ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΙΕΡΟΘΕΟΣ: Η φωνή τού δάσκαλου Χαρίλαου Ταλιαδώρου εσίγησε, περιέπεσε σέ μιά αλαλία, στήν πραγματικότητα ο ίδιος εισήλθε στήν εύλαλη σιωπή τού μέλλοντος αιώνος, καί προσευχόμεθα ο Θεός νά τόν κατατάξη στήν χαρά τών αγγέλων καί τών δικαίων πού άδουν στήν ουράνια θεία Λειτουργία, όπως τήν είδαν οι Προφήτες καί τήν περιγράφει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στήν Ιερά Αποκάλυψή του.
Σημάδευσε τήν ζωή μου η ψαλτική ικανότητα τού Χαρίλαου Ταλιαδώρου. Τόν άκουσα καί τόν είδα όταν ήμουν μαθητής στό Αγρίνιο, πού είχε κληθή νά ψάλη σέ πανηγύρι στόν Ιερό Ναό τής Αγίας Τριάδος. Παρέμεινα στόν Ναό έκθαμβος από τά όσα έψαλε ο Χαρίλαος Ταλιαδώρος. Ήταν μιά σπάνια θεία Λειτουργία.
Έως τότε είχα ακούσει πολλούς καί καλούς ψάλτες, τόσο στό Αγρίνιο όσο καί στά Ιωάννινα, τήν πατρίδα μου, ιδίως μαθήτευσα στόν παραδοσιακό καλλίφωνο Σωτήριο Τάττη, Πρωτοψάλτη τού Μητροπολιτικού Ναού Ιωαννίνων, μέ τήν γλυκειά φωνή του, πού έψαλε κυρίως Πρίγγο, Καραμάνη καί Γεώργιο Ραιδεστηνό. Αλλά ο Χαρίλαος είχε διαφορετικό ύφος ψαλμωδίας από τούς ψάλτες πού γνώρισα στά μαθητικά μου χρόνια.
Όταν, όμως, φοίτησα στήν Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, τότε μιά από τίς ιδιαίτερες ευλογίες τού Θεού ήταν η επικοινωνία μου μέ τόν Χαρίλαο Ταλιαδώρο. Αυτόν πού θεωρούσα «ίνδαλμα», είχα τήν δυνατότητα νά τόν πλησιάζω πολύ κοντά.
Τά τέσσερα χρόνια τής φοιτήσεώς μου στήν Θεσσαλονίκη τρείς φορές τήν εβδομάδα, γιά πολλές ώρες συναναστρεφόμουν τόν Άρχοντα Πρωτοψάλτη τού Καθεδρικού Ναού τής τού Θεού Σοφίας Θεσσαλονίκης.
Κατ αρχάς μάς δίδασκε κατά ανάθεση, δύο καί τρείς ώρες εβδομαδιαίως Βυζαντινή Μουσική στήν Θεολογική Σχολή. Ήταν άριστος γνώστης τής θεωρίας τής Βυζαντινής Μουσικής, θεωρητικά καί πρακτικά, αφού μάς έλεγε νά ψάλλουμε ένα τροπάριο καί αυτός αμέσως εκείνη τήν ώρα τό έγραφε μέ τίς Βυζαντινές νότες στόν πίνακα. Θαύμαζα τήν μεγάλη ευχέρεια πού είχε νά γράφη καί νά συνθέτη.
Έπειτα, κάθε Τρίτη στήν φοιτητική θεία Λειτουργία πού γινόταν στόν Ιερό Ναό τής Αγίας Θεοδώρας διηύθυνε τόν χορό τών φοιτητών μεταξύ τών οποίων συγκαταλεγόμουν καί εγώ καί εκείνος υπερείχε μέ τήν δυνατή καί μελωδική φωνή του.
Στήν συνέχεια τόν απολάμβανα σχεδόν κάθε Κυριακή στό αναλόγι τού Καθεδρικού Ναού τής Αγίας Σοφίας, αυτού τού Ναού πού μάς θύμιζε τήν Χριστιανική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία – Βυζάντιο, καί ο δάσκαλος Ταλιαδώρος ταυτιζόταν μέ όλο αυτό τό ρωμαίικο περιβάλλον.
