Μήνυση εναντίον του Μητροπολίτη Φλωρίνης, Εορδαίας και Πρεσπών Θεόκλητου κατέθεσε η επιτροπή αγώνα η οποία συστάθηκε με σκοπό την υπεράσπιση των Ιερών Μονών που ανυπάκουες ήρθαν σε σύγκρουση με την Μητρόπολη Φλωρίνης.
Στόχος να μην υποχωρήσουν ούτε κατά τι οι Ιερές Μονές Αγίας Παρασκευής Μηλοχωρίου και Αγίου Γρηγορίου Παλαμά Φιλώτα (από όπου προέρχεται ο ομολογητής π.Παϊσιος Παπαδόπουλος) στις διώξεις της Μητρόπολης.
Το πρώτο βήμα λοιπόν έγινε με κανονική μήνυση (όχι σε αστικό επίπεδο δηλαδή) κατά του Μητροπολίτη Φλωρίνης, Εορδαίας και Πρεσπών Θεόκλητου.
Σε αυτήν γίνονται βέβαια πολλές αναφορές στον οικουμενισμό και στην Σύνοδο του Κολυμπαρίου, γίνεται λόγος για το “εκκλησιαστικό ποινικό αδίκημα της αιρέσεως” και κατηγορείται ο Μητροπολίτης Θεόκλητος πως αποδέχεται και διαδίδει την παναίρεση του Οικουμενισμού.
Σύμφωνα μάλιστα με πληροφορίες η μήνυση έχει ήδη επιδοθεί στην Μητρόπολη με δικαστικό επιμελητή.
[irp posts=”362526″ name=”Ξήλωσαν Ηγούμενο και όλη την αδελφότητα- Ραγδαίες εξελίξεις σε μοναστήρι της Μητρόπολης Φλώρινας”]
Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο την κανονικής μήνυσης:
Προς
την «Διαρκή Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος»
(με ένσταση ελλείψεως δικαστικής δικαιοδοσίας κατά της παρούσας σύνθεσής της, η οποία αποδέχεται τις κακόδοξες αποφάσεις της Ψευδο-συνόδου της Κρήτης, και όλων των επόμενων συνθέσεών της με το αυτό χαρακτηριστικό)
– Δια του Σεβασμιώτατου Μητροπολίτη Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας κ. Θεοκλήτου (κατά την κατωτέρω αναφερόμενη έννοια) –
ΚΑΙ
Προς την Πανορθόδοξη Σύνοδο, στην οποία θα έχουν αυτοτελές αποφασιστικό δικαίωμα ψήφου όλοι οι Ποιμενάρχες Αρχιερείς – μέλη των αντιπροσωπειών των Αυτοκέφαλων Εκκλησιών, και όχι οι Αυτοκέφαλες Εκκλησίες (δεδομένου ότι, αν οι Αυτοκέφαλες Εκκλησίες είναι μέλη, τότε δεν υφίσταται Σύνοδος με αποφασιστική εξουσία, αλλά Συνέδριο Εκκλησιών με γνωμοδοτική αρμοδιότητα), δια των τεσσάρων (4) Ορθόδοξων Αυτοκέφαλων Εκκλησιών που δεν συμμετείχαν στην Ψευδο-σύνοδο της Κρήτης, στους Αρχιερείς των οποίων θα αποσταλεί και κατ’ ιδίαν
ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΜΗΝΥΣΗ
Του Καθηγουμένου της Ιεράς Μονής Αγίας Παρασκευής Μηλοχωρίου Πτολεμαϊδας, Γέροντα Αρχιμανδρίτη Μαξίμου Καραβά,
Των μελών του Ηγουμενοσυμβουλίου: 1) Αρχιμανδρίτη π. Ιγνατίου Καλαϊτζοπούλου, και 2) Μοναχού π. Ευδοκίμου Χούντρη,
ως εκπροσώπων της Αδελφότητας της Ιεράς μας Μονής.
ΚΑΤΑ
Του Σεβασμιώτατου Μητροπολίτη Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας κ. Θεοκλήτου
(εφόσον εν μετανοία επιστρέψει στην ορθοτόμηση του Λόγου της Αληθείας, δηλαδή του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού,ως προς το Σώμα Του που είναι η Εκκλησία των Αποστόλων και όχι η Νεοφανής Ψευδο-Εκκλησία του Οικουμενισμού ή Θρησκευτικού Συγκρητισμού ή Γνωστικισμού (ο οποίος είναι Παναίρεση ήδη καταδικασμένη από τους Αποστόλους (και ιδίως τους Αποστόλους Ιωάννη και Παύλο), από τις Οικουμενικές Συνόδους και από τους Αγίους Πατέρες της Εκκλησίας), με τα Νεοφανή της Δόγματα που περιέχονται στην ψευδο-συνοδική παναιρετική απόφαση «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον» και τις λοιπές πέντε (5) αποφάσεις της, η οποία Νεοφανής Ψευδο-Εκκλησία ιδρύθηκε από μόνες τις δέκα (10) Αυτοκέφαλες που μετείχαν στο Συνέδριο της Αποστασίας της Κρήτης, και οι οποίες εκπροσωπούν μόνο το ένα τρίτο (1/3) των Ορθόδοξων πιστών ήτοι ιδίως ως προς τα Άρθρα του Συμβόλου της Πίστεως «Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν» και «Ομολογώ έν βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών», όπως ο καταδικασθείς σε καθαίρεση και αφορισμό, στη Σύνοδο του 1344 από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννη Καλέκα, Αγιορείτης ιερομόναχος Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και ο μαθητής του μοναχός Ιωσήφ ο Καλόθετος απάντησαν στον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννη Καλέκα το 1344 (δηλαδή πριν την καθαίρεση αυτού του τελεταίου το 1347) για την καινοτομία στην Ορθόδοξη Πίστη που αφορά τη λατινόφρονη αίρεση της κτιστής Χάριτος, δηλαδή ότι ο τότε Πατριάρχης Ιωάννης Καλέκας, αποδεχόμενος την εν λόγω καινοτομία, ίδρυσε την Νεοφανή Ψευδο-εκκλησία του με τα νεοφανή του δόγματα, και δεν μπορεί να αφορίσει από την Εκκλησία του Χριστού τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και τον μαθητή του μοναχό Ιωσήφ Καλόθετο, οι οποίοι διώχθηκαν από τον Πατριάρχη Καλέκα επειδή παραμένουν στην Εκκλησία των Αποστόλων ως Σώμα Χριστού)
ΤΟ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΑΔΙΚΗΜΑ ΤΗΣ ΑΙΡΕΣΕΩΣ
Το εκκλησιαστικό ποινικό αδίκημα της αιρέσεως στοιχειοθετείται με την εκ προθέσεως 1) απόκλιση από την Ορθόδοξη πίστη, δηλαδή από τους Όρους πίστεως που διατύπωσαν οι Ορθόδοξοι Σύνοδοι Επισκόπων και οι οποίοι έγιναν αποδεκτοί από το πλήρωμα της Εκκλησίας, ή 2) προσχώρηση σε δογματική διδασκαλία καταδικασμένη ως αιρετική από τους Αποστόλους, τις Συνόδους ή τους Πατέρες της Εκκλησίας, ή 3) εκδήλωση επικοινωνίας (intercommunio) με ετερόδοξη ομολογία που κηρύσσει δογματική διδασκαλία που αποκλίνει από την Ορθόδοξη πίστη.
