Ι.Μ. ΒΕΡΟΙΑΣ – Την Κυριακή 4 Φεβρουαρίου, εορτή του Αγίου Ισιδώρου του Πηλουσιώτου, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο Λόγο στον Ιερό Ναό Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου Κυμίνων Θεσσαλονίκης.
Στο τέλος της θείας Λειτουργίας τέλεσε μνημόσυνο για τους κοιμηθέντες κατά το παρελθόν έτος ενορίτες. Αργότερα ευλόγησε τη βασιλόπιτα για τα νέα ζευγάρια της Ενορίας που παντρεύτηκαν το παρελθόν έτος και τους μίλησε επίκαιρα.
ΟΜΙΛΙΑ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ
«Ίνα η υπερβολή της δυνάμεως η του Θεού και μη εξ ημών».
Δεν είναι η πρώτη φορά κατά την οποία ο απόστολος Παύλος κάνει διάκριση μεταξύ της ανθρωπίνης και της θείας δυνάμεως. Και δεν αναφέρεται στις περιπτώσεις, κατά τις οποίες η δύναμη του Θεού εμφανίζεται στον κόσμο και στη ζωή των ανθρώπων χωρίς τη μεσολάβηση κάποιου προσώπου. Δεν αναφέρεται γενικά στην παντοδυναμία του Θεού, δείγματα της οποίας υπάρχουν αναρίθμητα γύρω μας, γιατί δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι αυτή είναι αποδεκτή από όλους τους ανθρώπους ή τουλάχιστον από όσους πιστεύουν στον Θεό.
Ο πρωτοκορυφαίος όμως απόστολος Παύλος αναφέρεται στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η δύναμη του Θεού εμφανίζεται διά των ανθρώπων, έστω και εάν οι άνθρωποι δεν το συνειδητοποιούμε ή εάν το ξεχνούμε. Ο,τι όμως κάνουμε στη ζωή μας, από τις καθημερινές και συνηθισμένες λειτουργίες της ζωής και του σώματός μας μέχρι τις πιο σύνθετες, όλα τα κάνουμε με τη δύναμη του Θεού, εφόσον αυτός είναι ο πλάστης και δημιουργός μας και «εν αυτώ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν», όπως διακήρυξε ο απόστολος μιλώντας στους Αθηναίους.
Ισχύει και για τις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες κάποιοι άνθρωποι επιτυγχάνουν πράγματα, τα οποία δεν είναι συνηθισμένα και δεν συμβαίνουν σε κάθε άνθρωπο, και όμως κάποιοι τα ζούν.
Ας θυμηθούμε τον απόστολο Πέτρο, ο οποίος, όταν είδε τον Χριστό να περπατά επάνω στη θάλασσα της Τιβεριάδος, του ζήτησε να τον καλέσει να περπατήσει και αυτός επί των κυμάτων, για να πεισθεί ότι δεν έβλεπε όνειρο και ότι ήταν πράγματι ο διδάσκαλός του.
Ας σκεφθούμε τα θαύματα των αγίων αποστόλων και άλλων των αγίων, τις θεραπείες, τις αναστάσεις των νεκρών και όλα τα παρόμοια. Ας φέρουμε στον νού μας τα μαρτύρια τα οποία όχι μόνο υπέμεναν οι άγιοι μάρτυρες με απαράμιλλη καρτερία αλλά και συχνά παρέμεναν αβλαβείς και δεν τους άγγιζαν ούτε τα άγρια θηρία. Ας αναλογισθούμε ακόμη πως οι μαθητές του Χριστού, χωρίς μόρφωση οι περισσότεροι, απλοί ψαράδες, χωρίς θέσεις και αξιώματα, χωρίς κοινωνικές διασυνδέσεις, χωρίς μέσα και χωρίς υποστήριξη, κατόρθωσαν να διαδώσουν το Ευαγγέλιο σε όλον τον κόσμο.
Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε τον κατάλογο όσων δεν επετεύχθησαν με τη δύναμη των ανθρώπων αλλά με τη δύναμη του Θεού. Δεν υπάρχει ασφαλώς αμφιβολία ότι σε όλες αυτές τις περιπτώσεις πρόκειται για τη δύναμη του Χριστού, η οποία ενεργεί διά των ανθρώπων. Το πιστοποιεί άλλωστε και ο ίδιος ο Κύριός μας, όταν λέγει στον πρωτοκορυφαίο απόστολο, ο οποίος του ζήτησε να τον θεραπεύσει από μία ασθένεια, η οποία τον ταλαιπωρούσε, «αρκεί σοι η χάρις μου, η γαρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται». Σου αρκεί η χάρη μου, γιατί η δύναμή μου φαίνεται στην πληρότητά της μέσα από την αδυναμία σου.
Αυτή τη δύναμη του Θεού καλούμεθα να αναγνωρίζουμε και εμείς σε όσα έχουμε και σε όσα επιτυγχάνουμε στη ζωή μας. Γιατί ως άνθρωποι είμαστε, όπως ακούσαμε τον απόστολο Παύλο να λέγει σήμερα, οστράκινα σκεύη, εύθραυστοι και αδύναμοι, που στηριζόμαστε και έχουμε ανάγκη τη χάρη του Θεού. Και θα πρέπει να την αναγνωρίζουμε και στη φυσική μας ζωή, σε όσα επιτυγχάνουμε στην καθημερινότητά μας, στο επάγγελμά μας, στην οικογένειά μας, αλλά και στην πνευματική μας ζωή.
Οι επιτυχίες μας, οι αρετές μας, η πρόοδός μας η πνευματική, δεν είναι αποτέλεσμα μόνο της προσπαθείας και του αγώνος μας, δεν είναι μόνο καρπός της εργασίας μας ή των ικανοτήτων μας, είναι αποτέλεσμα της βοηθείας και της δυνάμεως του Θεού.
Και θα πρέπει να μην το ξεχνούμε αυτό ποτέ, ώστε να μην υπερηφανευόμεθα και νομίζουμε ότι έχουμε τη δύναμη να επιτύχουμε τα πάντα, έχουμε τη δύναμη να πάμε ακόμη και αντίθετα στο θέλημα και στον νόμο του Θεού, ακόμη και στους ιερούς θεσμούς, όπως αυτός του γάμου και της οικογενείας, τον οποίο ο ίδιος καθιέρωσε δημιουργώντας «άρσεν και θήλυ».
Δυστυχώς όμως το βλέπουμε να συμβαίνει και αυτό στις ημέρες μας, με την προσπάθεια που γίνεται να αλλοιωθεί η έννοια του γάμου και της οικογενείας με την καθιέρωση ενός δήθεν γάμου μεταξύ ανθρώπων του ιδίου φύλου και τη δυνατότητα τεκνοθεσίας που τους παρέχεται, αδιαφορώντας ότι μία τέτοια ένωση είναι απολύτως αντίθετη και προς τον νόμο του Θεού και προς τη φύση του ανθρώπου, και αποτελεί προσβολή και ύβρη προς τον Θεό. Διότι δεν θα πρέπει να ξεχνούμε ότι και το σώμα μας είναι δώρο του Θεού και οι λειτουργίες του γίνονται με τη δική του δύναμη, την οποία θα πρέπει να αναγνωρίζουμε, να σεβόμεθα και να είμαστε γι᾽ αυτήν ευγνώμονες έναντι του Θεού, και όχι να τις διαστρέφουμε, φθείροντας έτσι το σώμα και προσβάλλοντας τον Θεό.
Η Εκκλησία μας οφείλει να διακηρύξει την αντίθεσή της στον νόμο αυτό που σχεδιάζεται, ώστε όλοι να γνωρίζουν ποια είναι η αλήθεια και ποια πρέπει να είναι η θέση όλων μας στο θέμα αυτό, ώστε να μας προστατεύσει από τις δυσάρεστες συνέπειες για την κοινωνία και για την πατρίδα μας. Μην ξεχνούμε τα Σόδομα και τα Γόμορα, τα οποία καταστράφηκαν, γιατί είχαν φθάσει σε αυτό το σημείο, που πάμε δυστυχώς να νομοθετήσουμε: παρανόμους γάμους, φοβερά πράγματα, τα οποία φοβούμεθα μην προκύψουν από την ψήφιση αυτού του νόμου και για τα άτομα και για την πατρίδα μας.