Έψαλε Κωνσταντινουπολίτικα, παραδοσιακά, συνεχιστής τών μεγάλων Πρωτοψαλτών τής Κωνσταντινουπόλεως, ιδίως τού Κωνσταντίνου Πρίγγου. Τά μέλη τού χορού ήταν απολύτως δεμένα καί εναρμονισμένα στήν ψαλμωδία τού Άρχοντος Πρωτοψάλτου.
Στήν συνέχεια μέχρι σήμερα καυχώμαι επειδή είχα δάσκαλο στά φοιτητικά μου χρόνια τόν Χαρίλαο Ταλιαδώρο, όταν παράλληλα εισέδυα στήν διδασκαλία τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά καί επισκεπτόμουν τό Άγιον Όρος.
Μέ ενέπνευσε τό ύφος καί ο τρόπος τής ψαλμωδίας του καί δέν μπορώ εύκολα νά προσαρμοσθώ σέ άλλες ψαλμωδίες. Έτσι, καυχώμαι ότι είμαι μαθητής τού Χαρίλαου, αλλά καί εκείνος εκαυχάτο ότι είχε μαθητή του έναν Μητροπολίτη, μεταξύ άλλων. Πολλές φορές προσπάθησα νά γράψω βυζαντινή μουσική πάνω στήν παράδοση πού πήρα από τόν Χαρίλαο.
Έδωσαν πολλούς χαρακτηρισμούς στόν μεγάλο αυτόν δάσκαλο. Τόν χαρακτήρισαν ως «χαρισματικό ηδίφθογγο», ως «παγκόσμιο πρεσβευτή τής τέχνης», ως «επιφανή ιεροψάλτη», ως «φαινόμενο αντοχής στόν χρόνο», ως «ευφυή σύγχρονον μελοποιόν», ως «τέττιγα τών Θεσσαλονικέων», ως «απαράμιλλον καί αξεπέραστον καλοφωνάρην», ως «Λέοντα» τού αναλογίου τού Ναού τής τού Θεού Σοφίας.
Ο ίδιος δίδασκε ότι «τά φθογγόσημα είναι νεκρά εμείς θά τά δώσουμε πνοή καί ενδιαφέρον», «τά κομμάτια θέλουν ηρεμία, έναν τρόπο ήπιο, ο κόσμος νά προσευχηθή όταν ψάλλης», γι αυτό «τό μέλημα» τού ψάλτη «είναι νά μπορέση νά συγκινήση τό ακροατήριο καί τό ακροατήριο γιά νά συγκινηθή πρέπει νά συγκινηθή ο ίδιος πρώτα. Πρέπει νά καταλάβη τί λέει, τί αποδίδει. Πρέπει νά προσεύχεται ο ίδιος πρώτα προτού ανέβει στό αναλόγιο».
Σέ μιά λαμπρή εκδήλωση πού έγινε στίς 30 Οκτωβρίου τού 2016 στό Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, γιά νά τιμηθή ο Χαρίλαος Ταλιαδώρος γιά τά ενενήντα χρόνια του, εκείνος μέ παρεκάλεσε νά ομιλήσω εγώ ως εκπρόσωπος τών μαθητών του.
Παραθέτω τήν ομιλία εκείνη, πού είχε τίτλο «Ο Χαρίλαος Ταλιαδώρος καί «η τών ψαλμών ιερολογία».
*
«Θεωρώ ιδιαίτερη τιμή πού βρίσκομαι σήμερα σέ αυτήν τήν τελετή, κατά τήν οποία τιμάται ο άρχων Πρωτοψάλτης Χαρίλαος Ταλιαδώρος, καί ιδιαίτερη τιμή πού ο ίδιος ο δάσκαλος εξέφρασε τήν επιθυμία νά παρευρεθώ καί νά ομιλήσω, μέ τήν ευλογία βεβαίως τού Παναγιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ. Ανθίμου, στόν οποίο εκφράζω μαζί μέ τήν ευγνωμοσύνη μου καί τίς ευχαριστίες μου.
