ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΙΕΡΟΘΕΟΣ: Ο κορωνοϊός μάς ταπείνωσε όλους μας, αποδιοργάνωσε τήν κοινωνία μας, μάς έβγαλε μέσα από τήν ανήσυχη «ευδαιμονία» μας, τήν αυτάρκειά μας, τόν ακτιβισμό μας καί τό επίχρισμα τής πίστεώς μας. Ταυτόχρονα ταπείνωσε τήν αλαζονεία μερικών επιστημόνων καί πολιτικών.
Ο καθένας από μάς, κλεισμένος μέσα στό ιδιότυπο κελλί του, σκέφτεται, «φιλοσοφεί», προσεύχεται, γεμίζει δημιουργικά τόν χρόνο του καί προγραμματίζει. Άλλοι ασφυκτιούν στούς μικρούς χώρους τής διαμονής τους, αναλογιζόμενοι τά «πρό» καί τά «μετά» τού κορωνοϊού.
Μέσα σέ αυτήν τήν προοπτική, «συγκακουχούμενος τώ λαώ τού Θεού», κάνω μερικές σκέψεις, πού θά μπορούσα νά πώ ότι είναι «ξηροί καρποί» τής εποχής τού κορωνοϊού, πού προσφέρονται μέ αγάπη στούς αδελφούς μου πού δοκιμάζονται ποικιλοτρόπως.
1. Οικονομία καί υγεία
Η υπεύθυνη Πολιτεία, μέσα σέ αντίξοες συνθήκες, προσπαθεί νά εξισορροπή μεταξύ οικονομίας καί σωματικής υγείας. Μιά κοινωνία πού βασίζεται στήν οικονομία καί τήν σωματική υγεία είναι δύσκολο νά ισορροπήση.
Άν αφήση ελεύθερη τήν μετακίνηση τών πολιτών γιά νά κινηθή η οικονομία, θά πιεστή αφόρητα τό Εθνικό Σύστημα Υγείας καί θά κινδυνεύση η ζωή τών πολιτών. Άν ενδιαφερθή γιά τήν σωματική υγεία τών πολιτών καί γιά τό εθνικό Σύστημα Υγείας, τότε θά καταστραφή η οικονομία.
Έτσι, μέ τήν συνδρομή τών «ειδικών», προσπαθεί νά ποδηγετήση τήν κοινωνία, η οποία όμως έμαθε νά εργάζεται, νά διασκεδάζη μεταμεσονύκτιες ώρες, νά κινήται έξω από τήν οικία καί τήν οικογένεια, νά βγαίνη έξω από τήν «οικία τού πατρός» της, κατά τήν σχετική ευαγγελική περικοπή.
Είναι όντως δύσκολο αυτό τό έργο τής εξισορροπήσεως μεταξύ υπαρκτών δεδομένων καί χρειάζεται πολλή γνώση, ψυχραιμία καί μεγάλη κατανόηση από όλους μας.
2. Πόλεμος καί ειρήνη
Είναι γνωστό τό μυθιστότημα τού Λέοντος Τολστόϊ «πόλεμος καί ειρήνη», πού περιγράφει τήν συνύπαρξη μεταξύ αυτών τών δύο καταστάσεων καί τήν αλληλοδιαδοχή τους. Ο Λέων Τολστόϊ, περιγράφοντας τίς καταστάσεις τού πολέμου καί τής ειρήνης, θέτει καίρια ερωτήματα, όπως τί είναι ο πόλεμος καί η ειρήνη, ποιό είναι τό αντικείμενο τής ιστορίας, ποιός είναι ο ιδιαίτερος χαρακτήρας κάθε ιστορικής εποχής, γιατί πολεμά ο άνθρωπος καί πολλά άλλα.
Ο Λέων Τολστόϊ φιλοσοσοφεί λογοτεχνικά καί γράφει μέ λογοτεχνικό καί φιλοσοφικό τρόπο, περιγράφοντας μεγάλα ιστορικά μεγέθη, όπως τήν Γαλλία τού Ναπολέοντα καί τήν Ρωσία τών Τσάρων, κατά τόν καιρό τών πολέμων καί τής ειρήνης. Πάντως, φαίνεται ότι ο πόλεμος συμπορεύεται μέ τήν ειρήνη, καί η ειρήνη μπορεί νά βιωθή μέσα στόν πόλεμο. Η ειρήνη είναι τό ιλαρό προσωπείο τού πολέμου καί ο πόλεμος είναι τό τραγικό «πρόσωπο» τής ειρήνης!
