Κατά του Πατριάρχη Αλεξανδρείας βάλει το γραφείο αιρέσεων της Μητροπόλεως Πειραιώς με αφορμή τη στάση του στην τελευταία Διαχριστιανική και Διαθρησκειακή Συνάντηση στη Ρώμη.
Σε ανακοινωθέν της η Μητρόπολη Πειραιώς αναφέρει χαρακτηριστικά:
ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ
Εν Πειραιεί τη 24η Οκτωβρίου 2013
Αναφορά σε δηλώσεις του Mακαριωτάτου Πατριάρχου και Πάπα Αλεξανδρείας κ. κ. Θεοδώρου του Β΄.
Με έκπληξη και οδύνη ψυχής για μια ακόμη φορά βλέπουμε τον συγκρητιστικό Οικουμενισμό και το πανθρησκειακό όραμα της «Νέας Εποχής» να προβάλλεται και να μετασχηματίζεται σε ένθερμο κήρυγμα όχι ενός τυχαίου ποιμένος, αλλά του Προκαθημένου της των Αλεξανδρινών και πάσης Αφρικής Εκκλησίας, Θεοδώρου του Β΄.
Στις 30 Σεπτεμβρίου μετέβη στη Ρώμη, προκειμένου να συμμετάσχει στη Διαχριστιανική και Διαθρησκειακή Συνάντηση, που οργάνωσε η «Κοινότητα του αγίου Εγιδίου» με τίτλο: «Το Κουράγιο της Ελπίδας», η οποία έλαβε χώρα στην Basilica di Santa Maria in Trastevere στη Ρώμη. Οι διακηρύξεις δε και οι δηλώσεις, τις οποίες έκαμε κατά την επίσκεψή Του αυτή ο Μακαριώτατος, τόσο στην προσφώνησή του προς τον «Πάπα» Φραγκίσκο τον Α΄, όσον επίσης κατόπιν και ενώπιον των παρισταμένων στην αιρετική και πανθρησκειακή παρασυναγωγή της Ρώμης, θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν, κατά την ταπεινή μας γνώμη, ως απηχούσες την οικουμενιστική ιδεολογία και ως πέρα για πέρα ξένες προς την διδασκαλία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας και Παραδόσεως. Επειδή δε πιθανότατα έχουν προκαλέσει σκανδαλισμό στον πιστό λαό του Θεού και ίσως έχουν παρασύρει στον οικουμενιστικό κατήφορο, γι’ αυτό θεωρήσαμε σκόπιμο να προχωρήσουμε στις παρά κάτω επισημάνσεις:
Κατ’ αρχήν στη συνάντησή Του στο Βατικανό με τον αιρεσιάρχη «Πάπα» τον προσφωνεί ωσάν να ήτο κανονικός Ορθόδοξος επίσκοπος και ωσάν η «Εκκλησία» της Ρώμης σήμερον να είναι Ορθόδοξος!: «Οι δύο Εκκλησίες, η Αλεξανδρινή και η Ρωμαϊκή, ανήκουμε, ιστορικώς και παραδοσιακώς, στις αρχαίες Εκκλησίες». Είναι απορίας άξιον, πώς ο Αλεξανδρινός Προκαθήμενος φαίνεται να αγνοεί στοιχειώδεις γνώσεις εκκλησιαστικής ιστορίας. Η Εκκλησία της Ρώμης ανήκε επί χίλια έτη στις ιστορικώς και παραδοσιακώς αρχαίες Εκκλησίες, επειδή ανήκε στον κορμό της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας ως ένα από τα πέντε Ορθόδοξα Πρεσβυγενή Πατριαρχεία. Επειδή όμως στη συνέχεια οι αιρετικοί Φράγκοι κατέλαβαν το σεβάσμιο Πατριαρχείο της Δύσεως και το οδήγησαν σε σειρά φρικτών αιρετικών διδασκαλιών, εξέπεσε πλέον στην κατάσταση της αιρέσεως και απεκόπη οριστικά από την Ορθόδοξο Καθολική Εκκλησία το 1054. Στην κατάσταση δε αυτή δυστυχώς παραμένει μέχρι σήμερα.
