Διαβάστε τον Ενθρονιστήριο Λόγο του νέου Μητροπολίτη Μάνης Χρυσοστόμου.
«Έξελθε εκ της γης σου και εκ της συγγενείας σου και εκ του οίκου του πατρός σου και δεύρο εις την γην ην αν σοι δείξω» (Γεν. 12, 1).
Αυτή είναι η εντολή του Θεού, την οποίαν αναγιγνώσκουμε εις το πρώτον βιβλίον της Αγίας Γραφής, την Γένεσιν και, ως ίσχυσε διά τον Αβραάμ, ούτω ισχύει και διά την ταπεινότητά μου.
Αίνον και δοξολογίαν αναπέμπω προς τον Τριαδικόν Θεόν, Όστις ηξίωσέ με της μεγάλης ταύτης δωρεάς.
Υπακούοντας εις το θείον θέλημα και αποδεχόμενος την τιμίαν ψήφον της σεπτής Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος, έρχομαι εις την ιστορικήν και ευλογημένην Μάνην.
Έρχομαι εις την ωραία και αρχαία αυτήν πόλιν, το Γύθειον, η οποία και μνημονεύεται επί αυτοκράτορος του Βυζαντίου Ιουστινιανού, έδρα της Ιεράς Μητροπόλεως, και με ιερό δέος, συναίσθησιν ευθύνης και αγαθήν την
διάθεσιν ανέρχομαι τας βαθμίδας του Δεσποτικού τούτου θρόνου, θέτοντας τας χείρας μου εις τον οίακα
της νηός, του σκάφους δηλαδή, της τοπικής Εκκλησίας, προκειμένου να διαποιμάνω τον ευσεβή, ηρωικόν και ευγενή τούτον λαόν.
Εν πρώτοις, ευχαριστώ και ευγνωμονώ τον πολυσέβαστον και εμπνευσμένον εν σοφία και εκκλησιαστική πείρα κεκοσμημένον, Προκαθήμενον της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος, Μακαριώτατον Αρχιεπίσκοπον Αθηνών και πάσης Ελλάδος κύριον Ιερώνυμον τον Β´, τον Πατέρα ημών και διδάχον της συνέσεως, της ειρήνης και της ενότητος διά την πλουσίαν πατρικήν του αγάπην και την μεγίστην εμπιστοσύνην την οποίαν έδειξεν προς την ελαχιστότητά μου. Προσέτι ευχαριστίας εκφράζω και εις την περί Αυτόν, Αγίαν και Ιεράν Σύνοδον της σεπτής Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, διά την ανάδειξίν μου εις Επίσκοπον και Μητροπολίτην Μάνης. Όλως δε ιδιαιτέρως ευχαριστώ εκ βάθους καρδίας τον πολιόν λαμπρόν Ιεράρχην της Εκκλησίας ημών, Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Μονεμβασίας και Σπάρτης κ. Ευστάθιον, δι᾿ όσα εκοπίασε και εμόχθησεν εν τη Τοποτηρητεία της λαχούσης μοι επαρχίας.
Ευχαριστώ εκ βάθους καρδίας όλους τους λίαν αγαπητούς Σεβασμιωτάτους Αγίους Αρχιερείς, οι οποίοι κατέφθασαν από μακράν και από εγγύς εις την ενθρονιστήριον ταύτην τελετήν, προκειμένου να ενώσουν τας προσευχάς και ευχάς των προς ευόδωσιν του αρξαμένου ποιμαντορικού μου έργου. Θα ενθυμούμαι πάντοτε την παρουσίαν και την αγάπην τους και δεν θα παύσω δεόμενος υπέρ της υγείας και της μακροημερεύσεώς τους. Προσέτι ευχαριστώ και όσους δεν κατέστη δυνατόν να παραστούν ταύτην την ώραν και με συνοδεύουν με τας προσευχάς τους.
Ούτω διά των ευχών σας, ανέρχομαι εις τον περίπυστον τούτον θρόνον, της ιστορικής Μητροπόλεως Μάνης, τον οποίον εκλέισαν μεγάλοι Ιεράρχες της Εκκλησίας ημών. Μνημονεύσωμεν: Νεόφυτον, Κύριλλον (τον Γέρμον), τον αγωνιστήν ιεράρχην της περιόδου του Αγώνος της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821, Ιερόθεον (τον Αθανασόπουλον), επίσης αγωνιστήν και μεμυημένον εις τα της Φιλικής Εταιρείας, τον Ιωσήφ (τον Βουδικλάρην), Προκόπιον (τον Γεωργίου), τον Ιωσήφ (τον Κωνσταντινίδην), Προκόπιον (τον Μελισσαρόπουλον), τον συναναστραφέντα παίδα όντα κατά την έναρξιν της Ελληνικής Επαναστάσεως τους αγωνιστάς και ήρωας αυτής, Παρθένιον (τον Χρυσικάκην), Παρθένιον (τον Δημητρόπουλον), τον διατελέσαντα ιεροκήρυκα του Καθεδρικού Ναού των Αθηνών, Διονύσιον (τον Δάφνον), τον γράψαντα εθνικήν ιστορίαν μετά του ήρωος ναυάρχου Παύλου Κουντουριώτου ότε υπηρέτει, ως ιερεύς εις το ιστορικόν και ένδοξον «θωρηκτόν» του τότε Βασιλικού Ναυτικού, «ΑΒΕΡΩΦ», Προκόπιον (τον Καλλιοντζήν) τον διατελέσαντα αδελφόν της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου Παλαιάς Πεντέλης και ιεροκήρυκα διαφόρων ιερών ναών των Αθηνών, Χρυσόστομον Α´ (τον Δασκαλάκην) τον λόγιον και σθεναρόν Ιεράρχην, Δημήτριον (τον Θεοδόσην), Φιλήμονα (τον Ζέην), Σωτήριον (τον Κίτσον) και Χρυσόστομον Β´ (τον Κορακίτην).