Τέτοια θέματα έχουν θιγή από τήν αρχαία προσωκρατική φιλοσοφία, συγκεκριμένα από τόν Ηράκλειτο, ο οποίος ομίλησε γιά τήν αντιθετική όψη τού ίδιου πράγματος, αλλά καί τήν συνολική ενότητα, παρά τήν φαινομενική πολλαπλότητα, έκανε λόγο γιά τήν αλληλεξάρτηση τών αντιθέτων, ότι «η αρρώστια κάνει τήν υγεία», αφού η αρρώστια μάς κάνει νά βλέπουμε τήν υγεία «σάν κάτι τό ευχάριστο καί αγαθό», καθώς, επίσης, καί τήν αλληλοδιαδοχή τών πραγμάτων. Μίλησε γιά τό «γίγνεσθαι» καί γιά τόν πόλεμο ως «πατέρα καί βασιλιά πάντων», αλλά καί γιά τόν Λόγο πού είναι ο συμπαντικός νόμος, η υπέρτατη αρχή πού ρυθμίζει τό γίγνεσθαι τού κόσμου.
Έτσι, ο πόλεμος δέν είναι τό αντίθετο τής ειρήνης καί η ειρήνη δέν είναι τό αντίθετο τού πολέμου, αλλά συνυπάρχουν καί τά δύο μαζί, οπότε «ο ξυνός λόγος» πού συνέχει τά πάντα αποκαλύπτει τήν «ομολογία», δηλαδή τήν βαθειά «συμφωνία μέ τήν φρόνηση τού ανθρώπου καί τήν έλλογη τάξη στό σύμπαν».
Αυτόν τόν καιρό μέ τήν πανδημία τού κορωνοϊού σκεπτόμουν όλα αυτά, γιατί βλέπουμε αυτόν τόν μεγάλο υγειονομικό πόλεμο πρωτίστως στά Νοσοκομεία, όπου περισσεύει ο ανθρώπινος πόνος, καί όλο τό προσωπικό τών Νοσοκομείων πολεμά αυτόν τόν αόρατο εχθρό, πού δέν γνωρίζει σύνορα, υφαλοκρηπίδες, εναέριους χώρους, καί ο οποίος δέν διαχέεται μόνο στόν αέρα, αλλά κυρίως καταστρέφει τά κύτταρα τών ασθενών, σάν ένας αεροπειρατής, ακόμη καί τά όργανά τους. Αυτό πού παρατηρείται στά πεδία τών μαχών, μέ μάχες, θανάτους, ασθένειες, πείνες, τώρα συμβαίνει ιδιαίτερα μέσα στά Νοσοκομεία, οπότε στρατηγοί καί στρατιώτες είναι όλο τό προσωπικό τών Νοσοκομείων, πού παλεύουν μαζί μέ τούς ασθενείς εναντίον αυτού τού αόρατου εχθρού.
Αυτός ο πόλεμος εξελίσσεται καί μέσα στά σπίτια από τούς εγκλεισμούς καί τούς περιορισμούς σέ στενούς χώρους διαμονής, αλλά καί στήν κοινωνία από τό κλείσιμο τών καταστημάτων καί τήν ανεργία.
Όμως, κατά τόν νόμο τής «αλληλεξάρτησης τών αντιθέτων» μπορεί νά επικρατήση καί ειρήνη, όταν κανείς διαθέτη μιά εσωτερική, ψυχική καί πνευματική ισορροπία, η οποία εκφράζεται ως πίστη στόν Θεό, προσευχή, αγάπη, αυτοθυσία, ελπίδα, ωριμότητα καί πληρότητα.
Μέσα στόν πόλεμο αυτό μπορεί κανείς νά αισθανθή εσωτερική ειρήνη, αλλά καί μέσα στήν εξωτερική ειρήνη μπορεί νά βιώνη έντονα τόν εσωτερικό πόλεμο.
3. Δύο ακραίες καταστάσεις
Κάθε δυσκολία καί κάθε πειρασμός αναδεικνύει τό πρόβλημα πού υπάρχει μέσα μας. Έτσι καί στήν περίπτωση τής σύγχρονης πανδημίας, φανερώθηκαν οι αδυναμίες τής κοινωνίας μας καί τών ανθρώπων πού ζούν σέ αυτήν, πού σημαίνει ότι φάνηκαν δύο ακραίες καταστάσεις.
Άλλοι ισχυρίζονται ότι μόνον η ιατρική επιστήμη θά μάς βοηθήση νά αντιμετωπίσουμε τό πρόβλημα. Φυσικά, είναι μεγάλο αγαθό η ιατρική επιστήμη, προσφέρει πολλά, κανείς δέν μπορεί νά τό αμφισβητήση αυτό. Αλλά δέν είναι η μόνη. Η ιατρική επιστήμη παλεύει μέ τόν θάνατον, αλλά τελικά δέν μπορεί νά τόν νικήση, αλλά τελικά θά νικηθή από αυτόν.