Ο τιμώμενος από όλους μας σήμερα Άρχων Πρωτοψάλτης αποκαλείται από όλους όσοι τόν γνώρισαν καί τόν αγάπησαν μέ πολλά ονόματα. Είναι ο Χαρίλαος Ταλιαδώρος, είναι απλώς ο Ταλιαδώρος, αλλά είναι καί μόνον ο Χαρίλαος. Χρησιμοποιούμε τά ονόματα αυτά ανάλογα μέ τά αισθήματά μας. Άλλοτε τόν ονομάζουμε «ο δάσκαλος», άλλοτε «ο μεγάλος», άλλοτε ο «Άρχων Πρωτοψάλτης», άλλοτε «ο Άρχων».
Θά αρχίσω αυτήν τήν σύντομη αναφορά μου στόν Χαρίλαο Ταλαιδώρο παρουσιάζοντας τήν διδασκαλία τού μεγάλου Θεολόγου τής Εκκλησίας αγίου Διονυσίου τού Αρεοπαγίτου, όπως φαίνεται στά συγράμματα τά οποία φέρουν τό όνομά του. Ο άγιος Διονύσιος ήταν μαθητής τού Αποστόλου Παύλου, αλλά καί μεγάλος μύστις τής ορθοδόξου Θεολογίας. Στήν διδασκαλία του αναφέρεται, μεταξύ τών άλλων, στήν τών «ψαλμών ιερολογία», τήν «τών θείων ωδών ιερογραφία» καί τήν «περιεκτικήν τών πανιέρων υμνολογίαν».
Συγκεκριμένα από τό περί τής «εκκλησιαστικής ιεραρχίας» έργο του δέν μπορεί νά λείψουν οι ιεροψάλτες, οι οποίοι συμμετέχουν στήν τών «τελετών τελετήν», ήτοι τήν θεία Λειτουργία στήν οποία κεντρική θέση κατέχει ο Ιεράρχης.
Η «τελετή τής συνάξεως» άν καί είναι ενιαία, απλή καί συνεπτυγμένη, όμως πληθύνεται φιλαθρώπως σέ μιά ιερή ποικιλία συμβόλων καί φθάνει μέχρι τήν θεαρχική εικονογραφία. Έπειτα, συνάγεται από όλα αυτά ενοειδώς στήν μονάδα της καί ενοποιεί τούς αναγομένους σέ αυτήν ευλαβώς.
Μέ τόν ίδιο τρόπο ο θείος Ιεράρχης μεταβιβάζει στούς υφισταμένους του, άν καί αγαθοειδώς, τήν ενιαία επιστήμη τής ιεραρχίας του, χρησιμοποιώντας γιά τόν σκοπό αυτό τά πλήθη τών ιερών αινιγμάτων καί στήν συνέχεια πάλι απαλλαγμένος από τά κατώτερα πράγματα πού είναι, επανέρχεται στήν αφετηρία του χωρίς καμμιά μείωση. Εισερχόμενος ο Ιεράρχης στόν Ένα νοερώς βλέπει καθαρά τούς εννοειδείς λόγους τών τελουμένων.
Αυτό σημαίνει ότι στήν ιερά σύναξη τής θείας Λειτουργίας υπάρχει μιά εκκλησιαστική ιεραρχία, ο Ιεράρχης δεσπόζει σέ όλη αυτή τήν τελετή, ευλογεί τούς υφισταμένους του νά επιτελούν τό έργο τους, αλλά καί στήν συνέχεια συνάγει όλους στόν Ένα, καί τούς συνάπτει στόν Θεό.
Από όλα τά ιεραρχικά μυστήρια, οπωσδήποτε δέ καί από τό ιεραρχικώτερο όλων τών μυστηρίων πού είναι η θεία Ευχαριστία, δέν μπορεί νά απουσιάση καί «η τών ψαλμών ιερολογία».
Είναι απαραίτητη «η ιερολογία τών ψαλμών», γιατί όλη η ιερή καί αγιόγραφη βίβλος τής Παλαιάς καί τής Καινής Δαθήκης διδάσκει τά αναγκαία σέ αυτούς πού είναι ικανοί γιά τήν θέωση.
Καί αφού ο άγιος Διονύσιος αναφέρεται συντετμημένα στά βιβλία τής Παλαιάς καί τής Καινής Διαθήκης, τά οποία διδάσκουν εκείνους πού συμμετέχουν στήν ιερά τελετή, στήν συνέχεια γράφει ότι αυτό συμβαίνει καί μέ τήν «τών θείων ωδών ιερογραφία», δηλαδή τούς ψαλμούς τού Δαυίδ.
