Ι.Μ. ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ: Παρακολουθούμε μέ θλίψη τόν τελευταίο καιρό τόν σκληρό πόλεμο μεταξύ Ρωσίας καί Ουκρανίας, ο οποίος εξελίσσεται μέ μεγαλύτερη σκληρότητα, πού δέν δικαιολογείται άν υποτεθή ότι έχουν κοινή καταγωγή καί είναι ένας λαός.
Υπάρχουν Ρώσοι πού ισχυρίζονται ότι πρόκειται γιά αδελφοπόλεμο, δηλαδή πόλεμο μεταξύ ενός καί τού αυτού λαού. Αυτό, όμως, δέν μπορεί νά εξηγηθή από τό μίσος πού υπάρχει μεταξύ τους, αφού οι Ουκρανοί θέλουν τήν ανεξαρτησία τους καί αγωνίζονται σκληρά, καί οι Ρώσοι προβαίνουν σέ σκληρές ενέργειες προκειμένου νά κάμψουν τήν αντίσταση τών Ουκρανών.
Τό θέμα αυτό, δηλαδή τό μίσος πού υπάρχει μεταξύ τους, μέ απασχόλησε καί μέ απασχολεί καί προσπαθώ νά βρώ κάποια αιτία. Βέβαια, πρίν λίγο καιρό μέ άλλο κείμενό μου αναφέρθηκα στό ότι οι Ουκρανοί είναι ένας άλλος λαός, μέ δική του γλώσσα, δικά του ήθη καί έθιμα, καί πάντοτε τά τελευταία χρόνια αναζητούσε τήν αυτονομία του καί κυρίως τήν ανεξαρτησία του (Βλ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Αγίου Βλασίου Ιεροθέου «Ρωσία καί Ουκρανία» Εκκλησιαστική Παρέμβαση Ιεράς Μητροπόλεως Ναυπάκτου καί Αγίου Βλασίου). Όμως, ήθελα νά βρώ περισσότερα στοιχεία γιά τήν ιστορία μεταξύ τών δύο λαών, Ρώσων καί Ουκρανών, καί μέ τό παρόν άρθρο θά παραθέσω μερικά ενδεικτικά στοιχεία.
Κατ αρχάς είναι γνωστόν ότι οι Ρώς είναι ένας Σκανδιναβικός λαός, καί στούς Ανατολικούς Ρωμαίους ήταν γνωστοί μέ τό όνομα Βάραγγοι. Γίνεται, όμως, συζήτηση κατά πόσον οι Ρώς είναι Βάραγγοι ή Σλάβοι. Άλλοι υποστηρίζουν ότι οι Ρώς είναι Σκανδιναβοί, καί άλλοι ότι είναι Σλάβοι.
Εκείνο πού επικρατεί στήν ιστορία είναι ότι στόν χώρο μεταξύ τής Βαλτικής θάλασσας καί τής Μαύρης θάλασσας, πρίν τόν 9ο μ.Χ. αιώνα πού εμφανίσθηκαν οι Ρώς, κατοικούσαν ανατολικές σλαβικές φυλές καί μετά τήν εμφάνισή τους αναμείχθησαν οι δύο λαοί. Οι πρώτοι Σλάβοι κάτοικοι τής περιοχής κάλεσαν τούς Ρώς νά κυβερνήσουν μαζί τους τήν περιοχή, καί οι ίδιοι οι Ρώς αυτοχαρακτηρίζονταν ως Σκανδιναβοί Βίκινγκς.
Πώς, όμως, εξελίχθηκαν τά πράγματα στήν ιστορία ως πρός τίς σχέσεις μεταξύ Ουκρανών καί Ρώσων;
Αναζητώντας ένα επιστημονικό κείμενο μελέτησα τό βιβλίο τής Γιάννας Κατσόβσκα-Μαλιγκούδη μέ τίτλο «Η αυτοκρατορική Ρωσία (1613-1917)», μέσα στό οποίο βρήκα ενδιαφέροντα στοιχεία γιά τό θέμα αυτό. Η κ. Γιάννα Κατσόβσκα-Μαλιγκούδη «σπούδασε Σλαβική Φιλολογία καί Ιστορία τής Ανατολικής καί Νοτιοανατολικής Ευρώπης στά Πανεπιστήμια τής Πράγας καί τού Munster. Είναι καθηγήτρια Ιστορίας καί Πολιτισμού Σλαβικών Λαών στό Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης».
