Την επιλογή να προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων προτείνει ο Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ στον Μητροπολίτη Μαυροβουνίου Αμφιλόχιο, σε επιστολή συμπαράστασης που έστειλε με αφορμή τη ψήφιση νόμου με τον οποίο η εκκλησιαστική περιουσία περνά στο κράτος.
Η επιστολή του Μητροπολίτη Πειραιώς αναφέρει:
Σεβασμιώτατε και πολυτίμητε Δέσποτα,
Εκ προσώπου του ευαγούς Κλήρου και του φιλοχρίστου λαού της καθ’ ημάς Ι. Μητροπόλεως Πειραιώς εκφράζομεν την αμέριστον συμπαράστασιν μας προς την δοκιμαζομένην και θεόσωστον Υμετέραν Κανονικήν Δικαιοδοσίαν και το Σεπτόν Πατριαρχείο Σερβίας, εις την φίλην χώραν του Μαυροβουνίου, διά την αήθη και προκλητικήν επίθεσιν της Κυβερνήσεως του Πρωθυπουργού κ. Ντούσκο Μάρκοβιτς και του Προέδρου κ. Μίλο Τζουκάνοβιτς με την επιψήφισι του ληστρικού Νόμου διαρπαγής των Ι. Ναών, Μονών και Εκκλησιαστικών Ιδρυμάτων της Υμετέρας Μητροπόλεως Μαυροβουνίου και Παραθαλασσίας.
Αποτελεί ουσιαστικό διωγμό του 72% των 620.000 κατοίκων του Μαυροβουνίου που ανήκουν στην Ορθόδοξη Εκκλησία και επιδιώκει να κατασχέσει τα περιουσιακά στοιχεία της Μητροπόλεώς Σας και του Σεπτού Πατριαρχείου Σερβίας στο Μαυροβούνιο, για την ενίσχυσι μιάς παρασυναγωγής ενός καθηρημένου πρώην κληρικού του Miras Dedeic, που αυτοπροσδιορίζεται ως δήθεν «Αυτοκέφαλη Εκκλησία του Μαυροβουνίου». Παρέλκει να αναφερθεί ότι το θράσος, η αναίδεια και η αθεοφοβία του παρασυναγώγου ψευδοκληρικού και των συνεργατών του δυστυχώς ενισχύθηκε από την άκριτο και άκυρο χορήγησι Αυτοκεφαλίας εις την αντικανονική δομή της Ουκρανίας. Θετικό όμως γεγονός ωστόσο αποτελεί, η ουσιώδης παρέμβασι του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου που διέλυσε τους πονηρούς και δολίους σχεδιασμούς γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής γνωστών ευρωατλαντικών κύκλων, δίδων συνέντευξιν στην Εφημερίδα «Kurir» του Βελιγραδίου στην οποία διεκήρυξε την αναγνώρισι ως μόνης Ορθοδόξου Εκκλησίας εν Μαυροβουνίω της καθ’ Υμάς Θεοσώστου Μητροπόλεως, στηλιτεύων την παρασυναγωγή του κ. Dedeic (CPC) και τους όπισθεν αυτού κρυπτομένους.
Με τον ψηφισθέντα Νόμο, ο οποίος ετέθη σε ισχύ δημοσιευθείς την 27/12/2019 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του Μαυροβουνίου, οι θρησκευτικές κοινότητες καλούνται να αποδείξουν ότι κατέχουν τις ιδιοκτησίες τους πριν το 1918 όταν το Βασίλειο του Μαυροβουνίου ενώθηκε με τα βασίλεια των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων, του προκατόχου της μετέπειτα Γιουγκοσλαβίας, η οποία πλέον έχει διαλυθεί, άλλως θα κρατικοποιείται ως εθνική κληρονομία του Κράτους. Ο συγκεκριμένος Νόμος σχεδιάστηκε για να πλήξει μόνο την καθ’ Υμάς Αγιωτάτην Εκκλησίαν διότι οι Μουσουλμάνοι του Μαυροβουνίου δεν κινδυνεύουν επειδή η περιουσία τους υφίσταται ως Βακούφια στο έννομο status του Μαυροβουνίου και επομένως όλος αυτός ο δολιότατος σχεδιασμός στρέφεται κατά της Κανονικής Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Συναλγούντες μεθ’ Υμών και συνευχόμενοι προς τον Δομήτορα της αμωμήτου πίστεώς μας Σωτήρα Χριστό, διά την υπέρβασι της κακοτρόπου και αήθους Κυβερνητικής επιθέσεως, που επιδιώκει την απομείωσι της κανονικής Ορθοδόξου Εκκλησίας στο Μαυροβούνιο και την αποκοπή του Ορθοδόξου λαού του Μαυροβουνίου από την πνευματική του μήτρα και Μητέρα την Αγιωτάτη Αγιοσαββιτική Εκκλησία, θέτομεν τις ταπεινές ημών δυνατότητες