Η υμνολογία τών ψαλμών εξυμνεί όλους τούς λόγους καί τά έργα τού Θεού, ανυμνεί τίς ιερές ρήσεις καί τίς ενέργειες τών θείων ανδρών, εξυμνεί καί αφηγείται τά θεία πράγματα, τά οποία σέ αυτούς πού ιερολογούν αυτά ενθέως, προκαλεί επιτηδειότητα, ώστε νά υποδεχθούν καί νά μεταδώσουν κάθε ιεραρχική τελετή.
Η ιερολογία τών Ψαλμών καί τών αναγνωσμάτων γίνεται στήν ιερά σύναξη, στήν ιερά τελετή από τούς ιεροψάλτες, οπότε η συμμετοχή τους στίς ακολουθίες είναι σημαντική.
Επομένως, η υμνολογία ως περιεκτική τών πανιέρων πραγμάτων, διαθέτει τίς ψυχικές έξεις αρμονικά πρός εκείνα πού θά ιερουργηθούν λίγο αργότερα, δηλαδή εκείνα πού θά γίνουν στήν θεία Λειτουργία. Καί η ομοφωνία τών θείων ωδών επιβάλλει τήν ομοφροσύνη μας πρός τά θεία, πρός τούς εαυτούς μας καί πρός αλλήλους, σάν ενιαία καί ομόλογη χορωδία ιερών ανδρών.
Όλα εκείνα πού περιλαμβάνονται συνεσκιασμένα στήν νοερά υμνολογία τών ψαλμών διευρύνονται μέ τά ιερώτατα αναγνώσματα τών αγιογραφικών κειμένων πού περιέχουν περισσότερες καί σαφέστερες εικόνες καί διδαχές. Καί όποιος παρατηρεί αυτά ευλαβώς θά διακρίνη τήν ενοειδή καί μοναδική έμπνευση πού κινείται από τό ένα θεαρχικό Πνεύμα.
Αυτό σημαίνει ότι στήν θεία λατρεία καί τήν θεία Λειτουργία πρωτεύοντα ρόλο έχει ο Ιεράρχης, αλλά σέ όλη αυτήν τήν τελετή συμμετέχουν ιεραρχικά καί οι ιεροψάλτες, οι οποίοι μέ τήν «ιερολογία τών ψαλμών», τήν «ιερογραφία τών θείων ωδών» καί τήν «υμνολογία τών πανιέρων», πού γίνεται μέ τήν έμπνευση τού Αγίου Πνεύματος, προετοιμάζουν τούς πιστούς νά αναχθούν στήν «υπερκόσμιον Ιησού θεολογίαν».
Μέσα από αυτήν τήν προοπτική βλέπω τήν ψαλτική τού μεγάλου δασκάλου μας Χαρίλαου Ταλιαδώρου ο οποίος μέ τήν άδεια τών κατά καιρούς Ιεραρχών τού θρόνου αυτού επαιξε σημαντικό ρόλο όλα αυτά τά χρόνια στήν ανύψωση τών ενθέων πρός τήν «υπερκόσμια θεολογία τού Ιησού», είναι ηγούμενος τού χορού τών Πρωτοψαλτών στήν επί γής ιερά τελετή.
Η διαδρομή του ως Ιεροψάλτου είναι γνωστή στό ακροατήριο αυτό. Τό 1942 σέ ηλικία 16 ετών έγινε λαμπαδάριος καί αμέσως τόν ίδιο χρόνο ανέλαβε Πρωτοψάλτης στόν Ιερό Ναό τού αγίου Θεράποντος Κάτω Τούμπας. Μετά από δύο χρόνια, τό 1944, ανέλαβε Πρωτοψάλτης στόν Ιερό Ναό τού Αγίου Θεράποντος καί τού Τιμίου Προδρόμου Κάτω Τούμπας. Από τό 1952 καί εντεύθεν είναι Πρωτοψάλτης τού Καθεδρικού Ναού τής τού Θεού Σοφίας Θεσσαλονίκης.