Ο καθείς υπήρξε καιομένη λαμπάς διά την δόξαν του αγίου Ονόματος του Θεού. Αλλά και πολλές άλλες εκκλησιαστικές προσωπικότητες, ιερείς ευλαβέστατοι, μοναχοί και μοναχές, όλοι άφησαν ίχνη βαθείας πίστεως, ευσεβείας, εναρέτου βίου και αγάπης προς τον λαόν. Αιωνία αυτών η μνήμη.
Ιδιαίτερα όμως, μνημονεύομεν ταύτην την ώραν, του πολυκλαύστου Πατρός, Αδελφού και Συλλειτουργού, του μακαριστού Ιεράρχου κυρού Χρυσοστόμου του Β´, το σεπτόν σκήνωμα του οποίου αναπαύεται ενταύθα, εις την ευλογημένη γη της Μάνης. Ο μακαριστός διεποίμανε την Ι. Μητρόπολιν ταύτην με την διακρίνουσαν αυτόν παιδείαν, σύνεσιν, αγάπην, αγιότητα βίου, οδηγήσας εν τοις πράγμασιν τον λαόν αυτόν εις νομάς σωτηρίους. Ιδία, το οσιακόν τέλος του απέδειξε την αλήθειαν των χαρισμάτων του, την είσοδόν του εις την Βασιλείαν των Ουρανών. Διά πρώτην φοράν εις την Εκκλησιαστικήν Ιστορίαν, εξ όσων δυνάμεθα να γνωρίζωμεν, εξεμέτρησε το ζην Ιεράρχης, τελών την Θείαν Λειτουργίαν και μάλιστα κατά την πλέον ιερωτάτην στιγμήν, ότε κατέρχεται το Άγιον Πνεύμα, ούτος να παραδίδει την ψυχήν του εις τον Θεόν. Οποία ευλογημένη στιγμή! Αλλά επιτρέψατέ μοι να σας αποκαλύψω ταύτην την ιεράν και επίσημον ημέραν, ότι ο σύνδεσμός μας υπήρξε αυθεντικός και πάνυ πνευματικός είτε διά του προφορικού είτε διά του γραπτού λόγου. Διασώζω εις το προσωπικόν μου αρχείον πολλάς σοφάς επιστολάς του. Έστω αγήρως και αιωνία η μνήμη του. Την ευχήν του όλοι να έχουμε! Ήδη πρεσβεύει από τον ουράνιον θρόνον, δι᾿ όλους ημάς, τους περιλειπομένους. Και εκεί στο επουράνιον θυσιαστήριον, έχων προ ολίγων ημερών αναχωρήσει από την επίγειον ματαιότητα, συλλειτουργεί μαζί του και ο λίαν αγαπητός και εκλεκτός συνεργάτης του και λαμπρός κληρικός της Ιεράς Μητροπόλεως, π. Ανδρέας Μπολοβίνος. Αιωνία αυτών η μνήμη.
Και νυν, εις την πρώτην ταύτην επικοινωνίαν, την οποίαν χαρίζει ο Κύριος μεταξύ του νέου Ποιμένος και του λαού του Θεού, αισθάνομαι την ανάγκην, όπως εκθέσω, και μοιρασθώ μαζί σας, εν ταπεινώσει και εν πληρότητι αρχιερατικής συνειδήσεως, τους πνευματικούς μου προσανατολισμούς, τα οράματα, τας σκέψεις μου διά το όλον ποιμαντορικόν μου έργον.
Αγαπητοί μου, επιθυμώ να ανοίξω μία νέα σελίδα ποιμαντορικής διακονίας εις την ιστορικήν αυτήν Ιεράν Μητρόπολιν. Επιθυμώ να έχω τον ευγενέστατον τίτλον του «διακόνου του Ιησού Χριστού» και να καταστώ συνάμα διάκονος πάντων υμών. Υπάρχει τι το ευγενέστερον, υψηλότερον και συμπαθέστερον από του να είσαι «διάκονος Χριστού» και, κατ᾿ ακολουθίαν, των συνανθρώπων σου; Αναλαμβάνω συνεπώς την πνευματικήν διακονίαν, καθ᾿ ότι διακονία του λαού τυγχάνει το αξίωμα της αρχιερωσύνης, ακολουθών εν προκειμένω τον λόγον του Χριστού «ουκ ήλθον διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι» (Ματθ. 20, 28).
Ενθρόνισις, δεν σημαίνει δι᾿ εμέ, άνοδον εις τον πεποικιλμένον τούτον θρόνον, αλλά ενθρόνισιν εντός των καρδιών σας. Αυτό θέλει αποτελέσει την ιερήν φιλοδοξίαν μου, την επιδίωξίν μου, την μέριμνά μου, το ανύστακτο ενδιαφέρον μου διά τον καθένα σας. Ενδιαφέρον διά τον πατέρα, την μάνα, το παιδί, τον γέροντα, την γερόντισσα, την χήρα, το ορφανό, τον πτωχό, τον ασθενή, τον ανήμπορο, τον βιοπαλαιστή, τον άνεργο, τον επιστήμονα, τον μορφωμένο, τον ολιγογράμματο, τον μοναχικό, τον πολύτεκνο, τον πονεμένο, τον πεπλανημένο, τον αδιάφορο, τον άπιστο, τον σκανδαλισμένο, τον κάθε Μανιάτη και την καθεμιά Μανιάτισσα. Όλοι και όλες, από τους άρχοντας μέχρι τον μικρότερον εις την ηλικίαν είσθε πνευματικά μου τέκνα. Ούτω αισθάνομαι δι᾿ όλους ανεξαιρέτως. Όλους σας αγαπώ, σέβομαι και τιμώ. Και προπαντός από σήμερον, αυτό είναι το ουσιαστικώτερον, θα σας έχω εις τας προσευχάς μου, εν τοις ιεροίς Διπτύχοις. Άλλωστε ο Επίσκοπος διά τας ψυχάς σας είναι εδώ, καθ᾿ ότι διά την πνευματικήν καλλιέργειαν και σωτηρίαν εν Χριστώ θα αγωνίζεται νυκτός τε και ημέρας.
