Ι.Μ.Βεροίας: Την Πέμπτη 2 Ιανουαρίου το απόγευμα στον περικαλλή Ιερό Ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και Οσίου Νικοδήμου Βεροίας πραγματοποιήθηκε η Σύναξη των Κατηχητών και Κυκλαρχών του…
Γραφείου Ποιμαντικής Διακονίας της Ιεράς Μητροπόλεώς που είχε ως θέμα: «Τα δόγματα της Εκκλησίας και η κατήχηση – Α’ Οικουμενική Σύνοδος» με αφορμή την συμπλήρωση 1700 ετών από την Α’ Οικουμενική Σύνοδο (325 – 2025).
Στην αρχή ο Υπεύθυνος των Κύκλων Μελέτης Αγίας Γραφής της Ιεράς Μητροπόλεως Πρωτοπρ. Νεκτάριος Σαββίδης καλωσόρισε τους συμμετέχοντες στην καθιερωμένη Σύναξη του Αγίου Δωδεκαημέρου και κάλεσε τον Ποιμενάρχη, Μητροπολίτη Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμονα να απευθύνει χαιρετισμό.
Εισηγήσεις ανέπτυξαν η κ. Πελαγία Σαρησάββα, η οποία μίλησε με θέμα: «Ο πνευματικός καταρτισμός των κατηχητών» και ο Μητροπολίτης Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιερώνυμος, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα: «Δόγμα και κατήχηση». Στο τέλος της Συνάξεως στο πνευματικό κέντρο της ενορίας ο Ποιμενάρχης κ. Παντελεήμων ευλόγησε και διένειμε την Βασιλόπιτα σε όλους τους συμμετέχοντες.
Ο Μητροπολίτης Μητροπολίτης κ. Παντελεήμων εξέφρασε τις ευχαριστίες του προς τους εκλεκτούς ομιλητές που αποδέχθηκαν την πρόσκληση της Ιεράς Μητροπόλεως, λέγοντας μεταξύ πολλών άλλων:
Σας καλωσορίζουμε με πολλή χαρά στην Ημερίδα των Κατηχητών και Κυκλαρχών της Ιεράς Μητροπόλεως, την πρώτη Ημερίδα και εκδήλωση που πραγματοποιεί η τοπική Εκκλησία το νέο έτος, το οποίο και εύχομαι από καρδίας να είναι γεμάτο από την ευλογία και τη χάρη του Θεού.
Με ιδιαίτερη χαρά και τιμή καλωσορίζω και τον προσκεκλημένο ομιλητή μας, τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιερώνυμο, ο οποίος είχε την καλωσύνη να αποδεχθεί την πρόσκλησή μας και παρά τις πολλές υποχρεώσεις που έχει και εκείνος αυτές τις εόρτιες ημέρες στην Ιερά Μητρόπολή του, να είναι απόψε κοντά μας, για να μας ομιλήσει σχετικά με το θέμα της Ημερίδος μας που είναι: «Τα δόγματα της Εκκλησίας και η κατήχηση – Α´ Οικουμενική Σύνοδος».
Το νέο έτος 2025, όπως είπαμε ήδη και με άλλες ευκαιρίες, συμπληρώνονται 1700 χρόνια από τη σύγκληση της Α´ Οικουμενικής Συνόδου της Εκκλησίας μας, η οποία πραγματοποιήθηκε στη Νίκαια της Βιθυνίας και στην οποία συμμετείχαν 318 άγιοι και θεοφόροι πατέρες από όλη την τότε ρωμαϊκή αυτοκρατορία, γι᾽ αυτό και η Σύνοδος ονομάζεται οικουμενική.