Στό βιβλίο της μέ τίτλο «Η αυτοκρατορική Ρωσία (1613-1917)» κάνει μιά επισκόπηση τών τριών αιώνων τής Αυτοκρατορίας τής Ρωσίας. Σέ αυτούς τούς τρείς αιώνες διακρίνονται τρείς ενδιάμεσοι σταθμοί, ήτοι πρώτον ο 17ος αιώνας από τό 1613-1689, δεύτερον από τά τέλη τού 17ου αιώνα μέχρι τόν Κριμαϊκό πόλεμο, δηλαδή τό 1689 έως τό 1856 καί τρίτον από τόν Κριμαϊκό πόλεμο έως τήν Οκτωβριανή Επανάσταση, δηλαδή από τό 1856 έως τό 1917.
Σέ κεφάλαιο τού βιβλίου αυτού βλέπει κανείς καί ενδιαφέροντα στοιχεία γιά τήν Ουκρανία καί τό «Κράτος τού Κιέβου» σέ σχέση μέ τούς Ρώσους καί τούς Πολωνούς – Λιθουανούς. Μερικά από αυτά θά παρουσιασθούν στήν συνέχεια.
Γράφεται ότι «ο γεωγραφικός χώρος τής σημερινής Ουκρανίας αποτελούσε, από τό δεύτερο μισό τού 9ου έως τόν 13ο αιώνα, μέρος εκείνου τού μεσαιωνικού ρωσικού κράτους πού είναι γνωστό στήν ιστοριογραφία μέ τήν ονομασία ως “Κράτος τού Κιέβου”, “Ρωσία τού Κιέβου” ή “Κιεβική Ρωσία”. Τό κράτος αυτό είχε πληθυσμό πολυεθνικό μέ σαφή όμως υπεροχή τού σλαβικού στοιχείου. Ωστόσο, οι Σλάβοι αυτοί δέν αποτελούσαν ακόμη διαμορφωμένα έθνη, τά έθνη τών σημερινών Ρώσων, Ουκρανών ή Λευκορώσων. Συνεπώς η ιστορία τού κράτους τού Κιέβου αποτελεί μιά κοινή ιστορική περίοδο καί γιά τούς τρείς αυτούς σλαβικούς λαούς. Η διάκρισή τους καί η διαμόρφωση σέ Ρώσους, Ουκρανούς καί Λευκορώσους αντίστοιχα έγινε αργότερα, κατά τούς 14ο – 17ο αιώνες γιά τούς δύο πρώτους, από τόν 19ο αιώνα γιά τούς Λευκορώσους» (Γιάννα Κατσόβσκα-Μαλιγκούδη, Η Αυτοκρατορική Ρωσία (1613-1917), Gutenberg Αθήνα, 2008, σελ. 65).
Τό απόσπασμα αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό. Πρίν τόν 9ο αιώνα μ.Χ. στήν περιοχή τής σημερινής Ουκρανίας κατοικούσαν διάφορα σλαβικά φύλα, κατέρχονταν από τήν Σκανδιναβία οι Ρώς καί ανεμείχθησαν μεταξύ τους. Από τόν 9ο έως τόν 13ο αιώνα σχηματίζεται ένα Κράτος μέ κέντρο τό Κίεβο πού είχε «πολυεθνικό πληθυσμό» μέ «υπεροχή τού σλαβικού στοιχείου». Οι Σλάβοι δέν αποτελούσαν τότε τρία διαμορφωμένα Έθνη ήτοι Ρώσοι, ή Ουκρανοί ή Λευκορώσοι, πράγμα πού έγινε αργότερα.
Αυτό «τό Κράτος τού Κιέβου διαλύθηκε κάτω από τίς επιθέσεις τών μογγολο-ταταρικών στρατευμάτων κατά τά έτη 1234/1240» (Ένθ. αν. σελ. 65). Τότε τά μογγολο-ταταρικά στρατεύματα κατέκτησαν τήν πόλη τού Κιέβου, κατέστρεψαν τά κεντρικά καί ανατολικά τμήματα τού Κράτους αυτού, μέ αποτέλεσμα νά ερημώσουν οι περιοχές αυτές από ανθρώπους, οι οποίοι κατέφυγαν στήν Βορειοανατολική Ρωσία ή πρός τά νοτιδυτικά, στήν Επαρχία Γαλικία-Βαλανία (Ένθ. αν. σελ. 65).