Σκέπτομαι ακόμη και τους απανταχού της γης Μανιάτες, τους αγωνιστές αυτούς της ζωής, οι οποίοι διαπρέπουν σε ξένες φιλόξενες χώρες, εις την Αμερική και τον Καναδά μέχρι την Ευρώπη και την Αυστραλία. Είναι οι καλύτεροι πρεσβευτές του ελληνορθόδοξου πολιτισμού και οι φωτεινοί φάροι υψίστων αρχών και αξιών.Τους σκέπτομαι τούτη την ώρα, τους ευλογώ και προσεύχομαι διά τους ιδίους και τας οικογενείας των και τους διαβεβαιώνω ότι σύντομα θα είμαι κοντά τους, διά να τους σφίξω το χέρι και να τους συγχαρώ διά τα ωραία έργα τους, που δοξάζουν και εξυψώνουν την Μάνη. Αλλ᾿ όμως, τούτη την ιερή στιγμή πως να λησμονήσουμε και τους απανταχού της γης κεκοιμημένους αποδήμους συμπολίτες μας; Αύριο το μεσημέρι εις το Κοιμητήριο της πόλεως σας προσκαλώ διά την τέλεσιν Τρισαγίου με την δέηση στα χείλη μας «αιωνία αυτών η μνήμη», δι᾿ όλους τους ευρισκομένους ήδη εις τας αγκάλας του Θεού.
Κατ᾿ ακολουθίαν, με την προσευχητικήν ελπίδα της άνωθεν βοηθείας, αναλαμβάνω το ποιμαντορικόν έργον
και διαβεβαιώ πάντας υμάς, διά την ακριβή και πιστήν
επιτέλεσιν των επισκοπικών μου καθηκόντων. Θέλω να τηρήσω αυστηρώς και επακριβώς πάντα τα υπό της Αγίας
Γραφής διατεταγμένα, τα υπό των Ιερών Κανόνων και εκκλησιαστικών νόμων διακελευόμενα, και υπό των ιερών παραδόσεων της Εκκλησίας μας διαγεγραμμένα και καθιερωμένα, ακολουθώντας πιστώς τοις ίχνεσι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, των Αγίων Αποστόλων και των θεοφόρων Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας.
Θα είμαι επιεικής εις τας ανθρωπίνους αδυναμίας διά την έμπρακτον μετάνοιαν, καθ᾿ ότι «χαρά γίνεται εν ουρανώ επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι», αλλ᾿ αυστηρός εις την τήρησιν της δογματικής διδασκαλίας της Εκκλησίας και συνάμα των νόμων του Κράτους, της συντεταγμένης Ελληνικής Πολιτείας, μετά του δέοντος σεβασμού εις τας τελεσιδίκους και αμετακλήτους αποφάσεις της Ελληνικής Δικαιοσύνης. Θα λαμβάνω υπ᾿ όψιν μου διά μεν την εφαρμογήν του Κανονικού Δικαίου τόσον την ακρίβειαν όσον και την «εκκλησιαστικήν οικονομίαν», διά δε την εφαρμογήν του κοσμικού Δικαίου, αφ᾿ ενός μεν το γραπτόν και το εθιμικόν δίκαιον, αφ᾿ ετέρου δε την νομολογίαν και τας γενικάς ρήτρας του δικαίου, μετά σεβασμού και εις τας Συνθήκας της Ευρωπαικής Ενώσεως.
Ισχύει δι᾿ εμέ, εν προκειμένω, το συναμφότερον ιδανικόν: Από το ένα μέρος, διακριτοί οι ρόλοι των σχέσεων Εκκλησίας και Κράτους, κατά το «απόδοτε τα Καίσαρος Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ» (Μαρκ. 12, 17) και από το άλλο μέρος, το της συναλληλίας σύστημα, διά την συνοχήν του Γένους και της εν γένει ελληνικής κοινωνίας, κατά το ιερόν χρέος της Εκκλησίας, όπως εφαρμόζει τον αγιογραφικόν λόγον: «επισυναγαγείν (=η Εκκλησία) τα τέκνα ον τρόπον επισυνάγει όρνις τα νοσσία εαυτής υπό τας πτέρυγας αυτής» (Ματθ. 23, 38) και την θείαν εντολήν: «ταύτα εντέλλομαι υμίν, ίνα αγαπάτε αλλήλους» (Ιω. 15, 17).
Και προσέξατε και τούτο: Ο,τι αρέσει εις τον Χριστόν, θα αρέση και εις εμέ, και ο,τι δεν ευλογείται υπό του Θεανθρώπου Χριστού, δεν θα τυγχάνη της ιδικής μου ευλογίας.
Ούτω θα δώσω ιδιαίτερη προσοχή εις το μέγα θέμα,
που ονομάζεται ορθόδοξη χριστιανική πνευματικότητα
και ειδικώτερα εις αυτό το οποίον αποκαλούμεν «Ελληνορθοδοξία».
Είναι ύψιστο μέγεθος η αρίστη σύνθεσις ελληνισμού και ορθοδόξου χριστιανικού πνεύματος εν όψει μάλιστα της διαμορφώσεως της ευρωπαικής ταυτότητος, η οποία και διαρκώς αναζητείται, έχοντας υπ᾿ όψιν την παρούσαν ώραν από το ένα μέρος την αποιεροποίησιν και τις ποικίλες γειτονικές προκλήσεις και από το άλλο την γνωστήν παγκοσμιοποίησιν και τον μηδενισμόν. Το σκεπτικόν τούτο βεβαίως παραμένει μακράν από παντός είδους φονταμενταλισμόν και φανατισμόν και ευρίσκεται πάντοτε μέσα εις το πνεύμα της ειρήνης, της καταλλαγής, της αλληλεγγύης, του μέτρου, της διακρίσεως και της αγάπης εν αληθεία.
Και έρχομαι τώρα εις τους οραματισμούς και τους στόχους μου.
