Ι.Μ. ΒΕΡΟΙΑΣ – Το πρωί της Πέμπτης, 30ης Μαίου, στο πνευματικό κέντρο του Ιερού Ναού των Αγίων Νεομαρτύρων Αθανασίου και Ιωάννου των Κουλακιωτών στη Χαλάστρα πραγματοποιήθηκε η Ιερατική Ημερίδα των «Λ΄ Παυλείων» που φέτος είχε ως θέμα: «Λειτουργοί του Υψίστου».
Την ημερίδα προλόγισε και παρουσίασε ο Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς μας Μητροπόλεως Αρχιμ. Αθηναγόρας Μπίρδας, ο οποίος ενημέρωσε τους Ιερείς για τρέχοντα υπηρεσιακά θέματα και για το πρόγραμμα των επετειακών «Λ΄ Παυλείων».
Στην αρχή της ημερίδας χαιρετισμό απηύθυνε ο Ποιμενάρχης μας, Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων, ο οποίος με την προσλαλιά του σήμανε την έναρξη των εργασιών της ημερίδας.
Εισηγήσεις ανέπτυξαν ο Αρχιερατικός Επίτροπος Καμπανίας Αρχιμ. Θεόφιλος Λεμοντζής, Δρ. Θεολογίας, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα: «Το ορθόδοξο λειτουργικό τυπικό έναντι των άλλων χριστιανικών ομολογιών» και ο Αρχιμ. Νικόδημος Σκρέτας, ομ. καθηγητής της Θεολογικής Σχολή Α.Π.Θ., ο οποίος ανέπτυξε το θέμα: «Το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας και τα περί αυτής ποιμαντικά ζητήματα».
Στο τέλος ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων προσέφερε τα αναμνηστικά των «Λ’ Παυλείων», ενώ η ημερίδα ολοκληρώθηκε με γεύμα, το οποίο παρέθεσε ο Δήμος Δέλτα.
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων κατά τον χαιρετισμό του ευχαρίστησε τους εκλεκτούς ομιλητές και ιδιαιτέρως τον π. Νικόδημο που αποδέχθηκε για ακόμη μία φορά την πρόσκληση της Ιεράς μας Μητροπόλεως, την αξιότιμη Δήμαρχο Δέλτα κ. Γερακίνα Μπισμπινά για την παράθεση του γεύματος και τον Αρχιμ. Θεόφιλο Λεμοντζή για την άρτια διοργάνωση, αναφέροντας μεταξύ άλλων: Τριάντα χρόνια συμπληρώνονται φέτος από τον Ιούνιο του 1995, όταν η Ιερά και Αποστολική μας Μητρόπολη αποφάσισε να καθιερωσει ένα ετήσιο κύκλο εκδηλώσεων προς τιμήν του ιδρυτού της, μεγίστου εν αποστόλοις και πρωτοκορυφαίου αποστόλου Παύλου, για να προβάλλει το στόμα του Χριστού, τον απόστολο της Ελλάδος και της οικουμένης, για να μας γνωρίσει τον λόγο του, που ως λόγος Ιησού Χριστού παραμένει «χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνες», και να προσφέρει και πάλι το «Βήμα» του στη Βέροια για να ακουσθεί ο λόγος του ουρανοβάμονος αποστόλου σε όλη την οικουμένη.
Κάθε χρόνο τα «Παύλεια» είχαν και ένα διαφορετικό θέμα, το οποίο φώτιζε μία πλευρά του έργου του αποστόλου Παύλου, παρουσίαζε τη διδασκαλία του για θέματα που απασχολούν την Εκκλησία μας και τον σύγχρονο άνθρωπο, και προέβαλε τη σχέση του με την επαρχία μας, τον Ελληνισμό και τον κόσμο. Και το γενικό θέμα εξειδικευόταν με επιμέρους Ημερίδες για τους ιερείς, τους πνευματικούς, τους μοναχούς, τις πρεσβυτέρες και τις μητέρες των κληρικών μας, τους ιεροψάλτες, τους συνεργάτες του κατηχητικού έργου της τοπικής μας Εκκλησίας.
Η ταπεινή αυτή πρωτοβουλία μας ευοδώθηκε με τη χάρη του Θεού και την ενίσχυση του αγίου ενδόξου αποστόλου Παύλου, διότι και το έργο αυτό δεν είναι, συμφωνα με τον ίδιο, μόνο του θέλοντος ουδέ του τρέχοντος αλλά του ελεούντος Θεού, ο οποίος μας αξιώνει και φέτος να οργανώσουμε τα τριακοστά «Παύλεια» προς τιμήν του κλητού αποστόλου του, του αποστόλου Παύλου, με γενικό θεμα «Η λειτουργική ζωή της Εκκλησίας μας».
