Ι.Μ.Ναυπάκτου: Την 18 Δεκεμβρίου εορτάζει ο άγιος Σεβαστιανός και αυτήν την ημέρα εόρταζε και ο Μητροπολίτης Δρυινουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης Σεβαστιανός.
Εφέτος συμπληρώνονται 30 χρόνια από την κοίμησή του.
Ο Ορθόδοξος Ιεραποστολικό Σύλλογος «Ο Απόστολος Παύλος» στα Ιωάννινα, με αφορμή την συμπλήρωση 30 χρόνων από την κοίμησή του διοργάνωσε αφιέρωμα μνήμης για τον μακαριστό Ιεράρχη την 15 Δεκεμβρίου, με θέμα: «Μητροπολίτης Σεβαστιανός, 1994-2024 – 30 χρόνια “εκ γης προς ουρανόν”».
Μεταξύ των ομιλητών συμπεριλαμβανόταν και ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος, που τον είχε πνευματικό πατέρα κατά τα γυμνασιακά και φοιτητικά του χρόνια, και με την άδεια του Μητροπολίτου Ιωαννίνων κ. Μαξίμου ομίλησε με θέμα: «Ο π. Σεβαστιανός ως Ιεροκήρυξ και πνευματικός πατέρας στα Ιωάννινα».
Παρατίθεται η ομιλία
Ο π. Σεβαστιανός ως Ιεροκήρυξ και πνευματικός στα Ιωάννινα
Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου
Χαίρομαι πολύ για την σημερινή εκδήλωση μνήμης του Μητροπολίτη Δρυινουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης π. Σεβαστιανού, για τα 30 χρόνια από την οσιακή κοίμησή του που γίνεται εδώ στα Ιωάννινα όπου έδρασε ιεραποστολικά ως Ιεροκήρυξ, και ευχαριστώ πολύ για την πρόσκληση.
Μέχρι τώρα έγραψα κείμενα, ομίλησα σε πολλά ακροατήρια για τον π. Σεβαστιανό, τον πρώτο «πνευματικό πατέρα της καρδιάς μου». Ιδιαίτερα να θυμίσω το βιβλίο με τίτλο «Παλαιόν όφλημα» και υπότιτλο «Μια προσωπική μαρτυρία για τον μακαριστό Μητροπολίτη Δρυινουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης κυρό Σεβαστιανό», που εκδόθηκε το έτος 2008, καθώς, επίσης, και μια ομιλία που πραγματοποίησα στον Ιερό Ναό Ευαγγελιστρίας Πειραιώς την 1η Νοεμβρίου του 2015 με τίτλο «ο Μητροπολίτης Δρυινουπόλεως Σεβαστιανός, όπως τον γνώρισα». Η ομιλία αυτή δημοσιεύθηκε στο βιβλίο μου με τίτλο «Δώρο και Αντίδωρο» και υπότιτλο «η θεολογία του δώρου και το δώρο της θεολογίας», ακριβώς γιατί ο μακαριστός Σεβαστιανός ήταν ένα δώρο του Θεού σε εμένα, όπως και σε πολλούς άλλους που τον γνώρισαν, εξαιρέτως σε πολλούς από τους παρόντες Γιαννιώτες.
Στην σημερινή ομιλία μου παρακλήθηκα να παρουσιάσω με συντομία τον μακαριστό π. Σεβαστιανό μέσα από τις αναμνήσεις μου, από την Ιεροκηρυκτική του παρουσία στα Γιάννενα, θεωρώ δε ότι πολλοί άλλοι παρόντες και απόντες από την σημερινή εκδήλωση μνήμης έχουν να συνεισφέρουν περισσότερα.
1. Γενικά για τον μακαριστό π. Σεβαστιανό
Ο μακαριστός π. Σεβαστιανός έδρασε σε πολλούς εκκλησιαστικούς χώρους, στα Καλογριανά Καρδίτσης όπου γεννήθηκε την 20η Ιουνίου του έτους 1922 από τους Αχιλλέα και Χρυσούλα Οικονομίδου, στα Φάρσαλα Καρδίτσης ως μαθητής Γυμνασίου, στην Κόρινθο ως σπουδαστής στο Ιεροδιδασκαλείο, στην Καρδίτσα από όπου έλαβε το απολυτήριο του Εξαταξίου Γυμνασίου, στην Αθήνα ως φοιτητής και νεωκόρος στον Ιερό Ναό των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Ομονοίας Αθηνών, στον Στρατό ως Ιεροκήρυκας σε δύσκολη περίοδο, στην Καλαμάτα ως λαικός Ιεροκήρυξ της Αδελφότητος «Ζωή», στα Ιωάννινα ως Ιεροκήρυξ της Ιεράς Μητροπόλεως και ως καθηγητής στην Εκκλησιαστική Ακαδημία Βελλάς και στην Ακαδημία Ιωαννίνων, και τέλος στην Ιερά Μητρόπολη Δρυινουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης ως Μητροπολίτης.