Είναι η πρώτη Σύνοδος, η οποία αποφασίζει για ένα σημαντικό ζήτημα της πίστεώς μας, που αφορά το πρόσωπο και τη θέση του Ιησού Χριστού, και οι αποφάσεις της αποτυπώνονται στα πρώτα άρθρα του Συμβόλου της πίστεως, του γνωστού «Πιστεύω», το οποίο συμπληρώθηκε από τη Β´ Οικουμενική Σύνοδο, η οποία συνήλθε εξήντα περίπου χρόνια αργότερα, το 381 στην Κωνσταντινούπολη, και συνόψισε τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας σχετικά με το Άγιο Πνεύμα.
Καθώς, λοιπόν, συμπληρώνονται φέτος 1700 χρόνια από την Α´ Οικουμενική Σύνοδο το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο, η Εκκλησία της Ελλάδος αλλά και όλες οι Ορθόδοξες Εκκλησίες και όχι μόνο, θα τιμήσουν αυτή τη μεγάλη επέτειο, αλλά και αυτό το πολύ σημαντικό για την πίστη και την Εκκλησία μας γεγονός.
Η Α´ Οικουμενική Σύνοδος συνεκλήθη από τον αυτοκράτορα Μέγα Κωνσταντίνο, προκειμένου οι αρχιερείς και οι εκπρόσωποί τους να συζητήσουν για το θέμα που είχε προκύψει με τις καινοφανείς διδασκαλίες του Αρείου, ενός πρεσβυτέρου από την Αλεξάνδρεια, σχετικά με το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, τον Κύριό μας Ιησού Χριστού και τη σχέση του με τον Θεό-Πατέρα.
Δεν ήταν η πρώτη φορά κατά την οποία η Εκκλησία του Χριστού κλήθηκε να αντιμετωπίσει διδασκαλίες που απέκλιναν από όσα πίστευε και δίδασκε, και οι οποίες προκαλούσαν διαιρέσεις και σχίσματα μεταξύ των πιστών, καθώς κάποιοι ακολουθούσαν εκείνους που δίδασκαν τις αιρετικές διδασκαλίες και απομακρυνόταν από την Εκκλησία. Οι περισσότερες από αυτές αντιμετωπίσθηκαν με τοπικές Συνόδους, στις οποίες διευθετήθηκαν τα θέματα πίστεως που απασχολούσαν την Εκκλησία. Τη φορά όμως αυτή η Εκκλησία του Χριστού είχε μόλις απαλλαγεί από τους διωγμούς από τους οποίους υπέφερε επί τρείς αιώνες και μπορούσε να κηρύττει ελεύθερα και επίσημα την πίστη της. Έτσι είχε τη δυνατότητα να συζητήσει σε οικουμενικό επίπεδο το θέμα που είχε προκύψει με τη διδασκαλία του Αρείου και να αποφασίσει εν Πνεύματι Αγίω.
Ο Άρειος, ο οποίος ήταν ένας μορφωμένος και λόγιος κληρικός της Εκκλησίας της Αλεξανδρείας, είχε καταδικασθεί και σε προηγούμενη τοπική Σύνοδο από τον άγιο Πέτρο, επίσκοπο Αλεξανδρείας. Ο άγιος Πέτρος είχε δεί σε όραμα τον Χριστό ως νεογέννητο βρέφος που έλαμπε σαν τον ήλιο. Ο χιτώνας όμως που φορούσε ήταν σχισμένος από τον λαιμό μέχρι τα πόδια. Έκπληκτος ο άγιος ρώτησε τότε τον Χριστό: «Τις σου τον χιτώνα διείλε, Κύριε;» Ποιος σου έσκισε, δηλαδή, τον χιτώνα, Κύριε; Και τότε άκουσε τον Χριστό να του απαντά: «Ο πανούργος Άρειος, Πέτρε».
Το όραμα αυτό απεικονίζεται συχνά στο ιερό Βήμα των ναών μας, και δή στην αριστερή πλευρά, ενώ η απάντηση του Χριστού δηλώνει τη λανθασμένη διδασκαλία του Αρείου, ο οποίος υποστήριζε ότι ο Χριστός είναι κτίσμα του Θεού και δεν είναι ομοούσιος προς τον Πατέρα, δεν έχει δηλαδή την ίδια θεία ουσία, άποψη που είναι αντίθετη με την πίστη της Εκκλησίας μας για την Αγία Τριάδα, τον Τριαδικό δηλαδή Θεό μας.
