Η αδικία και το κακό που ζούμε σήμερα δεν είναι μόνο προνόμιο δικό μας, αναφέρει ο Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ στο χριστουγεννιάτικο μήνυμά του και συμπληρώνει πως και ο Ιησούς από τη στιγμή που εισήλθε στην ιστορία, αντιμετωπίζει την βία, την καταπίεση και το διωγμό από την κοσμική εξουσία που καταδυναστεύει φτωχούς και αδυνάτους.
Ολόκληρη η Εγκύκλιος του Μητροπολίτη Πειραιώς για την εορτή των Χριστουγέννων έχει ως εξής:
Προς τον Ιερό Κλήρο και τον πιστό λαό της Ι.Μ.Πειραιώς
Τέκνα μου αγαπητά και περιπόθητα,
Μυστήριον ξένον ορώ και παράδοξον…», «Σήμερον πάσα κτίσις αγάλλεται και χαίρει ότι Χριστός ετέχθη εκ της Παρθένου Κόρης», «Χορεύουσιν άγγελοι πάντες εν ουρανώ και αγάλλονται σήμερον.»
«Πόσαι μοι πανυγήρεις καθ εκαστον των του Χριστού μυστηρίων» λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος. Πόσες εορτές υπάρχουν κάθε ημέρα για μας από τα μυστήρια του Θεού. Μεγίστη εορτή παραμένει, αυτό το μέγα μυστήριο της Ενανθρωπήσεως, καθώς: «Ήλθε σαρκωθείς ο Χριστός», «Χριστός γεννάται», «ετέχθη Χριστός»!
Είναι τόσο μεγάλη η δωρεά του Θεού στον άνθρωπο που «ο μεν νους των πραγμάτων ελλάττων, ο δε λόγος των νοουμένων πάλιν καταδεέστερος» όπως λέγει ο Μέγας Βασίλειος. Βρίσκεται μακράν πάσης κατανοήσεως η άρρητη ενέργεια του Θεού, το μέγα μυστήριον της θείας Οικονομίας, η κάθοδος του Υιού και Λόγου του Θεού, ο οποίος «εσκήνωσεν εν ημίν» ως Θεάνθρωπος γεγονός «υπέρ νουν» και «υπέρ λόγον». Βεβαίως η φύση του θαύματος που υπερβαίνει τον λόγο του ανθρώπου. Είναι εγγενής η αδυναμία του ανθρώπινου νου να εισέλθει στα βάθη της σοφίας του Θεού. Αλλά είναι και η κατάσταση των σύγχρονων ανθρώπων που βυθίζονται μέσα στις θλίψεις των καιρών. Οι ψυχές τους είναι άνυδρες από θείο γλυκασμό, ισχνές από τρυφερότητα, σκιώδεις από απουσία της Χάριτος, με μύρια βάσανα φανερά και αφανή, με πάθη κυρίαρχα και αμαρτία κορυβαντιούσα, πτωχές από θυσία κι όχι από υλικά αγαθά.
Δεν κατανοούμε αδελφοί μου κατ ελάχιστον την «εσχάτη πτωχεία» της φάτνης, το «ταπεινότερον των σπαργάνων», το «ευτελέστερον του σπηλαίου» στα οποία όμως «διέλαμψεν ο της θεότητος πλούτος».
Ούτε αναπτερεί η καρδιά μας για τη Χαρά. Τη Χαρά που ήρθε: Τον Ένσαρκο Κύριο. Τη χαρά που Τον εγέννησε: την Κυρία Θεοτόκο. Η πάναγνη Χαρά και Παραμυθία μας, η Παναγία μας ως στοργική και γλυκυτάτη Μάνα, μας απλώνει τας χείρας της προσφέροντας προς εμάς τους ελαχίστους ανθρώπους τη χαρά της, το γλυκύτατο Βρέφος της.
Σκεφτείτε αδελφοί μου την ευτυχία της Παναγίας μας που φέρνει στον κόσμο το Άχρονο τέκνο της.