1ον Το πρώτον έργον μου είναι να κηρύξω και προσφέρω εις τας καρδίας πάντων υμών Ιησούν Χριστόν, Εσταυρωμένον και Αναστάντα. Αυτό είναι το κύριον έργον του Επισκόπου. Όχι κοσμικότητες και ανωφελή τη ψυχή κηρύγματα, όχι μηνύματα ερήμην του ελληνορθοδόξου χαρακτήρος του λαού μας, όχι λόγια κενά ουσιαστικού περιεχομένου.
Είναι ανάγκη σήμερον να γίνη συνείδησις όλων μας ότι η Ελλάδα, η γλυκυτάτη πατρίδα μας, χωρίς Χριστόν δεν δύναται να πορευθή την ορθήν οδόν. Και να μην αιχμαλωτιζόμεθα εις απαισιοδοξία, καθ᾿ ότι η μεν Εκκλησία είναι ακατάλυτος η δε πατρίδα μας θα ζήσει γιατί έχει αφεντικό από ψηλά.
Είναι ανάγκη να κατανοήσουμε ότι ο σύγχρονος άνθρωπος δεν είναι δυνατόν να εύρη ανάπαυσιν και γαλήνην ψυχής, ειμή μόνον εν τω Θεώ. Όπου εδιώξαμε τον Θεόν, εκεί ήλθαν τα πικρά δάκρυα της αμαρτίας, της αιχμαλωσίας εις τα πάθη, εις τον ορθολογισμόν, τον υλισμόν και τον μηδενισμόν. Εκεί το κενό της ψυχής. Διά τούτο εις το πρόβλημα αυτό της αιχμαλωσίας εις το ορατό, το φθαρτό και μάταιο, η Ορθόδοξος Εκκλησία προσφέρει την διηνεκή εμπειρία του υπερβατικού, του θεικού κάλλους, του αιωνίου. Και επειδή, κατά τον Κλήμεντα τον Αλεξανδρέα, «συμπάσης της Εκκλησίας στέφανος ο Χριστός», ημείς εις την χριστοκεντρικότητα θα στοχεύωμεν. Ο Χριστός θα είναι ο ακρογωνιαίος λίθος του οικοδομήματος του όλου ποιμαντορικού έργου ημών.
Κατά συνέπειαν, επειδή η Εκκλησία είναι «σώμα Χριστού» και Κεφαλή αυτής ο Χριστός, ημείς οι πιστοί είμεθα μέλη του Αγίου Σώματος του Χριστού, ήτοι μέλη της Εκκλησίας, τουτέστιν Εκκλησία είμαστε όλοι. Γι᾿ αυτό και είναι λάθος η τοποθέτησις «εγώ και η Εκκλησία» η το σύνηθες ερώτημα: «Τι κάνει η Εκκλησία»; Όλοι είμεθα Εκκλησία και όλους μας χωράει η Εκκλησία. Εκεί λειτουργείται το μυστήριον της σωτηρίας μας. Εκεί συντελείται το μυστήριον της αγάπης του Θεού διά τον καθένα μας. Εκεί εις το πανδοχείον της χάριτος και του ελέους καταφεύγουν οι φθαρμένες εικόνες του Θεού. Εκεί «οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι». Εκεί η Εκκλησία αναγεννά και θεώνει τον κάθε άνθρωπον. Γι᾿ αυτό και η Εκκλησία δεν φτιάχνει οπαδούς, δεν συσχηματίζεται με τα του κόσμου σχήματα και ιδεολογικά συστήματα. Βρίσκεται υπεράνω πολιτικών σχηματισμών και κομμάτων. Η Εκκλησία είναι μία άλλη πραγματικότητα. Είναι αυτό που δεν βλέπουμε με τους χοικούς τούτους οφθαλμούς. Είναι το Μυστήριον του Θεού. Είναι η πατρίδα της αλήθειας, ο χώρος όπου δρα το Άγιον Πνεύμα. Είναι «Θεού φυτεία», κατά τας Διατάξεις των Αποστόλων. Είναι η φιλόστοργος μάνα όλων.
[irp posts=”412898″ name=”ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟΣ Ο ΕΡΧΟΜΕΝΟΣ…-Το Γύθειο υποδέχθηκε το νέο Μητροπολίτη Μάνης Χρυσόστομο (ΒΙΝΤΕΟ & ΦΩΤΟ)”]
Μ᾿ αυτό λοιπόν το θεολογικό και εκκλησιαστικό σκεπτικό και υπόβαθρο, ύψιστον καθήκον μου θα είναι η σύνδεσις πάντων ημών έτι περισσότερον και βαθύτερον με την Αγίαν μας Εκκλησίαν. Η άψογος τέλεσις των Ι. Μυστηρίων, και δη της Θείας Λειτουργίας, η κατ᾿ άριστον τρόπον προσφορά των ιερών ύμνων εκ των αναλογίων, η εκπαίδευσις νέων υμνωδών του Θεού, η προσέλευσις εις το Ι. Μυστήριον της Εξομολογήσεως και Μετανοίας, η συνεχής Θεία Μετάληψις, η καλλιέργεια του θείου κηρύγματος, οι κύκλοι μελέτης της Αγίας Γραφής, η εν γένει εν Χριστώ παιδεία αποτελούν ποιμαντορική μέριμνά μας. Οι ναοί μας θα είναι ανοικτοί, η καμπάνα θα κτυπά πάντοτε, πρωί και εσπέρας, δίδοντας το μήνυμα του ζώντος Θεού, και ο εφημέριος θα είναι παρών.
Να γνωρίζετε, δε, αγαπητοί μου εν Χριστώ, ότι η υπακοή εις τον ιερώτατον θεσμό της Εκκλησίας είναι η μεγίστη αρχή, η οποία δέον όπως κοσμεί όλους μας ανεξαιρέτως, τον Ιεράρχη, τον ιερό κλήρο και τον πιστό λαό. Η υπακοή είναι κόσμημα, εξασφαλίζουσα την ηρεμία, την ενότητα και την αγάπη. Υπακοή εις τα κελεύσματα της Εκκλησίας σημαίνει αγιαστική εκκλησιαστική συνείδηση.
