Ι.Μ. ΙΕΡΙΣΣΟΥ: Η ορθόδοξη θεολογία καί εμπειρία ορθώς χαρακτηρίζει τήν πίστη μας όχι μόνο Αποστολική, αλλά καί αγιοπατερική.
Καί τό κάνει αυτό γιατί στήν Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία τού Χριστού οι θεοφόροι και απλανείς Διδάσκαλοι καί Πατέρες είναι οι οδοδείκτες αλλά καί οι φάροι πού φωτίζουν το πέλαγος τής κοινωνικής, λειτουργικής καί προσωπικής ζωής τών Χριστιανών.
Ένας από τούς μεγάλους Πατέρες, Διδασκάλους καί Ιεράρχες τής Εκκλησίας μας είναι ο Μέγας Βασίλειος, μεγάλη θεολογική καί εκκλησιαστική μορφή τού 4ου μ. Χ. αιώνος πού σφράγισε μέ τήν παρουσία του όλη τήν πορεία τής αδιαίρετης Εκκλησίας τού Χριστού.
Σπούδασε ιατρική, φιλοσοφία, αστρονομία, θεολογία μαζί μέ τόν φίλο του Άγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο καί έγινε μύστης τής αρχαιοελληνικής σκέψεως καί φιλοσοφίας, σπουδαγμένος βεβαίως στήν τότε μεγαλοπρεπή Αθήνα. Άν καί εκλήθη νά διδάξη φιλοσοφία στό κλεινόν άστυ, εντούτοις μαζί μέ τόν Γρηγόριο προτίμησε τά ασκηταριά τού Πόντου, γιά νά αναζητήση καί νά βρή τόν Θεό, μιλώντας τή γλώσσα Του καί γευόμενος τίς στιγμές Του.
Κέντρο τής μεγάλης γιορτής τής Περιτομής τού Κυρίου μας καί τής μνήμης τού Αγίου ενδόξου μεγάλου διδασκάλου και πατρός τής Εκκλησίας μας, Βασιλείου Αρχιεπισκόπου Καισαρείας Ουρανοφάντορος τού Μεγάλου, είναι η κωμόπολη τής Μεγάλης Παναγίας γιά τή Μητρόπολή μας καί ο ομώνυμος ναός του. Εκεί εφημερεύει ο Παν. Αρχιμ. π. Χριστόδουλος Στυλιανός, πνευματικό ανάστημα τού Πρωτοσυγκέλλου τής Μητροπόλεως, π. Ιγαντίου Ριγανά, καί εκλεκτός άνθρωπος καί θεολόγος.
Τήν παραμονή τής εορτής τού Μεγάλου Εσπερινού προέστη καί ωμίλησε δεόντως ο π. Ιγνάτιος, πλαισιούμενος από τά πνευματικά του τέκνα καί άλλους κληρικούς τής Μητροπόλεώς μας.
Τήν κυριώνυμο ημέρα τής εορτής, τήν Πρωτοχρονιά δηλαδή, τού Πανηγυρικού Όρθρου καί τής Βυζαντινής Θείας Λειτουργίας τού Μεγάλου Βασιλείου προέστη ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ, ακολουθούμενος από τούς Διακόνους του π. Αμφιλόχιο Χάϊτα καί π. Νικόλαο Τσεπίση καί πλαισιούμενος από τούς εφημερίους τού Ναού, π. Χριστόδουλο Στυλιανό καί π. Πέτρο Ασβεστόπουλο. Σύμφωνα μέ τίς προφυλάξει γιά τήν αποφυγή διαδόσεως τού Κορωναϊού, ο Λαός τού Θεού προσήλθε λελογισμένα στόν Ιερό Ναό γιά τήν Ευχαριστιακή Σύναξη.
Σέ έναν Ναό καταστόλιστο μέ τό χριστουγεννιάτικο έλατο καί πανέμορφα άνθη, πού ο π. Χριστόδουλος γνωρίζει μαζί μέ τήν Επιτροπή του νά προσφέρη πρός τιμήν τού Αγίου. Επικεφαλής τού Λαού ο Δήμαρχος Αριστοτέλη κ. Στέλιος Βαλιάνος, οι Αντιδήμαρχοι κ. Γεώργιος Θαλασσινός και κ. Ευριπίδης Ατζιαμής, οι Δημοτικοί Σύμβουλοι κ. Μαριαλένα Ζιαμάνη καί κ. Γεώργιος Κούκος, ο Πρόεδρος τού Τοπικού κ. Κωνσταντίνος Πασχάλης, ο Υποδιοικητής τού Αστυνομικού Τμήματος Αρναίας κ. Αναστάσιος Καραπατάς, Τοπικοί Σύμβουλοι καί άλλοι.
Στήν ομιλία του ο Σεβασμιώτατος αφού έπλεξε τό εγκώμιο τού Μεγάλου Βασιλείου ως Ασκητού, ως Ιεράρχου, ως Μεγάλου Πατρός και Διδασκάλου τής Εκκλησίας, στάθηκε ιδιαιτέρως στή θεολογική προσφορά τού Αγίου μας στήν ορθόδοξο βιοτή καί πολιτεία.