Στήν συνέχεια από τό δεύτερο μισό τού 13ου αιώνος τό Δουκάτο τής Λιθουανίας προσέλαβε «ένα μεγάλο μέρος τών εδαφών τού διαλυμένου πλέον κιεβικού κράτους, ενώ τό υπόλοιπο προσαρτήθηκε στήν Πολωνία, η περιοχή τής Γαλικίας-Βολονίας, γεωγραφικά στά άκρα ως πρός τήν Πολωνία, τήν Λιθουανία καί αργότερα τή Ρωσία καί τήν Οθωμανική αυτοκρατορία, άρχισε νά ονομάζεται Ουκρανία (δηλαδή “ακριτική περιοχή”) καί νά έχει χωριστή από τούς Ρώσους εξέλιξη, πού οδήγησε στή δημιουργία τού σλαβικού έθνους τών Ουκρανών μέ δική του γλώσσα καί ιστορική συνείδηση» (Ένθ. αν. σελ. 65-66).
Καί τό απόσπασμα αυτό είναι ενδεικτικό τής ιστορικής εξέλιξης τής περιοχής τής Ουκρανίας. Δηλαδή, μετά τήν κατάλυση τού Κράτους τού Κιέβου από τά μογγολο-ταταρικά στρατεύματα τόν 13ο αιώνα οι κάτοικοι τής περιοχής αυτής διασπάσθηκαν, άλλοι έφυγαν στήν Βορειοανατολική Ρωσία καί συνέβαλαν στήν διαμόρφωση τού Κράτους τής Μόσχας, καί άλλοι προσαρτήθηκαν στήν Λιθουανία καί τήν Πολωνία τόν 14ο αιώνα. Στά γεωγραφικά άκρα μεταξύ Λιθουανίας – Πολωνίας, Ρωσίας καί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αποτελέσθηκε η Ουκρανία πού σημαίνει «ακριτική περιοχή» καί δημιουργείται τό σλαβικό Έθνος τών Ουκρανών μέ ιδιαίτερη γλώσσα καί συνείδηση, πού διαφέρει από τήν Ρωσία.
Στήν συνέχεια τόν 15ο αιώνα «όταν η μεγάλη μογγολο-ταταρική αυτοκρατορία άρχισε νά εξασθενεί» αυτό τό σλαβικό έθνος, «διασπάστηκε σέ πολλά τμήματα» καί βέβαια αυτό «επέτρεψε στό κράτος τής Μόσχας νά απαλαγεί τό 1480 από τόν μογγολικό ζυγό καί στή συνέχεια νά κατακτά παραμεθόριες ουκρανικές (καί λευκορωσικές) περιοχές από τό πολωνο-λιθουανικό κράτος» (Ένθ. αν. σελ. 66-67).
Στά τέλη τού 15ου αιώνος στίς «παραμεθώριες περιοχές τής Ουκρανίας άρχισαν νά εμφανίζονται ομάδες ελεύθερων πολεμιστών, οι λεγόμενοι Κοζάκοι». «Η λέξη κοζάκοι/κοζάκος είναι τουρκο-ταταρικής προέλευσης. Πραγματικά οι πρώτοι Κοζάκοι ήταν Τατάροι καί Τούρκοι. Ωστόσο, τόν 16ο αιώνα μεγάλο μέρος τών Κοζάκων ήταν πλέον σλαβικής καταγωγής ή πρώην αγρότες ή άλλοι φυγάδες από τά φτωχότερα στρώματα τών πόλεων, οι οποίοι, εγκατέλειψαν τόν γαιοκτήμονα ή τόν ιδιοκτήτη τους καί μετοίκησαν στό εδαφος τών Κοζάκων, ζώντας ως ευκαιριακοί αγρότες, ψαράδες, κτηνοτρόφοι ή κυνηγοί» (Ένθ. αν. σελ. 67).
Οι Κοζάκοι ήταν εμπειροπόλεμοι καί «υπηρετούσαν οργανωμένοι σέ βοηθητικά στρατιωτικά σώματα είτε ως μισθοφόροι στά πολωνικά, κρατικά ή ιδιωτικά στρατεύματα είτε συμμαχούσαν μέ τούς Τατάρους τής Κριμαίας». Επεδίωκαν τήν εξασφάλιση τών προνομίων τους καί επέκταση τών εδαφών τους καί «αποτελούσαν ένα στοιχείο βίαιο, ανεξέλεγκτο καί αναξιόπιστο, καί συνήθιζαν νά συμπληρώνουν τά έσοδά τους μέ ληστρικές επιθέσεις στά γειτονικά κράτη» (Ένθ. αν. σελ. 68).