Και σήμερα έχουμε τη χαρά να εγκαινιάζουμε το πρόγραμμα των Λ´ Παυλείων με την Ημερίδα για τους κληρικούς της Ιεράς μας Μητροπόλεως και θέμα: «Λειτουργοί του Υψίστου», στο φιλόξενο Πνευματικό κέντρο του ιερού ναού των αγίων Νεομαρτύρων της Χαλαστρας, και να ευρισκόμεθα όλοι μαζί επί το αυτό, υπό τη σκέπη του κατ᾽ εξοχήν χώρου διακονίας μας, του ναού του Θεού, του επιγείου οίκου και κατοικητηρίου του ουρανίου Πατρός, στον οποίο ο φιλάνθρωπος Θεός δεν μας κατέστησε μόνο διακόνους του αλλά και λειτουργούς του, λειτουργούς του Υψίστου.
Θα αποτελούσε μέγιστη τιμή για όλους μας ακόμη και εάν ο Θεός μας είχε καταστήσει απλώς διακόνους του, εάν μας επέτρεπε μόνο να τον υπηρετούμε και να αγγίζουμε το κράσπεδο του ιματίου του. Και θα έπρεπε να είμεθα ευγνώμονες προς Αυτόν, γιατί μας αξίωσε αυτής της τιμής, και να καταβάλλουμε διά βίου κάθε προσπάθεια για να τον διακονούμε όσο το δυνατόν πιστότερα.
Αντιλαμβανόμεθα όμως, πιστεύω, όλοι πόσο μεγαλύτερη και υψηλότερη είναι η τιμή και η ευλογία, την οποία μας επεδαψίλευσε ο Άγιος Θεός, καθιστώντας μας λειτουργούς του.
Μας έδωσε, δηλαδή, τη χάρη και το προνόμιο να είμαστε εκείνοι διά των οποίων επιτελεί το έργο του αγιασμού και της σωτηρίας των ανθρώπων.
Μας έδωσε το προνόμιο να του δανείζουμε τα χέρια μας και τα χείλη μας, ώστε να γίνονται ορατά και αισθητά τα έργα του στους αδελφούς μας.
Και εάν θα έπρεπε να κάναμε το παν για να ανταποκρινόμαστε στην τιμή να είμεθα διάκονοί του, εάν θα έπρεπε να προσπαθούσαμε με όλες μας τις δυνάμεις να ζούμε και να κινούμεθα και να ομιλούμε, όπως αρμόζει σε διακόνους του μεγάλου Θεού, τώρα έχουμε ακόμη μεγαλύτερο χρέος και μεγαλύτερη ευθύνη να ζούμε και να πολιτευομεθα αξίως της κλήσεώς μας ως λειτουργών του Υψίστου.
Τη μεγάλη αυτή ευθύνη αναδεικνύει σε πολλά σημεία των λόγων του και των επιστολών του ο πρωτοκορυφαίος απόστολος Παύλος, σκιαγραφώντας τον τρόπο της αναστροφής των ιερέων και των επισκόπων, ιδιαιτέρως όμως στις τρεις επιστολές του προς τους συνεργάτες του αποστόλους Τιμόθεο και Τίτο, επισκόπους Εφέσου και Κρήτης αντίστοιχα, αλλά και στην ομιλία του προς τους πρεσβυτέρους της Ασίας στήνΈφεσο, την οποία μας παραδίδει στις Πράξεις των Αποστόλων ο ιερός ευαγγελιστης Λουκάς, ο συνέκδημος του αποστόλου Παύλου.
Η ευθύνη του να είναι ο χοικός άνθρωπος λειτουργός του Υψίστου είναι μεγάλη, όπως είπαμε, όχι μόνο γιατί είναι λειτουργός του Θεού και επιτελεί τα έργα του Θεού, αλλά και διότι το «λειτουργος» δεν είναι μία ιδιότητα ούτε πολύ περισσότερο ένα επάγελμα, αλλά ταυτίζεται με την ύπαρξη του ιερέως, με την ύπαρξη του λειτουργού, στον οποίο ενοικεί η θεία Χαρη, την οποία έλαβε κατά την ημέρα της χειροτονίας του και την οποία οφείλει να διατηρεί και να αυξάνει μέσα του, εάν επιθυμεί να ανταποκρίνεται στο υψηλό του λειτούργημα, πάντοτε βεβαίως με συναίσθηση της αδυναμίας και της αναξιότητός του.
Αυτό είναι δυνατόν να επιτευχθεί υπό ορισμένες προϋποθέσεις.
Η πρώτη προϋπόθεση είναι ο ιερέας να αγωνίζεται να ζει την εν Χριστώ ζωή, να ζει δηλαδή αγωνιζόμενος πρωτίστως για τον δικό του προσωπικό αγιασμό.