Δυστυχώς, σήμερα πολλοί βλέπουν τήν ιατρική επιστήμη μέσα από τρείς διαφωτιστικές αρχές. Η μία είναι ότι «η βιολογική ζωή είναι τό ύψιστο αγαθό». Όμως υπάρχουν καί άλλα αγαθά, όπως ο αλτρουϊσμός, τό νά θυσιάζη κανείς τήν ζωή του. Η άλλη είναι «η θεώρηση τού ανθρώπου ως μιάς ζωντανής μηχανής». Καί η τρίτη είναι «η θεοποίηση τής επιστημονικής γνώσης».
Όμως, η υπαρξιακή φιλοσοφία έχει δείξει ότι πέρα από αυτά πού φαίνονται, υπάρχουν καί εκείνα πού δέν φαίνονται.
Οι άνθρωποι τής κατηγορίας αυτής διαλαλούν σέ όλους τούς τόνους ότι «πρέπει νά κάνουμε ό,τι πούν οι ειδικοί», καί εννοούν τούς λοιμοξιολόγους, τούς επιδημιολόγους. Φυσικά, τούς τιμάμε όλους αυτούς, καί μάλιστα στήν παρούσα πανδημία είναι πολύτιμοι καί η γνώμη τους πρέπει νά εισακούεται. Όμως υπάρχουν καί άλλοι ειδικοί, όπως οι ψυχολόγοι, οι κοινωνιολόγοι, οι πάσης ειδικότητας επιστήμονες, οι θεολόγοι, οι Κληρικοί. Εννοώ ότι δέν πρέπει νά βλέπουμε τήν πανδημία μόνον μέσα από αυτούς πού ασχολούνται μέ τήν υγεία τού σώματος, αλλά καί αυτούς πού ασχολούνται μέ τήν ψυχική υγεία τού ανθρώπου, αφού ο άνθρωπος δέν είναι απλώς μιά «έμψυχη μηχανή».
Άλλοι λένε ότι θά βοηθήση μόνον ο Θεός. Φυσικά, ο Θεός επεμβαίνει στήν ζωή μας καί κάνει θαύματα σέ αυτούς πού πιστεύουν πραγματικά καί όχι σέ αυτούς πού πιστεύουν μαγικά! Αλλά ο Θεός ενεργεί καί μέσα από τούς ιατρούς επιστήμονας, καί όταν αυτοί αδυνατούν νά βοηθήσουν, τότε βοηθά αυτούς πού πιστεύουν, ενεργεί μέσα από τά φάρμακα, τίς τροφές, αφού παντού υπάρχουν «οι λόγοι τών όντων». Ο Θεός δέν αρνείται τήν ανθρώπινη προαίρεση – επιλογή.
Χρειάζεται συνεργασία μεταξύ πίστεως καί επιστήμης. Αυτό λέγεται συνέργεια. Δέν είναι δυνατόν, εν ονόματι τής πίστεως νά αρνούμαστε τήν επιστήμη, ούτε εν ονόματι τής επιστήμης νά αρνούμαστε τήν πίστη. Δέν πρέπει μέ κανέναν λόγο νά επιστρέψουμε στόν Μεσαίωνα, κατά τόν οποίον συγκρούσθηκε η δυτική σχολαστική θεολογία μέ τήν τότε αναδυόμενη στήν Δύση επιστήμη.
Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός κάνει διάκριση. Άλλο είναι «τά εφ’ ημίν», αυτά πού εξαρτώνται από εμάς, καί άλλο είναι «τά ουκ εφ’ ημίν», τά οποία δέν εξαρτώνται από εμάς, αλλά από τόν Θεό. Καί οι άγιοι χρησιμοποιούν τήν ιατρική επιστήμη καί μετά αφήνουν τόν εαυτό τους στόν Θεό.
Θεωρώ ότι είναι πολύ επικίνδυνοι όσοι διακρίνονται από τήν «μονοδιάστατη» αντιμετώπιση τών προβλημάτων τού ανθρώπου. Γι’ αυτό, αίτημα τών ημερών μας είναι ότι χρειαζόμαστε ισορροπημένους ανθρώπους, πού θά κινούνται μεταξύ τών δύο άκρων.
4. Ο τρόπος τής αντιμετωπίσεως τού κορωνοϊού
Συνέχεια τών προηγουμένων είναι ότι οι άνθρωποι συμπεριφέρονται ανάλογα μέ τήν παιδεία τους καί τήν ανατροφή τους. Όλα τά θέματα είναι καρποί παιδείας, ακόμη καί θεολογικής καί εκκλησιαστικής παιδείας. Αυτό ισχύει καί στόν τρόπο αντιμετωπίσεως τού κορωνοϊού.
Άλλοι διακρίνονται από τόν φόβο τού θανάτου. Είναι φοβερό αίσθημα νά βλέπη κανείς τόν θάνατο νά έρχεται. Καταρρέουν τά πάντα, όνειρα, επιδιώξεις, επιτεύγματα. Ο άνθρωπος γίνεται τό πιό ανίσχυρο όν.
