«ἔπτυσε χαμαί καί ἐποίησε πηλόν ἐκ τοῦ πτύσματος
καί ἐπέχρισε τόν πηλόν ἐπί τούς ὀφθαλμούς τοῦ τυφλοῦ»
(Ἰω. θ’, 6)
ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΙΕΡΟΘΕΟΣ: Ο τυφλός τού σημερινού ευαγγελικού αναγνώσματος δέν είχε απλώς μιά πάθηση στά μάτια πού τού στερούσε τήν δυνατότητα νά βλέπη, αλλά ήταν εκ γενετής τυφλός.
Αυτό σημαίνει ότι ήταν αόμματος, δηλαδή, όχι μόνον δέν είχε τήν αίσθηση τής οράσεως, αλλά δέν είχε καθόλου μάτια. Έτσι, ο Χριστός έκανε καί τά δυό. Αφ ενός μέν τού δημιούργησε οφθαλμούς, αφ ετέρου δέ τού έδωσε τήν δύναμη τής οράσεως.
Ο τρόπος, όμως, τής δημιουργικής ενεργείας τού Χριστού στήν προκειμένη περίπτωση δείχνει μερικές αλήθειες πού πρέπει νά τονισθούν.
Κατ αρχάς, διαβάζοντας αυτή τήν ευαγγελική περικοπή βρισκόμαστε μπροστά σέ μιά πράξη δημιουργίας πού αποδεικνύει ότι ο Χριστός, ως ένα από τά Πρόσωπα τής Παναγίας Τριάδος, είναι Θεός καί δημιουργός τών ανθρώπων. Ο τρόπος μέ τόν οποίο ο Χριστός θαυματούργησε, φανέρωσε καθαρά τόν τρόπο τής δημιουργίας τού ανθρώπου από τόν Τριαδικό Θεό.
Κατά τήν θεόπνευστη διήγηση τής Παλαιάς Διαθήκης «έπλασεν ο Θεός τόν άνθρωπον, χούν από τής γής, καί ενεφύσησεν εις τό πρόσωπον αυτού πνοήν ζωής καί εγένετο ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν» (Γέν. β’, 7). Τό ίδιο βλέπουμε νά γίνεται στό θαύμα πού παρουσίασε η σημερινή ευαγγελική περικοπή. «Έπτυσε χαμαί καί εποίησε πηλόν εκ τού πτύσματος, καί επέχρισε τόν πηλόν επί τούς οφθαλμούς τού τυφλού» (Ιω. θ’, 6). Μέ τόν πηλό πού χρησιμοποίησε, έδειξε ότι είναι Εκείνος πού έπλασε καί τόν Αδάμ από τήν γή.
Έπειτα παρατηρούμε ότι δέν έπλασε μόνο τά μάτια ή δέν τά άνοιξε, αλλά «καί τό οράν εχαρίσατο», τού έδωσε τήν όραση νά βλέπη. Καί, φυσικά, δέν ήταν ο πηλός, ούτε τό νερό τής πηγής, πού έδωσε στόν τυφλό τήν ικανότητα τής οράσεως, αλλά «η εκ τού στόματος εξελθούσα δύναμις, αυτή καί διέπλασε καί ανέωξε τούς οφθαλμούς αυτού», όπως ερμηνεύει ο ιερός Θεοφύλακτος Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος.
Έτσι, λοιπόν, από τήν πράξη αυτή τού Χριστού αποδεικνύεται η θεότητά Του, ότι δι Αυτού έγινε ο κόσμος. Αυτό λέγει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, φωτιζόμενος από τό Πνεύμα τό Πανάγιο: «Πάντα δι αυτού εγένετο, καί χωρίς αυτού εγένετο ουδέ έν ό γέγονεν. εν αυτώ ζωή ήν, καί η ζωή ήν τό φώς τών ανθρώπων» (Ιω. α’, 3-4).
Επίσης, παρουσιάζεται η μεγάλη αλήθεια ότι τό σώμα τού ανθρώπου είναι άμεσο δημιούργημα τού Θεού καί προέρχεται από τήν γή. Επομένως, η αξία τού ανθρωπίνου σώματος βρίσκεται στό γεγονός ότι είναι αποτέλεσμα τής αμέσου δημιουργικής ενεργείας τού Θεού καί ότι είναι συνδεδεμένο μέ τήν ψυχή. Αυτός ο λόγος δίνει αξία στό ανθρώπινο σώμα. Έτσι, οι Χριστιανοί πού φθάνουν στήν κατάσταση τής θεωρίας, βλέπουν μέσα στήν κτίση καί στόν άνθρωπο τούς λόγους τού Θεού, γι αυτό δέν φθάνουν στό νά θεοποιήσουν τά δημιουργήματα ή νά σκανδαλισθούν ποικιλοτρόπως από αυτά.