Να σημειωθή ότι όταν εισήλθε στην ιερατική διακονία την συμμαρτυρία έλαβε από τον νυν άγιο Βησσαρίωνα τον Αγαθονίτη, τον οποίο είχε πνευματικό πατέρα από τα μαθητικά του χρόνια. Και από αυτό φαίνεται η σύνδεσή του με την Εκκλησία και με άγιο πνευματικό πατέρα. Βεβαίως, βοηθήθηκε πολύ από τους πνευματικούς του πατέρας, κατ’ αρχάς στην Αδελφότητα «Ζωή» και έπειτα στην Αδελφότητα «Σωτήρ», η οποία τον βοήθησε σε δύσκολες στιγμές της ζωής του.
Ως Μητροπολίτης, που εξελέγη και χειροτονήθηκε, παρά την θέλησή του και την άρνησή του, που είναι σπάνιο γεγονός, έδρασε στην μικρή Μητρόπολη Δρυινουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης και, βεβαίως, στα Συνοδικά Όργανα της Εκκλησίας της Ελλάδος, ως μέλος της Ιεραρχίας, μέλος της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, μέλος των διαφόρων Συνοδικών Επιτροπών, μέλος των Συνοδικών Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων και αλλού.
Παντού διέπρεψε με τα εκπληκτικά του χαρίσματα, την ευφυία του, τον μεστό λόγο του, την σύννοιά του, την αρχοντιά του, την αγάπη του στον Χριστό και την Εκκλησία, την διάκρισή του και την ευγένειά του.
Εξελέγην Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου έξη μήνες μετά την κοίμησή του και πολλές φορές αισθάνθηκα να έχω μια επιθυμία να τον έβλεπα και αυτόν και τον αδελφικό του φίλο άγιο Καλλίνικο, Μητροπολίτη Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας, για το πως ενεργούσαν και ομιλούσαν στα Συνοδικά Όργανα της Εκκλησίας της Ελλάδος. Για τον μακαριστό π. Σεβαστιανό έχω την μαρτυρία του Γέροντά μου αγίου Καλλινίκου ότι ήταν λαμπρός Ιεράρχης και όταν ομιλούσε καθήλωνε όλους τους Αρχιερείς, ακόμη και αυτούς που δεν συμφωνούσαν για διαφόρους λόγους μαζί του, με τις ορθές πνευματικές σκέψεις του, τις οποίες διατύπωνε με άψογο και συγκροτημένο λόγο.
Όλα αυτά, όμως, θα τα παρακάμψω για να ομιλήσω για το θέμα που μου όρισαν, δηλαδή την ιεροκηρυκτική του διακονία στα αγαπημένα μας Γιάννενα.
2. Τα δέκα χρόνια στα Γιάννενα (1957-1967)
Στα Γιάννενα ο μακαριστός π. Σεβαστιανός εργάστηκε ποιμαντικά δέκα χρόνια (1957-1967), αλλά ταυτόχρονα είναι πολλαπλάσια και μεγενθυμένα τα χρόνια αυτά από πλευράς πνευματικού έργου, όπως το θυμούνται οι παλαιοί Γιαννιώτες.
Ο ίδιος στην ιδιόχειρη διαθήκη του, λίγο πριν το τέλος της βιολογικής του ζωής, έγραψε: «Η θητεία μου εις Ιωάννινα ως Ιεροκήρυκος αποτελεί την ωραιοτέραν εποχήν της ζωής μου. Ευχαριστώ φίλους, συνεργάτας, καθώς και όλον τον Γενναίον Ηπειρωτικόν λαόν διά την αγάπην τους και την εκτίμησίν τους».