Σε αντίθεση με άλλες θρησκείες, που δίδουν απλώς κάποιες εντολές προς τους πιστούς τους για το πως πρέπει να ζούν και τι να κάνουν, η Εκκλησία μας, ακολουθώντας και κηρύσσοντας το Ευαγγέλιο του Χριστού κατά την εντολή του, δεν προσφέρει με τη διδασκαλία της μόνον έναν κώδικα ηθικής. Ο Χριστός δεν ήλθε στη γη για να μας δώσει τις εντολές του, όπως είχε δώσει ο Θεός στην Παλαιά Διαθήκη στον Μωυσή τις πλάκες με τις δέκα εντολές.
Ο Χριστός ήλθε, όπως λέγει ο ίδιος, για να μας γνωρίσει τον Πατέρα του, τον Θεό και να μας λυτρώσει με τη σταυρική θυσία και την ανάστασή του από την αμαρτία. Και Αυτόν επιδιώκει να γνωρίσει και σε μας η Εκκλησία μας με τη διδασκαλία της.
Ο Χριστός έζησε ανάμεσά μας και μας έδειξε με τη ζωή του πως πρέπει να ζούμε. Ίδρυσε την Εκκλησία του με την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, κατά την υπόσχεση που έδωσε στους μαθητές του, το οποίο «όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας». Και ακόμη έδωσε στην Εκκλησία το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, για να το τελούμε «εις ανάμνησίν» του.
Όλα αυτά, όπως και όσα σχετίζονται με το μυστήριο της θείας οικονομίας και την ενανθρώπηση του Χριστού «εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου», με τον ρόλο της Υπεραγίας Θεοτόκου στο μυστήριο αυτό και στη σωτηρία των ανθρώπων, αποτελούν βασικές αρχές της πίστεώς μας και της διδασκαλίας της Εκκλησίας μας, τις οποίες φυσικά οφείλει να γνωρίζει κάθε πιστός.
Τα μυστήρια του Θεού είναι βεβαίως ακατάληπτα από τον άνθρωπο, γιατί ο άνθρωπος δεν διαθέτει τις ιδιότητες του Θεού και δεν μπορεί να κατανοήσει τη δύναμη αλλά και την αγάπη του και όσα δι᾽ αυτών ενεργεί ο Θεός. Η πίστη όμως και σε όσα δεν μπορούν να εξηγηθούν και να ερμηνευθούν με την ανθρώπινη λογική και γνώση, αυτά δηλαδή τα οποία ονομάζουμε δόγματα της Εκκλησίας μας, αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για να είναι κανείς μέλος της Εκκλησίας, μέλος δηλαδή του Σώματος του Χριστού, όπως συνηθίζουμε να την ονομάζουμε.
Γι᾽ αυτό και ενώ για να γίνει κανείς μέλος μιάς άλλης θρησκείας, δεν υπάρχει σχεδόν καμία προϋπόθεση, αρκεί ο άνθρωπος που ενδιαφέρεται να δηλώσει την πρόθεσή του και μπορεί να γίνει αμέσως μέλος της, στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας για να ενταχθεί κάποιος στους κόλπους της και να βαπτισθεί είναι ανάγκη να γνωρίζει αυτές τις βασικές αρχές της πίστεως, να γνωρίζει τα δόγματα της Εκκλησίας και φυσικά να τα αποδέχεται και να τα πιστεύει.