Πρώτη φορά άκουσα γιά τόν Χαρίλαο Ταλιαδώρο στό Αγρίνιο όπου ήμουν μαθητής Γυμνασίου, στίς αρχές τής δεκαετίας τού 60. Ο Ιερός Ναός τής Αγίας Τριάδος είχε καλέσει τόν Πρωτοψάλτη Μανώλη Χατζημάρκο, πού ήταν γνωστός στούς φιλόμουσους τής Πόλεως Αγρινίου, γιά νά ψάλη στόν Ιερό Ναό, καί όταν εκείνος εξέφρασε τήν αδυναμία του νά έλθη, κάλεσαν τόν Χαρίλαο, νέον τότε περίπου 35 ετών.
Στήν αρχή δυσανασχετήσαμε, γιατί αναμέναμε τόν Μανώλη Χατζημάρκο, αλλά όταν ακούσαμε τήν γλυκύτατη καί μεγαλόπρεπη φωνή τού Ταλιαδώρου αναθεωρήσαμε τίς απόψεις μας. Ο Ταλιαδώρος στεκόταν στό στασίδι τού Ιερού Ναού τής Αγίας Τριάδος μεγαλόπρεπα καί αρχοντικά καί έψαλε καταπληκτικά.
Στήν συνέχεια τόν συνάντησα στήν Θεσσαλονίκη, όταν σπούδαζα τήν θεολογική επιστήμη στό Πανεπιστήμιο τής πόλεως μεταξύ τών ετών 1964-1968. Θυμάμαι ότι όταν επέτυχα στήν Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης χάρηκα πολύ, κυρίως γιατί θά άκουγα από κοντά τόν Ταλιαδώρο. Εκείνος ήδη ήταν ονομαστός Πρωτοψάλτης καί περιάκουστος.
Τελικά, γιά μένα η Θεσσαλονίκη ήταν η μήτρα τής βίωσης τής ρωμηοσύνης. Στήν Θεολογική Σχολή διδασκόμουν τήν θεολογία τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά στό Οικοτροφείο τού Αποστόλου Παύλου αποκτούσα γεύση τής κοινοβιακής ζωής στούς Βυζαντινούς Ναούς τής Πόλεως καί ιδίως στό «σχολείο τού αναλογίου» τού Ναού τής τού Θεού Σοφίας, μυσταγωγούμουν στήν όλη εκκλησιαστική ατμόσφαιρα τής Ορθοδόξου Εκκλησίας καί στίς επισκέψεις στό Άγιον Όρος μυούμουν στήν μυστική καί νηπτική θεολογία τής Ορθοδόξου Εκκλησίας. Πρόκειται γιά δώρα τού Θεού ανεκτίμητα πού καθιέρωσαν τά στοιχεία τού εκκλησιαστικού μου βιώματος.
Όλα αυτά ήταν μέσα μου ενωμένα, όλες οι αισθήσεις λειτουργούσαν ενιαίως, συνδυάζονταν αρμονικά η θεολογία τών σπουδαστηρίων μέ τό σχολείο τού αναλογίου τής Αγίας Σοφίας καί μέ τά ερημικά κελλιά τού Αγίου Όρους καί οδηγούνταν στόν Ένα. Κάπως έτσι συγκροτήθηκε η ζωή μας καί η θεολογία μας τήν εποχή εκείνη.
Βασικός σταθμός σέ αυτήν τήν πορεία ήταν ο Ιερός Ναός τής τού Θεού Σοφίας Θεσσαλονίκης. Ο μεγαλοπρεπής ιστορικός Ιερός Ναός μέ Πρωτοψάλτη τόν Χαρίλαο Ταλιαδώρο καί τόν εκκλησιαστικό χορό πού εκείνος κατάρτισε μέ μετέφερε στήν ατμόσφαιρα τής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Ο ίδιος στεκόταν στό αναλόγιο τού Ναού μεγαλόπρεπα καί επιβλητικά. Η φωνή του μετέφερε τήν φωνή τών αιώνων, τά μουσικά μαθήματα πού κατάρτιζε μετέδιδαν μυστικά καί προσευχητικά τήν ιερά τέχνη τού Βυζαντίου, τής ένδοξης καί πονεμένης Ρωμηοσύνης. Ήταν ένας άριστος ιεροφάντης, εντεταγμένος μέσα στήν εκκλησιαστική ιεραρχία τού αγίου Διονυσίου τού Αρεοπαγίτου, πού προανάφερα.