Στά εδάφη τών Κοζάκων τής Νότιας καί Νοτιοανατολικής σήμερα Ουκρανίας, από τίς αρχές τού 17ου αιώνος αυξήθηκε η εισροή αγροτών από τήν Πολωνία καί άρχισαν διενέξεις μεταξύ τους. «Τήν κοινωνική ένταση αύξανε καί τό γεγονός ότι οι Κοζάκοι άρχισαν νά εμφανίζονται ως προστάτες τής ορθοδοξίας, επομένως τού ουκρανικού ορθοδόξου πληθυσμού έναντι τών ρωμαιοκαθολικών Πολωνών, καί αντίστοιχα η προσπάθεια τής Πολωνίας νά ελέγξει τούς Κοζάκους περιορίζοντας έως έναν βαθμό τά παλαιά προνόμιά τους» (Ένθ. αν. σελ. 69).
Στήν συνέχεια οι Κοζάκοι εξεγέρθησαν εναντίον τών Πολωνών τούς οποίους νίκησαν καί ένα μέρος τής Ουκρανίας οργανώθηκε σέ ανεξάρτητο κρατικό μόρφωμα. Αυτό έγινε τό 1648. «Οι Κοζάκοι καί αγρότες ξεσηκώθηκαν καί επέφεραν στόν πολωνικό στρατό βαριά ήττα. Χιλιάδες Πολωνοί γαιοκτήμονες ευγενείς καί υπάλληλοί τους, πού ήταν συνήθως Εβραίοι, καθώς καί καθολικοί ιερείς βρήκαν τό θάνατο. Η επιτυχής έκβαση τής εξέγερσης σήμαινε ότι ένα μέρος τής Ουκρανίας οργανώθηκε σέ ανεξάρτητο κρατικό μόρφωμα τό οποίο στήν ιστοριογραφία ονομάζεται συνήθως αταμανάτο (= hetmanat)» (Ένθ. αν. σελ. 69).
Όμως, αυτό τό «ανεξάρτητο ιστορικό μόρφωμα» τών Κοζάκων στήν Ουκρανία, κάτω από τίς διαταγές τού Χμελνίτσκι, δέν μπορούσε εύκολα νά διατηρήση τήν ανεξαρτησία του, γι αυτό ο αταμάνος Χμελνίτσκι ζήτησε προστασία από τήν Μόσχα. Στήν αρχή ο Τσάρος Αλέξιος «δίσταζε νά ανταποκριθεί στίς πολλαπλές του παρακλήσεις, φοβούμενος έναν πόλεμο μέ τήν Πολωνία – Λιθουανία». Όμως, τό 1654 «ενέδωσε ο Τσάρος καί δέχθηκε τόν όρκο πίστης καί υποταγής τών Κοζάκων καί τού Κρατιδίου τους (= τού αταμανάτου), γιά τό οποίο τό Κράτος τής Μόσχας χρησιμοποίησε στήν συνέχεια τήν ονομασία “Μικρή Μόσχα”». «Μεταξύ τών ετών 1667-1764 τό αταμανάτο κατόρθωσε νά διατηρήσει μιά σχετική αυτονομία στό πλαίσιο τού Κράτους τής Μόσχας» (Ένθ. αν. σελ. 70).
Μέ τόν θάνατο τού ηγέτη τους τού Χμελνίτσκι υπήρξαν διαμάχες μεταξύ τών Κοζάκων τού Κρατιδίου αυτού άν θά ήταν «φιλορωσικό» «ή άν θά ήταν σκοπιμότερη η επιλογή τής πολωνικής ή καί οθωμανικής προστασίας» πού θά τούς εξασφάλιζε περισσότερα προνόμια καί εδάφη (Ένθ. αν. σελ. 71-72).
Οι διαμάχες τών Κοζάκων γιά τά αξιώματα καί γιά τήν πολιτική, γιά τόν προσανατολισμό τού Κρατιδίου οδήγησαν τελικά στήν διχοτόμηση τής Ουκρανίας. Η εξέλιξη τού θέματος είναι ενδιαφέρουσα.
