ΜΑΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: Ο Θεός, ο Δημιουργός του σύμπαντος κόσμου δημιούργησε και την θάλασσα. Διαβάζουμε στο πρώτο βιβλίο της Αγίας Γραφής και στο πρώτο κεφάλαιο: «Και είπεν ο Θεός˙ συναχθήτω το ύδωρ το υποκάτω του ουρανού εις συναγωγήν μίαν, και οφθήτω η ξηρά.
Και εγένετο ούτως. Και συνήχθη το ύδωρ το υποκάτω του ουρανού εις τας συναγωγάς αυτών, και ώφθη η ξηρά. Και εκάλεσεν ο Θεός την ξηράν γην και τα συστήματα των υδάτων εκάλεσε θαλάσσας. Και είδεν ο Θεός, ότι καλόν» (Γεν. 1, 9-10).
Την τρίτη ημέρα της δημιουργίας, ο Θεός φτιάχνει την γη, την ξηρά και την θάλασσα με τα συστήματα των υδάτων. Έτσι το πολυπληθές ύδωρ ονομάζεται θάλασσα. Είναι ως δοχείον όλων των ποταμών της γης και βεβαίως περιωρισμένη στα όριά της. Η δε υγρασία της θάλασσας επιστρέφει στο βάθος της γης και ως η πηγή των υδρατμών που ανέρχονται υψηλά για να πέσουν ως βροχή, ποτίζουν πάλιν την γη. Έπειτα η θάλασσα περιβάλλει τις νήσους και συνάμα ενώνει τις ηπείρους.
Ως είναι γνωστόν, η μεγάλη θάλασσα ονομάζεται ωκεανός και έχει αιγιαλούς, ακρωτήρια, νήσους και χερσονήσους, σύρτες και σκοπέλους. Αλλά ακόμη κάμνει και ισθμούς, πορθμούς και κόλπους. Ειδικότερα, αιγιαλός είναι η όχθη της θάλασσας. Ακρωτήριον είναι τόπος υψηλός που πίπτει στη θάλασσα. Νήσος είναι μέρος της ξηράς που είναι πανταχόθεν περικυκλωμένο από θάλασσα και χερσόνησος είναι γη πανταχόθεν περικυκλωμένη από θάλασσα εκτός από ένα και μόνον στενό μέρος το οποίο συνέχεται με την ξηρά. Σύρτις είναι ριχότοπος σκεπασμένος από άμμο στο οποίο κατακάθονται τα καράβια. Σκόπελος είναι βράχος ή πέτρα σκεπασμένη με λίγο ύδωρ πολύ επικίνδυνη για τα πλοία. Ισθμός είναι στενό μέρος της γης μεταξύ δύο θαλασσών, ενώ πορθμός μεταξύ δύο ηπείρων. Κόλπος είναι μέρος της θάλασσας που περιέχεται από δύο ακρωτήρια και λιμήν είναι μικρός κόλπος. Όρμος ακόμη πιο μικρός κόλπος.
Το θαλάσσιο δε ύδωρ είναι αλμυρό και πικρό για να μην σήπηται αλλά είναι και βαρύτερο από το ποταμίσιο ύδωρ και γι’ αυτό και βαστάζει μεγάλα βάρη. Αξιοθαύμαστο γεγονός είναι η κίνηση των υδάτων της θάλασσας, άλλως η ανάβαση και η κατάβαση με τις παλίρροιες αλλά και η εξάρτησή της από την φορά του αέρος, ο οποίος και δεν είναι πάντοτε ίδιος.