Το αδίκημα της αιρέσεως προβλέπεται ιδίως από τους εξής Κανόνες: 45, 46 και 64 Αγίων Αποστόλων, 6 Γ΄ Οικουμενικής, 2 Αντιοχείας, 32 και 33 Λαοδικείας, 1, 5 και 20 Μεγάλου Βασιλείου.
Ο κηρυσσόμενος ένοχος διαπράξεως του αδικήματος της αιρέσεως τιμωρείται, αν είναι κληρικός, με την ποινή της καθαίρεσης και του μεγάλου αφορισμού, αν είναι λαϊκός ή μοναχός, με την ποινή του μεγάλου αφορισμού.
Η ΨΕΥΔΟ-ΣΥΝΟΔΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΙΡΕΣΗΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ Ή ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΥ Ή ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΓΚΡΗΤΙΣΜΟΥ
Η Ψευδο-Σύνοδος της Κρήτης εισήγαγε «συνοδικώς», δηλ. δεσμευτικά για τις δέκα (10) Αυτοκέφαλες που συμμετείχαν, την Παναίρεση του Οικουμενισμού. Ο Οικουμενισμός, Διαχριστιανικός και Διαθρησκειακός, είναι Νεο-γνωστικισμός ή Θρησκευτικός Συγκρητισμός, και αναμειγνύει την Ορθοδοξία με αιρέσεις, με θρησκεύματα, με φιλοσοφικά συστήματα, με τον Σατανισμό. Τον πολέμησαν σθεναρά οι Απόστολοι, όπως ο Ιωάννης και ο Παύλος, και οι Πατέρες των πρώτων χριστιανικών αιώνων, όπως ο Άγιος Ειρηναίος, Επίσκοπος Λουγδούνου (σημερινής Λυών της Γαλλίας) στο έργο του «Έλεγχος και Ανατροπή της Ψευδωνύμου Γνώσεως», αλλά και μεταγενέστεροι Πατέρες, όπως ο Μέγας Φώτιος με τους τέσσερις (4) λόγους του κατά Μανιχαίων. Διότι ανατρέπει συνολικά την Ορθόδοξη πίστη, μέσω της αντιπατερικής ή μεταπατερικής θεολογίας, η οποία αλλοιώνει τους θεολογικούς όρους με δαιμονικές και ορθολογιστικές ερμηνείες τους.
Η λεγόμενη «Αγία και Μεγάλη ή Πανορθόδοξη Σύνοδος» δεν είναι Ορθόδοξη Σύνοδος, αλλά Ψευδο-Σύνοδος. Τούτο σημαίνει ότι δεν είναι έγκυρη, ούτε αυτοδικαίως άκυρη, αλλά είναι ακυρώσιμη, ήτοι μπορεί να ακυρωθεί από μια όντως Ορθόδοξη Πανορθόδοξη Σύνοδο, η οποία μπορεί ενδεχομένως να συγκληθεί στο μέλλον. Αυτή η Ψευδο-Σύνοδος συγκλήθηκε ουσιαστικά από το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ δια στόματος της κυρίας Ελισάβετ Προδρόμου, αξιωματούχου του ίδιου Υπουργείου και Ειδικής Συμβούλου του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως στην εν λόγω Ψευδο-Σύνοδο.
Οι λόγοι για τους οποίους η λεγόμενη «Αγία και Μεγάλη ή Πανορθόδοξη Σύνοδος» είναι Ψευδο-Σύνοδος είναι οι ακόλουθοι:
1 – Δεν καταδίκασε την Παναίρεση του Οικουμενισμού, αλλά την εισήγαγε «συνοδικώς», δηλ. δεσμευτικά για τις δέκα (10) Αυτοκέφαλες που συμμετείχαν.
2 – Στην Ψευδο-Σύνοδο δεν συμμετείχαν όλες οι Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, αλλά μόνον δέκα (10), που εκπροσωπούν μόνο το ένα τρίτο (1/3) των Ορθοδόξων πιστών, ενώ τέσσερις (4) Αυτοκέφαλες δεν συμμετείχαν που εκπροσωπούν τα δύο τρίτα (2/3) των Ορθοδόξων.
3 – Η Ψευδο-Σύνοδος συγκλήθηκε χωρίς έγκυρη απόφαση σύγκλησης, δηλ. κατά παράβαση της πάγιας αρχής της ομοφωνίας στη συνεργασία των Αυτοκέφαλων Εκκλησιών, δεδομένου ότι δεν υπογράφηκε από το Πατριαρχείο Αντιοχείας.
4 – Λειτούργησε χωρίς έγκυρο κανονισμό, δηλ. κατά παράβαση της πάγιας αρχής της ομοφωνίας στη συνεργασία των Αυτοκέφαλων Εκκλησιών, δεδομένου ότι δεν υπογράφηκε από το Πατριαρχείο Αντιοχείας.
5 – Είχε, μη έγκυρα, στην ημερήσια διάταξή της ως θέματα το σχέδιο κειμένου «Το μυστήριον του γάμου και τα κωλύματα αυτού», το οποίο δεν είχε υπογραφεί από τα Πατριαρχεία Αντιοχείας και Γεωργίας στη Σύναξη των Προκαθημένων του Σαμπεζύ του Ιανουαρίου 2016, όπως και τα λοιπά πέντε (5) σχέδια κειμένων τα οποία δεν είχαν υπογραφεί από το Πατριαρχείο Αντιοχείας, δηλ. κατά παράβαση της πάγιας αρχής της ομοφωνίας στη συνεργασία των Αυτοκέφαλων Εκκλησιών.
