόν χολή; Αντί του ευχαριστώ ο διωγμός και ο εμπαιγμός;
γ. Η όλη επιχειρηματολογία περί της προθέσεως συμφωνίας στηρίζεται ουσιαστικά στο ότι το ελληνικό κράτος δεν έχει αναγνωρίσει επίσημα ότι οφείλει στην Εκκλησία της Ελλάδος αποζημίωση για την αναγκαστική απαλλοτρίωση της περιουσίας της, και γι’ αυτό χορηγεί τους μισθούς των κληρικών. Όταν όμως το ελληνικό κράτος εν τοις πράγμασι (de facto) χορηγεί αυτήν την μισθοδοσία, με πρώτη απόφαση της Δ’ Εθνοσυνέλευσης του 1829 και με οριστική καταβολή των υπεσχημένων από το 1945 (μέρους του μισθού), το 1968 (πλήρης εξομοίωση των κληρικών με τους υπόλοιπους δημοσίους υπαλλήλους) και το 2013 με την ένταξη των κληρικών στην Ενιαία Αρχή Πληρωμών, τι άλλο μαρτυρεί παρά την αναγνώριση εκ μέρους της Ελληνικής Πολιτείας ότι οφείλει στην Εκκλησία;
Σκόπιμα (;) ο Αρχιεπίσκοπος σπεύδει να χαιρετίσει την συμφωνία ως την πρώτη επίσημη αναγνώριση από την πλευρά του κράτους ότι μισθοδοτεί τον κλήρο αντί της περιουσίας που απαλλοτρίωσε. Μήπως όμως η έμμεση παραίτηση της Εκκλησίας από όποιο δικαίωμα άλλης αποζημίωσης, έστω και με αμφίβολα αποτελέσματα (αν και η απόφαση του Ευρωπαικού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων το 1994 για την μοναστηριακή περιουσία, διά της οποίας δικαιώθηκαν οι Μονές που προσέφυγαν σ’ αυτό εναντίον του ελληνικού κράτους που επεχείρησε να απολλοτριώσει για μία ακόμη φορά τις περιουσίες τους με τον νόμο Τρίτση του 1987, δείχνει ότι όταν υπάρχει θέληση, προετοιμασία και αποφασιστικότητα όλα γίνονται), λύνει τα χέρια του κράτους για να φανεί επιλήσμον για μία ακόμη φορά;
δ. Πόσο βέβαιοι και ήσυχοι μπορούμε να είμαστε για την απόδοση της επιδότησης με την οποία το ελληνικό κράτος θα καλύψει τους μισθούς των κληρικών, όταν διαπιστώνουμε καθημερινά ότι όπου υπάρχει ο τρόπος της επιδότησης, αυτή δεν καταβάλλεται πάντοτε πλήρως και στην ώρα της; Γιατί δεν αρκούμαστε στην καταβολή των μισθών μας από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών, διά της οποίας ο,τι ισχύει για τους άλλους κρατικούς υπαλλήλους ισχύει και για μας, κάτι που μας απάλλαξε από το άγχος της επιβίωσης, δίδοντάς μας την δυνατότητα να αφοσιωθούμε απρόσκοπτα στα καθήκοντά μας;
ε. Γιατί να υπάρξει διαχωρισμός ανάμεσα στους ιερείς της Εκκλησίας της Ελλάδος και στους ιερείς της Κρήτης και των Δωδεκανήσων, όπως δυστυχώς αφήνεται να διαφανεί σχετικά με την συμφωνία; Δύο ταχυτήτων ιερείς θα υπάρξουν: αυτοί που θα περιμένουν την επιδότηση και αυτοί που θα ανήκουν στην Ενιαία Αρχή Πληρωμών. Μήπως στην συνέχεια θα υπάρξουν και δύο καθεστώτα εκκλησιαστικής εκπαίδευσης, αυτά των Ακαδημιών Αθήνας, Θεσσαλονίκης και Ιωαννίνων, στα οποία οι διδάσκοντες και το προσωπικό θα πληρώνονται με επιδότηση, και της Κρήτης, στο οποίο οι πληρωμές θα γίνονται από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών; Μήπως θα υπάρξουν και δύο περιεχόμενα του μαθήματος των Θρησκευτικών, δύο τρόποι αναγνωρίσεως των Μητροπολιτών κ.ο.κ. Τραγελαφικές καταστάσεις…
στ. Διαμαρτυρόμαστε για τον χαρακτηρισμό ότι με την συμφωνία «θα αποτινάξουμε την ρετσινιά του δημοσίου υπάλλήλου». Το ότι τύποις δεν είμαστε «δημόσιοι υπάλληλοι» αλλά «θρησκευτικοί λειτουργοί», το γνωρίζουμε. Το ότι στην ουσία ουδέποτε συμπεριφερόμαστε και λειτουργούμε ως «δημόσιοι υπάλληλοι», με την κακή έννοια του όρου, δηλαδή ως ανεύθυνοι, αδιάφοροι, κακοί επαγγελματίες, οι οποίοι κοιτούμε μόνο το ωράριο και τον μισθό μας, το γνωρίζει τόσο ο επίσκοπός μας όσο και ο λαός τον οποίο διακονούμε από φυλακής πρωίας μέχρι νυκτός, χωρίς αργίες, χωρίς Κυριακές, χωρίς να επικαλεστούμε ωράρια, με στερήσεις, κάποτε και με παραμέληση των παιδιών μας. Προτιμούμε όμως να είμαστε «δημόσιοι υπάλληλοι» με την έννοια ότι υπηρετούμε το κοινό καλό και επιστρέφουμε στο πολλαπλάσιο στην πολιτεία που μας χορηγεί τον μισθό μας, κοινωνικό, ηθικό, υλικό, πνευματικό καλό, με πνεύμα προσφοράς και θυσίας, καθώς και διάσωσης των πατροπαράδοτων του τόπου μας, όπως κανένας άλλος δημόσιος θεσμός!
ζ. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία ισχύουν η ελευθερία του λόγου, «η των πλειόνων ψήφος», αλλά και η πειθώ και ο διάλογος και όχι «η ενός ανδρός αρχή». Ζητούμε λοιπόν από την Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος να μην συναινέσει στην πρόθεση συμφωνίας, για την οποία, αληθινά τι εμπαιγμός, τόσο ο πρωθυπουργός όσο και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, αλλά και άλλα αρμόδια χείλη, θεώρησαν ότι είναι ήδη συμφωνία, καθώς διακήρυξαν την πρόθεσή τους να προκηρύξουν την πρόσληψη 10.000 δημοσίων υπαλλήλων στην θέση ημών, τους οποίους κατά τα άλλα η δική μας φυσική ηγεσία μας θεωρεί «μη δημόσιους υπάλληλους»!
Εξουσιοδοτούμε τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη μας κ. Νεκτάριο, ο οποίος ως αληθινός πατέρας από την πρώτη στιγμή που πληροφορήθηκε τα της συμφωνίας εξέφρασε την συμπαράσταση, το ενδιαφέρον και την αγωνία του για μας και τις οικογένειές μας, όπως πράττει αδιαλείπτως εδώ και δεκαέξι χρόνια, να μεταφέρει τις θέσεις μας στην Ιεραρχία και να υπερασπιστεί όχι δικαιώματα μόνο, αλλά κυρίως την τιμή προς τα πρόσωπά μας την οποία επέδειξαν όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις και που η παρούσα δείχνει ότι θέλει να θέσει σε αμφισβήτηση”.
ΟΙ ΙΕΡΕΙΣ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ, ΠΑΞΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΠΟΝΤΙΩΝ ΝΗΣΩΝ