Επιπροσθέτως πόσον θα πρέπει, εν προκειμένω, να έχουν όλοι οι κληρικοί συνεχώς ενώπιόν τους τα Χρυσοστομικά ρήματα: «Ουχ εαυτώ τις λαμβάνει την τιμήν, αλλ᾿ ο καλούμενος υπό του Θεού…» και ο ιερεύς «την εαυτού δανείζει γλώσσαν και την εαυτού παρέχει χείρα», διά να τελεσιουργούνται τα θεία και ιερά Μυστήρια! Αλλά και τους φοβερούς λόγους να συνειδητοποιήση:
«Βλέψον, ιερεύ,
τον θυόμενον άρτον,
ούτος φλοξ εστιν
ουχ ως ποτε εν βάτω,
αλλά φλοξ φλογός
φλέγουσα ιερέα
άπτοντ᾿ αναιδώς.»
Οι ευλαβέστατοι λοιπόν κληρικοί μας, οι πρώτοι συνεργάτες μου και βεβαίως ο πρωτοσύγκελλος π. Συμεών Λαμπρινάκος, επιθυμώ να συνεχίσουν να είναι «το φως του κόσμου» και «το άλας της γης». Να συνεχίσουν το έργο τους με περισσότερο ένθεο ζήλο, με μέριμνα διά την ενορία τους, χωρίς αυθαιρεσίες και αταξίες, αλλά με αγάπη και ευγένεια προς τους πιστούς, με συνεχή επαγρύπνηση, διά να μην εισέλθουν εις την μάνδραν της ενορίας τους λύκοι των αιρέσεων και των σχισμάτων. Να εντείνουν τας προσευχάς των και με συναίσθησιν της ιερότητος του λειτουργήματος ν᾿ ακτινοβολούν εκκλησιαστικό ορθόδοξο ήθος.
Προς τούτοις, θα ήθελα την επίσημη αυτή ώρα να καλέσω τους πιστούς, ευλαβείς και ευσεβείς χριστιανούς, επιστήμονες, εκπαιδευτικούς, νέους συνανθρώπους μας, οι οποίοι έχουν μέσα τους σπίθα ιερωσύνης, ν᾿ ακούσουν τον λόγον του Χριστού: «Συ ακολούθει μοι». Δηλαδή, να έλθουν και να εισέλθουν στα άγια των αγίων, να χειροτονηθούν, κατά το επιτρεπτόν βεβαίως των Ιερών Κανόνων, και να καταστούν διάκονοι και οικονόμοι των Μυστηρίων του Θεού. Ελάτε να δώσετε αίμα εις την Εκκλησία. Ακούσατε το ιερό προσκλητήριο.
2ον Έπειτα η ποιμαντορία μου θα ενδιαφερθή και θα μεριμνήση διά την νεότητα. Ίσως να διερωτάσθε διατί προτάσσω την νεότητα από άλλους τομείς. Ακριβώς, διότι τα παιδιά μας είναι το ζωντανό παρόν και χρυσούν μέλλον της κοινωνίας. Όλα τα παιδιά είναι πολύ καλά παιδιά. Τα τυχόν λάθη τους είναι δικά μας λάθη. Έτσι η μέριμνά μου δεν
θα μείνη εις την κατηχητική μόνον παρουσία, αλλά θα
επεκταθή και εις άλλας δραστηριότητας, όπως
κατασκηνώσεις, πολιτιστικά δρώμενα, φροντιστήρια μαθημάτων, διαγωνισμούς, εκδρομές, ειδικές αποστολές, υπό τας πτέρυγας πάντοτε της Εκκλησίας. Δραστηριότητες ακόμη που θα δημιουργούν οι ίδιοι οι νέοι μας και θα χαίρωνται γονείς, διδάσκαλοι και συνάνθρωποί μας. Εις ολίγας ημέρας θα κληθούν τα παιδιά των σχολείων να διατυπώσουν τις απόψεις τους, ώστε να έχουμε έναν ζωντανό και ουσιαστικό
διάλογο, αναλύοντας προβλήματα και νεανικά θέματα. Επίσης θα έχουν την πρώτη κοινή τράπεζα αγάπης με τον
Επίσκοπο–Πατέρα τους. Έτσι, παιδιά μου, επιθυμώ να με θεωρείτε πνευματικόν πατέρα σας.
3ον Οι γονείς. Ναί, είναι το τρίτον μέλημά μου. Θα δείξω όλον μου το ενδιαφέρον διά την προστασία, διάσωση και στερέωση του ιερού τούτου θεσμού, που ονομάζεται οικογένεια. Πολύ περισσότερο θα μεριμνήσωμε διά την πολύτεκνη οικογένεια, αποδίδοντας την δέουσα τιμή και προστασία. Έπειτα, κανένα ορφανό παιδί δεν θα μείνει απροστάτευτο, αλλά η μητέρα Εκκλησία θα συνδράμει τούτο παντοιοτρόπως. Οι Σχολές γονέων και οι Παιδικοί Σταθμοί θα αναβαθμισθούν και θα επιδιωχθή να λειτουργούν κατά τον καλύτερον τρόπον.
Εις το σημείον αυτό θεωρούμε πρωταρχικής σημασίας και αξίας την συνεργασία μας με όλην την εκπαιδευτική κοινότητα, με τα σχολεία μας. Θα έχουμε ειλικρινή και αγαστή συνεργασία, διότι η παιδεία «μέγιστόν εστιν αγαθόν». Θέλουμε να αισθάνωνται, όλων των βαθμίδων οι εκπαιδευτικοί, την Εκκλησία ως τον οικείο χώρο τους. Γνωρίζουμε καλώς ότι όλοι οι Μανιάτες αγαπούν και ποθούν τα γράμματα, την επιστήμη, την πρόοδο, την γνώση, και έχουν αναδειχθή σ᾿ όλο, τον κόσμο, σε Ελλάδα και εξωτερικό, κορυφαίοι επιστήμονες, στρατιωτικοί, εργάτες του πνεύματος, της τέχνης και των γραμμάτων. Θα βοηθήσουμε τα παιδιά μας να προοδεύσουν με χορήγησιν υποτροφιών και με κάθε άλλη ηθική στήριξη προς όλους τους νέους και τις νέες επαινώντας βεβαίως την αριστεία. Το αξίζουν, καθ᾿ ότι οι Έλληνες όταν θέλουν ν᾿ ασχοληθούν με κάτι σοβαρά, φθάνουν στην κορυφή.