Ας το σκεφθούμε και ας προσέξουμε ποια στάση θα κρατήσουμε.
ΟΜΙΛΙΑ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΓΙΑ ΤΑ ΝΕΑ ΖΕΥΓΑΡΙΑ
Με πολλή χαρά βρίσκομαι και φέτος κοντά σας στην αρχή του χρόνου και χαίρομαι, γιατί η συνάντηση αυτή για τα νέα ζευγάρια έχει καθιερωθεί πλέον στην ενορία σας. Φέτος συμπίπτει μάλιστα με την Κυριακή μετά την εορτή της Υπαπαντής, την οποία η Εκκλησία μας έχει αφιερώσει στις αγίες μητέρες των τριών Ιεραρχών, οι οποίες αποτελούν πρότυπα μητέρας. Κατ᾽ εξοχήν βεβαίως πρότυπο μητέρας είναι η Παναγία Μητέρα του Κυρίου μας, στο πρόσωπό της τιμούμε την κάθε μητέρα αλλά και τη μητρότητα, αυτό το σπουδαίο δώρο του Θεού προς τη γυναίκα και προς την οικογένεια.
Χαίρομαι, λοιπόν, γιατί βλέπω κάθε χρόνο νέα ζευγάρια εδώ στα Κύμινα που δημιουργούν νέες οικογένειες και μάλιστα ζευγάρια που είναι κοντά στην Εκκλησία, η οποία αποτελεί το πνευματικό πρότυπο της χριστιανικής οικογενείας.
Είναι πολύ ευχάριστο και ελπιδοφόρο αυτό το γεγονός, καθώς όλοι γνωρίζουμε τις δυσκολίες των νέων ανθρώπων να δημιουργήσουν οικογένεια, αλλά και τις συνθήκες που επικρατούν στις ημέρες μας στην κοινωνία και δεν διευκολύνουν τη δημιουργία οικογενειών, πολύ περισσότερο μάλιστα οικογενειών που έχουν χριστιανικές αρχές και έχουν ένα πνευματικό σύνδεσμο με την Εκκλησία.
Όμως όσο οι συνθήκες στον κόσμο γίνονται πιο δύσκολες για την οικογένεια, τόσο πιο αναγκαία είναι η σχέση και ο σύνδεσμος της με την Εκκλησία, προκειμένου να παραμείνει οικογένεια και να μην διαλυθεί στην ουσία της.
Γιατί υπάρχουν οικογένειες που μπορεί τα μέλη της να ζούν στο ίδιο σπίτι, που ονομάζονται οικογένεια, αλλά το κάθε μέλος της βαδίζει τον δικό του δρόμο ή φέρεται με τρόπο που κάνει τη συνύπαρξη είτε για τον σύζυγο ή τη σύζυγο είτε για τα παιδιά προβληματική ή και ανυπόφορη.
Και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι στις ημέρες μας αδιαφορούν για τις αρχές και τις αξίες της οικογενείας, αδιαφορούν για την πίστη στον Χριστό και την Εκκλησία, και δεν θεωρούν την οικογένεια ως μία ευλογημένη από τον Θεό ένωση δύο ανθρώπων που έχουν κοινό σκοπό και κοινό αγώνα, όχι μόνο να αναθρέψουν τα παιδιά τους «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου», αλλά και να βοηθήσει ο ένας τον άλλο στην κοινή τους πορεία για να ζήσουν την εν Χριστώ ζωή.
Μία τέτοια οικογένεια αποτελεί το φυτώριο στο οποίο μπορούν να μεγαλώσουν με ασφάλεια και με τις σωστές αρχές τα παιδιά, τα οποία θα δημιουργήσουν με τη σειρά τους νέες οικογένειες. Και είναι γνωστό σε όλους μας πόσο μεγάλη ανάγκη παιδιών έχει η πατρίδα μας, αλλά και πόσο σημαντικό είναι τα παιδιά να έχουν εκτός από τα υλικά και τα απαραίτητα πνευματικά εφόδια για τη ζωή τους.