Εμφανίζεται κάτι πού προηγουμένως δέν είχε καθόλου σκεφθή. Όλη η σύγχρονη παιδεία προϋποθέτει ότι θά κάνη τούς ανθρώπους αθάνατους επί τής γής. Τρέμει μπροστά στόν θάνατο, άν καί ο Πλάτων θεωρούσε τήν φιλοσοφία ως «μελέτη θανάτου».
Αυτοί οι άνθρωποι πού δέν βλέπουν τήν ζωή πέρα από τόν θάνατο περιπίπτουν στήν κατάθλιψη. Αντίθετα, ο Χριστιανός πού πιστεύει, θεωρεί τόν θάνατο ως τήν μετάβαση στήν ουράνια Εκκλησία καί τήν συνάντηση μέ τόν Χριστό, τήν Παναγία καί τούς Αγίους.
Άλλοι διακρίνονται από έναν «ναρκισσιστικό παλληκαρισμό». Αδιαφορούν γιά τούς κινδύνους πού υπάρχουν νά τελειώση κανείς τήν ζωή του μέ τρόπο μαρτυρικό, μέ οδυνηρή ασφυξία, γιατί θεοποιούν τούς εαυτούς τους, τίς δυνάμεις τους, τά χαρίσματά τους. Αυτό είναι μιά ψυχοπαθολογική κατάσταση. Φαίνεται σάν νά κάνουν μονόλογο μέ τόν εαυτό τους.
Υπάρχουν καί άλλοι πού ζούν καί τά δύο. Είναι η λεγόμενη διπολική διαταραχή, πού σημαίνει ότι ζούν μέ διαρκείς εναλλαγές μεταξύ καταθλιπτικών καί μανιακών επεισοδίων, καί αυτοί βρίσκονται σέ χειρότερη κατάσταση.
Έτσι, είναι σημαντικό νά δούμε πώς μπορούμε νά αντιμετωπίσουμε τά θέματα πού σχετίζονται μέ τόν ιό. Έδωσαν διάφορα ονόματα στόν συγκεκριμένο ιό. Τόν είπαν κορωνοϊό, λόγω τού ότι στήν επιφάνειά του φαίνονται μερικά εξογκώματα ως κορώνα. Τόν είπαν covid-19. Ένας αγιορείτης μού είπε ότι εμείς τόν ονομάσαμε «ιό ησυχαστή». Γιατί; Από τά αποτελέσματα πού δημιουργεί.
Μένουμε σέ μιά απομόνωση, αυτοαπομόνωση, αυτοπεριορισμό. Αυτό μάς οδηγεί στό εσωτερικό τού εαυτού μας. Ο βερμπαλισμός καί ο ακτιβισμός διασπά τήν προσοχή μας, τήν στρέφει πρός τά έξω, οι συνεχείς δραστηριότητες μάς κάνουν νά ξεχνούμε τά εσωτερικά, υπαρξιακά ζητήματα τής ζωής καί τού θανάτου, πού σχετίζονται μέ τά ερωτήματα γιά τό ποιό είναι τό νόημα τής ζωής καί τού θανάτου, ποιοί είμαστε, ποιός είναι ο σκοπός τής ζωής μας. Κάνουμε τραγικό μονόλογο μέ τόν εαυτό μας καί τώρα μάς δίνεται η δυνατότητα νά κάνουμε λυτρωτικό διάλογο μέ τόν Θεό καί τούς ανθρώπους πού μάς περιβάλλουν.
Έτσι, βλέπουμε τήν οικογένειά μας, καταλαβαίνουμε τήν αξία της, μελετούμε, προσευχόμαστε, ζούμε τό «ένδον βλέπε», εισερχόμαστε τό «ταμιείό μας», πού λέγει ο Χριστός, στήν καρδιά μας, βλέπουμε ότι δέν απολυτοποιείται η βιολογική ζωή. Καί αυτό είναι μεγάλη ωφέλεια, αφού «νούς αποστάς τού Θεού ή δαιμονιώδης γίνεται ή κτηνώδης». Ο νούς έρχεται στόν χώρο του. Βλέπουμε τά λάθη μας καί τήν προοπτική μας.
Καί ύστερα απ’ όλα αυτά αφήνουμε τόν εαυτό μας στήν Πρόνοια τού Θεού καί στά χέρια τών ιατρών καί τού νοσηλευτικού προσωπικού, αφού δέν είμαστε αθάνατοι πάνω στήν γή. Πράγματι είναι άφρων «ο μή γνούς ότι ζωής μέτρα παρά μόνω τώ Θεώ καί ουκ αυτός τις έκαστος εαυτώ οριστής τής ζωής» (ιερός Θεοφύλακτος Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος).
5. Η υπαρξιακή ψυχολογία καί υπαρξιακή φιλοσοφία
Στόν δυτικό χώρο ως αντίδραση πρός τόν διαφωτισμό πού ταύτιζε τήν ύπαρξη μέ τίς λειτουργίες τού εγκεφάλου, αναπτύχθηκε η υπαρξιακή ψυχολογία καί στήν συνέχεια η υπαρξιακή φιλοσοφία.