Η διδασκαλία των δογμάτων της Εκκλησίας μας και της πίστεως γενικότερα καθιερώθηκε εξ αρχής, εφόσον ο ίδιος ο Χριστός εξαπέστειλε τους αγίους μαθητές και αποστόλους του να μαθητεύσουν πάντα τα έθνη, να διδάξουν δηλαδή όσα δίδαξε Εκείνος, γνωρίζοντάς μας τον Πατέρα του, αλλά και όσα αναφέρονται στη ζωή και τα θαύματά του και όλη τη διδασκαλία του. Η διδαχή αυτή που προηγείται, σύμφωνα με τον λόγο του Κυρίου μας, της βαπτίσεως, — «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη … βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος» είπε ο Χριστός—, αποτελεί την κατήχηση, την οποία εφαρμόζει η Εκκλησία μας από τα πρώτα χριστιανικά χρόνια μέχρι και σήμερα.
Η κατήχηση δεν αφορά μόνο τη διαδικασία που ακολουθείται για τους ανθρώπους, οι οποίοι προσέρχονται στην Ορθόδοξη Εκκλησία για να βαπτισθούν, αλλά και όλους τους χριστιανούς που έχουν βαπτισθεί ως νήπια, χωρίς να έχουν ουσιαστικά κατηχηθεί πρίν από τη βάπτισή τους, αλλά και όλους τους χριστιανούς ανεξαρτήτως ηλικίας, γιατί δυστυχώς παρατηρείται συχνά το φαινόμενο πολλοί αδελφοί μας, ακόμη και από εκείνους που βρίσκονται κοντά στην Εκκλησία, να έχουν άγνοια των βασικών αρχών της πίστεώς μας. Και δεν είναι δυνατόν να πιστεύουμε στον Χριστό, να τον αναγνωρίζουμε ως Σωτήρα μας, και να μην γνωρίζουμε ποιος είναι και γιατί τον πιστεύουμε.
Ο σύγχρονος άνθρωπος ασχολείται με πολλά και προσπαθεί να αποκτήσει γνώσεις με ποικίλους τρόπους. Μέσω μάλιστα των δυνατοτήτων που του προσφέρει το διαδίκτυο, αναζητά πληροφορίες και γνωρίζει για τη ζωή πολλών ανθρώπων, πολιτικών, καλλιτεχνών, λογοτεχνών κλπ., ακόμη και ασήμαντες λεπτομέρειες για όλους αυτούς. Αγνοεί όμως βασικά στοιχεία για τον Χριστό, στο όνομα του οποίου έχει βαπτισθεί και στον οποίο πιστεύει. Και μπορεί, όπως είπαμε, τα δόγματα της Εκκλησίας μας να μην ερμηνεύονται, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να τα γνωρίζουμε. Υπάρχουν άλλωστε και στις ημέρες μας εκπρόσωποι διαφόρων αιρέσεων η και θρησκειών, που διακινούν τις δικές τους θέσεις και απόψεις και σχετικά με τον Χριστό, την Παναγία, τον Θεό και τους αγίους, οι οποίες είναι εντελώς ξένες προς τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας και επιχειρούν να μας παρασύρουν και να μας απομακρύνουν από την Εκκλησία.
Όλοι αυτοί αποτελούν κίνδυνο για μας και θα πρέπει να τους αποφεύγουμε. Γιά να κατανοήσουμε όμως ότι πρόκειται για ανθρώπους «πονηρούς και γόητες», οι οποίοι προκόπτουν «επί το χείρον πλανώντες και πλανώμενοι», όπως γράφει ο πρωτοκορυφαίος απόστολος Παύλος προς τον μαθητή του επίσκοπο Εφέσου Τιμόθεο (2 Τιμ. 3.13), είναι ανάγκη να γνωρίζουμε τι πιστεύουμε, ώστε να μπορούμε και με τη χάρη του Θεού να προφυλάξουμε τους εαυτούς μας και να μην παρασυρθούμε.