Πρέπει νά τονισθή ότι η γέννηση κάθε ανθρώπου είναι μιά νέα δημιουργία. Ο Χριστός τόνισε τήν αλήθεια: «Ο Πατήρ μου έως άρτι εργάζεται καγώ εργάζομαι» (Ιω. ε’, 17). Κατά τούς Πατέρας τής Εκκλησίας δέν υπάρχουν φυσικοί κτιστοί νόμοι πού ενεργούν στήν φύση αυτόνομα, αλλά υπάρχουν «πνευματικοί λόγοι». Δηλαδή, η ίδια η Πρόνοια τού Θεού δημιουργεί καί διευθύνει τά πάντα. Η κτίση ζή «διά τής μετοχής τής δημιουργικής, προνοητικής καί ζωοποιού ενεργείας τού Θεού».
Διδάσκει ο ιερός Χρυσόστομος ότι τό χέρι τού Θεού, πού δημιούργησε τόν Αδάμ, αυτό τό ίδιο χέρι «καί νύν καί αεί τούς μετ εκείνον πάλιν πλάττει καί διασυνίστησι». Επομένως, η γέννηση ενός νέου ανθρώπου είναι αποτέλεσμα τής δημιουργικής ενεργείας τού Θεού καί μάλιστα είναι ενέργεια τού λόγου τού Θεού πού είπε στό πρώτο ανδρόγυνο: «Αυξάνεσθε καί πληθύνεσθε καί πληρώσατε τήν γήν» (Γέν. α’, 28). Ο ιερός Χρυσόστομος παρατηρεί: «Τό τεκείν άνωθεν έχει τήν αρχήν, από τής τού Θεού προνοίας καί ούτε γυναικός φύσις, ούτε συνουσία, ούτε άλλο ουδέν αύταρκες πρός τούτο εστιν».
Επίσης, τό θαύμα τού εκ γενετής τυφλού δείχνει καί τόν σκοπό τής ελεύσεως τού Χριστού στόν κόσμο. Ο Χριστός ήλθε γιά νά αναδημιουργήση καί νά αναπλάση τό ανθρώπινο γένος. Έτσι, ο Χριστός μέ τήν ενανθρώπησή Του δέν έφερε τό φώς στόν κόσμο μόνο, αλλά «καί οφθαλμόν κατεσκεύασε». Μέ τό άγιο Βάπτισμα καί τό άγιο Χρίσμα όλες οι αισθήσεις τού ανθρωπίνου σώματος γίνονται αισθήσεις τού Σώματος τού Χριστού. Ο άνθρωπος ενώνεται μέ τόν Χριστό καί αποκτά νόημα στήν ζωή του. Όπως ο χρυσοχόος παίρνει ένα ακατέργαστο κομμάτι χρυσό, τό βάζει στό χωνευτήρι, όπου καθαρίζεται από τίς προσμίξεις καί έπειτα τό τοποθετεί σέ διάφορα καλούπια καί τού δίνει μορφή, τό ίδιο γίνεται μέ τόν άνθρωπο διά τού αγίου Βαπτίσματος. Ο ιερός Νικόλαος Καβάσιλας γράφει: «Η ανείδεος καί αόριστος ημών ζωή» λαμβάνει «είδος καί όρον».
Όλα αυτά δείχνουν ότι ο Χριστός δέν είναι απλώς ο αρχηγός τής πίστεώς μας, αλλά η Ζωή μας. Αυτός μάς έδωσε τήν ζωή, μάς συντηρεί στήν ζωή, καί μάς δίνει τήν γεύση καί τήν εμπειρία τής αιωνίου ζωής. Η τύφλωσή μας σταματά, όταν ζούμε μυστηριακά μέσα στήν Εκκλησία. Όσοι είναι έξω από τήν Εκκλησία είναι τυφλοί καί ανήμποροι νά ερμηνεύσουν τά θέματα τής ζωής. Οι Χριστιανοί είναι οι πραγματικά φωτισμένοι, αφού είναι ενωμένοι μέ τό «Φώς τού κόσμου» καί έχουν οφθαλμούς γιά νά βλέπουν τό αιώνιον Φώς (Ιω. δ’, 24).
Ο Μητροπολίτης
+ Ο Ναυπάκτου καί Αγίου Βλασίου Ιερόθεος