εις την Υμετέραν διάθεσιν προτείνοντες όπως προσφύγετε εις το Ευρωπαικό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, διότι προδήλως και κατάφωρα παραβιάζεται η Ευρωπαική Σύμβασις (ΕΣΔΑ) Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και ειδικώτερα το πρόσθετον Πρωτόκολλον αυτής και ασφαλώς προσβάλλεται το Ευρωπαικό κεκτημένο και ο εις τα κράτη δικαίου αναγνωριζόμενος τρόπος κτήσεως κυριότητος διά της «χρησικτησίας». Συνεπώς το κράτος του Μαυροβουνίου που επιδιώκει την ένταξί του στην ΕΕ οφείλει να σέβεται την ΕΣΔΑ και να αναγνωρίζει ως νόμιμο τρόπο κυριότητος την έκτακτη ή τακτική χρησικτησία, διότι το Σεπτόν Πατριαρχείον Σερβίας και η Θεόσωστος Μητρόπολις Αυτού Μαυροβουνίου και Παραθαλασσίας είναι πανάρχαια Καθιδρύματα αιώνες πριν δημιουργηθεί το σύγχρονο Κράτος του Μαυροβουνίου και αποτελεί νομικόν αστεισμόν να καλούνται να αποδείξουν ότι κατείχαν τις ιδιοκτησίες τους προ του 1918.
Θέτω τις ταπεινές μου γνώσεις εις την Υμετέραν διάθεσιν υπομιμνήσκων ότι παρομοίαν επίθεσιν είχεν δεχθεί και η καθ’ ημάς Αγιωτάτη Εκκλησία της Ελλάδος με τους επαισχύντους και ανηθίκους Νόμους 1700/1987 και 1811/1988 τους οποίους και κατετροπώσαμεν διά του ΕΔΑΔ με την ιστορική Απόφαση 10/1993/405/483-484/9.12.1994 «Ιερών Μονών κατά της Ελλάδος» με την οποία εδικαιώθησαν οι προσφυγούσες 5 Ι. Μονές στις οποίες επεδικάσθη το ιλιγγιώδες ποσόν των 3.000.000.000.000 δραχμών ή 8.800.000.000 Ευρώ και αναγκάσθηκε το Ελληνικό Δημόσιο να θέσει στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας τους κακοτρόπους Νόμους δημεύσεως της Εκκλησιαστικής-Μοναστηριακής περιουσίας.
[irp posts=”542542″ name=”Στήριξη Ονούφριου στο Πατριαρχείο Σερβίας για την κρίση στο Μαυροβούνιο”]
Ειδικώτερον παραθέτω παλαιοτέραν μου καταχώρησι που αναφέρεται στη Νομολογία του ΕΔΑΔ στην μνημονευθείσα Απόφαση: «11. Όσον αφορά τη χρησικτησία το Δικαστήριο επισημαίνει τα εξής χαρακτηριστικά: «60. Δεν είναι εφικτό για το Δικαστήριο να αναλάβει να εξακριβώσει το ίδιο ποιες από τις επίδικες εκτάσεις γης μπορούν να θεωρηθούν κατά το Ελληνικό Δίκαιο ότι ανήκουν στην πραγματικότητα στο Δημόσιο. Παρατηρεί ωστόσο ότι οι Ιερές Μονές που είναι πανάρχαια ιδρυτικά μέρη της Ελληνικής Εκκλησίας και ιδρύθηκαν πολύ πριν δημιουργηθεί το Ελληνικό Κράτος, έχουν ανά τους αιώνες συσσωρεύσει σημαντική ακίνητη περιουσία. Χωρίς αμφιβολία, έγγραφοι τίτλοι κυριότητος που αποκτήθηκαν κατά τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έχουν χαθεί ή καταστραφεί. Προκειμένου περί αυτών των γαιών, τις οποίες κατείχαν για τόσο μακρό χρονικό διάστημα, έστω και χωρίς νόμιμο τίτλο, η χρονική διάρκεια της κατοχής που απαιτείται ώστε να θεμελιωθεί χρησικτησία τόσο έναντι του Δημοσίου όσο και έναντι τρίτων είχε μετά βεβαιότητος συμπληρωθεί κατά τη στιγμή που ο Νόμος 1700/87 ετέθη σε ισχύ. Στο σημείο αυτό το Δικαστήριο προσδίδει ιδιαίτερη σημασία στην κτήση κυριότητος διά χρησικτησίας διότι δεν υπάρχει κτηματολόγιο στη Ελλάδα και διότι ήταν αδύνατη η μεταγραφή τίτλων προ του 1856 και η μεταγραφή κληροδοσιών και κληρονομιών προ του 1846. 12. Είναι σημαντικό το ότι το Δικαστήριο στην άνω περίπτωση κατατάσσει τα υπό του δημοσίου λεγόμενα «διακατεχόμενα» και επιλύει την αμφισβήτηση, υπέρ των απόψεων των Ιερών Μονών ότι η χρησικτησία εκάλυψε τους απωλεσθέντας εκ των περιστάσεων και της διαδρομής του χρόνου τίτλους κυριότητος (έγγραφα στοιχεία). 13.