Στη συνέχεια της προσφώνησής Του επανέλαβε τη μέθοδο του Οικουμενισμού, την προσπάθεια ανοικοδόμησης ενότητος της Ορθοδοξίας με την αίρεση με βάση όσα μας ενώνουν: «…διά της μαρτυρίας όσων μας ενώνουν και διά του διαλόγου, να συνεχίσουμε την πορεία στον δρόμο της αποκαταστάσεως της ενότητας των Χριστιανών». Ωστόσο ένα τέτοιο μοντέλο ενότητος δεν έχει κανένα απολύτως έρεισμα ούτε στην αγία Γραφή, ούτε στους Ιερούς Κανόνες, ούτε επίσης μαρτυρείται από τους αγίους Πατέρες. Πότε, Μακαριώτατε, στη δισχιλιόχρονη πορεία της Εκκλησίας μας οι άγιοι και θεοφόροι Πατέρες στήριξαν τους αντιαιρετικούς των αγώνες προς τους αιρετικούς σε αυτά που τους ένωναν με αυτούς;
Αναφερθήκατε στον προκάτοχο Υμών Μέγα Αθανάσιο. Μπορείτε να μας παρουσιάσετε έστω και μία αναφορά του, στην οποία προσπαθεί να προσεγγίσει την αίρεση του Αρείου με τα κοινά στοιχεία της με την Ορθοδοξία; Το πρόβλημά μας με τις αιρέσεις δεν είναι τα στοιχεία που μας ενώνουν με αυτές, αλλά τα στοιχεία που μας χωρίζουν. Αυτά είναι τα αίτια της απομακρύνσεώς των από την Εκκλησία.
Συνεχίζοντας την προσφώνησή Του προς τον «Πάπα» αναφέρει: «Ως ποιμένες της αγάπης και της αλήθειας, ας προσευχηθούμε διαπύρως…». Ερωτώμεν και πάλιν: Από πότε Μακαριώτατε ο αιρεσιάρχης «Πάπας» έγινε «ποιμένας και διάκονος της αγάπης και της αλήθειας»; Πώς μπορεί να είναι φορέας αληθείας, καθ’ όν χρόνον είναι ταυτόχρονα φορέας μιας σωρείας αιρέσεων και πλανών; Και πώς μπορεί να είναι φορέας αγάπης, καθ’ όσον έπαυσε πλέον να είναι φορέας της αληθείας; Διότι είναι αδύνατον να έχει κανείς την αγάπη ως άκτιστη ενέργεια του αγίου Πνεύματος, εάν δεν έχει ταυτόχρονα και την αλήθεια. Αφού λοιπόν κατά την άποψη Υμών ο «Πάπας» είναι φορέας της αγάπης και της αλήθειας και αφού δε βρίσκετε σ’ αυτόν καμία πλάνη, αλλά μόνον αγάπη και αλήθεια, τότε τι εμπόδισε Υμάς να προχωρήσετε στην μυστηριακή διακοινωνία μ’ αυτόν;
Επίσης προτρέπει τον Πάπα: «ας προσευχηθούμε διαπύρως…». Οι άγιοι Πατέρες ουδέποτε διενοήθησαν να ζητήσουν τις προσευχές των αιρετικών, τους οποίους ως λύκους βαρείς απέκοπταν από την Εκκλησία και συνοδικώς αναθεμάτιζαν. Επίσης στην πρόσφατη επίσκεψή του στη Βραζιλία χορήγησε ως «ευλογία» στους συμμετέχοντας «λυσίποινα», συντόμευση του χρόνου παραμονής στο καθαρτήριο!!! Υπάρχει καθαρτήριο Μακαριώτατε; Σε άλλο σημείο επισημαίνει την ανάγκη «συνεχίσεως και εντάσεως του Διαχριστιανικού Διαλόγου προς σύμπηξη και εμπέδωση της χριστιανικής ενότητας μέσα από την διαφορετικότητα…».