Εκφραστής τής υπαρξιακής ψυχολογίας είναι ο Βίκτωρ Φράνκλ, μαθητής τού Φρόϋντ, ο οποίος περιγράφοντας τίς τραγικές καταστάσεις στίς οποίες βρίσκεται ο άνθρωπος, θεωρεί ότι ο άνθρωπος από τήν φύση του είναι ένα τραγικό όν, αλλά τό μεγαλείο του φαίνεται στόν τρόπο μέ τόν οποίον αντιμετωπίζει τά τραγικά γεγονότα. Επανειλημμένως στά κείμενά του κάνει λόγο γιά τήν τραγική τριάδα, πού είναι η ενοχή, ο πόνος καί ο θάνατος.
Πρόκειται γιά τρία μεγάλα τραγικά γεγονότα γιά τόν άνθρωπο, τά οποία πρέπει νά αντιμετωπίση στήν ζωή του καί τά οποία δέν πρέπει νά συσκοτίση ο γιατρός του. Ο άνθρωπος δέν μπορεί νά αποφύγη τήν τραγική αυτή τριάδα, γιατί είναι όλη η ζωή του, δηλαδή συνδέεται μέ τήν ύπαρξή του. Μάλιστα, η προσπάθεια νά αρνηθούν αυτά τά υπαρξιακά γεγονότα συνιστά μιά νεύρωση τής εποχής μας, όπως γράφει: «Όσο πιό πολύ ο νευρωτικός προσπαθεί νά τ’ αρνηθή, τόσο θά μπερδευτεί μ’ ένα επιπρόσθετο πόνο».
Μάλιστα, στό σημαντικό βιβλίο του μέ τίτλο «Αναζητώντας νόημα ζωής καί ελευθερίας σ’ ένα στρατόπεδο συγκεντρώσεως», εννοώντας στά στρατόπεδα τού Άουσβιτς καί τού Νταχάου, όπου βρέθηκε καί ο ίδιος τρία ολόκληρα χρόνια κρατούμενος, γράφει, μεταξύ τών άλλων, ότι έβλεπε μερικούς συντρόφους του νά συμπεριφέρονται σάν κτήνη καί άλλους σάν άγιοι. Σέ κάποιο σημείο περιγράφει ότι στό σακκάκι ενός ανθρώπου πού μόλις είχε μπεί στούς θαλάμους αερίων, βρήκε τήν προσευχή πού ως Εβραίος έπρεπε νά λέη καθημερινά στόν Θεό.
Καί γράφει χαρακτηριστικά: «Τί είναι λοιπόν ο άνθρωπος; Ξαναρωτάμε. Είναι ένα όν πού διαρκώς αποφασίζει τί είναι. Ένα όν πού εξίσου κατέχει τή δυνατότητα νά κατεβαίνει στό επίπεδο ενός ζώου ή ν’ αναβαίνει τά σκαλοπάτια τής αγιοσύνης. Ο άνθρωπος είναι ένα όν πού τέλος – τέλος ανακάλυψε τούς θαλάμους αερίων, αλλά τήν ίδια στιγμή είναι αυτός ο ίδιος πού μπήκε σ’ αυτούς τούς ίδιους θαλάμους μέ τό κεφάλι ψηλά καί μέ τό “πάτερ ημών” ή τήν εβραϊκή προσευχή τού θανάτου στά χείλη».
Ο Ίρβιν Γιάλομ, πού είναι ένας εκπρόσωπος τής υπαρξιακής ψυχολογίας καί υπαρξιακής ψυχανάλυσης, προσπαθεί, καί τό κατορθώνει, στό βιβλίο του μέ τίτλο «Όταν έκλαψε ο Νίτσε», νά συνδέση τήν υπαρξιακή ψυχολογία τού Βίκτορ Φράνκλ, μέ τήν υπαρξιακή φιλοσοφία τού Νίτσε, ως τήν αναζήτηση νοήματος γιά τήν ζωή.
Αυτό τό κάνει στήν συνάντηση, πού δέν έγινε ποτέ, αλλά τήν δημιούργησε ο Γιάλομ, μεταξύ τού Μπρόϊερ, διδασκάλου τού Φρόϋντ καί τού Νίτσε. Στήν τεχνική αυτή συζήτηση πού γίνεται μεταξύ τους, ο καθένας προσπαθεί νά ωφεληθή από τίς απόψεις τού άλλου, πράγμα πού δείχνει ότι η λογικοκρατική αντίληψη τής ζωής καί η επιπεδοποίησή της εξουδετερώνει τόν άνθρωπο ως ύπαρξη πού αναζητά νόημα ζωής, θέλει νά βρή τό νόημα τής ηδονής καί τής οδύνης, αλλά καί τό νόημα τής ζωής καί τού θανάτου.