Τι απέραντη χαρά και ευλογία νιώθει μία μάνα όταν αντικρίζει το νεογέννητο παιδίον της, τον νέο άνθρωπο ως βρέφος σπαργανωμένο να αναπαύεται στις αγκάλες της.
Τι αγαλλίαση νιώθει κι η Θεοτόκος αυτήν την στιγμή που τα πάντα γίνονται «κατά το ρήμα» του Θεού.
Πόση είναι η χαρά της καθώς δίνει, από το γάλα της, ζωή, στον Ζωοδότη και Δημιουργό της.
Πόση είναι η χαρά της καθώς οσφραίνεται τη βρεφική αλλά και άρρητη ευωδία του σπλάχνου της, διότι τέλεια Θεία και τέλεια Ανθρώπινη φύση κρατά στην αγκάλη της η Υπεραγία Θεοτόκος, τον Θεό της και Υιός της.
Πόση είναι και η χαρά που αναπέμπεται από το ταπεινό σπήλαιο, το «τερπνόν παλάτιον» το στολισμένο από το ανέσπερο Φως της φανερώσεως του Θεού και πλημμυρίζει την κτίση όλη. «Άγγελοι υμνούσιν, ακαταπαύστως εκεί. Ποιμένες αγραυλούσιν ωδήν επάξιον», «Αγαλλιάσθω ουρανός, γη ευφραινέσθω», «Χόρευε η οικουμένη ακουτισθείσα», αναφωνεί ο ιερός υμνογράφος.
Η Θεοτόκος λοιπόν, προσφέρει στην ανθρωπότητα τη χαρά της υπακοής, έναντι του ολεθρίου παραπτώματος της παρακοής. Η Θεοτόκος προσφέρει στην ανθρωπότητα τη χαρά της λυτρώσεως από το δράμα του θανάτου.
Διότι δεν πρέπει να λησμονούμε ότι ο άνθρωπος πάντοτε θα βρίσκεται στο σταυροδρόμι της υπακοής στον Θεό και της ανυπακοής η οποία αποστερεί από τον άνθρωπο την τρυφή του Παραδείσου για την οποία πλάστηκε. Ανάμεσα στη Γέννηση και τον θάνατο. Ανάμεσα στη μίμηση της πίστεως της πρώτης των ανθρώπων Κυρίας Θεοτόκου και τον πειρασμό της θεομαχίας του θυμώδους Ηρώδου.
Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι ο Ιησούς από τη στιγμή που εισήλθε στην ιστορία, αντιμετωπίζει την βία, την καταπίεση και το διωγμό από την κοσμική εξουσία που καταδυναστεύει φτωχούς και αδυνάτους. Ο Χριστός υπέστη εξ απαλών ονύχων τον διωγμό και την δαιμονιώδη δύναμη -όπως αργότερα και οι μιμητές και στεφανωμένοι μάρτυρες και άγιοι- ενός Ηρώδη ο οποίος θεομαχών, διαιωνίζει και επαυξάνει το κακό και την αδικία μεταξύ των ανθρώπων.
Δεν είναι λοιπόν το κακό και η αδικία που ζούμε σήμερα προνόμιο δικό μας μόνο. Είναι η εικόνα της μαρτυρικής πορείας του Κυρίου από την Γέννηση Του, είναι η εικόνα του νέφους των μαρτύρων σφαγιασθέντων νηπίων με προσταγή του τυράννου Ηρώδου. Διότι ο Ηρώδης, ανήκοντας στους «δοκούντας άρχειν» -σ’ αυτούς δηλαδή που έχουν την ψευδαίσθηση ότι κατέχοντας μία κοσμική αρχή, έχουν και την εξουσία της ζωής και του θανάτου – με δόλιο τρόπο συντάσσεται με το θάνατο και το κακό, αποτάσσεται το Θεό και υποβάλλει την ανθρωπότητα σε ολέθρια εκατόμβη θρήνου, κλαυθμού και οδυρμού. Οι μάρτυρες και νεομάρτυρες του καιρού μας, επαληθεύουν συνεχώς την τραγική αυτή αλήθεια ότι «οι αρχές και εξουσίες του αιώνος τούτου» απεργάζονται το κακό αλλά η κραταιά πίστη στον Θεό, την Αληθινή Αρχή των όλων, τον Δημιουργό, τον Κύριο, τον Βασιλέα της ζωής, πάντα θριαμβικά θα το ανατρέπει. Θρίαμβος πίστεως και εμπιστοσύνης είναι και η Θεοτόκος η οποία με τη δική της υπακοή έγινε δι’ Αγίου Πνεύματος Μεσίτρια μεταξύ ανθρώπων και Θεού, δώρησε στον Χριστό την ανθρώπινη φύση και έγινε Ζωοδόχος.