«Η Ρωσία καί η Πολωνία – Λιθουανία, οι οποίες βρίσκονταν σέ πολεμική σύγκρουση από τό 1654, συνομολόγησαν τό 1667 στό χωριό Ανδρούσοβο ανακωχή καί μοίρασαν τήν Ουκρανία. Η Ρωσία κράτησε τό αταμανάτο τής ανατολικής πλευράς τού Δνείπερου, καθώς καί τήν πόλη τού Κιέβου στήν αριστερή ακτή τού ποταμού καί η Πολωνία – Λιθουανία πήρε ένα μεγάλο μέρος τής Ουκρανίας δυτικά από τόν Δνείπερο. Μία άλλη περιοχή τής σημερινής Νότιας Ουκρανίας, εκείνη η “Ζάποροτσκα Σίτς”, δηλαδή “η περιοχή πέραν τών καταρρακτών”, πού αποτελούσε τό κέντρο τής κοζακικής ζωής καί δύναμης, έγινε προτεκτοράτο καί τών δύο χωρών. Ο χωρισμός αυτός τής Ουκρανίας μεταξύ Πολωνίας καί Ρωσίας κράτησε περίπου τά επόμενα τριακόσια χρόνια. Η συμφωνία τής ανακωχής τού 1667 επιβεβαιώθηκε μέ τή συνθήκη ειρήνης τού 1686, μέ τήν οποία όμως περιήλθε αποκλειστικά στή ρωσική επικυριαρχία καί η “περιοχή πέραν τών καταρρακτών”, δηλαδή η “Ζάποροτσκα Σίτς”.
»Τό αταμανάτο διατήρησε τήν κάπως περιορισμένη αυτονομία του στό πλαίσιο τής Ρωσικής αυτοκρατορίας γιά ακόμη έναν αιώνα, όπως ήδη αναφέρθηκε ενώ η Ζάποροτσκα Σίτς διατήρησε τή σχετική αυτονομία της έως τό 1709. Στή συνέχεια οι δύο αυτές αυτόνομες οντότητες ενσωματώθηκαν απολύτως διοικητικά στή Ρωσική αυτοκρατορία καί οι Κοζάκοι έγιναν τακτικά μέλη τού ρωσικού στρατού. Στήν πολωνική Ουκρανία τά στρατεύματα τών Κοζάκων διαλύθηκαν τό 1699 καί εδώ η περιοχή ενσωματώθηκε στή διοίκηση τού πολωνο-λιθουανικού κράτους. Νέα διχοτόμηση τής Ουκρανίας έγινε στά τέλη τού 18ου αιώνα, όταν η Πολωνία – Λιθουανία μοιράστηκε ανάμεσα στήν Πρωσία, τήν Αυστρία καί τή Ρωσία» (Ένθ. αν. σελ. 72-74).
Από τά προηγούμενα φαίνεται καθαρά ότι ο γεωγραφικός χώρος τής σημερινής Ουκρανίας κατοικείτο στό παρελθόν από Σλάβους, Ρώς – Σκανδιναβούς – Ρώσους, Λευκορώσους, ήταν ένας «πολυεθνικός πληθυσμός» στόν οποίο υπερείχε τό σλαβικό στοιχείο. Κατά καιρούς διεκδικείτο από τούς Μογγόλους – Τατάρους, τούς Λιθουανούς, τούς Πολωνούς, τούς Κοζάκους καί τούς Ρώσους. Ήταν ένας χώρος διαρκών πολέμων καί διεκδικήσεων. Μετά τήν κατάρρευση τών Κοζάκων τόν 17ο αιώνα η Ουκρανία χωρίστηκε μεταξύ τής Ρωσίας καί τής Πολωνίας – Λιθουανίας.
Παλαιότερα, σέ κείμενο πού μνημόνευσα στήν αρχή τού άρθρου αυτού μέ τίτλο «Ρωσία-Ουκρανία», έχοντας ως αναφορά τό βιβλίο τής Anne Applebaun μέ τίτλο «κόκκινος λιμός», σημείωσα τό πώς η σημερινή Ουκρανία τόν 18ο έως τόν 20ό αιώνα ανήκε στήν Ρωσική Αυτοκρατορία, ενώ προηγουμένως τά εδάφη της ανήκαν στήν Πολωνία καί μάλιστα στήν Πολωνολιθουανική Ένωση, καί ότι τό Ουκρανικό Έθνος είναι ένα «εναλλακτικό έθνος από τήν Ρωσία, καί κατά καιρούς τόσο οι Πολωνοί όσο καί οι Ρώσοι επεδίωκαν νά υπονομεύσουν ή νά αρνηθούν τήν ύπαρξη τού ουκρανικού έθνους». Γι αυτό η Τσαρική Αυτοκρατορία επιδίωκε μέ ποικίλους τρόπους νά εκρωσίση τήν ουκρανική ταυτότητα. Αυτό συνεχίσθηκε καί μετά τήν πτώση τής Τσαρικής Αυτοκρατορίας.
