Σε μία άρτια οργανωμένη εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στον πρώτο όροφο του κτηρίου Παναγιωτόπουλου τελέστηκαν τα εγκαίνια της εκθέσεως παρουσιάσεως και προβολής των εκδόσεων των τελευταίων 40 ετών (1978 – 2018) της Ιεράς Μητροπόλεως Καλαβρύτων, η οποία στεγάζεται στο ισόγειο του πρώην αρχοντικού τής πόλεως του Αιγίου.
Οπως αναφέρει ανακοίνωση της Μητρόπολης: “Στον ίδιο δε χώρο, με τις ευλογίες τού Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ. Αμβροσίου, έγινε και η παρουσίαση του συνόλου των εκδόσεων καθώς και του βιβλίου «Ο Μητροπολίτης Σηλυβρίας Αιμιλιανός Τιμιάδης (1916 – 2008)» (με την παράλληλη προβολή διαφανειών που επιμελήθηκε ο καθηγητής Μουσικής κ. Παναγιώτης Σπηλιόπουλος), παρουσία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βρεσθένης κ. Θεοκλήτου, πλήθους ιερέων, εκπροσώπων των τοπικών Αρχών και συλλόγων – φορέων, οι οποίοι ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση της Ιεράς Μητροπόλεώς μας.
Η εκδήλωση ξεκίνησε με την παρουσίαση των εκδόσεων από την φιλόλογο κ. Γεωργία Καλύβα, η οποία στον πρόλογό της δήλωσε κατάπληκτη από τον όγκο αλλά και τη σπουδαιότητα των συγγραφικών έργων που συνάντησε, τα οποία, όπως είπε, καλύπτουν ένα τεράστιο φάσμα περιέχοντας θέματα πνευματικής υφής, άκρως ενημερωτικά και εποικοδομητικά.
«Αυτό που μου έκανε επίσης εντύπωση είναι πως όλες οι εκδόσεις είναι εκτυπωμένες σε αρίστη ποιότητα, ενώ τα κείμενά τους είναι ευχάριστα και πολύ ελκυστικά στον αναγνώστη, γραμμένα σε προσιτή γλώσσα, έτσι ώστε να καθίσταται κατανοητός ο Πατερικός Λόγος», ανέφερε μεταξύ άλλων η κ. Καλύβα, για να καταλήξει σημειώνοντας πως πολλά από αυτά τα συγγραφικά έργα αποστέλλονται στο εξωτερικό ώστε ΄΄μέσα από την αύρα πνευματικότητας και το άρωμα πατρίδας΄΄ να γίνεται γνωστό στους συμπατριώτες μας το έργο της Ιεράς Μητροπόλεως.
Αμέσως μετά, και αφού πρώτα τη… σκυτάλη της εκδήλωσης πήραν οκτώ μέλη της Σχολής Βυζαντινής Μουσικής που υπό τη διεύθυνση του κ. Βασιλείου Μπίκου έψαλαν εκκλησιαστικούς ύμνους, ακολούθησε η παρουσίαση του βιβλίου «Ο Μητροπολίτης Σηλυβρίας Αιμιλιανός Τιμιάδης (1916 – 2008)» από τον φιλόλογο – θεολόγο κ. Παναγιώτη Αχιλλιά και την φιλόλογο – ιστορικό κ. Βάνα Μπεντεβή.
Ο κ. Αχιλλιάς αναφέρθηκε αρχικά στο περιεχόμενο του συγκεκριμένου βιβλίου, το οποίο απαρτίζεται από πέντε ενότητες, με την πρώτη να περιλαμβάνει την αυτοβιογραφία του, τη δεύτερη τα βασικά σημεία των συγγραμμάτων του, την τρίτη χειρόγραφα όπου τονίζεται η πνευματική αγωνία του Μακαριστού Επισκόπου σχετικά με τα σύγχρονα κοινωνικά προβλήματα, την τέταρτη εμπειρίες συνεργατών του και την πέμπτη κατάλογο των εκδοθέντων βιβλίων του.