Ο Χαρίλαος Ταλιαδώρος χαράχτηκε βαθειά στήν μνήμη μου καί στό αναλόγι τής καρδιάς μου. Στήν Θεολογική Σχολή μάς παρέδιδε μαθήματα Βυζαντινής Μουσικής. Η ικανότητά του ήταν καταπληκτική. Μάς προέτρεπε νά ψάλουμε ένα τροπάριο καί εκείνη τήν ώρα εκείνος στόν πίνακα τό κατάγραφε μέ βυζαντινές νότες.
Στόν Ναό τής Αγίας Θεοδώρας κάθε Τρίτη ψάλλαμε μαζί του στήν καθιερωμένη θεία Λειτουργία τής Θεολογικής Σχολής. Καί κάθε Κυριακή στό αναλόγι τού Ναού τής τού Θεού Σοφίας συμμετείχα στό κυριακάτικο ευχαριστιακό πανηγύρι, όπου εκείνος ήταν ένας θαυμάσιος πνευματικός εστιάτωρ.
Κυριακή πρωΐ, κατά τήν διάρκεια τού Όρθρου πάνω στό αναλόγι δίπλα στόν Χαρίλαο, πρίν έλθουν οι μεγάλοι ισοκράτες, στεκόμουν καί ισοκρατούσα ως ισχνόφωνος στόν εξακουστό Ιεροψάλτη καί αιθανόμουν μικρός καί ταπεινός μαθητής τού μεγάλου δάσκαλου. Βίωνα ένα μυστήριο, αισθανόμουν τιμή καί μεγαλείο.
Στήν αρχή τού Όρθρου επικρατούσε η κατανυκτική ατμόσφαιρα από τήν εννάτη ωδή μέχρι τήν δοξολογία ήταν ένα πρωϊνό ξύπνημα η θεία Λειτουργία ήταν η απογείωση σέ όλη αυτήν τήν ιερά τελετή μύησης στά ενδότερα τής μυστικής λατρείας τής Εκκλησίας. Όλοι οι ήχοι τής βυζαντινής μουσικής χρωματίζονταν μέ έναν ιερό χρωστήρα από τήν τέχνη καί τήν φωνή τού μεγάλου Πρωτοψάλτου.
Τό έργο τού Χαρίλαου Ταλιαδώρου θαυμαστό. Κυριαρχεί απόλυτα ως Πρωτοψάλτης στόν Ιερό Ναό τής τού Θεού Σοφίας καί σέ όποιους Ιερούς Ναούς καλείται νά ψάλη, διαθέτει πολυχρόνια διδακτική δραστηριότητα, μελοποιεί ύμνους καί εκδίδει τίς συνθέσεις του, έχει πλούσια δισκογραφική παραγωγή, μιά αληθινή προσφορά στόν λαό τού Θεού.
Ο ίδιος ο Ταλιαδώρος έχει βαθειά αίσθηση όχι μόνο τής πατρώας εκκλησιαστικής Μουσικής, αλλά καί όλης τής παράδοσης πού τήν γεννά, τήν οποία καί χρωματίζει, κατά κάποιον τρόπο τήν κάνει εικονογραφημένη. Θεωρεί ότι η εκκλησιαστική μουσική είναι «μουσική θεία», καί τό ήθος της είναι «απλότης καί μεγαλοπρέπεια».
Η γλώσσα τής λατρείας της Εκκλησίας είναι, όπως διδάσκει, «τόσο περιεκτική» πού «καλύπτεται μόνο από τήν βυζαντινή μουσική». Γιά τόν ψάλτη λέει: «τό μέλημά του είναι νά μπορέσει νά συγκινήσει τό ακροατήριο. Τό ακροατήριο γιά νά συγκινηθεί όμως, πρέπει νά συγκινηθεί ο ίδιος πρώτα. Πρέπει νά καταλαβαίνει τί λέει, τί αποδίδει, τί πρεσβεύει. Πρέπει νά προσεύχεται ο ίδιος πρώτα προτού ανέβει στό αναλόγιο».