Έκανε λόγο γιά τόν τεράστιο αριθμό τών θεολογικών επιστολών του, γιά τά θεολογικά του συγγράμματα καί ιδίως γιά τή συμβολή του περί τής διδασκαλίας τού Αγίου Πνεύματος, τά ασκητικά του συγγράμματα μέ αποκορύφωμα εκείνα πού περιγράφονται ως Όροι κατά πλάτος καί κατ επιτομήν , τήν περίφημη Θεία Λειτουργία του, πού χαρακτηριστικό γνώρισμά της είναι η κήρυξις τών Δογμάτων τής Εκκλησίας καί ιδίως η περίφημη Χριστολογία της, δηλαδή η Θεολογία τής Εκκλησίας γιά τό πρόσωπο τό Θεανδρικό τού Χριστού μας.
Όλα αυτά, συνέχισε ο Επίσκοπός μας, προβάλλουν μίαν αλήθεια τής Εκκλησίας μας: η Ορθοδοξία, η Μία Αγία Καθολική καί Αποστολική Εκκλησία είναι συνάμα και η Εκκλησία τών Πατέρων, είναι καί παραμένει Αγιοπατερική Εκκλησία.
Η θεολογία της είναι Πατερική Θεολογία, γιατί ουδέποτε διανοήθηκε νά τήν ξεχωρίση από τή ζωή τής προσευχής καί από τήν άσκηση τής προσευχής. Οι άγιοι Πατέρες, είναι οι θεούμενοι εκείνοι βλαστοί τής Εκκλησίας πού αξιώθηκαν νά τούς αποκαλυφθούν τά μυστήρια τής Βασιλείας τών Ουρανών, απλώς, γιατί έφτασαν στή θέωση, δηλαδή στήν αγιότητα.
Οι άγιοι Πατέρες αξιώθηκαν νά ιδούν τίς «αποκαλύψεις» τού Θεού, νά ιδούν αοράτως τά αόρατα, νά ακούσουν ανηκούστως τά ανήκουστα, νά εννοήσουν υπερνοητικώς τά υπέρ νόηση καί λογική Μυστήρια τής Βασιλείας τού Θεού. Αυτοί μάς πληροφορούν γιά τή Θεότητα τού Λόγου, ως Φίλοι τού Τριαδικού Θεού, γιά αυτό κατά τόν π. Ιωάννη Ρωμανίδη χαρακτηρίζονται καί απλανείς Διδάσκαλοι καί οδηγοί τής Ορθοδοξίας, γιατί από αυτούς πληροφορούμεθα όχι μόνο τήν προσωπική τους ομολογία γιά τή Θεότητα, αλλά καί τή μαρτυρία-καθολική αλήθεια τής Εκκλησίας μας. Είναι οι Διδάσκαλοί Της. Ως μέτοχοι Ζωής πλημμυρισμένης από αγιοπνευματική Χάρη.
Και κατέληξε ο Μητροπολίτης μας: «Η θεολογία τής ορθόδοξης Ανατολής είναι Πατερική Θεολογία, γιατί ουδέποτε διανοήθηκε νά τήν ξεχωρίση απ τή ζωή τής προσευχής και τήν αγιοζωή. Τό αποκορύφωμα τής Αγνότητας στόν ορθόδοξο χώρο είναι η προϋπόθεση, μάλλον δέ η απαρχή τής Θεολογίας ή όπως τό διατυπώνει ο όσιος Ιωάννης τής Κλίμακος: Τέλος δέ αγνείας υπόθεσις θεολογίας, δηλαδή όταν ολοκληρώνεται καί κορυφώνεται η Αγνότητα, αυτό συνιστά ξεκίνημα τής Θεολογίας.
Οι Άγιοι Πατέρες, μεταξύ τών οποίων κορυφαία θέση έχει ο Μέγας Βασίλειος, εβίωσαν μέ άκρα αγνότητα τό Θείο Θέλημα· η αγιοζωή τού Βασιλείου εν προκειμένω τόν ανυψώνει σέ πάγχρυσο στόμα τής Εκκλησίας, όπως καί η αγιοπνευματική εμπειρία τών Αγίων Πατέρων τούς παρέχει τό αξίωμα τού θεολογείν»!
Μετά τό πέρας τής Θείας Λειτουργίας ετελέσθη Δοξολογία γιά τήν είσοδο στό νεό έτος, εκόπη η Αγιοβασιλόπιτα πρός τιμήν τού Αγίου καί οι Αρχές μαζί μέ τόν Δεσπότη μας, ευχήθηκαν τά δέοντα Λαό μας. Νά σημειωθή ότι εντός ανθοστόλιστου επιταφίου προσεφέρθη απότμημα τού ιερού λειψάνου τού Αγίου Βασιλείου γιά προσκύνηση, επ ευλογία τού Λαού.