Με λαμπρότητα και εθνική υπερηφάνεια εορτάσθη η Επέτειος της 28ης Οκτωβρίου στην Πάτρα, η οποία δέχθηκε τους πρώτους βοβμαρδισμούς από τους Ιταλούς, το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940 και είχε τα πρώτα θύματα στον άμαχο πληθυσμό.
Σύμφωνα με ανακοίνωση της Μητρόπολης Πατρών, το πρωί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πατρών κ.κ. Χρυσόστομος ετέλεσε την Θεία Λειτουργία στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Ευαγγελιστρίας Πατρών.
Στην ομιλία του ο Σεβασμιώτατος ανεφέρθη στη θαυμαστή Σκέπη και προστασία της Παναγίας στον Ελληνικό Λαό και μάλιστα κατά την συγκεκριμένη χρονική περίοδο, κατά την οποία ο Λαός μας έγραψε σελίδες δόξης με αγώνες και αιματηρές θυσίες, νικώντας και εξευτελίζοντας το τέρας του φασισμού και εκείνο του ναζισμού.
Αναφερόμενος στην μεγαλειώδη νίκη που κατήγαγαν οι Έλληνες τότε, είπε ότι αυτό πραγματοποιήθηκε γιατί μέσα στην ψυχή των Ελλήνων έκαιε δυνατά η φλόγα της πίστεως στο Θεό και στα ζώπυρα του Γένους. Οι Έλληνες αγωνίστηκαν για την ελευθερία τους και έχυσαν το αίμα τους για την Πατρίδα τους, για την Θρησκεία τους και για την οικογένειά τους. Αυτά για το κάθε Έλληνα είναι αδιαπραγμάτευτες αξίες, όσο και αν επιχειρούν κάποιοι να αλλοιώσουν το εσωτερικό φρόνημα του Έλληνα και την εσωτερική του υπόσταση.
Ο Σεβασμιώτατος ανέλυσε την πολυκυκλοφορημένη φωτογραφία που παρουσιάζει την μάνα να δίνη στο γυιό της να ασπασθή την εικόνα της Παναγίας, την ώρα που εκείνος φεύγει για το μέτωπο.
Πρόκειται για τον Στρατιώτη Πεζικού Κώστα Νικολάου 35 χρονών, που σκοτώθηκε σε μάχη 27 ημέρες μετά.
Συγκλόνισε δε τις καρδιές των ανθρώπων ο διάλογος της μάνας με τον γυιό που ανέγνωσε ο Σεβασμιώτατος.
«Μάνα όταν δείς τα παιδιά μου
να του πης ότι τελευταία φορά
με είδες να φιλάω την εικόνα της Παναγίας
Μην κλαίς ρε μάνα!
Είσαι η Ελλάδα ρε μάνα!
Γι’ αυτήν πάω να πολεμήσω
Και θα νικήσω ρε μάνα!
Ναί θα νικήσω».
Ο Σεβασμιώτατος ετέλεσε ιερό μνημόσυνο υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των υπέρ Πίστεως και Πατρίδος ευκλεώς αγωνισαμένων και ηρωικώς πεσόντων στο έπος του ’40 και καθ’ όλη την διάρκεια της ιταλογερμανικής κατοχής , ως και για τον άμαχο πληθυσμό που φρικτώς ετελειώθη από την θηριωδία των κατακτητών και κατέληξε χρησιμοποιώντας στίχους ποιητικούς.
«Το παλληκάρι που πεσε
Με ορθή την κεφαλή του,
Δε το σκεπάζει η γης ογρή,
Σκουλήκι δεν τα’γγίζει
Φτερό στη ράχη του ο σταυρός
Κι όλο χυμάει τα’ψήλου
Και σμίγει τους τρανούς αιτούς
Και τους χρυσούς αγγέλους».
Και απαντώντας πάλι ποιητικά στο ερώτημα
«τι θα απογίνη αυτός ο τόπος;»
«Το σπίτι αυτό πως θα χτιστεί
Τις πόρτες ποιος θα βάλει
Πούναι τα χέρια λιγοστά
Κι ‘ ασήκωτες οι πέτρες.
Σώπα, τα χέρια στη δουλειά
τρανεύουν κι’ αυγαταίνουν
και μη ξεχνάς ολονυχτίς
βοηθάν κι οι αποθαμένοι.
(Τα ποιήματα ανήκουν στον Γιάννη Ρίτσο)
Μετά την Θεία Λειτουργία και το ιερό μνημόσυνο ακολούθησε η Δοξολογία, παρουσία του Γενικού Γραμματέως του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής κ. Διονυσίου Τεμπονέρα, Εκπροσώπου της Ελληνικής Κυβερνήσεως και των άλλων Πολιτικών, Στρατιωτικών και λοιπών Αρχών.
Στην Πλατεία Όλγας εν συνεχεία έγινε η κατάθεσις στεφάνων και ακολούθησε επί της οδού Αγίου Ανδρέου η παρέλαση των πολιτικών και στρατιωτικών Τμημάτων.