Αλλά και για τους Γιαννιώτες τα δέκα αυτά χρόνια της παρουσίας του στην πόλη μας αποτελεί την ωραιότερη εποχή από πλευράς ιεροκηρυκτικής διακονίας, χωρίς να θέλω να υπιμήσω άλλες διακονικές προσφορές, διότι ο Ιεροκήρυξ Αρχιμ. π. Σεβαστιανός, ο π. Σεβαστιανός, όπως τότε όλοι έλεγαν, υπήρξε απαράμιλλος Ιεροκήρυξ. Πολλοί εκλεκτοί Κληρικοί πέρασαν από τα Ιωάννινα, αλλά αυτός που διέπρεψε πραγματικά και άφησε ισχυρή μνήμη ήταν ο π. Σεβαστιανός.
Αναγκαστικά θα αναφερθώ στις δικές μου αναμνήσεις, οι οποίες νομίζω ότι απηχούν και τις μνήμες των παλαιοτέρων παρόντων, αλλά και όσων έφυγαν για την άλλη ζωή και βρίσκονται στην Βασιλεία του Θεού, και με τις δικές του θυσιαστικές ποιμαντικές προσπάθειες.
Θα πρέπει να σημειώσω ότι τα όσα έγραψα γι’ αυτήν την ομιλία, τα συνέδεσα με έντονο συναισθηματικό φόρτο, με ιερά συγκίνηση και μερικές φορές δακρυροώντας. Ελπίζω να μπορέσω να κρατηθώ κατά την εκφώνησή της.
Ο νεαρός διάκονος Σεβαστιανός ήλθε στα Ιωάννινα τον Απρίλιο του 1957, διορισμένος Ιεροκήρυξ Ιωαννίνων, απόφαση της Ιεράς Συνόδου και πρόταση του Μητροπολίτου Ιωαννίνων. Τότε Μητροπολίτης ήταν ο μακαριστός Δημήτριος, ο οποίος τον αγαπούσε ιδιαίτερα και ύστερα από ένα χρόνο εξελέγη και ενθρονίσθηκε ως Μητροπολίτης Ιωαννίνων ο από Άρτης Σεραφείμ, που καταγόταν από ένα χωριό της Καρδίτσας λεγόμενο Αρτεσιανό, δίπλα από το χωριό του π. Σεβαστιανού και μάλιστα ο Σεραφείμ είχε φιλία με την αδελφή και τον γαμβρό του π. Σεβαστιανού.
Το Απρίλιο του 1957 που ήλθε ο π. Σεβαστιανός στα Γιάννενα ήμουν μαθητής της ΣΤ΄ Δημοτικού Σχολείου και πήγαινα στο Κατηχητικό Σχολείο στον Ιερό Ναό Αγίας Μαρίνης, που γινόταν στο Παρεκκλήσιο του Πρωτομάρτυρος και Αρχιδιακόνου Στεφάνου. Ο διάκονος τότε Σεβαστιανός έμενε εκείνο το πρώτο διάστημα στην οικία των ευλαβεστάτων αδελφών Βλαχλείδου, τις οποίες, ως παιδιά, βλέπαμε να εκκλησιάζονται στον Ιερό Ναό της Αγίας Μαρίνης με απόλυτη ευλάβεια και τις σεβόμασταν.
Λόγω της διαμονής του πλησίον της Ενορίας μου, του Ιερού Ναού της Αγίας Μαρίνης ερχόταν στο Κατηχητικό Σχολείο να μας ομιλήση. Μου προξενούσε μεγάλη εντύπωση το νεαρό της ηλικία του, ήταν τότε 35 ετών, και η εν γένει παρουσία του. Ήταν σεμνός και μεγαλοπρεπής, αδύνατος και υψηλός κατά το ανάστημα, ευσταλής, με γλυκύ πρόσωπο και σπινθηροβόλα μάτια.