4ον Έργον μας επίσης θα είναι η μέριμνά μας για τους γέροντες και τις γερόντισσες, την τρίτη λεγομένη ηλικία. Δεν είμεθα αδιάφοροι, παγεροί και απαθείς, χωρίς αισθήματα αγάπης και στοργής προς τον παππού και τη γιαγιά. Η πείρα της ζωής τους μας είναι πολύτιμη, οι λευκανθείσες από την πάροδο του χρόνου κεφαλές τους, τα δουλεμένα χέρια τους αποτελούν για όλους μας ευκαιρία μεγίστη διά συμπαράσταση, ενίσχυση, φροντίδα, αγκάλιασμα αγάπης. Έργα ευποιΐας, δι᾿ αυτούς τους αξίους αγωνιστάς της ζωής, θα είναι πρωταρχικής σημασίας ζήτημα.
5ον Η φιλανθρωπία είναι δυνατόν να παραλειφθή; Όχι βέβαια. Χρέος ιερώτατον είναι να κάνουμε πράξη τον λόγον του Κυρίου: «Επείνασα και εδώκατέ μοι φαγείν, εδίψησα και εποτίσατέ με, ξένος ήμην και συνηγάγετέ με, γυμνός και περιεβάλετέ με, ησθένησα και επεσκέψασθέ με, εν φυλακή ήμην και ήλθετε προς με» (Ματθ. 25, 35-36) στα πρόσωπα των αδελφών του Κυρίου, των «κατ᾿ εικόνα Θεού» πλασθέντων συνανθρώπων μας. Ως «Καλοί Σαμαρείτες», θα επιδείξωμεν αμέριστον ενδιαφέρον, χωρίς καμμία απολύτως διάκρισιν, διά κάθε κοινωνικήν ανάγκην. Η φιλανθρωπία έσται πρώτιστος ημετέρα φροντίς προς πάντας. Δεν είναι δυνατόν να νοηθή κοινωνία ανθρώπων χωρίς αγάπη, αλληλεγγύη, συμπόνια, στηριγμό, ελπίδα ζωής. Ο μέγας Απόστολος των Εθνών Παύλος μας συνιστά: «Διώκετε την αγάπην» (Α´ Κορ. 14, 1), «περισσεύετε εν αγάπη» (Β´ Κορ. 8, 7), και «ιλαρόν γαρ δότην αγαπά ο Θεός» (Β´ Κορ. 9, 7). Ουδείς επιτρέπεται να πεινά, να στερήται, να υποφέρη, να γυμνητεύη, να περιφρονήται. Δεν το θέλει ο Θεός. Διά τούτο θα ενισχύσωμεν το υπάρχον φιλανθρωπικόν ίδρυμα, και θα προσπαθήσουμε με την ολόθυμον συνεργασίαν πάντων ημών να δημιουργήσουμε και νέα έργα δημιουργικής και θυσιαζομένης αγάπης, ιδία για τους ασθενείς, τους χρονίως πάσχοντας, τους κατακοίτους, τα αυτιστικά παιδιά, τα παιδιά ειδικών δεξιοτήτων, τους συνανθρώπους μας του τελευταίου σταδίου της παρούσης ζωής. Επιθυμώ όπως καταστώ μιμητής των αγίων μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας μας, τουτέστιν μιμητής της εμπράκτου αγάπης, ως προτρέπει και ο Μ. Βασίλειος: «Παρακαλούμεν υμάς ενδύσασθαι σπλάγχνα οικτιρμού και αποθέσθαι μεν πάντα όκνον, αναλαβείν δε τον κόπον της αγάπης». (Μεγ. Βασιλείου, Επιστολή XLII)
6ον Ο επόμενος τομέας δράσεως ακούει στο όνομα πολιτισμός. Και πως να μη γίνει λόγος διά το φως του πολιτισμού τούτου του τόπου, διά το βάθος της ιστορίας του, διά τας μνήμας του ηρωικού, πάντοτε αδούλωτου λαού της Μάνης;
Ο ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους προικισμένος από τον Δωρεοδότη Θεόν τούτος τόπος, επί των κλιτύων και υπωρειών της οροσειράς του επιβλητικού Ταϋγέτου, με την μεγαλυτέρα ηλιοφάνεια, τα περήφανα κάστρα, τους αγέρωχους πύργους, τους ωραίους παραδοσιακούς οικισμούς, τα βουνά, την θάλασσα, γέννησε και ανέδειξε μεγάλες προσωπικότητες, αγωνιστάς της πατρίδος, πρωτοπόρους ήρωες, ως ο γενναίος Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, οπλαρχηγούς στον Μακεδονικό αγώνα και τόσους άλλους, καθ᾿ ότι επιλείψει με ο χρόνος να τους αναφέρω κατ᾿ όνομα, ήρωες των οποίων σύνθημα εστάθη το υπέροχον «Νίκη η θάνατος». Δι᾿ αυτό και το δημοτικόν άσμα, ο ύμνος των Μανιατών ηχεί και θα ηχή και θ᾿ αντιλαλή: «Η πατρίς μου είναι η Μάνη και κανόνι δεν την πιάνει». Κατά τον αρχαίον δε τραγικόν ποιητήν Ευριπίδην: «Η πατρίς, ως έοικε, φίλτατον βροτοίς». Αδούλωτη Μάνη, ηρωική, πάντα ελεύθερη!