Είναι μέγιστη ανάγκη αλλά και καθήκον μας να γνωρίζουμε τι ακριβώς πιστεύουμε· ποιος ακριβώς είναι ο Χριστός που πιστεύουμε· ποιά είναι η σχέση του με τον Θεό-Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, ώστε και πιστεύουμε πραγματικά και να προφυλάσσουμε τον εαυτό μας από τις κακοδοξίες που κυκλοφορούν στον κόσμο μας.
Γι᾽ αυτό άλλωστε και οι άγιοι Πατέρες της Α´ Οικουμενικής Συνόδου, δεν περιορίσθηκαν να περιλάβουν μόνο στις θεολογικές τους μελέτες και στις ομιλίες τους την αναίρεση των κακοδοξιών και των αιρετικών διδασκαλιών του Αρείου, αλλά θέλησαν να διατυπώσουν με ευσύνοπτη μορφή τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας στα πρώτα άρθρα του Συμβόλου της πίστεως, του «Πιστεύω», την πίστη της Εκκλησίας για τον Χριστό. Μέσα σε αυτά τα άρθρα καθορίζεται η σχέση του Κυρίου μας με τον Θεό-Πατέρα, η ζωή του, η Σταύρωση και η Ανάστασή του, και η ολοκλήρωση του σωτηριώδους έργου του, για να γνωρίζουμε και να μην παρασυρώμεθα από αλλότριες φωνές.
Είναι περιττό να τονίσω πόσο σημαντικό είναι να γνωρίζουμε το Σύμβολο της πίστεως, και να το επαναλαμβάνουμε καθημερινά, όχι μηχανικά αλλά κατανοώντας τη σημασία όσων λέμε.
Η φετινή επέτειος των 1700 ετών από την Α´ Οικουμενική Σύνοδο είναι, νομίζω, μία ευκαιρία να γνωρίσουμε όλοι περισσότερο τα δόγματα της πίστεως και ιδιαιτέρως αυτά τα οποία «θεοπνεύστως διετράνωσαν» οι 318 Άγιοι και Θεοφόροι Πατέρες της Α´ Οικουμενικής Συνόδου μέσα και από τα κατηχητικά μαθήματα, τους κύκλους και τα εσπερινά κηρύγματα και στα παιδιά και στους νέους και στους μεγαλύτερους αδελφούς μας, αλλά και τους αγίους της Εκκλησίας μας, όπως τον Μέγα Αθανάσιο, τον άγιο Σπυρίδωνα, τον άγιο Νικόλαο και άλλους, οι οποίοι υπερεμάχησαν της αληθείας και αγωνίσθηκαν κατά την Α´ Οικουμενική Σύνοδο, ώστε να μην επικρατήσουν οι κακοδοξίες του Αρείου. Έτσι και εμείς θα πιστεύουμε ενσυνείδητα και ορθόδοξα και θα διατηρούμε την ιερά παρακαταθήκη της πίστεως, την οποία μας κληροδότησαν οι Πατέρες και οι άγιοί μας.
Με αυτές τις ταπεινές σκέψεις σας καλωσορίζω και πάλι και εκφράζω τις ευχαριστίες και την ευγνωμοσύνη μου προς τον Άγιο Λαρίσης, που βρίσκεται απόψ ανάμεσά μας στην Ημερίδα των Κατηχητών και των Κυκλαρχών της Ιεράς μας Μητροπόλεως και θα μας ομιλήσει στη συνέχεια με θέμα «Δόγμα και κατήχηση», αλλά και την καθηγήτρια κυρία Πελαγία Σαρησάββα, την πρώτη ομιλήτρια της Εσπερίδος μας, με την οποία συνεργαζόμεθα εδώ και 30 χρόνια και η οποία θα μας αναπτύξει το θέμα: «Ο πνευματικός καταρτισμός των κατηχητών».
Ευχαριστώ και όλους τους κατηχητές, τις κατηχήτριες, τους κυκλάρχες και τις κυκλάρχισσες που ανταποκριθήκατε στην πρόσκληση της Ιεράς μας Μητροπόλεως και είστε παρόντες στη σημερινή Εσπερίδα.
ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