Ύστερα από λίγο καιρό έμαθα ότι ο νέος αυτός διάκονος που τόσο συμπάθησα θα χειροτονηθή Πρεσβύτερος στον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Αθανασίου Ιωαννίνων από τον Μητροπολίτη Δημήτριο, ο οποίος εκοιμήθη ύστερα από λίγο, την 1η Ιανουαρίου του 1958. Ήμουν παρών στην χειροτονία του π. Σεβαστιανού σε Πρεσβύτερο και στην χειροθεσία του σε Αρχιμανδρίτη. Τον προσέφεραν ο Αρχιμ. π. Βενέδικτος Πετράκης, Ιεροκήρυξ της Ιεράς Μητροπόλεως Αιτωλίας και Ακαρνανίας, και μέλος τότε της Αδελφότητος Θεολόγων «η Ζωή», που είχε διατελέσει Ιεροκήρυξ Ιωαννίνων και ήταν πνευματικός πατέρας των γονέων μου, και ο Αρχιμ. π. Χρυσόστομος Βενετόπουλος, Ιεροκήρυξ της Ιεράς Μητροπόλεως Ιωαννίνων, αργότερα Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Κερνίτσης της Αρχιεπισκοπής Αθηνών και στην συνέχεια Μητροπολίτης Φωκίδος, τώρα κεκοιμημένος. Είδα τότε τον ενθουσιασμό των Γιαννιωτών για τον νέο Αρχιμανδρίτη-Ιεροκήρυκα.
Θα μπορούσε να γίνη μια ολοκληρωμένη καταγραφή του όλου έργου που επιτέλεσε τα δέκα αυτά χρόνια στα Γιάννενα ο π. Σεβαστιανός, όχι μόνον από εμένα, αλλά και από άλλους. Θα αρκεσθώ όμως στις δικές μου αναμνήσεις.
Θαύμαζα από μικρό παιδί τον π. Σεβαστιανό για πολλά γεγονότα, ήτοι:
ως Λειτουργό με την απαράμιλλη ευλάβεια, την μεγαλοπρέπεια μέσα στην απλότητα, το σύννουν, το καθαρό βλέμμα και την γλυκειά μελωδική του φωνή,
ως Ιεροκήρυκα, που ήταν ένα πραγματικό αηδόνι του άμβωνα με το ρητορικό του χάρισμα και το πνευματικό περιεχόμενο του λόγου του, που ελάμπρυνε τους άμβωνες των Ιερών Ναών, και προσήλκυε εκατοντάδες και χιλιάδες ανθρώπους. Είναι χαρακτηριστικό όταν έκανε τα απογευματινά κηρύγματα στον Μητροπολιτικό Ναό Ιωαννίνων γέμιζε ο Ιερός Ναός και ο κόσμος παρέμενε στον αύλειο χώρο και εκείνος σταματούσε το κήρυγμα για να παρακαλέση τους άνδρες να εισέλθουν στο Ιερό Βήμα για να υπάρξη χώρος στον κυρίως Ναό και για άλλους, που ήταν στο προαύλιο,
ως πνευματικό πατέρα που ήταν εντελώς διαφορετικός από τον Ιεροκήρυκα του άμβωνα, δηλαδή ως Ιεροκήρυξ ήταν χειμαρώδης και ρήτορας, ενώ ως πνευματικός-εξομολόγος ήταν σιωπηλός, ακίνητος, όλος ακοή με παρηγορητικό λόγο, με ταπεινή, ήρεμη και γεμάτη αγάπη φωνή,
ως Ιεροψάλτη σε καθημερινές θείες Λειτουργίες στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Αθανασίου με το σοβαρό ύφος και την μελωδική του φωνή,
ως Κατηχητή με τον παραστατικό και ενθουσιώδη τρόπο ομιλίας, με φλογερό, διεγερτικό, ενθουσιώδη παλμό, με τις εκδρομές στις Ιερές Μονές στο Νησάκι των Ιωαννίνων για θεία Λειτουργία και διαμονή όλη την ημέρα, καθώς επίσης εκδρομές στα Ζαγοροχώρια και στην χαράδρα του Βίκου, όπου έψαλε με την μελωδική του φωνή το «Ως αγαθόν το όνομά Σου εν πάση τη γη»,
ως Ποιμένα με τις αλησμόνητες Συνάξεις που έκανε στην αυλή του παλαιού κτηρίου του Αποστόλου Παύλου, ιδίως το Καλοκαίρι τις βραδυνές ώρες με τον πνευματικό του λόγο, την ευγένειά του, μερικές φορές και το λεπτό χαμογελαστό του χιούμορ και το αγαπητικό πείραγμα,
ως συνοδίτη κάθε βράδυ από το κτήριο του Αποστόλου Παύλου στον οδό Κοραή που σήμερα στεγάζεται η Δημοτική Πινακοθήκη προς το σπίτι του, που τότε ήταν απέναντι από την Παιδαγωγική Ακαδημία, με το πάντοτε ευγενικό, διδακτικό και συμβουλευτικό του λόγο, χωρίς να ασχολήται με το εκκλησιαστικό παρασκήνιο, και στην εξωτερική πόρτα της αυλής του σπιτιού αποχωριζόμασταν, χωρίς να εισερχόμαστε στην απλή οικία του,
ως κυκλοφορούντα στην πόλη των Ιωαννίνων, προκειμένου να μεταβή στην Μητρόπολη ή στην ποιμαντική του εργασία και σηκώνονταν όρθιοι οι άνθρωποι στα καφενεία από ένδειξη σεβασμού, και όσοι τον συναντούσαν τον χαιρετούσαν με απόλυτο σεβασμό.