*
Αξίζει, εν προκειμένω, να παραθέσουμε ένα εικονικό διάλογο όχι βέβαια μεταξύ προσώπων, αλλά μεταξύ ξηράς και θάλασσας, τις οποίες προσωποποιεί ο Ιερός Χρυσόστομος. Σ’ αυτό τον υποτιθέμενο διάλογο, η ξηρά κατηγορεί την θάλασσα ως πρόξενο πολλών κακών αλλά και η θάλασσα κατηγορεί την ξηρά ότι έχει μολυνθεί από τα αίματα μυριάδων δολοφονιών και ποικίλων εγκλημάτων. Ωστόσο, στο τέλος συμφιλιωτής των δύο τούτων μεγεθών και φυσικών στοιχείων αποκαλύπτεται ο Συμφιλιωτής Ιησούς Χριστός. Ιδού ο διάλογος: «Θάλασσα: Συ, ω γη, επλάσθης μετά από εμένα. Ξηραμμένη, άπληστη, μητέρα της σκόνης και τάφε όπου θάπτονται νεκροί και αίματα, αμαρτωλή οικία πανούργων ανθρώπων. Γιατί τυραννείς εμένα την πιο μεγάλη από σε στην ηλικία και κατέχεις μόνη συ τον Κύριον; Δώσε Του λοιπόν σε μένα για να εκπληρωθεί εκείνο που έχει λεχθεί: «Εν τη θαλάσση αι οδοί σου», δηλαδή, «στη θάλασσα βαδίζεις ω Θεέ». Δώσε μου τον πλάστην μου για να γεμίσει και την δική μου αγκάλη με την χάριν Του».
Γη: «Μη γαρ σου χείρων υπάρχω» δηλαδή μήπως είμαι χειροτέρα από σε θάλασσα; Συ βρίσκεσαι σε απορία και ατονία και αστάθεια και σφυρίζεις˙ στα άκρα σου, στις όχθες ρέουν ακάθαρτα νερά, το φυτικό σου βασίλειο αποτελείται μόνον από πόαν˙ είσαι άχρηστη στη ζωή με τα αλμυρά νερά του και τις δυσωδίες που χύνονται σε σένα. Δεν μπορεί κανείς να πορευθεί διά μέσου σου διότι έχεις συνήθως καταιγίδες και είσαι αγριεμένη από σφοδρούς ανέμους. Εάν, όπως είπες, ήσουν προτιμοτέρα, σε σένα πρώτον θα ερχόταν να εγκατασταθεί ο Δεσπότης˙ τώρα όμως το αξίωμά Του λάμπει σε μένα, διότι είμαι ανωτέρα από σένα, εφ’ όσον πρώτον σε μένα άφησε να λάμψουν οι ακτίνες της θεότητός Του. Είμαι τόσο προτιμοτέρα από εσένα, όσον προτιμότεροι είναι οι άνθρωποι, που γεννώ εγώ, από τα ψάρια που γεννάς εσύ˙ εγώ είμαι μητέρα της αγίας Παρθένου που γέννησε τον Δεσπότην, συ δε του πονηρού δράκοντος, ο οποίος εμπαίζει τα ζώα σου˙ εγώ είμαι μητέρα προφητών και αποστόλων και αγίων ανδρών, ενώ συ είσαι μητέρα αγρίων και κακών κητών και καταστροφή αυτών που ταξιδεύουν με φουρτούνα˙ εγώ είμαι κήπος καρποφόρος και έχω άνθη και αρώματα, ενώ συ έχεις ανέμους και λιμάνια και αταξίας. Αν μπορούσα να κρατήσω τον Κύριον, δεν θα τον άφηνα να έλθει σε σένα.
Κατ’ εκείνη όμως την ώρα που τα στοιχεία της φύσεως, θάλασσα και γη με τις εκδηλώσεις τους φιλονεικούσαν, έρχεται ο Κύριος, ο Οποίος γεμίζει τα πάντα, «ο πάντα πληρών» και κατορθώνει και διορθώνει τα πάντα και έρχεται προς την θάλασσα θέλων με τα άγια ίχνη Του να δοξάσει και να τιμήσει την χώρα των υδάτων. Τότε η θάλασσα άνοιξε τις αγκάλες της και με πολλή χαρά υπεδέχθη τον Κύριο λέγουσα:
Θάλασσα: Ελάτε όλα τα ζώα, τα μικρά μαζί με τα μεγάλα, συγκεντρωθείτε όσα βρίσκεσθε στα βάθη, κολυμβήσατε και επιστρέψατε προς Εκείνον, ο Οποίος στην αρχή σας χάρισε την ζωή και σας εγκατέστησε στο ύδωρ. Όλοι οι αντίθετοι άνεμοι του χειμώνος, σιωπήσατε και φοβηθείτε την θεότητ