Τι άλλο όμως μπορεί να είναι η «διαφορετικότητα» αυτή των χριστιανικών αιρέσεων, για την οποία κάνει λόγο ο Μακαριώτατος, παρά οι ψευδείς και πεπλανημένες διδασκαλίες των; Μπορεί λοιπόν η αλήθεια της Εκκλησίας να ενωθεί με την διαφορετικότητα της πλάνης και του ψεύδους «προς σύμπηξη και εμπέδωση της χριστιανικής ενότητας»; Μπορεί το φώς να ενωθεί με το σκότος; «Τις κοινωνία φωτί προς σκότος;» (Β΄Κορ.6,14) λέγει ο απόστολος. Ασφαλώς καμία. Αν ήταν δυνατή μια τέτοιου είδους ενότητα, όπως την οραματίζεται εδώ ο Μακαριώτατος, θα ήταν περιττοί οι αγώνες των αγίων Πατέρων μας εναντίον των αιρέσεων και των αιρετικών, για να διαφυλάξουν την ακεραιότητα της Ορθοδόξου πίστεως, περιττοί οι διωγμοί και τα μαρτύρια, τα οποία υπέφεραν, περιττή η συγκρότηση Τοπικών και Οικουμενικών Συνόδων, περιττοί οι αναθεματισμοί των αιρετικών. Η αποστολή της Εκκλησίας, Μακαριώτατε, δεν είναι ο συσχηματισμός και η συμπόρευσή της με τα φθαρτά και κτιστά σχήματα και ιδεολογίες του κόσμου, αλλά ο μετασχηματισμός του κόσμου σε «Καινή κτίση», σύμφωνα με τον λόγον του Παύλου «ει τις εν Χριστώ Καινή κτίσις» (Β΄Κορ.5,17).
Ο Μακαριώτατος κατά τον λόγον Του ενώπιον των προσκεκλημένων συνέδρων της Συναντήσεως ομίλησε με ακόμη πιο οικουμενιστική γλώσσα. Αρχίζει την ομιλία Του με ένα εγκώμιο προς την θρησκεία, εντάσσοντας μέσα σ’ αυτή και την Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία. Η θρησκεία κατά την άποψή του, «εξακολουθεί να προσφέρει στον ποντοπόρο άπορο άνθρωπο του 21ου αιώνα υπαρξιακό προσανατολισμό, νόημα ζωής, ηθική συνείδηση, πολιτισμική ταυτότητα, προοπτική αιώνιας σωτηρίας. Προσφέρει στον άνθρωπο την δυνατότητα να κατανοήσει τον εαυτό του πλήρως μόνον ξεκινώντας από τον Θεό ως Δημιουργό, Αρχή και Πηγή του κόσμου, τον Θεό όλων των εθνών και των ανθρώπων, τον Θεό της Αγάπης, της Πρόνοιας και της Σωτηρίας “κατά τo πλήθος των οικτιρμών” Του για όλα τα δημιουργήματά Του». Όλα αυτά όμως τα οποία ο Μακαριώτατος απέδωσε γενικά και αόριστα στην θρησκεία, μόνον μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία βρίσκουν την πλήρη πραγματοποίησή τους.
Ερωτώμεν και πάλιν: Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι μια από τις πολλές θρησκείες του κόσμου; Από πότε Μακαριώτατε μεταβλήθηκε η Εκκλησία του Χριστού σε θρησκεία και μάλιστα «τσουβαλιασμένη» με τις άλλες θρησκείες του κόσμου; Από πότε οι θρησκείες του κόσμου προσφέρουν «προοπτική αιώνιας σωτηρίας»; Σε ποιες βιβλικές ή αγιοπατερικές μαρτυρίες στηριχθήκατε για να διατυπώσετε αυτές τις θέσεις; Ο απόστολος Πέτρος στην θεόπνευστη ομιλία του ενώπιον του Ιουδαϊκού Συνεδρίου δεν ομιλεί για την μοναδικότητα και αποκλειστικότητα της διά του Ιησού Χριστού σωτηρίας; «Ουκ έστιν εν άλλω ουδενί η σωτηρία, ουδέ γαρ όνομα εστίν έτερον υπό τον ουρανόν το δεδομένον εν ανθρώποις εν ώ δει σωθήναι ημάς» (Πρ.4,12).