6 – Μέλη με αποφασιστική ψήφο στην Ψευδο-Σύνοδο δεν ήταν οι συμμετέχοντες Αρχιερείς, αλλά οι δέκα (10) Αυτοκέφαλες Εκκλησίες [τόσο κατά το πρότυπο του Συνεδρίου Εκκλησιών της Κωνσταντινούπολης του 1923 επί Πατριάρχη Μελετίου Δ΄ (Μεταξάκη), το οποίο επέτρεψε στις Αυτοκέφαλες Εκκλησίες να εισάγουν καινοτομίες (νέου εορτολογίου, δευτέρου γάμου κληρικών κλπ.) όσο και κατά το πρότυπο του λεγόμενου Παγκοσμίου Συμβουλίου «Εκκλησιών], ενώ όλα τα είδη Ορθοδόξων Συνόδων έχουν ως μέλη τους μόνον Αρχιερείς με αποφασιστική ψήφο, κατά την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία και κατά το κοινό Ορθόδοξο Κανονικό Δίκαιο. Τούτο συνιστά εκκλησιολογική αίρεση.
7 – Η Ψευδο-Σύνοδος αυτοαναγορεύθηκε σε ανώτατη αυθεντία σε θέματα πίστης, πράγμα το οποίο συνιστά αίρεση, ενώ η ανώτατη αυθεντία σε σχέση με το απλανώς θεολογείν (ή το αλάνθαστο σε θέματα πίστης) ανήκει μόνο στο Σώμα της Εκκλησίας (δηλ. στις Συνόδους των Συνοδικών Αρχιερέων, εφόσον οι αποφάσεις τους σε θέματα πίστης εκ των υστέρων εγκρίνονται από τους λοιπούς Αρχιερείς και γίνονται δεκτές από τους λοιπούς κληρικούς, τους μοναχούς και τους λαïκούς, σύμφωνα με την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία και το κοινό Ορθόδοξο Κανονικό Δίκαιο.
8 – Στις «συνοδικές» (ή δεσμευτικές) αποφάσεις της η Ψευδο-Σύνοδος απαρνήθηκε την Ορθόδοξη μέθοδο επιστημονικής θεολογίας, και υιοθέτησε την αντιπατερική ή μεταπατερική δαιμονική θεολογία, η οποία συνδυάζει την αλήθεια με το ψεύδος, ως μέθοδο δήθεν «Ορθόδοξης» θεολογίας στα πλαίσια της Νέας Εποχής, καθ’ υπόδειξη του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ δια στόματος της ανωτέρω αναφερόμενης κυρίας Ελισάβετ Προδρόμου.
9 – Η συμμετοχή στην Ψευδο-Σύνοδο όχι του Κανονικού Πατριάρχη Ιεροσολύμων κ.κ. Ειρηναίου, αλλά του Ιερώτατου Αρχιεπισκόπου Θαβωρίου κ. Θεοφίλου, ο οποίος εξελέγη αντικανονικά στον Πατριαρχικό Θρόνο Ιεροσολύμων, διότι αντικανονικώς και αυθαιρέτως η λεγόμενη «Πανορθόδοξη Αγία και Ιερά Σύνοδος» αποφάσισε στις 24-5-2005 την έκπτωση του Κανονικού Πατριάρχη Ιεροσολύμων κ.κ. Ειρηναίου, κατόπιν πολιτικής παρέμβασης, χωρίς κατηγορητήριο και χωρίς δίκη, και χωρίς να υφίσταται κανονική παραίτησή του από τον Πατριαρχικό Θρόνο.
10 – Ο Κανονικός Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Ειρηναίος, με το υπ’ αριθ. 86/20-6-2015 Διάγγελμά του προς το Ποίμνιό του, τους Αγιοταφίτες, τους Προκαθημένους των Αυτοκέφαλων Εκκλησιών και το Χριστεπώνυνο Πλήρωμα της ανά την Οικουμένη Ορθοδοξίας, καθιστά σαφές ότι καταψηφίζει τις αποφάσεις της Ψευδο-Συνόδου, οι οποίες εισάγουν «συνοδικώς» την Παναίρεση του Οικουμενισμού, και κατά συνέπεια, 1) δεν είναι έγκυρη η θετική ψήφος για τις εν λόγω αποφάσεις του Αρχιεπισκόπου Θαβωρίου κ. Θεοφίλου, ο οποίος εξελέγη αντικανονικά στον Πατριαρχικό Θρόνο Ιεροσολύμων, αλλά είναι έγκυρη η αρνητική ψήφος του Κανονικού Πατριάρχη Ιεροσολύμων κ.κ. Ειρηναίου, και 2) δεν ελήφθησαν εγκύρως οι αποφάσεις της Ψευδο-Συνόδου, διότι δεν υπάρχει ομοφωνία μεταξύ των δέκα (10) Αυτοκεφάλων που συμμετείχαν στην εν λόγω Ψευδο-Σύνοδο (όπως ορίζει ο, κατά τα ανωτέρω, μη έγκυρος Κανονισμός της), δεδομένου ότι ο Κανονικός Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Ειρηναίος καταψήφισε τις αποφάσεις της ίδιας Ψευδο-Συνόδου.
11 – Δεν είναι έγκυρη η ψήφος του Πατριάρχη Σερβίας κ. Ειρηναίου, διότι παραβιάζει τον Κανονισμό της Ψευδο-συνόδου της Κρήτης (άρθρο 12 παρ. 3), επειδή η συντριπτική πλειοψηφία των Μητροπολιτών που αποτελούσαν την αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της Σερβίας, δηλαδή δεκαεπτά (17) από τους είκοσι πέντε (25), ήταν αντίθετη στην ψήφο του Πατριαρχείου Σερβίας υπέρ της δογματικής απόφασης με τίτλο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον», όπως προκύπτει από το γεγονός ότι οι εν λόγω δεκαεπτά (17) Μητροπολίτες δεν υπέγραψαν την συγκεκριμένη δογματική απόφαση.
12 – Ενώ αναγνωρίζει τις αιρετικές ομάδες ως Εκκλησίες και το Παγκόσμιο Συμβούλιο «Εκκλησιών» ως διαχριστιανικό οργανισμό που προάγει την «Εκκλησία του Οικουμενισμού» ως την δήθεν Καθολική Εκκλησία του Συμβόλου της Πίστεως, αποφεύγει να αναγνωρίσει τυπικά ως Οικουμενικές Συνόδους τις ήδη αναγνωρισμένες στη συνείδηση του Χριστεπωνύμου Πληρώματος της Εκκλησίας – Σώματος Χριστού, Η΄ Οικουμενική Σύνοδο επί Μεγάλου Φωτίου και Θ΄ Οικουμενική Σύνοδο επί Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, όπως έπρατταν, κατά πάγια πρακτική, οι Άγιες και Μεγάλες ή Οικουμενικές Σύνοδοι σε σχέση με τις προηγηθείσες.
Η Παναίρεση του Οικουμενισμού εισήχθη «συνοδικώς» μέσω της δογματικής απόφασης της Ψευδο-Συνόδου με τον τίτλο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον». Αυτή η δογματική απόφαση αλλοιώνει δογματικά τα άρθρο του Συμβόλου της Πίστεως Νικαίας – Κωνσταντινουπόλεως «Και εις το Πνεύμα το Άγιον … το εκ του Πατρός εκπορευόμενον», «Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν» και «Ομολογώ έν βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών».