Το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ξεκκαθαρίζει ότι τα χωρίς «νομίμους τίτλους» δηλ. τα «διακατεχόμενα» κατά την άποψη του Δημοσίου, είναι τα νεμόμενα από την Εκκλησία και τις Ιερές Μονές, με τα προσόντα της εκτάκτου ή τακτικής χρησικτησίας ακίνητα. 14. Είναι χαρακτηριστικό ότι το Δημόσιο δεν ισχυρίσθηκε στο Δικαστήριο τα όσα λέγει το ίδιο και το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους περί απλού δικαιώματος «καρπώσεως» με τις μνησθείσες, γνωμοδοτήσεις του, αλλά περί κατεχομένων από την Εκκλησία (Ι. Μονές) χωρίς τίτλους ακινήτων και αναγνωρίζει ότι οι Ιερές Μονές «κατείχαν ως απλοί νομείς»! Και στον ισχυρισμό αυτό το Δικαστήριο απαντά με πλήρη σαφή, ειδική και εμπεριστατωμένη σοφή αιτιολογία και δικαιώνει τις Ιερές Μονές. 15. Ακόμα περισσότερο, πρέπει να σημειώσουμε, ότι δεν ισχυρίστηκε το Ελληνικό Δημόσιο (ή Κυβέρνηση) τα όσα, το Υπουργείο Γεωργίας, ισχυρίσθη, περί «διακατοχικών δικαιωμάτων»! Η εφεύρεση αυτού του όρου συνιστά παραβίαση και πάλι του Ελληνικού Συντάγματος και της συμβάσεως της Ρώμης και του προσθέτου πρωτοκόλλου αυτής. 16. Αυτές είναι μερικές από τις επισημάνσεις για την σημαντική αυτή απόφαση του Ευρωπαικού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η απόφαση αυτή αποτελεί σταθμό στη νομολογία του Δικαστηρίου και είναι η πρώτη που ασχολείται με μία ολόκληρη Εκκλησία κράτους-μέλους της Συμβουλίου της Ευρώπης, με αυτό το αντικείμενο.
Είναι, πάντως, άξιο παρατηρήσεως ότι το Δικαστήριο με καταπλήσσουσα διεισδυτικότητα, παρατηρητικότητα, νομική αξιοσύνη και επιστημοσύνη, βαθύνεια, ευθυκρισία και αντικειμενικότητα, αναλύει σε όλες τις λεπτομέρειες, τις συνέπειες και τις υποκρυπτόμενες μεθοδεύσεις, δολιότητες, και σκοπιμότητες, τις διατάξεις του ν. 1700/87 για να κατάληξη στο πόρισμά του ότι ο νόμος αυτός παραβιάζει την διεθνή σύμβαση της Ρώμης και το πρώτο πρωτόκολλο αυτής. Με την ανωτέρω απόφαση κλείεται οριστικά και αμετάκλητα το κεφάλαιο της αμφισβήτησης της Εκκλησιαστικής περιουσίας από συστάσεως του Ελληνικού Κράτους μέχρι σήμερα, όπως ενώπιον του Δικαστηρίου ισχυρίστηκε, η Ελληνική Πολιτεία, κατά παράβαση κάθε έννοιας δικαίου και ηθικής».
Όθεν πάνυ ευλαβώς προτείνω όπως προσφύγετε στο ΕΔΑΔ για να ακυρωθεί και να καταπέσει η αισχίστη αυτή νομοθεσία, δημεύσεως και διαρπαγής της περιουσίας της Αγιωτάτης Υμών Εκκλησίας, διότι υφίσταται ήδη η σχετική νομολογία και το δεδικασμένο και διατίθεμαι να συμβάλλω με κάθε τρόπο.
Κατασπαζόμενος την Υμετέραν Σεβασμιότητα διατελώ,
+ ο Πειραιώς ΣΕΡΑΦΕΙΜ