Παρουσιάζει επίσης ο Μακαριώτατος την θρησκεία ως παράγοντα «ειρηνοποιίας και ενισχύσεως του αγώνα για δικαιοσύνη και αξιοπρέπεια». Ποια παραδείγματα θα μπορούσε να αναφέρει προς επίρρωσιν της θέσεώς Του αυτής; Μπορεί να μας εξηγήσει πώς μπορεί το Ισλάμ, για παράδειγμα, να είναι παράγων ειρηνοποιΐας, όταν ως βασικό δόγμα πίστεώς του έχει το «Τζιχάντ», την σφαγή των αλλοθρήσκων στο όνομα του Αλλάχ; Τα πρόσφατα γεγονότα του πολέμου στη Συρία, όπου οι Χριστιανοί σφάζονται σαν αρνάκια, από τους φανατικούς ισλαμιστές δεν διαψεύδουν τους ισχυρισμούς Του αυτούς; Αποστολή της Εκκλησίας, Μακαριώτατε, είναι να ειρηνεύσει τον άνθρωπο με τον Θεό, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να ειρηνεύσουν και οι άνθρωποι στη συνέχεια μεταξύ τους και όχι να μεταβάλλεται η ίδια σε ένα παγκόσμιο ειρηνευτικό οργανισμό. Να προσφέρει τον Χριστόν, τον μόνον ειρηνοποιόν, ο οποίος είναι «η ειρήνη ημών» (Εφ.2,14) κατά τον απόστολο. Για την Ορθόδοξη Εκκλησία ειρήνη δεν σημαίνει απουσία πολέμου, αλλά είναι καρπός του αγίου Πνεύματος: «ο δε καρπός του Πνεύματος εστίν αγάπη, χαρά, ειρήνη…» (Γαλ.5,22). Εξ άλλου και ο ίδιος ο Χριστός την αντιδιαστέλλει από την κοσμική ειρήνη: «ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν, ου καθώς ο κόσμος δίδωσιν, εγώ δίδωμι υμίν» (Ιω.14,27). Πέραν τούτου τόσον οι άγιοι απόστολοι, όσον και οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας μας εν μέσω πολέμων και αιματοχυσιών έζησαν και έδρασαν. Δεν κατενόησαν όμως την αποστολή τους, όπως την κατανούν σήμερα πολλοί Πατριάρχες, Αρχιεπίσκοποι και θεολόγοι Οικουμενιστές. Ποτέ δεν διανοήθηκαν να συμμαχήσουν και να συνεργαστούν με άλλες θρησκείες και αιρέσεις για να υπηρετήσουν μία κοσμικού τύπου παγκόσμια ειρήνη.
Στη συνέχεια ομίλησε ο Μακαριώτατος για τον κύριο παράγοντα, που εμποδίζει την αποστολή της θρησκείας να αποβεί «παράγων ειρηνοποιίας και ενισχύσεως του αγώνα για δικαιοσύνη και αξιοπρέπεια»: «…ο θρησκευτικός αυτοπροσδιορισμός αποβαίνει συχνά παράγων διχασμού και μισαλλοδοξίας, φανατισμού και βίας. Αυτό συμβαίνει όταν η θρησκευτική συνείδηση χειραγωγείται, η θρησκευτική ιδιαιτερότητα παρεξηγείται, ο θρησκευτικός ζηλωτισμός αρνείται την ελευθερία του άλλου στο όνομα του Θεού». Γνωρίζει μήπως ο Μακαριώτατος καμιά θρησκεία του κόσμου, που να μην έχει «θρησκευτικό αυτοπροσδιορισμό»; Υπαινίσσεται μήπως, ότι και η Εκκλησία του Χριστού, ως μία από τις θρησκείες του κόσμου, όπως την θέλει εκείνος, πως ο δικός Της «αυτοπροσδιορισμός», δηλαδή η θεία διδασκαλία Της, που την διαφοροποιεί από τις άλλες θρησκείες, είναι παράγων κατάλυσης της παγκόσμιας ειρήνης και εμπόδιο να ενισχυθεί ο αγώνας για δικαιοσύνη και αξιοπρέπεια των ανθρώπων; Έτσι όπως εκφράζεται μας αφήνει αβίαστα να σκεφτούμε, πως μια ενδεχόμενη άρση του «θρησκευτικού αυτοπροσδιορισμού» των θρησκειών, και φυσικά της Εκκλησίας, θα σημάνει και την εδραίωση της ειρήνης, της δικαιοσύνης και της αξιοπρέπειας στον κόσμο.