Αυτά τά φοβερά υπαρξιακά ζητήματα αναφύονται σέ περιπτώσεις πού ο άνθρωπος χάνει τά εξωτερικά στηρίγματα καί βρίσκεται αντιμέτωπος μέ τόν ίδιο τόν εαυτό του.
Ο Γερμανός φιλόσοφος Χάϊντεγκερ θά ομιλήση γιά δύο τρόπους ζωής, ήτοι τόν «καθημερινό τρόπο ύπαρξης» καί τόν «οντολογικό τρόπο ύπαρξης». Ο Γιάλομ αναφερόμενος σέ αυτούς τούς δύο τρόπους ζωής γράφει ότι μέ τόν «καθημερινό τρόπο ύπαρξης» μάς αναλώνουν καί περισπούν τά πράγματα πού μάς περιβάλλουν καί «είμαστε γεμάτοι θαυμασμό γιά τό πώς είναι τά πράγματα στόν κόσμο». Καί μέ τόν «οντολογικό τρόπο ύπαρξης» η προσοχή μας είναι στραμμένη στήν ίδια τήν ύπαρξή μας καί όχι στά πράγματα.
Γι’ αυτό οι φιλόσοφοι ομιλούν γιά τίς «οριακές εμπειρίες» πού μάς «ταρακουνούν» γιά νά βγούμε «από τήν καθημερινότητα» καί νά προσηλώσουμε τήν προσοχή μας στήν ίδια τήν «ύπαρξη». Μεταξύ αυτών τών «οριακών εμπειριών», η «πιό ισχυρή» «είναι νά έλθεις αντιμέτωπος μέ τόν ίδιο σου τόν θάνατο».
Ακόμη τέτοιες «οριακές εμπειρίες» πού αλλάζουν τήν προοπτική τής ζωής μας είναι καί τό πένθος, η επεξεργασία τού θανάτου κάποιου άλλου». Όταν μάλιστα αντιμετωπίζουμε τόν θάνατο τού άλλου, ερχόμαστε αντιμέτωποι μέ τόν δικό μας θάνατο καί αυτό προκαλεί οδύνη.
Όλα αυτά μάς δείχνουν τήν μεγάλη αξία τής ορθόδοξης θεολογίας ως ασκήσεως, μυστηριακής καί ησυχαστικής ζωής πού μάς μαθαίνει νά αντιμετωπίζουμε τά πράγματα στό βάθος τους καί νά απομακρυνόμαστε από τήν τραγικότητα τής επιφάνειας, νά ερχόμαστε σέ επικοινωνία μέ τόν Θεό καί τούς αδελφούς μας, καί όχι απλώς νά παρατείνεται η ζωή, αλλά νά υπερβαίνεται ο θάνατος εν Χριστώ. Αυτή είναι η πραγματική ελπίδα.
6. Ιερός θεσμός καί χάρισμα
Η Εκκλησία είναι τό Σώμα τού Χριστού καί κοινωνία θεώσεως. Πρόκειται γιά μιά χαρισματική κοινωνία πού έχει σχέση μέ τήν Πεντηκοστή.
Επειδή στήν πορεία τού χρόνου δημιουργήθηκαν διάφορα προβλήματα διοίκησης, γι αυτό οι Τοπικές καί Οικουμενικές Σύνοδοι καθόρισαν τό πώς διοικείται η Εκκλησία. Έτσι, αναπτύχθηκε ο ιερός θεσμός τής Εκκλησίας, μέσα στόν οποίον ζούν οι πραγματικοί χαρισματούχοι καί τό Άγιον Πνεύμα «όλον συγκροτεί τόν θεσμόν τής Εκκλησίας», πού σημαίνει ότι συνδέεται στενά ο ιερός θεσμός τής Εκκλησίας μέ τά χαρίσματα τών μελών της, όπως τά περιγράφει ο Απόστολος Παύλος στήν πρός Εφεσίους Επιστολή του.
Ο καθηγητής τής Δογματικής τής Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης κ. Βασίλειος Τσίγκος σέ σημαντικό βιβλίο του μέ θέμα «Χάρισμα καί θεσμός», μελετά τήν ζωή καί τήν διδασκαλία τού αγίου Ιωάννου τού Χρυσοστόμου, πάνω σέ αυτό τό θέμα, αφού έζησε σέ μιά κρίσιμη περίοδο κατά τήν οποίαν πράγματι υπήρξε μιά σύγχυση καί ανταγωνιστικότητα μεταξύ χαρίσματος καί θεσμού, καί ο ίδιος προσπαθούσε νά τά διαφυλάσση αυτά ενωμένα.
Στούς Πατέρες παρατηρείται, όπως γράφει ο κ. Καθηγητής, μιά «αρμονική, άρρηκτη καί οργανική σχέση ανάμεσα στά χαρίσματα καί τούς θεσμούς, όπως καί στήν θεσμική καί χαρισματική διάσταση τής Εκκλησίας».