Διότι:
Α – Αναγνωρίζει τον Παπισμό ως Εκκλησία εντασσόμενη στο «Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν», χωρίς οι εκπρόσωποι και οι οπαδοί του να μετανοήσουν για τις πλάνες τους, το μη προβλεπόμενο στην Ορθόδοξη Εκκλησιολογία και στο Ορθόδοξο Κανονικό Δίκαιο «δογματικό» πρωτείο επισκοπικής εξουσίας επί όλης της Εκκλησίας, το filioque (που έχει καταδικαστεί από την Η΄ Οικουμενική Σύνοδο και το οποίο έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το άρθρο της Πίστεως «Και εις το Πνεύμα το Άγιον… το εκ του Πατρός εκπορευόμενον…», τη σχολαστική νεοπλατωνική αυγουστίνεια θεολογία η οποία δεν έχει καμία σχέση με την Ορθόδοξη Πνευματικότητα της θεραπευτικής μεθόδου της κάθαρσης – φωτισμού – θέωσης κλπ
Β – Αναγνωρίζει, μαζί με τον Παπισμό, και τις λοιπές αιρέσεις, Μονοφυσίτες, Παλαιοκαθολικούς, Αγγλικανούς και λοιπούς Προτεστάντες ως Εκκλησίες εντασσόμενες στο «Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν».
Γ – Αναγνωρίζει το Παγκόσμιο Συμβούλιο των «Εκκλησιών», τα κείμενά του και τους σκοπούς του, ήτοι:
1) Ότι εν λόγω Παγκόσμιο Συμβούλιο είναι «Αδελφότητα Εκκλησιών», στη βάση της ισότητας ως προς την κατεχόμενη από αυτές θεολογική αλήθεια (αρθ. 1 Καταστατικού ΠΣΕ). Δηλ. όταν μια Εκκλησία (ορθόδοξη ή προτεσταντική), γίνει μέλος του Π.Σ.Ε. αναγνωρίζει ως Εκκλησίες τις λοιπές ορθόδοξες ή προτεσταντικές Εκκλησίες – μέλη.
2) Ότι οι «Εκκλησίες – μέλη του» (12 Ορθόδοξες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες και περίπου 340 Προτεσταντικές «Εκκλησίες») έχουν στόχο την ορατή ενότητά τους, η οποία είναι διαφορετική από την ενότητα εν Χριστώ των Ορθοδόξων Εκκλησιών (αρθ. 3 Καταστατικού ΠΣΕ). Δηλ. έχουν ως στόχο τους την ενότητα της «Εκκλησίας του Οικουμενισμού» ή της Πράσινης Παγκόσμιας Θρησκείας του Σατανά, με βάση τη λεγόμενη «βαπτισματική θεολογία» (του Κειμένου Β.Ε.Μ. της Λίμα – Περού του 1982 για μερική αποδοχή των ετερόδοξων τελετών βαπτίσματος, ευχαριστίας και ιερωσύνης), δηλ. την ένταξη στην ακόμη αόρατη αδιαίρετη Εκκλησία «Εκκλησία του Οικουμενισμού» («θεολογία της ενωμένης αόρατης, αλλά διαιρεμένης ορατής Εκκλησίας») των Χριστιανών εν γένει μέσω βαπτίσματος στο όνομα της Αγίας Τριάδος χωρίς να απαιτείται ούτε ο κανόνας του τύπου της τριπλής κατάδυσης στο νερό ούτε η ακριβής Ορθόδοξη πίστη. Η μεν «θεολογία της αδιαίρετης αόρατης Εκκλησίας» αλλοιώνει δογματικά το άρθρο του Συμβόλου της Πίστεως «Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν», η δε «βαπτισματική θεολογία» αλλοιώνει δογματικά το άρθρο «Ομολογώ έν βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών».
Το εκκλησιολογικό κείμενο «Προσκεκλημένοι να είμαστε η Μία Εκκλησία (= του Οικουμενισμού) (Called to be the One Church)» της 23-2-2006 της Θ΄ Γενικής Συνέλευσης του Παγκοσμίου Συμβουλίου «Εκκλησιών» στο Πόρτο Αλέγκρε της Βραζιλίας το 2006, το οποίο αποδέχθηκε η πλειονότητα των Ορθόδοξων εκπροσώπων, αμφισβητεί και προσβάλλει δογματικά το άρθρο της Πίστεως «Εις Μίαν… Καθολικήν… Εκκλησίαν» και συγκεκριμένα τις ιδιότητες της «Μίας» (δηλ. της ενότητας στην πίστη των τοπικών ορθόδοξων εκκλησιών) και της «Καθολικής» (δηλ. της πληρότητας της πίστης). Διότι οι εν λόγω Ορθόδοξοι εκπρόσωποι αποδέχθηκαν το εν λόγω κείμενο το οποίο προβλέπει:
1 – Η Ορθόδοξη Εκκλησία, της οποίας δώδεκα (12) Αυτοκέφαλες Εκκλησίες είναι μέλη του Π.Σ.Ε., δεν αποτελεί καθ’ εαυτήν την Καθολική Εκκλησία, αλλά η Καθολική Εκκλησία ταυτίζεται με την «Εκκλησία του Οικουμενισμού». Κατά την παρ. 6 του εν λόγω εκκλησιολογικού κειμένου, «… Κάθε εκκλησία (είτε ορθόδοξη είτε προτεσταντική) είναι η Καθολική Εκκλησία, αλλά δεν είναι το σύνολο αυτής. Κάθε εκκλησία (ορθόδοξη ή προτεσταντική) εκπληρώνει την καθολικότητά της σε κοινωνία με τις άλλες εκκλησίες. Επιβεβαιώνουμε ότι η καθολικότητα της Εκκλησίας εκφράζεται πιο ορατά στη συμμετοχή στη θεία κοινωνία και σε αμοιβαία αναγνωρισμένους και συμφιλιωμένους (δηλ. χωρίς ακριβή Ορθόδοξη πίστη) κληρικούς (“… Each church is the Church catholic, but not the whole of it. Each church fulfils its catholicity when it is in communion with the other churches. We affirm that the catholicity of the Church is expressed most visibly in sharing holy communion and in a mutually recognized and reconciled ministry”).