Ευγενής φιλοδοξία μας, να αναδείξουμε και εξυψώσουμε έτι περαιτέρω τον πολιτισμόν της Μάνης. Τούτο θα επιτευχθή με την διοργάνωση ημερίδων και συνεδρίων, την προστασία του φυσικού κάλλους, ήτοι της εξαιρετικής πανίδος και χλωρίδος, την ανάπτυξη του τουρισμού, την προβολή των αρχαιολογικών χώρων, των παλαιοχριστιανικών, βυζαντινών και μεταβυζαντινών ναών, των ιερών μονών, των πύργων, των καστροκατοικιών, της λαικής τέχνης, των σπηλαίων, των παραλιών, των ανθρώπων της Μάνης, των τόσο δυνατών σε ψυχή και δράση.
Ειδικότερα, θα επιδιώξουμε την διοργάνωση συνεδρίων με θέματα που θα σχετίζονται με την Μάνη, την Ιστορία και τον Πολιτισμό της, με τον Τουρισμό και την Ελληνορθόδοξη Παράδοση. Θα μιλήσουμε για τον απόδημο Μανιάτη και ακόμη θα αποτελέσει θέμα συνεδρίου το σπουδαίο ζήτημα «Εκκλησία, ασθενής και υγεία». Δι᾿ αυτά τα συνέδρια βέβαια θα υπάρξη συνεργασία πολλών επιστημόνων και ανθρώπων εν γένει των γραμμάτων και των τεχνών από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Και στον τομέα αυτόν ένα τελευταίο αλλά εξόχως σημαντικό!
Εις τρία έτη, σύμπας ο Ελληνισμός θα εορτάση την επέτειον των 200 ετών από την έναρξη της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821. Είναι ιστορικό γεγονός ότι η Μάνη πρωτοστάτησε στην Επανάσταση. Εδώ, από την Μάνη ξεκίνησε. Εδώ η αρχή της ανεξαρτησίας από τον ζυγό των Τούρκων. Και, ως προσφυώς έχει λεχθή, «δεν υπάρχει γωνιά της ελληνικής γης, της νυν και της πάλαι, που να μην είναι σπαρμένη με μανιάτικα κόκκαλα». Οι νεκροί είναι ο μέγας ζων και ζωοδότης της Μάνης. Οφείλουμε, λοιπόν, από του νυν, να ξεκινήσουμε τας προετοιμασίας διά την μεγάλη αυτή εθνική επέτειο της πατρίδος μας. Είναι ιερώτατο χρέος μας. Όλοι μαζί θα συμβάλουμε προς τούτο.
Πάντα ταύτα τα εξαγγελθέντα βεβαίως χρειάζονται τον χρόνον, τον αγώνα, την σύνεσιν, την διάκρισιν, αλλά προ παντός την συνέργειαν και την έγκρισιν του Θεού, την άνωθεν θείαν βοήθειαν, ευλογίαν και χάριν.
Έπειτα είναι γνωστόν ότι η γεωμορφολογική σύσταση της χερσονήσου ταύτης της Πελοποννήσου, όπου και εκτείνεται η Μητροπολιτική μας περιφέρεια, έχει την ιδική της ιδιομορφία. Μεταξύ άλλων χαρακτηριστικών είναι και η πέτρα. Αλλά «τοις αγαπώσι τον Θεόν πάντα συνεργεί εις αγαθόν». Αναφέρεται εις την Αγ. Γραφήν διά τον λαόν του Θεού: «Κύριος μόνος ήγεν αυτούς και ουκ ην μετ᾿ αυτών θεός αλλότριος· ανεβίβασεν αυτούς επί την ισχύν της γης, εψώμισεν αυτούς γεννήματα αγρών, εθήλασαν μέλι εκ πέτρας και έλαιον εκ στερεάς πέτρας» (Δευτερον. 32, 12-13). Μέλι και έλαιον εκ πέτρας. Αλήθεια, υπεράνω της ευλογημένης υλικής καρποφορίας, η Ιερά Μητρόπολις θέλει είναι μία τω όντι πνευματική κυψέλη από την οποία θα λαμβάνει κάθε άνθρωπος το γλυκύ μέλι της αγάπης, της ψυχικής ηρεμίας και πατρικής στοργής και επιπροσθέτως πνευματικός χώρος του ελαίου, δηλαδή της συγχωρήσεως, της συμπαθείας, της επουλώσεως των πληγών, εν τέλει της αγαλλιάσεως εν Κυρίω.
Προσήλθατε, αγαπητοί μου, διά να ιδήτε και τιμήσετε και λάβετε την ευχήν από τον νέο Ποιμενάρχη σας. Και ορθώς επράξατε. Και η ταπεινότης μου βλέπει ασμένως τα ευλαβή πρόσωπά σας και τιμώ τον καθένα. Τιμώ τους άρχοντες, τον ιερόν κλήρον, τον πιστό, αδούλωτο, ευγενή και ηρωικό τούτο λαό της Μάνης, ο οποίος έγραψε και συνεχίζει να γράφη ιστορία. Σας ευχαριστώ εκ βάθους καρδίας διά την παρουσίαν σας και την προσευχήν σας. Να γνωρίζετε δε ότι πάσα συνεργασία και συνδιακονία με την Ι. Μητρόπολη είναι ευγενές δώρημα, ύψιστον αγαθόν και ευλογημένον επίτευγμα. Όποιος βοηθεί την Εκκλησία, το όνομά Του εγγράφεται εις τας δέλτους της ιστορίας, αλλά, προπαντός, εν βίβλω ζωής εν ουρανώ.