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος καί μετά τήν άδικη καταδίκη του από τήν Σύνοδο στήν Δρύ «συνιστούσε στούς αρχιερείς, τούς κληρικούς καί τούς λαϊκούς, οι οποίοι τόν στήριζαν, νά υπακούσουν καί νά δεχθούν τίς αποφάσεις τής Συνόδου, παρά τό γεγονός ότι ήταν εμφανώς άδικες γιά τόν ίδιο. Ως αληθινό ποιμένα τόν απασχολούσε ένα καί μοναδικό ζήτημα, καί αυτό ήταν η διαφύλαξη σχίσματος καί διαίρεσης. “Εύξασθε, αδελφοί, καί ει φιλείτε τόν Χριστόν, εμού ένεκεν μή τις απολείπει τήν εαυτού Εκκλησίαν”. Προτρέπει δέ τούς φίλους του πάλιν καί πολλάκις “τάς Εκκλησίας υμών μή αφήτε”».
Έτσι, κατά τόν καθηγητή Βασίλειο Τσίγκο «ο σύνδεσμος καί η συνύπαρξη θεσμού καί χαρίσματος σημαίνουν ότι, εντός τής ζωής τής ευχαριστιακής κοινότητας, δέν μπορεί νά νοηθεί, νά αναπτυχθεί ή νά λειτουργήσει κανείς θεσμός ανεξάρτητος από τά χαρίσματα τών μελών της, ούτε βεβαίως εγκρίνεται καί οποιαδήποτε χαρισματική έκφανση χωρίς τήν απαραίτητη θεσμική της υπόσταση».
Βεβαίως, κατά καιρούς καί στήν εποχή μας γίνονται αυτονομήσεις-υπερεκτιμήσεις. Άλλοι υπερεκτιμούν τόν εξωτερικό θεσμό, τόν τρόπο διοικήσεως, καί άλλοι υπερεκτιμούν τά διάφορα χαρίσματα τών μελών τής Εκκλησίας.
Όμως, δέν μπορεί νά υπάρξη αληθινός θεσμός τής Εκκλησίας, παραγνωρίζοντας τούς χαρισματούχους, ούτε μπορούν νά υπάρξουν χαρισματούχοι πού παραγνωρίζουν τόν θεσμό τής Εκκλησίας. Ούτε εν ονόματι τού θεσμού απορρίπτουμε τά χαρίσματα τών μελών, όταν λειτουργούν κανονικά, ούτε εν ονόματι τών χαρισμάτων απορρίπτουμε τόν θεσμό τής Εκκλησίας. Άν υπάρχουν μερικοί πού απορρίπτουν ένα από τά δύο, αυτοί ζούν τήν εκκοσμίκευση. Φυσικά μερικές εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τόν κανόνα.
Συνεχώς πρέπει νά αγωνιζόμαστε γιά τήν ενότητα μεταξύ ιερού θεσμού τής Εκκλησίας καί τών χαρισμάτων τών μελών της, όπως τό αναλύει θαυμάσια ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης στό σύγγραμμά του «Περί εκκλησιαστικής ιεραρχίας», καί όχι γιά τήν διάσπασή τους. Αυτό συνιστά τό περίφημο «εκκλησιαστικό φρόνημα», πού κινείται πέρα από τήν θεσμική οργάνωση τού Βατικανού καί τήν αυτονομία τών ποικίλων προτεσταντικών ομάδων.
Πάντως, σέ περίοδο συγχύσεως καί κρίσεως παραμένουμε ταπεινά στόν ιερό θεσμό τής Εκκλησίας, προσευχόμενοι στόν Θεό γιά τήν υπέρβαση τών κρίσεων.
7. Η θεία Μετάληψη
Διάφοροι «διαμορφωτές τής κοινής γνώμης» συχνά-πυκνά, αναφέρονται στό Μυστήριο τής θείας Κοινωνίας μέ έναν πρόχειρο κοινωνιολογικό τρόπο. Ενώ τούς έχει λεχθή κατά κόρον από «ειδικούς επιστήμονες» ότι τό Μυστήριο τής θείας Μεταλήψεως είναι θεολογικό θέμα, ότι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει αποφανθή ότι ο ιός δέν μεταδίδεται διά τής καταπόσεως, αλλά διά τής εισπνοής, εκείνοι συνεχίζουν νά επιμένουν καί νά ρωτούν άν μεταδίδεται ο ιός μέ τήν θεία Κοινωνία.
Έχουν μιά νευρωτική εμμονή μέ τό θέμα αυτό, ενώ δέν έχουν λύσει τά άλλα μεγάλα προβλήματα πού σχετίζονται μέ τήν πανδημία αυτήν καί σχετίζονται μέ τήν γενική κατάσταση τής κοινωνίας καί μέ τό Εθνικό Σύστημα Υγείας.