2 – Είναι θεμιτή η ύπαρξη ποικιλίας δογμάτων μέσα στην «Εκκλησία του Οικουμενισμού», δηλαδή η ενότητα μέσα στη διαφορετικότητα των πίστεων (unity in diversity), ήτοι η περιεκτικότητα των πίστεων (comprehensiveness) αντί της αποκλειστικότητας της ακριβούς Ορθόδοξης πίστης (exclusiveness). Κατά την παρ. 5 του ίδιου εκκλησιολογικού κειμένου, «… Αναγνωρίζουμε ότι υπάρχουν διαφορετικές εκκλησιολογικές αφετηρίες και ένα φάσμα απόψεων για τη σχέση της «Εκκλησίας του Οικουμενισμού» με τις εκκλησίες (μέλη του Π.Σ.Ε., ορθόδοξες ή προτεσταντικές). Μερικές διαφορές εκφράζουν … την καλοσύνη… Άλλες διαφορές διαιρούν την «Εκκλησία του Οικουμενισμού», αυτές πρέπει να υπερπηδηθούν.. έτσι ώστε ο χωρισμός και η απόκλιση να μην έχουν την τελευταία λέξη…». (… We acknowledge that there are different ecclesiological starting points, and a range of views on the relation of the Church to the churches. Some differences express … goodness… Other differences divide the Church, these must be overcome… so that separation and exclusion do not have the last word”).
Και το εκκλησιολογικό κείμενο «Δήλωση Ενότητας – Αναθεωρημένη (Unity Statement – Revised)» της 10ης Γενικής Συνέλευσης του Παγκοσμίου Συμβουλίου «Εκκλησιών» στο Πουσάν της Νοτίου Κορέας (8-11-2013), το οποίο αποδέχθηκαν επίσης οι περισσότεροι Ορθόδοξοι εκπρόσωποι, αναφέρεται σε «διαιρέσεις μεταξύ των εκκλησιών μας και μέσα σε αυτές (divisions among and within our churches)” (παρ. 14), δηλ. δεν αναφέρεται σε αιρετικές αποσχίσεις των αιρετικών από την Αληθινή Ορθόδοξη Εκκλησία. Η παρ. 15 του ίδιου κειμένου, μεταξύ άλλων, αναφέρει: «Σε πιστότητα προς την κοινή κλήση μας, θα επιζητήσουμε μαζί με την πλήρη ορατή ενότητα της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας όταν θα εκφράσουμε την ενότητά μας γύρω από τη μία Τράπεζα του Κυρίου (in faithfulness to this our common calling, we will seek together the full visible unity of the One, Holy, Catholic and Apostolic Church when we shall express our unity around one Table of the Lord)». Επιβεβαιώνεται δηλ., μετά το ανωτέρω κείμενο του Πόρτο Αλέγκρε, και σε αυτό το κείμενο του Πουσάν, ότι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία δεν είναι η Αληθινή Ορθόδοξη Εκκλησία, αλλά η νέα «Εκκλησία του Οικουμενισμού» ή Πράσινη Παγκόσμια Θρησκεία του Σατανά, ο οποίος είναι ο «Κύριος» αυτού του κειμένου και η προγραμματιζόμενη Τράπεζά του είναι η «Τράπεζα των δαιμονίων».
Μια σύντομη αναφορά των αιρέσεων και λοιπών αιρετικών θέσεων τις οποίες εισήγαγε επίσημα η Ψευδο-σύνοδος, είναι η εξής:
1 – Αναγνώρισε τους αιρετικούς ως «Εκκλησίες», χωρίς αυτοί να απαρνηθούν τις πλάνες τους και να δεχθούν την Ορθόδοξη Αλήθεια.
2 – Αναγνώρισε επίσης το λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών» και επιτρέπει τη συμμετοχή σε τούτο των Ορθόδοξων Εκκλησιών, αν και αυτό έχει την Αιρετική Εκκλησιολογία, κατά την οποία η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, αλλά μόνο ένα τμήμα της, ενώ τα άλλα τμήματά της είναι οι Παπικοί και Προτεστάντες.
3 – Κατάργησε το συνοδικό πολίτευμα της Εκκλησίας, επειδή δικαίωμα ψήφου είχαν μόνον οι 10 προκαθήμενοι και όχι όλοι οι ποιμενάρχες επίσκοποι που συμμετείχαν.
4 – Άλλαξε το δογματικά κατοχυρωμένο αλάθητο σε θέματα πίστεως, επειδή το ταύτισε αποκλειστικά με τις αποφάσεις της, ενώ κατά την ορθόδοξη δογματική, το αλάθητο υπάρχει όταν οι δογματικές αποφάσεις της Συνόδου γίνουν αποδεκτές από τους επισκόπους που δεν ήταν μέλη της, και από τους λοιπούς κληρικούς, μοναχούς και λαϊκούς.
5 – Επέβαλε την αίρεση της δεσποτοκρατίας, κατά την οποία όπου βρίσκεται ο επίσκοπος, έστω και αν διδάσκει αιρέσεις, εκεί δήθεν βρίσκεται η Εκκλησία.
6 – Καθιέρωσε την αίρεση της εκκοσμίκευσης, επειδή αρνήθηκε τον σταυρικό χαρακτήρα του Ευαγγελίου, διδάσκοντας ένα ψευδο-ευαγγέλιο άνετο για τα πάθη των ανθρώπων, διδάσκοντας τον συσχηματισμό με τον κόσμο.
7 – Διέστρεψε την ορθόδοξη ανθρωπολογία, η οποία έχει ως πρότυπό της τον Θεάνθρωπο Χριστό, αντικαθιστώντας το με ουμανισμό που, στο επίκεντρό του, τοποθετεί τον εμπαθή άνθρωπο.
8 – Αποδέχθηκε τη συμπροσευχή με τους αιρετικούς, προσκαλώντας τους ως παρατηρητές, σε πλήρη αντίθεση προς τους σχετικούς ιερούς κανόνες.
9 – Εξουσιοδότησε τις Αυτοκέφαλες Εκκλησίες να επιτρέπουν τους μικτούς γάμους, για να διευκολύνει, μέσω των μικτών γάμων, την άμβλυνση των συνειδήσεων προς το σκοπό της αποδοχής της πλήρους ένωσης των Ορθοδόξων με τους αιρετικούς στη νέα Ψευδο-Εκκλησία του Οικουμενισμού.
10 – Εξουσιοδότησε επίσης τις Αυτοκέφαλες Εκκλησίες να σχετικοποιήσουν τη νηστεία, η οποία είναι η αναλλοίωτη βάση της ορθόδοξης πνευματικής ζωής.
11 – Αρνήθηκε να ονομαστεί «Οικουμενική Σύνοδος», επειδή δεν λάμβαναν μέρος ως μέλη της παπικοί και προτεστάντες.
12 – Αρνήθηκε να επικυρώσει τις αντιπαπικές Η΄και Θ΄ Συνόδους ως Οικουμενικές, αν και στη συνείδηση του πληρώματος της Ορθόδοξης Εκκλησίας αυτές οι Σύνοδοι είναι τέτοιες.