Πάντως το γεγονός ότι σε άλλες θρησκείες όπως στο Ισλάμ, τον Ιουδαϊσμό, ή τον Ινδουϊσμό, παρατηρούνται φαινόμενα «μισαλλοδοξίας, φανατισμού και βίας» ή θρησκευτικού ζηλωτισμού, ο οποίος «αρνείται την ελευθερία του άλλου στο όνομα του Θεού», αυτό δεν σημαίνει, ότι το ίδιο συμβαίνει και στην Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία, η οποία ουδέποτε καθιέρωσε μια τέτοιου είδους στάση απέναντι στους οπαδούς διαφόρων θρησκειών. Και τούτο διότι βασική και θεμελιώδης αρχή της ευαγγελικής διδασκαλίας του Κυρίου μας είναι ο σεβασμός της ελευθερίας του ανθρωπίνου προσώπου: «Ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν…» (Ματθ.16,24). Θα έπρεπε λοιπόν ο Μακαριώτατος να κάνη έναν αναγκαίο διαχωρισμό και να μην «τσουβαλιάσει» μέσα στο τσουβάλι της «μισαλλοδοξίας, φανατισμού και βίας» και την Ορθόδοξη Εκκλησία, διότι έτσι την αδικεί κατάφωρα.
Στη συνέχεια ο Μακαριώτατος επανέρχεται και πάλι στο θέμα της προβολής «των στοιχείων που ενώνουν τις θρησκείες, παρά εκείνων που τις χωρίζουν» και προσδιορίζει παρά κάτω πιο συγκεκριμένα, ποιά είναι αυτά τα στοιχεία, που πρέπει να προβληθούν: «…η προβολή των κοινών αξιών των διαφόρων θρησκειών, παρά των αντιλήψεων εκείνων περί θρησκευτικής ανωτερότητας, που υπονομεύουν την ανοχή στην διαφορετικότητα… Στόχος ενός τέτοιου διαλόγου οφείλει να είναι η συναίνεση των θρησκειών σε μια ελάχιστη κοινή ηθική, χωρίς νόθευση της πίστεως». Δηλαδή κατά τον Μακαριώτατον, θα πρέπει να παύσουμε να προβάλλουμε και να διακηρύττουμε προς τους αλλοδόξους την διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ότι ο μοναδικός Σωτήρας και λυτρωτής του κόσμου είναι ο Χριστός, σύμφωνα με τους θεόπνευστους λόγους του αποστόλου Πέτρου, που αναφέραμε παρά πάνω, επειδή μια τέτοια διακήρυξη, που αναδεικνύει όχι απλώς την «ανωτερότητα», αλλά και την μοναδικότητα της διά του Ιησού Χριστού σωτηρίας, καλλιεργεί αντιλήψεις «θρησκευτικής ανωτερότητας που υπονομεύουν την ανοχή στην διαφορετικότητα».
Θα πρέπει επίσης να παύσουμε να πιστεύουμε και να διακηρύττουμε, ότι ο Χριστός είναι «η οδός και η αλήθεια και η ζωή» (Ιω.14,6), «η ανάστασις και η ζωή» (Ιω11,25) και πλείστες όσες άλλες μαρτυρίες από την Αγία Γραφή, που προβάλλουν την μοναδικότητα του Χριστού. Εν τέλει θα πρέπει να παύσουμε να πιστεύουμε και να διακηρύττουμε την Ανάσταση του Χριστού, που είναι το θεμέλιο της πίστεώς μας, επειδή ο Χριστός με την Ανάστασή του απέδειξε, ότι είναι ο μοναδικός νικητής του θανάτου και ο μοναδικός χορηγός της ζωής. Και όλα αυτά μπορούν να γίνουν, πάντα κατά τον Μακαριώτατον, «…χωρίς νόθευση της πίστεως». Μακαριώτατε, με τις παρά πάνω διακηρύξεις Υμών ουσιαστικά ανατρέπετε ολόκληρο το Ευαγγέλιο. Ουσιαστικά κηρύττετε ένα άλλο Ευαγγέλιο.