Τι να πρωτοθυμηθή κανείς από αυτόν τον ευλογημένο και χαρισματούχο άνθρωπο με την απλότητα και την αρχοντιά του, την ευγένεια και την καλωσύνη του, την σοβαρότητα και την χαρούμενη διάθεσή του, τον πραγματικά άνθρωπο του Θεού.
3. Ατομικές αναμνήσεις
Το διάστημα των δέκα ετών εκείνων που διετέλεσε Ιεροκήρυξ της Ιεράς Μητροπόλεως Ιωαννίνων θυμάμαι έντονα μερικά γεγονότα από την δράση του, τα οποία θα μου επιτρέψετε να αναφέρω, διότι τα ίδια περιστατικά, ίσως και περισσότερα, ενθυμούνται όλοι οι παλαιοί Γιαννιώτες και άλλοι παρόντες και απόντες από την σύναξή μας.
Ο π. Σεβαστιανός ήταν μεγαλοπρεπής, άρχοντας, αλλά και απλός, προσινής και ταπεινός, αγαπούσε ιδιαίτερα τους νέους, στους οποίους έστρεφε την προσοχή του.
Όταν ήμουν φοιτητής Θεολογίας, μια φορά ήλθε στην ονομαστική μου εορτή στο φτωχικό μου σπίτι, συνοδευόμενος από κάποιον μεγάλο στην ηλικία, και αισθάνθηκα έντονα την μεγάλη τιμή να έλθη ο π. Σεβαστιανός στο σπίτι μου. Στην γειτονιά όλοι έβγαιναν από τα σπίτια για να τον χαιρετίσουν και όλοι με μακάριζαν για την μεγάλη αυτή τιμή.
Μετά την θεία Λειτουργία, πολλές φορές, τον συνόδευα στο σπίτι του, κρατώντας την μικρή βαλίτσα του με τα άμφιά του και με ρωτούσε για τα μαθήματα και την ζωή μου.
Μια φορά, ως υποψήφιος φοιτητής που ήμουν στην Αθήνα για να προετοιμασθώ για τις εξετάσεις στην Θεολογική Σχολή συνταξίδευσα μαζί του με το λεωφορείο της γραμμής Ιωαννίνων-Αθηνών και θυμάμαι την μεγάλη τιμή και τον διδακτικό του λόγο. Ήταν μετά την Κυριακή του Θωμά και εκείνος έψαλλε τα αναστάσιμα τροπάρια.
Όταν το 1964 επέτυχα στην Φιλοσοφική Σχολή Ιωαννίνων, που τότε για πρώτη φορά θα λειτουργούσε στα Ιωάννινα, αλλά συγχρόνως επέτυχα, κατά έναν παράδοξο τρόπο, και στην Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, εκείνος με προέτρεψε έντονα, παρά τις αντίθετες προτάσεις που δέχθηκα, να προτιμήσω την φοίτησή μου στην Θεολογική Σχολή με την επισήμανση, ότι αν έμενα στην Φιλοσοφική Σχολή «θα χαλάσω». Φυσικά, όχι μόνον δεν το μετάνιωσα, αλλά τον ευγνωμονώ, γιατί χωρίς την δική του ευγενική παρότρυνση ενδεχομένως να μη ακολουθούσα αυτήν την πορεία μέχρι σήμερα.