13 – Διέγραψε από τη θεολογική ορολογία τη λέξη «αιρετικός», αν και αυτός ο όρος είναι θεμελιώδης σε όλες τις προγενέστερες Συνόδους.
Η ΠΑΝΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ Ή ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΥ Ή ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΓΚΡΗΤΙΣΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΙΡΕΣΗ ΚΑΤΕΓΝΩΣΜΕΝΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥΣ, ΤΙΣ ΣΥΝΟΔΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ
Η Παναίρεση του Οικουμενισμού ή Γνωστικισμού ή Θρησκευτικού Συγκρητισμού, η οποία εισήχθη ψευδο-συνοδικώς από το Συνέδριο της Αποστασίας της Κρήτης, είναι ήδη κατεγνωσμένη:
α) από τους Αποστόλους και ενδεικτικά τον Απόστολο Ιωάννη (Α΄ Καθολική Επιστολή του , Αποκάλυψη κλπ.) και τον Απόστολο Παύλο (Επιστολές του προς Κολασσαείς, προς Τιμόθεο Α΄ και Β΄, προς Τίτο κλπ.),
β) από τις Οικουμενικές Συνόδους και ενδεικτικά την Β΄ Οικουμενική Σύνοδο (Κανόνας 7, ο οποίος, μεταξύ άλλων, συγκαταλέγει μεταξύ των αιρέσεων τους Γνωστικούς Μοντανιστές), την Ε΄ Οικουμενική Σύνοδο [η οποία καταδίκασε το δόγμα του Γνωστικού Απελλή, μαθητή του Γνωστικού Μαρκίωνα (κατά τον οποίο «όθεν και έφασκε μη δειν όλως εξετάζειν τον λόγον, αλλ’ έκαστον, ως πεπίστευκε, διαμένειν. Σωθήσεσθαι γαρ τους επί τον εσταυρωμένον ηλπικότας απεφαίνετο, μόνον εάν εν έργοις αγαθοίς ευρίσκωνται», δηλ. «γι’ αυτό έλεγε ότι δεν είναι καθόλου ανάγκη να εξετάζουμε τους λόγους, αλλά καθένας να παραμείνει στις πεποιθήσεις του. Διότι ισχυριζόταν ότι θα σωθούν οι ελπίζοντες στον εσταυρωμένο, μόνον αν βρεθούν πράττοντας αγαθά έργα», βλ. Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία, Βιβλίο Ε΄, κεφάλαιο 13, στίχος 5) μαζί με τους Μαρκιωνιστές (βλ. Μελετίου Καλαμαρά, Η Πέμπτη Οικουμενική Σύνοδος, Κεφάλαια δογματικά, ΙΒ΄ Κεφάλαιον, Αθήναι 1985, σελ. 592-593)], την ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδο (Κανόνας 95, ο οποίος, μεταξύ άλλων, συγκαταλέγει στους αιρετικούς τους Γνωστικούς Μανιχαίους, Ουαλεντιανούς, Μαρκιωνιστές),
γ) από τους Πατέρες της Εκκλησίας και ενδεικτικά τον Άγιο Ειρηναίο Λουγδούνου (στο έργο του με τίτλο «Έλεγχος και Ανατροπή της Ψευδωνύμου Γνώσεως»), τον Άγιο Ιππόλυτο Ρώμης (στο έργο του με τίτλο «Κατά πασών των αιρέσεων έλεγχος», P.G., τομ. 16, ΙΙΙ, σελ. 3017-3454), Μέγα Φώτιο (στο έργο του με τίτλο «Διήγησις περί της Μανιχαίων Αναβλαστήσεως», Λόγοι 4, ΕΠΕ, Μ. Φώτιος, τομ. 4, σελ. 10-337)
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΦΛΩΡΙΝΗΣ, ΠΡΕΣΠΩΝ ΚΑΙ ΕΟΡΔΑΙΑΣ (ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΩΤΕΡΩ ΕΝΝΟΙΑ) ΑΠΟΔΕΧΕΤΑΙ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΔΕΙ ΤΗΝ ΠΑΝΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ Ή ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΥ Ή ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΓΚΡΗΤΙΣΜΟΥ
Ο Μητροπολίτης Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας (με την ανωτέρω έννοια):
Α. ΟΥΔΕΠΟΤΕ αποδοκίμασε και ΟΥΔΕΠΟΤΕ απέρριψε, ως ΑΙΡΕΤΙΚΕΣ, τις αποφάσεις της Ψευδο-συνόδου της Κρήτης, οι οποίες εισάγουν ψευδο-συνοδικά τόσο την Παναίρεση του Οικουμενισμού ή Θρησκευτικού Συγκρητισμού ή Γνωστικισμού, όσο και άλλες αιρέσεις που προαναφέρθηκαν.
Β. Παραβίασε, μετά την Ψευδο-σύνοδο της Κρήτης, όλες τις Ορθόδοξες θέσεις τις οποίες είχε εκφράσει στο από 4-4-2016 Υπόμνημά του προς την Διαρκή Σύνοδο και τις οποίες ανέφερε στην εκπομπή «Αυτοψίες» του δημοσιογράφου Κώστα Μαυρίδη στην τηλέόραση FLASH TV, και οι οποίες ήταν οι εξής:
1 – Να κρατηθεί ατόφια η Ορθοδοξία και να μην θιγεί.
2 – Οι άλλες ομολογίες να μην ονομάζονται «Εκκλησίες», διότι λέει το Σύμβολο της Πίστεως «Ομολογώ… εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν» που είναι η Ορθόδοξος.
3 –Να αναγνωριστούν δύο Μεγάλες Σύνοδοι που καταδίκασαν τον Παπισμό: η 8η και η 9η, που ο λαός τις ονόμασε Οικουμενικές. Είθισθαι, όταν γίνεται μια Μεγάλη Σύνοδος, να αναγνωρίζει τις αποφάσεις των προηγούμενων Μεγάλων Συνόδων.
4 – [Στη Μεγάλη Σύνοδο] Έπρεπε ο καθένας [Αρχιερεύς] να έχει ψήφο. Αυτοί δεν δίνουν ψήφο. Είναι μια ψήφος [μόνο] του αρχηγού [της αντιπροσωπείας της κάθε Εκκλησίας].
5 – Είμαστε κατά του Παπισμού και κατά της παγκοσμιοποιήσεως. Τέρμα: Κόκκινη γραμμή! Ήμασταν ένα δένδρο και αυτοί [οι Παπικοί] αποκόπηκαν».