Γι᾽ αυτό, όπως είπα και προηγουμένως, είναι πολύ ευχάριστο ότι υπάρχουν και ζευγάρια, όπως εσείς, που ακούτε τη φωνή της Εκκλησίας, αγωνίζεστε να ακολουθείτε τον λόγο του Θεού στη ζωή σας και να στηρίζετε και την οικογένειά σας στον Θεό, με τη βοήθεια και τη χάρη του οποίου μπορεί να βρούμε λύσεις στα όποια προβλήματα συναντούμε και μας απασχολούν.
Είναι φυσικό να υπάρχουν προβλήματα και μέσα στην οικογένεια και μέσα στο ζευγάρι. Όταν όμως διατηρούμε τον σύνδεσμό μας με τον Θεό και την Εκκλησία, όταν έχουμε μυστηριακή ζωή, όταν προσευχόμεθα, τότε μπορούμε να αντιμετωπίσουμε ο,τι προκύψει στη ζωή μας και στη ζωή της οικογενείας μας, και να έχουμε την ευλογία του Θεού.
Μια τέτοια οικογένεια αποτελεί ένα υγιές θεμέλιο της κοινωνίας και της πατρίδος μας και μπορεί να προσφέρει πολλά, όπως το έκανε επί τόσα χρόνια.
Δυστυχώς όμως το τελευταίο διάστημα γίνεται προσπάθεια να αλλοιωθεί η έννοια της οικογενείας και να πληγεί ο ιερός θεσμός του γάμου. Και αυτό επιχειρείται με την καθιέρωση ενός γάμου που αντίκειται και στην παράδοσή μας και στον νόμο του Θεού αλλά και στις επιστήμες που μελετούν τον άνθρωπο. Γιατί όλοι γνωρίζουμε ότι γάμος και ένωση μεταξύ δύο ατόμων του ιδίου φύλου είναι αντίθετα προς τη φύση του ανθρώπου και δεν μπορεί να νοηθεί ως οικογένεια και πολύ περισσότερο να αναλάβει την ανατροφή και διαπαιδαγώγηση παιδιών.
Όμως αυτό είναι που επιχειρείται στις ημέρες μας με το επιχείρημα της ισότητος των ανθρώπων και της αναγνωρίσεως των δικαιωμάτων των παιδιών.
Ασφαλώς και τα παιδιά δεν φέρουν καμία ευθύνη και δεν θα πρέπει να αδικούνται. Όμως γιατί δεν το σκέφθηκαν αυτό προηγουμένως όσοι επιδιώκουν να ονομάζονται γονείς τους; Γιατί δεν σκέφθηκαν πόσο οδυνηρό και άδικο είναι για ένα παιδί να μεγαλώνει χωρίς τον έναν από τους δύο φυσικούς γονείς του ή και τους δύο, όχι γιατί αυτοί δεν υπάρχουν, αλλά γιατί εμείς, με τη δική μας επιλογή ή έγκριση, τους εξαφανίσαμε και τους στερήσαμε από το παιδί; Γιατί δεν σκέφτονται όσοι υποστηρίζουν τον νέο νόμο ότι αυτή η έλλειψη κάνει το παιδί ούτως ή άλλως διαφορετικό από τα άλλα παιδιά, στο σχολείο και στη γειτονιά και το καθιστά αυτόματα όχι ίσο με αυτά;
Άλλωστε, ακούμε ότι και οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι λέγουν ότι εμείς είμαστε μία «διαφορετική» οικογένεια. Αν το αναγνωρίζουν αυτό, τότε πως είναι δυνατόν να διεκδικούν τα ίδια δικαιώματα με τις άλλες οικογένειες;
Αυτά όμως δυστυχώς τα παραβλέπουμε, και εν ονόματι ενός δήθεν εκσυγχρονισμού και εξομοιώσεως με κάποιες άλλες χώρες επιδιώκουμε να υιοθετήσουμε αυτόν τον δήθεν γάμο και την δήθεν οικογένεια, αδιαφορώντας για τις συνέπειες που θα έχει και για την οικογένεια και για την κοινωνία και για τα ίδια τα παιδιά, τα οποία θα μεγαλώνουν σε μία «οικογένεια» με δύο ομοφύλους γονείς. Διότι μπορεί πράγματι να προσφέρουν αγάπη στα παιδιά, αλλά αρκεί αυτή η αγάπη; Και δεν θα αποτελεί διά βίου έλλειψη με άγνωστες συνέπειες για τα παιδιά, για την ψυχολογία τους και για το μέλλον τους, η ανατροφή τους μέσα σε ένα περιβάλλον στο οποίο δεν είναι διακριτά το πρότυπο του ανδρικού και γυναικείου φύλου.