Όταν εξελέγη και χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Δρυινουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης, ήλθε στα Γιάννενα και πρώτη φορά τον είδα πονεμένο, επειδή δεν ήθελε να γίνη Μητροπολίτης. Τότε αισθάνθηκα έκπληξη γιατί πρώτη φορά είδα Κληρικό να είναι στενοχωρημένος μετά την χειροτονία του σε Μητροπολίτη. Συμμετείχα στην ενθρόνισή του στο Δελβινάκι και εκεί με κάλεσε την πρώτη εβδομάδα στην Κόνιτσα για να τον βοηθήσω στην μεταφορά και την τακτοποίηση των προσωπικών του πραγμάτων στον Μητροπολιτικό Οίκο. Έμεινα μια αλησμόνητη εβδομάδα κοντά του και τον ακολούθησα στην πρώτη περιοδεία του, ως ψάλτης, στην Καστανέα, την Βούρμπιανη, την Πυρσόγιαννη και τους Χιονιάδες. Έπειτα, κατά τα φοιτητικά μου χρόνια πολλές φορές τον συνόδευσα μαζί με άλλους στις Κυριακάτικες θείες Λειτουργίες στα χωριά της Επαρχίας του.
Με αγαπούσε ειλικρινά και καθαρά, αλλά το έκανε με ελευθερία και μου έδωσε την ευλογία να μεταβώ στην Έδεσσα, ύστερα από πρόσκληση του αγίου Καλλινίκου να υπηρετήσω εκεί ως Κληρικός, μάλιστα ήλθε και στην χειροτονία μου σε διάκονο στην Έδεσσα και ομίλησε λαμπρώς.
Μου έστειλε 50 ιδιόχειρες επιστολές, τις οποίες δημοσίευσα και σχολίασα, γιατί εκφράζουν τον λεπτό εσωτερικό του κόσμο.
Ενδιαφερόταν πάντοτε για μένα, όπως και για όλους μας, ιδιαίτερα μετά την εκδημία του Γέροντός μου αγίου Καλλινίκου και προφήτευσε την εκλογή μου σε Μητροπολίτη, που έγινε έξι μήνες μετά την οσιακή του κοίμηση.
Ομολογώ ότι σε όλο το διάστημα της Ιερατικής διακονίας μου ευρισκόμουν στο μέσον μεταξύ του αγίου Καλλινίκου, του ταπεινού και ασκητικού Ιεράρχου, και του μακαριστού και αγίου, όντως, μεγαλοπρεπούς και ασκητικού Σεβαστιανού. Η καρδιά μου μοιραζόταν και στους δύο. Ήταν και οι δυό καρδιακοί φίλοι, είχαν το ίδιο εκκλησιαστικό φρόνημα, με διαφορετικά χαρίσματα ο καθένας. Χαιρόμουν κρυφά, επειδή έγινα αιτία να συνεδεθούν ακόμη περισσότερο μεταξύ τους και να έχουν την ίδια αντίληψη για τα εκκλησιαστικά δρώμενα.
Τελευταία φορά που τον συνάντησα ήταν όταν τον επισκέφθηκα στο «Ευγενίδειο Ίδρυμα» όπου νοσηλευόταν από την ασθένειά του που τον οδήγησε στον βιολογικό θάνατο. Πονούσε πολύ και το εξέφραζε αυτό με έναν γλυκό τρόπο. Μεταξύ των άλλων μου είπε: «Πάτερ Ιερόθεε, πρέπει να καταλάβουμε ότι ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης». Επίσης, μου είπε: «Υποφέρω από τους πόνους, και αυτό από τα χειροκροτήματα των ανθρώπων», δηλαδή αισθανόταν ότι επέτρεψε ο Θεός να ταλαιπωρηθή από την ασθένεια διότι τιμήθηκε πολύ από τους ανθρώπους. Αυτό δείχνει το εσωτερικό του βάθος.
4. Τα χαρίσματά του
Από όσα ανέφερα προηγουμένως φαίνονται ευδιάκριτα τα χαρίσματά του, ότι ήταν, όντως, χαρισματούχος άνθρωπος και εκλεκτός, ίσως και σπάνιος Κληρικός, για μένα και για πολλούς άγιος.
Είχε σωματικά χαρίσματα, δηλαδή ψηλός, ευθυτενής, με ωραία χαρακτηριστικά του προσώπου του, δυνατή και μελωδική φωνή, ρητορικό λόγο, συμπεριφορά άρχοντα, πραγματικού πρίγκιπα στις κινήσεις του, αλλά και πολύ απλού και φιλόξενου ανθρώπου.
Ήταν γνήσιος πατριώτης με καθαρή συνείδηση απηλλαγμένη από πολιτικές σκοπιμότητες, από σεβασμό στα ανθρώπινα και θρησκευτικά δικαιώματα των ανθρώπων.