6 – Εκεί [στην Πανορθόδοξη Σύνοδο] δεν θα μπορούσα να πω κα τίποτα. Τί να κάνω; Γλάστρες θα είμαστε εκεί!» (http://aktines.blogspot.gr/2016/04/blog-post_974.html & Σάλπιγξ Ορθοδοξίας, τευχ. 95 του 2016, σελ. 28-29).
Γ. Στις 6-8-2016 στην εορτή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος του χωριού Σωτήρ του Αμυνταίου παρουσίασε στο εκκλησίασμα τον Αρχιερατικό Επίτροπο Αμυνταίου, Αρχιμανδρίτη Σεβαστιανό Τοπάλη, ως υπεύθυνο της Μητροπόλεως για την εφαρμογή των ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ αποφάσεων της λεγόμενης «Αγίας και Μεγάλης Συνόδου» της Κρήτης.
Δ. Δεν κατήγγειλε, ως Ψευδή και Παραπλανητική, την Εγκύκλιο της λεγόμενης «Διαρκούς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος» προς τον Λαό, με την οποία αυτή προπαγανδίζει ως ΔΗΘΕΝ Ορθόδοξη την Ψευδο-σύνοδο της Κρήτης (http://www.amen.gr/article/iera-synodos-pros-to-lao-gia-tin-agia-kai-megali-synodo-tis-kritis), εξαπατώντας τον Λαό, επειδή η Εγκύκλιος αυτή περιλαμβάνει ένα Ορθόδοξο κείμενο το οποίο, όμως, δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τις έξι (6) αποφάσεις της Ψευδο-συνόδου της Κρήτης, όπως αποκάλυψε και ο Καθηγητής Θεολογίας του Graz Αυστρίας, ο οποίος είναι οπαδός του Οικουμενισμού ή Γνωστικισμού ή Θρησκευτικού Συγκρητισμού, κ. Γρηγόριος Λαρεντζάκης, ο οποίος ενδεικτικά έγραψε: «… Το Ανακοινωθέν (δηλ. η Εγκύκλιος αυτή) κάνει μη ακριβή απόδοση του Μηνύματος της Συνόδου εκείνης… Σχολιάζει και παραποιεί, θα έλεγα μάλλον διαστρεβλώνει, αποφάσεις και συμπεράσματα της Συνόδου ή αναφέρει μόνο επιλεκτικά και αποσπασματικά τμήματα μόνο των συμπερασμάτων του Μηνύματος, χωρίς να λαμβάνει όλα τα συγκεκριμένα Κείμενα υπ’ όψη του! Το Ανακοινωθέν αναφέρει απόψεις των Αρνητών της Συνόδου και τις εμφανίζει ως αποφάσεις της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Κρήτης, ενώ εκείνη δεν τις έκανε αποδεκτές…» (http://www.amen.gr/article/gia-poia-agia-kai-megali-synodo-pliroforei-to-anakoinothen-tis-isynodou-tis-ekklisias-tis-ellados).
Ε. Τον Νοέμβριο του 2016 απέστειλε, στις ενορίες για ανάγνωση σε δύο συνεχόμενες κυριακάτικες λειτουργίες αντί κηρύγματος, την υπ’ αριθ. 1151/27-10-2016 μητροπολιτική εγκύκλιό του, με θέμα τη μνημόνευση του αρχιερέως, για να διακηρύξει δημόσια την ΑΙΡΕΤΙΚΗ διδασκαλία του Μητροπολίτη Περγάμου κ. Ιωάννη Ζηζιούλα, όπου παρουσιάζεται ανάγλυφα ότι η Θεία Λειτουργία γίνεται στο όνομα του Επισκόπου (ανεξάρτητα από το αν αυτός διακηρύσσει αίρεση ή όχι) και την τελεί μόνον ο Επίσκοπος τη Λειτουργία και, ως εκ τούτου, οι ιερείς δεν την τελούν έγκυρα αν δεν μνημονεύουν σε κάθε περίπτωση το όνομά του. Αυτήν την κακόδοξη διδασκαλία του Μητροπολίτη Φλωρίνης (με την ανωτέρω έννοια) αναίρεσαν θεολογικά 1) ο Μοναχός Επιφάνιος Καψαλιώτης και 2) ο Μοναχός Παϊσιος Καρεώτης, Καθηγητής της Αθωνιάδος Σχολής, με δημοσιεύματά τους στην εκκλησιαστική εφημερίδα «Ορθόδοξος Τύπος», ο μεν πρώτος με τίτλο «Θεολογικόν Σχόλιον εις την Εγκύκλιον της Ιεράς Μητροπόλεως Φλωρίνης», 20-1-2017, σελ. 1 και 7, ο δε δεύτερος με τον τίτλο «’Θεολογική’ τραγωδία Αρχιερέως» (http://orthodoxostypos.gr/%CE%B8%CE%B5%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CF%84%CF%81%CE%B1%CE%B3%CF%89%CE%B4%CE%AF%CE%B1-%CE%B1%CF%81%CF%87%CE%B9%CE%B5%CF%81%CE%AD%CF%89%CF%82/) αντιστοίχως. Δηλαδή ο Μητροπολίτης Φλωρίνης (με την ανωτέρω έννοια) διακήρυξε δημόσια και την αίρεση της δεσποτοκρατίας, κατά την οποία όπου βρίσκεται ο επίσκοπος, έστω και αν διδάσκει αιρέσεις, εκεί δήθεν βρίσκεται η Εκκλησία. Σημειωτέον ότι η αίρεση της δεσποτοκρατίας αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την επιβολή της Παναίρεσης της Οικουμενισμού.
ΣΤ. Ο Μητροπολίτης Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας (με την ανωτέρω έννοια) δεν κατήγγειλε τις κακοδοξίες του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, οι οποίες αποδελτιώνονται στο βιβλίο των Αγιορειτών Πατέρων με τίτλο «Άγιο Όρος – Διαχρονική μαρτυρία στους αγώνες υπέρ της Πίστεως», έκδοση Αγιορειτών Πατέρων – Άγιον Όρος 2014 (http://www.filoumenos.com/download/periodiko.pdf), και, παρά ταύτα, εξακολούθησε να κοινωνεί με τους εκάστοτε ιθύνοντες το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.
Ζ. Υποδέχθηκε επίσημα στη Φλώρινα το 2005 τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως κ. Βαρθολομαίο, ο οποίος ηγείται της Παναίρεσης του Οικουμενισμού ή Θρησκευτικού Συγκρητισμού ή Γνωστικισμού από την ανάδειξή του στον πατριαρχικό θρόνο, ως ΔΗΘΕΝ Ορθόδοξο Πατριάρχη και ο οποίος πρωτοστάτησε στη σύγκληση και την διεξαγωγή της Ψευδο-συνόδου, παρά την άρνηση συμμετοχής των ως άνω τεσσάρων Αυτοκέφαλων Ορθόδοξων Εκκλησιών, οι οποίες εκπροσωπούν τα δύο τρίτα των Ορθόδοξων πιστών.