Διδάσκει ότι «τά φθογγόσημα είναι νεκρά εμείς θά τά δώσουμε πνοή καί ενδιαφέρον», «τά κομμάτια θέλουν ηρεμία, έναν τρόπο ήπιο, ο κόσμος νά προσευχηθεί όταν ψάλλεις».
Αυτά τά λόγια είναι καθρέπτης τού ίδιου τού Χαρίλαου Ταλιαδώρου, είναι πείρα πολλών ετών επάνω στό αναλόγι τής Εκκλησίας, είναι μετάγγιση τού αίματος τής λατρείας στίς επόμενες γενιές.
Κατά καιρούς μίλησαν πολλοί γιά τόν Χαρίλαο, ο οποίος γιά περίπου 75 χρόνια γεμίζει καί χρωματίζει τόν αέρα τής Θεσαλονίκης μέ τήν φωνή του καί συνδέθηκε πολύ στενά μέ τήν όλη ιστορία τής πόλεως. Θά παραθέσω μερικούς τέτοιους χαρακτηρισμούς από ειδήμονες καί γνώστες τής βυζαντινής μουσικής.
Είπαν ότι ο Χαρίλαος Ταλιαδώρος διαθέτει «εξαιρετικό φωνητικό τάλαντο» ψάλλει μέ «απλότητα καί μεγαλοπρέπεια» είναι «χαρισματικός ηδύφθογγος καί βαθύς γνώστης τής ψαλτικής, εκτελεστής καί διδάσκαλος, δημιουργός καί χοράρχης, παγκόσμιος πρεσβευτής τής τέχνης πού υπηρετεί μέ θαυμαστή ποιότητα καί αντοχή πάνω από 70 χρόνια» είναι «επιφανής πρωτοψάλτης» «διακεκριμένος ερμηνευτής-φαινόμενο αντοχής στόν χρόνο» «ευφυής σύγχρονος μελοποιός» «αγαπημένος δάσκαλος πολλών» «γλυκύφθογγος» «ο τέττιξ τών Θεσσαλονικέων» «μαΐστωρ τής εκκλησιαστικής τέχνης» «σύνθετο φαινόμενο δασκάλου» διακρίνεται από τήν «γλυκύφθογγο φωνή, τήν αψεγάδιαστη τεχνική, τήν ακένωτη φαντασία, τήν αξιοζήλευτη μνήμη» είναι «περιώνυμος πρωτοψάλτης καί διδάσκαλος» «απαράμιλλος καί αξεπέραστος καλοφωνάρης» «αρχοντικός, μυσταγωγός καί ήρεμος στίς κινήσεις του» διαθέτει «στεντόρεια καί μελωδική φωνή» είναι «ο τελευταίος εκείνου τού αρχοντικού γένους πού έρχεται σέ ευθεία σύγκρουση μέ τό νεότερο πνευματικό μας νεοπλουτισμό» καί πολλά άλλα.
Εκείνο πού μού έκανε εντύπωση είναι ένα δημοσίευσμα τής «Ελευθεροτυπίας» πού τόν χαρακτηρίζει ως λέοντα. Έγραφε: «Στό δεξί αναλόγιο τής τού Θεού Σοφίας Θεσσαλονίκης -Αγία Σοφία, μιά λέξη μέ μιάν αδιόρατη τομή, ονομάζουνε τήν Εκκλησία αυτοί οι Θεσσαλονικείς- υπάρχει ένας λέων. Τί κι άν κρύβεται κάτω από ένα ράσο – τί κι άν δέν βρυχάται. Τό αποτέλεσμα τής φωνής καί τής παρουσίας του είναι τό ίδιο. Η σιωπή. Όλα τά θηρία τής ζούγκλας σιωπούν -λέγεται ότι μερικά αρχίζουν καί τρέμουν. Χαρίλαος Ταλιαδώρος».
Αυτόν τόν λέοντα τής εκκλησιαστικής μουσικής σήμερα τιμάμε.