« Ένα είναι σίγουρο: Πως ο κυρός Αιμιλιανός θα μείνει στην Ορθοδοξία ως παράδειγμα ενός πάμφτωχου προσφυγόπουλου που κατάφερε, παρά τις τεράστιες δυσκολίες που συνάντησε στη ζωή του, να αναδειχθεί σε έναν σπουδαίο κοινωνικό άνδρα ευρωπαϊκής εμβέλειας! Γι’ αυτό και εμείς, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να παρακαλούμε και να προσευχόμαστε ώστε η Εκκλησία μας να συνεχίσει να… παράγει τέτοιους ΄΄Αιμιλιανούς΄΄, ώστε να επιτελεί το κοινωνικό της έργο βοηθώντας έτσι τον σύγχρονο αποπροσανατολισμένο άνθρωπο», κατέληξε ο κ. Αχιλλιάς.
Από την πλευρά της η κ. Μπεντεβή θέλησε ξεκινώντας να κάνει ιδιαίτερη αναφορά στο συγγραφικό έργο του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας, το οποίο για πολλούς παραμένει άγνωστο. «Θεώρησα χρέος μου να γνωστοποιήσω το έργο τού Ποιμενάρχου μας, το οποίο αριθμεί 19 τίτλους βιβλίων θεολογικού και συμβουλευτικού περιεχομένου, αλλά και 270 τίτλους άρθρων – μελετών πάνω σε θρησκευτικά, κοινωνικά και ιστορικά ζητήματα, όπου ο κ. Αμβρόσιος εκφράζει την αγωνία του για το πού οδηγείται ο σημερινός Ορθόδοξος Χριστιανός, ο ιερός Κλήρος, μα κυρίως οι νέοι μας», είπε η κ. Μπεντεβή, χαρακτηρίζοντας τον Σεβασμιώτατο ως «αποκάλυψη συγγραφέως».
«Αποκάλυψη συγγραφέως όμως ήταν και ο Μακαριστός Αιμιλιανός ο οποίος άφησε ως παρακαταθήκη ένα πλούσιο συγγραφικό έργο που περιλαμβάνει 149 τίτλους, εκ των οποίων οι 104 είναι ξενόγλωσσοι και οι 45 στην ελληνική γλώσσα, εκφράζοντας τις ίδιες αγωνίες με τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη μας κ. Αμβρόσιο. Τόσο το έργο του όσο και η προσωπικότητά του λαμβάνουν τον χαρακτήρα του οικουμενικού, καθώς η μακροχρόνια παρουσία του στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών τού έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσει ηγέτες πολλών άλλων θρησκειών, να ανταλλάξει απόψεις και να επισημάνει τις ελλείψεις της σημερινής Ορθόδοξης Εκκλησίας, παρέχοντας συμβουλές για την καλυτέρευση της καθημερινής ζωής του Ορθόδοξου Χριστιανού και δίδοντας τις βάσεις για το μέλλον των νέων ανθρώπων», σημείωσε η κ. Μπεντεβή, χαρακτηρίζοντας τον Μακαριστό Μητροπολίτη Σηλυβρίας ως μία… καθηλωτική προσωπικότητα που θα μείνει για πάντα στην εκκλησιαστική Ιστορία!
Εν συνεχεία τον λόγο έλαβε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βρεσθένης κ. Θεόκλητος, λέγοντας πως ο κυρός Αιμιλιανός ήταν ένας πραγματικός άνθρωπος αγάπης που αγαπούσε τη δημιουργία του Θεού, διότι απλούστατα πίστευε σε Αυτόν. «Ήταν ένας ακραιφνής ιδεολόγος και θεολόγος, πατριώτης και Έλληνας! Εμείς δε, που ασχολούμαστε με τους εκκλησιαστικούς ηγέτες, ξέρουμε να εκτιμήσουμε την παρουσία του στη ζωή μας αλλά και στη ζωή της Εκκλησίας μας», τόνισε ολοκληρώνοντας ο κ. Θεόκλητος.