Μάλιστα, όταν τό 1917 κατέρρευσε η Ρωσική Αυτοκρατορία καί τό 1918 κατέρρευσε καί η Αυστροουγγαρική Αυτοκρατορία οι Ουκρανοί θέλησαν νά εγκαθιδρύσουν ένα ανεξάρτητο Ουκρανικό Κράτος καί ήλθαν σέ αιματηρές συγκρούσεις μέ τούς Πολωνούς καί τούς Ρώσους. Τήν 1 Απριλίου τού έτους 1917 τό ουκρανικό εθνικό κίνημα έκανε μιά μεγάλη διαδήλωση μέ κεντρικό σύνθημα «ελεύθερη Ουκρανία σέ μιά ελεύθερη Ρωσία», μέ τό οποίο σαφέστατα ζητούσε μιά αυτονομία. Όμως, αυτήν τήν προσπάθεια τήν κατέλυσε ο κόκκινος Στρατός, οι Μπολσεβίκοι.
Αργότερα, καί συγκεκριμένα τό 1991 η Ουκρανία κήρυξε τήν ανεξαρτησία της καί σχηματίσθηκε τό ελεύθερο Ουκρανικό Κράτος. Όμως, η Ρωσία δέν αφήνει νά ορθοποδήση αυτό τό Κράτος μέ αποτέλεσμα νά βλέπουμε όσα συμβαίνουν σήμερα στόν χώρο τής Ουκρανίας.
Η σύντομη αυτή ιστορική διαδρομή καταρρίπτει πολλούς «μύθους» πού διαδίδονται στίς ημέρες μας.
Πολλοί Ρώσοι, καί μάλιστα υψηλόβαθμοι, ισχυρίζονται ότι «οι Ουκρανοί είναι Ρώσοι, είναι αδελφοί μας». Όμως, οι Ουκρανοί είναι ένα άλλο Έθνος μέ διαφορετικά ήθη καί έθιμα, γλώσσα καί παραδόσεις μέ αναμείξεις πολλών λαών. Τό Κίεβο χαρακτηρίστηκε ως «Μικρή Ρωσία» τόν 17ο αιώνα, όταν οι Κοζάκοι δήλωσαν όρκο καί υποταγή στούς Ρώσους καί δέν ονομάζονταν έτσι από τόν 9ο αιώνα.
Έπειτα, ο γεωγραφικός χώρος τής σημερινής Ουκρανίας δέν ήταν από τήν αρχή Ρωσικός, αλλά ήταν ένας χώρος στόν οποίο ζούσαν πολλές λαότητες, ήτοι Σλάβοι, Σκανδιναβοί, Πολωνοί, Λιθουανοί, Μογγόλοι, Τάταροι, Κοζάκοι κ. ά.
Ακόμη, ο γεωγραφικός αυτός χώρος διεκδικείτο από πολλούς, κυρίως ήταν χώρος διαμάχης μεταξύ Ουκρανών καί Ρώσων, μεταξύ Ουκρανών καί Πολωνών – Λιθουανών, μεταξύ Πολωνών κάι Ρώσων, καί σημαντικό ρόλο έπαιξαν οι Μογγόλοι, οι Τάταροι καί οι Κοζάκοι.
Η ιστορία, η οποία ερευνάται από επιστήμονες, καταρρίπτει ιδεολογίες, μύθους, σκοπιμότητες, προπαγάνδες καί αποκαθιστά τά πράγματα στήν θέση τους. Οι Ουκρανοί είναι ένας βασανισμένος λαός πού υπέφερε διά μέσου τών αιώνων καί υποφέρει στίς ημέρες μας. Έτσι, δικαιολογείται τό μίσος τους εναντίον τών Ρώσων, αφού θέλουν νά ζήσουν επί τέλους ελεύθεροι σέ μιά ελεύθερη καί ανεξάρτητη Πατρίδα. Μέσα σέ αυτήν τήν ελεύθερη Πατρίδα πρέπει νά ζήσουν μέ δημοκρατικό τρόπο, καί οι Ρώσοι πού βρίσκονται στήν Ουκρανία. Έτσι γίνεται σέ όλα τά σύγχρονα δημοκρατικά Κράτη, αφού οι κάτοικοί τους αισθάνονται ότι άλλο είναι η εθνότητα κάθε ανθρώπου καί άλλο η ταυτότητα τού πολίτη στήν χώρα τήν οποία ζή.