Αλλά και πέρα από τις συνέπειες που θα έχει για τα παιδιά η νομική επισημοποίηση μιάς ένωσης ομοφύλων ανθρώπων ως γάμου, έχουμε σκεφθεί ποιες επιπτώσεις θα έχει στην κοινωνία μας;
Όταν με αυτό τον τρόπο εξισώνουμε μία σχέση που δεν συμβαδίζει με την ανθρώπινη φύση, γιατί δεν αποδέχεται τις αντικειμενικές διαφορές που υπάρχουν μεταξύ των δύο φύλων, με το μυστήριο του γάμου και με τον θεσμό της οικογενείας, δεν είναι σαν να δυναμιτίζουμε μία διαχρονική σταθερά της κοινωνίας και ιδιαιτέρως της ελληνικής κοινωνίας, δηλαδή την οικογένεια; Δεν είναι σαν να δυναμιτίζουμε τα θεμέλιά της και να την κλονίζουμε ανεπανόρθωτα; Δεν είναι σαν να την απαξιώνουμε και να την καταργούμε, σαν να αρνούμεθα την παράδοσή μας και να αντιτιθέμεθα στις εντολές του Θεού;
Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι η οικογένεια υπήρξε και είναι ακόμη και σήμερα ο συνεκτικός εκείνος ιστός που βοήθησε τον Ελληνισμό να ζήσει και να αντιμετωπίσει και κρίσεις και πολέμους και κάθε είδους προβλήματα.
Γιατί, αν η πρόοδος και η ευημερία ενός Έθνους στηρίζεται στους πολίτες του, η οικογένεια είναι αυτή που δημιουργεί και καλλιεργεί τους νέους πολίτες, εμπνέοντας και διδάσκοντάς τους αρχές και αξίες πολύτιμες για να σταθούν στη ζωή, για να προσφέρουν και να εξελιχθούν.
Και όμως, αντί να την προστατεύσουμε και να την στηρίξουμε, εμείς επιχειρούμε να την κλονίσουμε και να την δυναμιτίσουμε με τον νόμο αυτό, ο οποίος καθιερώνει οικογένειες που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις τις οποίες έχει καθορίσει η ανθρώπινη φύση και ο Δημιουργός Θεός για την ένωση των ανθρώπων.
Είναι ανάγκη να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν επιτρέπεται να πλήττουμε τον ιερό θεσμό της οικογενείας και του γάμου, αλλοιώνοντας τις έννοιες αυτές, με την καθιέρωση ενός άλλου γάμου, που δεν αφορά ετεροφύλους αλλά ομοφύλους, αδιαφορώντας για τις συνέπειες στις οικογένειες, στην κοινωνία και την πατρίδα μας.
Είναι ανάγκη να κατανοήσουμε πόσο μεγάλο κίνδυνο διατρέχουμε και να μην αντιμετωπίσουμε την υπόθεση αυτή σαν κάτι που δεν μας αφορά. Έχουμε χρέος να εκφράσουμε όλοι την άποψη και την αντίθεσή μας, ακολουθώντας τη θέση της Εκκλησίας μας, στο σχέδιο νόμου που αλλοιώνει την έννοια του γάμου και της οικογενείας, και να ενημερώσουμε και όσους δεν έχουν κατανοήσει τους κινδύνους που ελλοχεύουν για την οικογένεια και για την κοινωνία μας.
Είναι χρέος όλων μας ανεξαιρέτως να στείλουμε το μήνυμά μας, ότι ένας τέτοιος νόμος είναι αντίθετος προς τον νόμο του Θεού, τις αρχές τις αξίες μας και τις παραδόσεις μας, και γι᾽ αυτό μας βρίσκει αντίθετους.