Εξαιρέτως δε ευχαριστώ την Αποκεντρωμένη Διοίκηση του Ελληνικού Κράτους και ειδικώτερα την Περιφέρεια Πελοποννήσου με τον αξιότιμον Περιφερειάρχη κ. Πέτρο Τατούλη και την ερίτιμον αντιπεριφερειάρχη Λακωνίας
κα Αδαμαντία Τζανετέα, τους Δήμους Ανατολικής και Δυτικής Μάνης αλλά και Καλαμάτας, των οποίων προΐστανται οι αγαπώντες ευθαρσώς και ευγενώς τον τόπον, αξιότιμοι κύριοι: Πέτρος Ανδρεάκος, Ιωάννης Μαραμπέας και Παναγιώτης Νίκας, καθώς και τας λοιπάς αρχάς, τας Δικαστικάς, των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας και όλων των τοπικών φορέων. Προς πάντας υμάς έρχεται η Εκκλησία και προσκαλεί εις μίαν αρίστην συνεργασίαν, με διάθεση και σκοπό το καλό και μόνον του τόπου και την ανάδειξη, έτι περαιτέρω, της μοναδικότητας της Μάνης. Μία μοναδικότητα, διά την οποία μίλησε εις τα πανάρχαια χρόνια ο Όμηρος και εις τα νεώτερα χρόνια την περιέγραψαν ξένοι περιηγητές. Μία υπέροχη μοναδικότητα, η οποία ως ύψιστον θησαύρισμα, ως ιερή παρακαταθήκη είναι εγχαραγμένη ανεξίτηλα εις τας ψυχάς του λαού τούτου. Θα επαναλάβω τους λόγους του εθνικού μας ποιητού Διονυσίου Σολωμού, του οποίου η μήτηρ είλκε την καταγωγήν από την Μάνη: «Μήγαρις έχω άλλο στο νού μου, πάρεξ ελευθερία και γλώσσα;». Αυτά τα ιδανικά ισχύουν διαχρονικώς διά τον λαόν τούτον. Ούτω, συμμορφούμενος ο υπέροχος αυτός λαός, προς τα ιδανικά αυτά, είχε την γενναία ψυχή, την δεδομένη ιστορική στιγμή να εκφωνή και απαγγέλλη τον όρκο:
«Ορκίζομαι,
εις το όνομα του Παντοδυνάμου μας Θεού,
εις το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού
και της Αγίας Τριάδος,
να χύσω και την υστέραν ρανίδα του
αίματός μου,
υπέρ πίστεως και Πατρίδος.
Ορκίζομαι,
να μη βλέψω εις τα όπισθεν
εάν δεν αποδιώξω τον εχθρόν της
Πατρίδος
και της Θρησκείας μου.
Ορκίζομαι,
«Ταν η επί Τας» και «Νίκη η Θάνατος»
υπέρ Πίστεως και Πατρίδος».
Κατακλείοντας τον ενθρονιστήριον τούτον λόγον θα ήθελα να σας εκμυστηρευτώ και τούτο:
Αείποτε εμπνευστής μου ήταν ο μέγας άγιος του 10ου αιώνος, ο όσιος Νίκων ο «Μετανοείτε», ο φωτιστής και ιεραπόστολος της Λακωνίας και βεβαίως της Μάνης. Ότε ήμην φοιτητής της Νομικής Σχολής εις το Πανεπιστήμιον Αθηνών, είχα ανακαλύψει, ως φίλος των βιβλίων, και είχα αναγνώσει επισταμένως τον βίον του Οσίου Νίκωνος του «Μετανοείτε» σε ωραία παλαιά έκδοση και κυριολεκτικά είχα ενθουσιασθεί.
Τι άγιος ήταν αυτός!
Τι περιοδείες επετέλεσε!
Πως τις δυσκολίες τις αντιμετώπισε!
Τι φώτιση Θεού είχε!
Και όλο το βιβλίο, σελίδα-σελίδα, με ενέπνεε, μου προξενούσε τον θαυμασμό αλλά και την διάθεση για μίμηση. Και ιδού, ήλθε η ημέρα και η ώρα να έχω τον Όσιον, εν τοις πράγμασιν, καθοδηγητήν, συνοδοιπόρον, εμπνευστήν εις ιεραποστολικά έργα. Πόσο ιερό και μέγιστο ιδανικό είναι να καταστώ Ιεράρχης, Ιεραπόστολος, κήρυξ της μετανοίας, κήρυξ των αληθειών του Ευαγγελίου, καλός Ποιμήν της του Χριστού αγίας Ποίμνης!
Περαίνω τον ταπεινόν μου λόγον και αφήνω τον δυνατόν λόγον του αγίου Νίκωνος, αυτόν τον χαρισματικόν λόγον να έλθη και να μας καθοδηγήση: Ιδού τι μας λέγει εις τας τελευταίας του υποθήκας:
«Τέκνα μου, αγαπητά και φίλτατα, φροντίσατε όσας συμβουλάς ελάβετε παρ᾿ εμού να τηρήσητε αυτάς ασφαλώς, φυλάσσοντες άμα και τηρούντες και όσα τανύν θα ακούσητε: Είναι ανάγκη να έχητε προ οφθαλμών πάντοτε τον φόβον του Θεού και σταθεράν και αδιάσειστον την προς Αυτόν πίστιν· να
μη απομακρύνησθε από την Εκκλησίαν· ν᾿ αποφεύγητε την αλαζονείαν και την έπαρσιν, τα δεινά και ολέθρια ταύτα πάθη, προτιμώντες και ασπαζόμενοι ειλικρινώς την ταπείνωσιν· να μη αμελήσητε της διακονίας της μεγαλυτέρας πασών των αρετών, ήτις είναι η προς τον Θεόν και τον πλησίον αγάπη, διότι αύτη είναι το κεφάλαιον των αρετών και ο σύνδεσμος της τελειότητος τούτων, και ακριβώς ο,τι είναι το άλας εις τον άρτον, τούτο είναι η αγάπη εν τη αρετή».
Και η προσευχή του:
«Κύριε Ιησού Χριστέ, ο ειπών τοις αγίοις Σου Αποστόλοις: Εγώ ειμι μεθ᾿ υμών και ουδείς καθ᾿ υμών, Αυτός και νυν επίσκεψαι την άμπελον ταύτην την λογικήν και διαφύλαξον και διατήρησον εν οδώ ταύτη, όπως μεγαλυνθήσεταί Σου το Πανάγιον Όνομα».
Λοιπόν, τέκνα μου αγαπητά και ευλογημένα, «χαίρετε, καταρτίζεσθε, παρακαλείσθε, το αυτό φρονείτε, ειρηνεύετε, και ο Θεός της αγάπης και ειρήνης έσται μεθ᾿ υμών».
Η χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και η αγάπη του Θεού και Πατρός και η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος είη μετά πάντων υμών.
Αμήν.