Διακρινόταν από μεγάλα ψυχικά χαρίσματα, δηλαδή ήταν χαρούμενος, ευχάριστος, ειλικρινής, αγαπούσε τους ανθρώπους χωρίς συναισθηματισμούς, αλλά και με ελευθερία.
Διακατεχόταν από πνευματικά χαρίσματα, ως ένας πνευματικός άνθρωπος, έχοντας την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος με την δική του συνέργεια, ήταν ταπεινός, είχε αυτομεμψία, ζούσε ως ασκητής, έχοντας διαρκή μνήμη Θεού, μνήμη θανάτου και νοσταλγία του ουρανού και του Παραδείσου.
Ήταν εκκλησιαστικός άνθρωπος, αληθινός Κληρικός και Επίσκοπος, αποφεύγοντας την ανθρώπινη δόξα και μη υποκύπτοντας στην εξωτερική λάμψη του επισκοπικού αξιώματος.
Αυτά τα χαρίσματά του φαίνονται έντονα στην ιδιόχειρη διαθήκη του την οποία συνέταξε την 27η Αυγούστου 1994 στην Κόνιτσα, περίπου τρισήμιση μήνες πριν την οσιακή κοίμησή του.
Στην αρχή γράφει:
«Ευγνωμονώ εξ όλης ψυχής και καρδίας τον Άγιο Θεό, διότι καίτοι ανάξιον όντα από πάσης απόψεως, με ετίμησε ποικιλοτρόπως, αξιώσας με μάλιστα και του ανωτάτου αξιώματος της Αρχιερωσύνης. Ας είναι ευλογημένον και δοξασμένον το Πανάγιον όνομά Του εις τους αιώνας των αιώνων».
Στο τέλος γράφει:
«Ταύτα είχα να διατυπώσω εν συντομία. Και τώρα Συ Κύριέ μου Κύριε, τον οποίον, παρά την εν γένει αμαρτωλότητά του, σε ηγάπησα, γενού ίλεως εις την αμαρτωλήν μου ψυχήν και αξίωσόν με μετά του ευγνώμονος ληστού της Επουρανίου σου βασιλείας. Αμήν».
Αγαπητοί αδελφοί,
Προσπάθησα να αναφέρω λίγα από όσα έχω στην μνήμη μου για τον μακαριστό Μητροπολίτη Σεβαστιανό. Παλαιότερα τον είχα αποκαλέσει «πνευματικόν της καρδιάς μου», πνευματικό των παιδικών και φοιτητικών μου χρόνων. Τον ξεχώριζα από όλους τους άλλους πνευματικούς πατέρας που είχα γνωρίσει και καυχόμουν για το ότι ο Θεός από την μικρή μου ηλικία μου έδωσε ένα τέτοιο μεγάλο δώρο, να έχω πνευματικό πατέρα έναν Κληρικό με τα προσόντα και τα χαρίσματα του Σεβαστιανού και μετά μου έδωσε ένα άλλο μεγάλο δώρο, τον άγιο Καλλίνικο.
Όταν ο άγιος Καλλίνικος πριν την κουρά μου με ρώτησε τι όνομα θα επιθυμούσα να μου βάλη, αυθόρμητα του είπα: «Σεβαστιανός». Όμως, εκείνος προτίμησε το όνομα του Γέροντά του, Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας Ιεροθέου και, βέβαια, το όνομα του μεγάλου θεολόγου αγίου Ιεροθέου, μαθητού του Αποστόλου Παύλου και καθηγητού του αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου.
Έτσι, δεν έλαβα κατά την κουρά μου ως μοναχού το όνομα του Σεβαστιανού, αλλά τον έχω ανεξίτηλα στην καρδιά μου και ως πρότυπο στην ζωή μου. Δεν τον ξέχασα ποτέ και τον ευγνωμονώ για ο,τι έκανε για μένα. Μια φορά τον είδα στον ύπνο μου να είναι μέσα στο Φως, μαζί με τον άγιο Καλλίνικο και ξύπνησα χαρούμενος, δοξάζοντας τον Θεό.
Ο μακαριστός και άγιος για μένα π. Σεβαστιανός ήταν ένα φωτεινό αστέρι, ένας εν σαρκί «φωτεινός Άγγελος» και έτσι είναι και στο επουράνιο θυσιαστήριο, ήταν «ουράνιος άνθρωπος και επίγειος άγγελος».