Η. Γνωστοποίησε στην Ιερά μας Μονή το υπ’ αριθ. 866/14-7-2017 έγγραφό του, με το οποίο – ΧΩΡΙΣ ΠΛΕΟΝ ΝΑ ΕΧΕΙ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΜΑΣ, ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΑΡΝΗΣΗ ΑΠΟ ΑΥΤΟΝ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΧΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ Ή ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΓΚΡΗΤΙΣΜΟΥ Ή ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΥ, ΑΠΟΔΕΧΟΜΕΝΟΣ ΤΙΣ ΑΙΡΕΤΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΨΕΥΔΟ-ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΤΟΥ 2016 – παύει από τις πνευματικές θέσεις τους τον Ηγούμενο, Γέροντα Αρχιμανδρίτη Μάξιμο Καραβά, και τα δύο μέλη του Ηγουμενοσυμβουλίου, με την εξής ΨΕΥΔΗ ΠΡΟΦΑΣΗ ΚΑΙ ΣΟΦΙΣΤΕΙΑ: «… καθότι άπαντες, παρά τας προηγηθείσας πατρικάς ημών επιστολάς, αντιδεοντολογικώς πλέον δεν συνεργάζεσθε μετά της προϊσταμένης αρχής σας, την Ιεράν Μητρόπολιν, και εδηλώσατε επισήμως ότι αποτειχίζεσθε από την επίσημον Εκκλησίαν και την Ιεράν Μητρόπολιν εις ήν ανήκετε πνευματικώς και διοικητικώς, ως και το Νομικόν Πρόσωπον του Μοναστηρίου υμών».
Κατόπιν των ανωτέρω, μηνύουμε κανονικώς τον Μητροπολίτη Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας (με την ανωτέρω έννοια) για διάπραξη του εκκλησιαστικού ποινικού αδικήματος της αιρέσεως, η οποία προκάλεσε την αιρετική απόσχισή του από την Εκκλησία των Αποστόλων ως Σώμα Χριστού [που είναι άσπιλη και άμωμη από οποιαδήποτε αίρεση («και πύλαι Άδου ού κατισχύσουσιν αυτής», Ματθ. 16, 18)], και η οποία αίρεση τιμωρείται με καθαίρεση και μεγάλο αφορισμό για κληρικό (Κανόνες 45, 46 και 64 Αγίων Αποστόλων, Κανόνας 1 Β΄ Οικουμενικής Συνόδου, Κανόνας 2 Αντιοχείας, Κανόνες 32 και 33 Λαοδικείας, Κανόνες 1, 5 και 20 Μεγάλου Βασιλείου, σε συνδυασμό με τον Κανόνα 2 Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου), ενώπιον των ως άνω αρμόδιων εκκλησιαστικών δικαστηρίων με ξεχωριστό δικόγραφο κανονικής μηνύσεως, για να δικαστεί όταν τα εν λόγω αρμόδια εκκλησιαστικά δικαστήρια έχουν Ορθόδοξη συνοδική σύνθεση, όπως συνέβη με την Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο που δίκασε τους εικονομάχους επισκόπους.
Επειδή, συνακόλουθα, η συμπεριφορά του μηνυομένου πληροί τη νομοτυπική μορφή (ή την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση) του εκκλησιαστικού ποινικού αδικήματος της αιρέσεως.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΜΗΝΥΟΥΜΕ τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας κ. Θεόκλητο (με την ανωτέρω έννοια) για την αποδοχή και διάδοση της Παναίρεσης του Οικουμενισμού ή Γνωστικισμού ή Θρησκευτικού Συγκρητισμού, η οποία εισήχθη ψευδο-συνοδικώς από το Συνέδριο της Αποστασίας της Κρήτης, και ζητούμε την, κατά τους Ιερούς Κανόνες, εκκλησιαστική ποινική του δίωξη και επιβολή των προβλεπόμενων κανονικών κυρώσεων.
Συνήγορό μας διορίζουμε τον κ. Κυριάκο Κυριαζόπουλο, Καθηγητή (επ.) του Εκκλησιαστικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Α.Π.Θ., Δικηγόρο παρ’ Αρείω Πάγω (ΑΜ-ΔΣΘ 7232) και Θεολόγο.
Εξουσιοδοτούμε τον Πανοσιολογιώτατο Καθηγούμενο της Ιεράς μας Μονής Γέροντα Αρχιμανδρίτη Μάξιμο Καραβά, να υπογράψει την παραγγελία προς αρμόδιο δικαστικό επιμελητή για την επίδοση της παρούσας κανονικής μηνύσεως προς τον Μητροπολίτη Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας (με την ανωτέρω έννοια), προκειμένου αυτός να την διαβιβάσει προς την «Διαρκή Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος», για τα περαιτέρω.
Εξουσιοδοτούμε τον συνήγορό μας να διαβιβάσει την παρούσα κανονική μήνυση προς τις τέσσερις (4) Αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες, οι οποίες αρνήθηκαν ρητά να συμμετάσχουν στην Ψευδο-σύνοδο της Κρήτης του 2016, καθώς και σε όλους τους Αρχιερείς αυτών, προκειμένου να υποβάλλουν την παρούσα κανονική μήνυση προς την Πανορθόδοξη Σύνοδο των Δεκατεσσάρων (14) Αυτοκέφαλων Εκκλησιών για εκδίκαση αυτής.
Πτολεμαϊδα, 24-07-2017
Οι μηνυτές
1 – Ο ΚΑΘΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΚΑΙ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΗΓΟΥΜΕΝΟΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ ΜΑΞΙΜΟΣ ΚΑΡΑΒΑΣ
(υπογραφή – σφραγίδα)
ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΟΥ ΗΓΟΥΜΕΝΟΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
2 – ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ π. ΙΓΝΑΤΙΟΣ ΚΑΛΑΪΤΖΟΠΟΥΛΟΣ
3 – ΜΟΝΑΧΟΣ π. ΕΥΔΟΚΙΜΟΣ ΧΟΥΝΤΡΗΣ
ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗ
Αρμόδιος δικαστικός επιμελητής παραγγέλλεται να επιδώσει την παρούσα κανονική μήνυση προς τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας κ. Θεόκλητο, Ιερά Μητρόπολη Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας, Φλώρινα, προς γνώση του και για τις νόμιμες συνέπειες, καθώς και προκειμένου εκείνος να την διαβιβάσει προς την «Διαρκή Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος».
Πτολεμαΐδα, 24-7-2017
Ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Αγίας Παρασκευής Μηλοχωρίου
Γέροντας Αρχιμανδρίτης π. Μάξιμος Καραβάς