Την εκδήλωση έκλεισε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Αμβρόσιος, ο οποίος αφού πρώτα συνεχάρη την «ψυχή» της εκδήλωσης αλλά και της εκθέσεως, Αρχιμανδρίτη Ιωακείμ Βενιανάκη και τους συνεργάτες του, είπε πως είχε την ευκαιρία να θαυμάσει και πάλι εκδόσεις που μέσα στο πέρασμα του χρόνου είχε ξεχάσει και «τις οποίες όλα αυτά χρόνια ο Θεός μάς αξίωσε να κυκλοφορήσουμε προκειμένου να δοξάζουμε το όνομά Του».
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε τόσο στο βιβλίο «Το Δράμα των Καλαβρύτων» (περιέχει μαρτυρίες – επιστολές τού Θεόδωρου Μερτικόπουλου με ημερομηνία την 31η Δεκεμβρίου 1943, λίγες ημέρες μετά τη θηριωδία των Γερμανών στη Μαρτυρική πόλη, τις οποίες δώρισε στον Σεβασμιώτατο η σύζυγός του), όσο και στη διακήρυξη του Παλαιών Πατρών Γερμανού που εκφώνησε στην Ιερά Μονή Αγίας Λαύρας την 20ή Μαρτίου 1821 και η οποία δημοσιεύθηκε στις 6 Ιουνίου 1821 στη γαλλική εφημερίδα «Le Constitutionnel» (ο Σεβασμιώτατος πριν από κάποια χρόνια κατάφερε να βρει σε βιβλιοθήκη των Παρισίων τη διακήρυξη και να την φέρει εις γνώσιν των Ελλήνων). Πρόκειται αναμφίβολα για δύο πραγματικά ντοκουμέντα, που δικαίως αποτελούν τις «κορωνίδες» των εκδόσεων της Ιεράς Μητροπόλεως Καλαβρύτων και Αιγιαλείας την τελευταία τεσσαρακονταετία.
Ακολούθως και αναφερόμενος στον Μακαριστό Ιεράρχη, τόνισε χαρακτηριστικά: «Μπορεί να ήταν πονεμένος στα παιδικά του χρόνια και γενικότερα στη ζωή του, όμως, θέλω να γνωρίζετε πως μέσα από τον πόνο βγαίνει η αγιότητα! Και γι’ αυτό πιστεύω πως βρίσκεται στην αγκαλιά τού Θεού και εύχομαι να μας προστατεύει με τις προσευχές του».
Εμφανώς συγκινημένος ο σεπτός Ποιμενάρχης μας και αναφερόμενος στην 40ετή Ποιμαντορία του στην Ιερά Μητρόπολη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας, με δάκρυα ευγνωμοσύνης κατέληξε με τα εξής λόγια: «Ευχαριστώ τον Πανάγαθο Θεό, διότι πήρε εμένα, τον λούστρο, και με έκανε εργάτη Του! Ο πατέρας μου ήταν τσαγκάρης, η μάνα μου μοδίστρα και εγώ από πολύ μικρή ηλικία γυάλιζα παπούτσια… Από τότε όμως έλεγα: ΄΄Χριστέ μου, βοήθησέ με! Όπως τώρα γυαλίζω τα παπούτσια των ανθρώπων, κάποτε να με αξιώσεις να… γυαλίζω τις ψυχές τους!΄΄. Και με ελέησε ο Θεός, κάνοντάς με Ποιμενάρχη σας. Και επειδή τελειώνει η θητεία μου, σας ζητώ για ακόμα μια φορά συγγνώμη για ό,τι σας έχω στενοχωρήσει ή πληγώσει ή σκανδαλίσει! Και σας ζητώ να ευχηθείτε να μου δώσει ο Θεός χριστιανά τα τέλη της ζωής μου, ανώδυνα, ανεπαίσχυντα και ειρηνικά και καλήν απολογίαν στο βήμα Του».
Αμέσως μετά άπαντες μετέβησαν στο ισόγειο του αρχοντικού Παναγιωτόπουλου όπου και θαύμασαν την ομολογουμένως εξαιρετική έκθεση, η οποία θα διαρκέσει μέχρι και θαύριο, Σάββατο 23 Ιουνίου (ώρες επισκέψεων: Παρασκευή από 10π.μ. έως 12 το μεσημέρι & 7μ.μ. έως 9μ.μ., και Σάββατο από 10π.μ. έως 12 το μεσημέρι).