Επειδή, εμείς πού έχουμε λόγο απόλυτο στό θέμα αυτό καί μιά πείρα είκοσι ενός αιώνων, τονίζουμε σέ όλους τούς τόνους ότι είναι «κόκκινη γραμμή» γιά τήν Εκκλησία τό μυστήριο τής θείας Ευχαριστίας καί τής θείας Μεταλήψεως, εν τούτοις θέλω νά υπενθυμίσω ένα τροπάριο πού ψάλλουμε όταν κοινωνούμε τού Σώματος καί τού Αίματος τού Χριστού:
«Τού δείπνου σου τού μυστικού σήμερον Υιέ Θεού κοινωνόν με παράλαβε. Ου μή γάρ τοίς εχθροίς σου τό μυστήριον είπω, ου φίλημά σοι δώσω καθάπερ ο Ιούδας, αλλ ως ληστής ομολογώ σοι, μνήσθητί μου, Κύριε, εν τή Βασιλεία Σου».
Τό τροπάριο αυτό είναι η πλέον κατάλληλη απάντηση σέ όλους πού ασχολούνται μέ τό θέμα αυτό. Τό δείπνον είναι «μυστικό», κινείται έξω από τά όρια τής λογικής, είναι κατ εξοχήν εμπειρικό, γιά τό οποίο μπορούν νά ομιλούν οι «ειδικοί», δηλαδή τά ζωντανά μέλη τής Εκκλησίας, καί οι άγιοι.
Είναι «μυστήριο» πού δέν θά τό αναλύσουμε μέ λογικά επιχειρήματα στούς «εχθρούς» τού Θεού, οι οποίοι ζητούν νά τό διερευνήσουν μέσα από συλλογισμούς, όμως στό βάθος κρύβουν τήν απιστία καί αθεΐα τους.
Ίσως σέ αυτούς η καλύτερη απάντηση είναι η συμπεριφορά τού Χριστού μπροστά στόν Ηρώδη, δηλαδή η μεγαλειώδης σιωπή. Αλλά καί εμείς οι πιστοί πού πλησιάζουμε αυτό τό μυστήριο πρέπει νά προσέχουμε νά μή δώσουμε φίλημα προδοτικό, όπως ο Ιούδας κατά τήν στιγμή τής συλλήψεως τού Χριστού.
Μόνον μέσα από τήν ομολογία τού ληστού, πού θεολόγησε πάνω στόν σταυρό ότι ο Χριστός είναι ο βασιλεύς τής δόξης καί μετανοεί, μπορεί κανείς νά προσεγγίση τό μεγάλο αυτό μυστήριο.
Πέρα από τήν θεολογία αυτού τού ύμνου πού δείχνει τόν τρόπο τής «αντιλογίας» καίκ τής ομολογίας μας πρός τούς εχθρούς τού Χριστού, σύμφωνα μέ τούς λόγους τού Χριστού «μή δώτε τό άγιον τοίς κυσί μηδέ βάλητε τούς μαργαρίτας υμών έμπροσθεν τών χοίρων» (Ματθ. ζ΄, 6), νομίζω επαρκής απάντηση είναι η ίδια η λειτουργική πράξη.
Σέ μιά κρίσιμη στιγμή τής θείας Λειτουργίας ο λειτουργός Κληρικός υψώνει τόν άγιον άρτον, δηλαδή τό Σώμα τού Χριστού καί εκφωνεί εις επήκοον πάντων: «Τά άγια τοίς αγίοις».
Μέ αυτήν τήν πράξη λέγει ότι αυτά πού κρατά στά χέρια του είναι άγια καί δίνονται μόνον στούς αγίους, καί ο λαός απαντά: «Είς άγιος, είς Κύριος, Ιησούς Χριστός εις δόξαν Θεού Πατρός».
Τελικά, άγιοι είναι καί όσοι πιστεύουν στόν Χριστό, τηρούν τίς εντολές Του, ζούν εν μετανοία, δηλαδή αυτούς πού προσκαλεί ο Λειτουργός: «Μετά φόβου Θεού, πίστεως καί αγάπης προσέλθετε».
Αυτοί γνωρίζουν τό μυστήριο, αυτοί είναι φίλοι τού Χριστού, αυτοί έχουν τίς προϋποθέσεις νά κοινωνήσουν τού Σώματος καί τού Αίματος τού Χριστού. Οι άλλοι πού κρίνουν λογικά τά πράγματα καί προσέρχονται απροϋπόθετα στό μεγάλο αυτό μυστήριο είναι «εχθροί τού Σταυρού τού Χριστού» (Φιλιπ. γ΄ 18).
Αυτοί είναι επτά «ξηροί καρποί» τής εποχής τού κορωνοϊού, πού προσφέρονται συνοδευόμενοι μέ ολίγον οίνον θεολογικόν γιά προβληματισμό καί παράκληση προσευχής.