Αυτό που ποθούμε σήμερα λοιπόν αδελφοί μου δεν είναι η απαλλαγή από τα δεινά μας, άλλωστε όπως λέγει κι ο άγιος των γραμμάτων μας Παπαδιαμάντης «Σα νάχαν ποτέ τελειωμό τα πάθη κι οι καημοί του κόσμου».
Αυτό που ποθούμε είναι η Δωρεά του αγιασμού από το Μέγα Θαύμα της Ενσαρκώσεως που ταπεινώσας εαυτόν μας προσφέρει ο καλός Θεός.
Αυτό που επιζητούμε είναι η θεμελίωση της χαροποιού εμπιστοσύνης που θριαμβεύει στις καρδιές των Δικαίων και Πιστών, της χαράς από το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος που κάνει τους Αγίους να λάμπουν. Της χαράς των αγγέλων, των ποιμένων, των μάγων, του ουρανού και της γης, της κτίσης όλης. Της χαράς της «πρώτης μεταξύ ανθρώπων» Υπεραγίας Θεοτόκου. Της Χαράς που δεχόμεθα και υποδεχόμεθα στο σπήλαιο της Γεννήσεως, τον προ αιώνων Θεό Λόγο, τον Υιό του Θεού, τον σαρκωθέντα Χριστόν, «το φως το αληθινόν το φωτίζον και αγιάζον πάντα άνθρωπον».
«Όταν βρεις τον Χριστό» έλεγε ο σύγχρονος γέροντας Πορφύριος, «σου αρκεί, δεν θέλεις τίποτα άλλο, ησυχάζεις. Γίνεσαι άλλος άνθρωπος. Ζεις παντού, όπου υπάρχει Χριστός. Ζεις στα άστρα, στο άπειρο, στον ουρανό με τους αγγέλους, με τους αγίους, στη γη με τους ανθρώπους, με τα φυτά, με τα ζώα, με όλους, με όλα. Όπου υπάρχει η αγάπη στον Χριστό, εξαφανίζεται η μοναξιά. Είσαι ειρηνικός, χαρούμενος, γεμάτος. Ούτε μελαγχολία, ούτε αρρώστια, ούτε πίεση, ούτε άγχος, ούτε κατήφεια, ούτε κόλαση».
Μόνο χαρά αγιασμού. Αυτή η χαρά είναι ο Χριστός. Αυτή η χαρά είναι ο Σωτήρας. Αυτή η χαρά είναι ο Λυτρωτής. Η ανάπαυση του ανθρώπου, η γέννηση, η ανάσταση και σωτηρία του.
Τέλος αναφωνεί ο ιερός Χρυσότομος: «Και να, έρχεται ο Θεός και φορά την ανθρώπινη σάρκα, μπαίνει δηλαδή μέσα στον ποταμό της ιστορίας και γίνεται άνθρωπος που πεινά, που διψά, που κρυώνει για να καταργήσει από μέσα μας το βάρος της ενοχής και να μας συμφιλιώσει πάλι με τον ουρανό. Ως την αποψινή νύχτα των θαυμάτων, οι άνθρωποι πέθαιναν. Τώρα πια, δεν θα πεθαίνουν, θα κοιμούνται ξαναγυρνώντας στο χώμα από όπου βγήκαν, για να αναστηθούν μία μέρα και να χαρούν τη χαρά της αθανασίας».
Χριστός ετέχθη!Αληθώς ετέχθη!