Μπορούμε να φαντασθούμε πόσο τραγικό και πόσο οδυνηρό είναι να μεταδίδουμε τη χάρη του Θεού στους αδελφούς μας και να τους αγιάζουμε και εμείς να χάνουμε αυτή τη χάρη και κατακρινόμεθα, γιατί δεν είμαστε όσο προσεκτικοί οφείλουμε να είμαστε στη ζωή μας και στην αναστροφή μας μέσα και έξω από τον ναό του Θεού;
Όταν π.χ. καλούμε τους αδελφούς μας να προσέλθουν στο μυστηριο της θείας Ευχαριστίας «μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης», και εμείς όχι μόνο κοινωνούμε αλλά και αγγίζουμε το Σώμα του Κυρίου μας με τα χοικά χέρια μας χωρίς να πληρούμε αυτές τις προϋποθέσεις, ή όταν αδιαφορούμε για τη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας μας, ενώ λέμε «έθελξας πόθω με, Χριστέ, και ηλλοίωσας τω θείω σου έρωτι»;
Η δεύτερη προϋπόθεση είναι να έχουμε σε όλη μας τη ζωή συναίσθηση της τιμής και της ευθύνης να είμεθα λειτουργοί του Υψίστου. Να μην μας γίνει συνήθεια η λειτουργική ζωή, όχι με την καλή αλλά με την αρνητική έννοια της λέξεως. Να μην, δηλαδή, αντί να μεταφέρουμε τον ναό και την ιερότητα των μυστηρίων και των αγιαστικών πράξεων στη ζωή μας, στην οικογένειά μας, στην καθημερινοτητά μας, να μεταφέρουμε τον κόσμο και τις επιθυμίες του μέσα στον ναό και πολύ περισσότερο μέσα στο ιερό Βήμα.
Η τρίτη προϋπόθεση είναι να μην ξεχνούμε ποτέ ότι ως λειτουργοί του Υψίστου δεν είμαστε ανεξάρτητοι και αυτοδέσποτοι. Είμαστε μέλη του Σώματος του Χριστού, μέλη της Εκκλησίας, μέσω της οποίας έχουμε λάβει τη χάρη της ιερωσύνης και σ᾽ αυτήν έχουμε την αναφορά μας και της οφείλουμε την υπακοή μας.
Η Εκκλησία μας ζει και προχωρεί με την εμπειρία των αγίων της και την παράδοση, την οποία ανά τους αιώνες διατηρεί και μεταδίδει, και την οποία έχουμε χρέος να τηρούμε και εμείς απαρέγκλιτα και με ταπείνωση, διότι μόνο έτσι μένουμε στην Εκκλησία και αγιαζόμεθα. Και πρέπει να θυμόμαστε ότι ο Χριστος και η Εκκλησία μας έχουν εμπιστευθεί τις ψυχές των ανθρώπων και έχουμε χρέος να αποτελούμε γι᾽ αυτούς καλά πρότυπα, και φυσικά να προσπαθούμε να μην τους σκανδαλίζουμε με τη συμπεριφορά μας και τους απομακρύνουμε από τον Θεό και την Εκκλησία, αντί να τους βοηθούμε να προσεγγίσουν όσο γίνεται περισσότερο τον Χριστό.
Κύριο έργο μας ως λειτουργών του Υψίστου είναι βεβαίως το κατ᾽ εξοχήν μυστήριο της Εκκλησίας μας, το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, το οποίο επιτελούμε μέσα στη θεία Λειτουργία, το όνομα της οποίας δηλώνει τη σχέση που υπάρχει μεταξύ «λειτουργού» και «λειτουργίας», αλλά και γενικά το λατρευτικό έργο της Εκκλησίας μας.
Στους δύο αυτούς τομείς του έργου μας ως λειτουργών του Υψίστου θα αναφερθούν οι δύο εκλεκτοί ομιλητές μας, τους οποίους ευχαριστώ θερμά εκ των προτέρων.
Ιδιαιτέρως ευχαριστώ για την αποδοχή της προσκλήσεώς μας και καλωσορίζω στην Ιερά Μητρόπολη μας και στην Ημερίδα μας τον πανοσιολογιώτατο αρχιμανδρίτη π. Νικόδημο Σκρέττα, καθηγητή της Ιστορίας και Θεολογίας της θείας Λατρείας, στη Θεολογική Σχολη του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ο οποίος θα μας αναπτύξει το θέμα «Το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας και τα περί αυτήν θέματα».
Ευχαριστώ, βεβαίως, και τον δεύτερο ομιλητή μας, τον πανοσιολογιώτατο αρχιμανδρίτη π. Θεόφιλο Λεμοντζή, Αρχιερατικό Επίτροπο Καμπανίας και διδάκτορα της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., που φιλοξενεί την Ημερίδα μας εδώ στη Χαλάστρα και στον ναό των Αγίων Νεομαρτύρων Αθανασίου και Ιωάννου των Κουλακιωτών. Ο π. Θεόφιλος θα μας ομιλήσει με θέμα: «Το ορθόδοξο λατρευτικό τυπικό έναντι των άλλων χριστιανικων ομολογιών».
Και οι δύο εισηγήσεις είμαι βεβαιος ότι έχουν μεγάλο ενδιαφέρον για όλους μας και πιστεύω ότι θα μας δώσουν πολλές αφορμές για συζήτηση που θα είναι χρήσιμη και ωφέλιμη και για την προσωπική μας κατάρτιση αλλά και για τη διακονία μας.
Σας ευχαριστώ και πάλι από καρδίας και αναμένουμε να σας ακούσουμε.