Παναγιώτατε καί αγαπητοί παρόντες,
Άρχισα τήν σύντομη παρουσίαση τού Χαρίλαου Ταλιαδώρου μέ ένα απόσπασμα από τό έργο τού αγίου Διονυσίου τού Αρεοπαγίτου περί εκκλησιαστικής ιεραρχίας. Θά τελειώσω μέ τήν ουράνια θεία Λειτουργία πού περιγράφεται στό βιβλίο τής Ιεράς Αποκαλύψεως τού αγίου Ιωάννου τού Θεολόγου, μέρος τής οποίας συνέθεσε ο Χαρίλαος Ταλιαδώρος, καί είναι τό Βυζαντινό ορατόριο, τό οποίο θά ακούσουμε απόψε.
Όταν διαβάση κανείς προσεκτικά τό βιβλίο τής Αποκαλύψεως παρατηρεί ότι εκεί τό βασικό νόημά της είναι η περιγραφή τής ουράνιας θείας Λειτουργίας τού Αρνίου, η πορεία τών μελών τής Εκκλησίας πρός τό ουράνιο συλλείτουργο τού Αρνίου, αλλά καί η παραλειτουργία τών οπαδών τού θηρίου τής Αποκαλύψεως.
Σέ κάποιο σημείο τής ουράνιας αυτής θείας Λειτουργίας ακούστηκε τό «αλληλούϊα». Γράφεται: «Καί ήκουσα ως φωνήν όχλου πολλού καί ως φωνήν υδάτων πολλών καί ως φωνήν βροντών ισχυρών, λεγόντων, αλληλούια ότι έβασίλευσεν Κύριος ο Θεός ο παντοκράτωρ. χαίρωμεν καί αγαλλιώμεθα καί δώμεν τήν δόξαν αυτώ, ότι ήλθεν ο γάμος τού αρνίου καί η γυνή ητοίμασεν εαυτήν» (Απ. ιθ΄, 6-7).
Κατά τόν άγιο Μάξιμο τόν Ομολογητή η Παλαιά Διαθήκη είναι τύπος τής Καινής Διαθήκης καί η Καινή Διαθήκη είναι εικόνα τών επουρανίων.
Σέ αυτά τά επουράνια μεταξύ τών Πρεσβυτέρων, τών τεσσάρων λειτουργικών όντων πού δοξάζουν καί ανυμνούν τόν Θεό είναι αυτά τά λειτουργικά πνεύματα, οι Άγγελοι πού υμνούν τόν Θεό, καί τόν καθήμενο επί τού θρόνου, τό Αρνίο. Οι Άγγελοι είναι εικόνα καί τύπος τών ιεροψαλτών στήν εκκλησιαστική ιεραρχία. Όλοι αυτοί συμμετέχουν στόν γάμο τού Αρνίου.
Στήν εικόνα τών επουρανίων πού βιώνεται στήν Εκκλησία καί ιδίως στήν θεία Ευχαριστία πρωταρχική θέση κατείχε καί κατέχει ο Χαρίλαος Ταλιαδώρος μέ τήν ιερά υμνολογία του, καί τήν ιερά ψαλμωδία του, μέ τήν φωνή του «ως φωνή υδάτων πολλών», ως καταρράκτης, «ως φωνή βροντών ισχυρών» στήν Εκκλησία καί μέ τήν μεγαλοπρέπεια τών φθόγγων του.
Σέ ευχαριστούμε, μεγάλε δάσκαλε, γιά τά όσα προσέφερες καί προσφέρεις στήν επίγεια όψη τής Εκκλησίας καί σού ευχόμαστε νά ψάλλης έως τό τέλος τής ζωής σου καί μετά νά συγκαταλεγής στόν χορό τών Αγγέλων, ως ταπεινός χορωδός και νά ενισχύσης τήν ουράνια αυτή χορωδία πού θά ψάλη στήν αιωνιότητα.
Δάσκαλε Χαρίλαε, είσαι «ηγούμενος τού χορού τών Πρωτοψαλτών στήν επί γής ιερά τελετή», δηλαδή ηγείσαι τού χορού τών Πρωτοψαλτών στήν ιερά τελετή, άρχων καί ψάλτης μαζί, υμνωδός καί ψαλμωδός. Σέ ευχαριστούμε».
*
Αιωνία η μνήμη τού Μεγάλου Άρχοντος Πρωτοψάλτου Χαρίλαου Ταλιαδώρου.