Παρά κάτω φέρνει ως παράδειγμα ενότητος με τις άλλες θρησκείες το παράδειγμα, που ακολουθούν οι χριστιανικές «εκκλησίες» μεταξύ τους, το ιδανικό «της ενότητας μέσα από την διαφορετικότητα, ως προτύπωση της ανάγκης ειρηνικής συμβιώσεως των πιστών των διαφόρων θρησκειών». Ωστόσο το ιδανικό αυτό της ειρηνικής συμβιώσεως με τους οπαδούς διαφόρων θρησκειών αποτελεί ουτοπία. Διότι πώς μπορεί να συμβιβασθεί αυτό το ιδανικό με τον λόγον του Χριστού «ει εμέ εδίωξαν και υμάς διώξουσιν»; (Ιω.15,20). Είναι αδύνατον ο πιστός, που πραγματικά θέλει να ζήσει την εν Χριστώ ζωή, να αποφύγει τον διωγμό και να συμβιώσει ειρηνικά με τον κόσμο της απιστίας και της αποστασίας, με τις θρησκείες των δαιμόνων. Αγνοεί ότι κατά την θεόπνευστη διακήρυξη «οι θεοί των Εθνών δαιμόνια»; (Ψαλμ.95,5). Ένα τέτοιο ενδεχόμενο το απέκλεισε ο Χριστός, ως νόμον πνευματικόν. Ή θα παύσει να ομολογεί Χριστόν, οπότε θα βρεθή παραβάτης των λόγων του Κυρίου «πας ούν όστις ομολογήσει εν εμοί…όστις δ’ αν αρνήσηταί με έμπροσθεν των ανθρώπων αρνήσωμαι αυτόν καγώ έμπροσθεν του πατρός μου του εν ουρανοίς» (Ματθ.10,32-33), ή θα ομολογήσει Χριστόν, οπότε αναπόφευκτα θα διωχθεί.
Παρά κάτω στρέφεται και εναντίον εκείνων, που δε συμμερίζονται το πανθρησκειακό του όραμα: «Γνωρίζω πολύ καλά, ότι κάποιοι φοβικά υποστηρίζουν πως ο Διομολογιακός και Διαθρησκειακός διάλογος αποχρωματίζει την θρησκευτική ιδιαιτερότητα και ευνοεί τον συγκρητισμό. Αδυνατούν όμως να αντιληφθούν, ότι άνθρωπος και θρησκευτική πίστη άρρηκτα συνυπάρχουν από την αρχή του κόσμου». Και συνεχίζει: «Το πρόβλημα δεν είναι ο θρησκευτικός πλουραλισμός, αλλά η στάση μας απέναντι σε αυτόν. Αν κυριαρχήσει ο φόβος μπροστά στην θρησκευτική διαφορετικότητα, τότε θα οδηγηθούμε νομοτελειακά σε εγκλεισμό στην δική μας κοινότητα και σε ολισθηρές απολυτοποιήσεις». Ο φόβος λοιπόν του Μακαριωτάτου δεν είναι οι πλάνες και οι δαιμονοδιδασκαλίες των αιρέσεων και των θρησκειών του κόσμου, αλλά να μην πέσει η Εκκλησία μας «σε ολισθηρές απολυτοποιήσεις»! Η σώζουσα διδασκαλία της Εκκλησίας μας, για τον δεύτερο στην τάξη Πατριάρχη της Εκκλησίας είναι «ολισθηρή απολυτοποίηση»!
Για να στηρίξει όλα αυτά υπερασπίζεται με στόμφο την θρησκευτική πίστη, η οποία «δεν διαγράφηκε ποτέ από την υπαρξιακή ταυτότητα ατόμων και λαών» και ότι «η πίστη στον Θεό αποτελεί την μοναδική σταθερά σε έναν κόσμο που κλυδωνίζεται επικίνδυνα». Θέλει να αγνοεί ο Μακαριώτατος, πως ο μεταπτωτικός άνθρωπος θρησκευτικότητα είχε και μάλιστα περισσή, σωτηρία δεν είχε. Θέλει να παραβλέπει επίσης, πως η μόνη σταθερά στον κόσμο δεν είναι η αόριστη πίστη στο Θεό, αλλά η πίστη στο σαρκωμένο Θεό, τον Ιησού Χριστό, μέσω του οποίου γνωρίζουμε πραγματικά τον Θεό και ενωνόμαστε μαζί Του.
Θέλει να ξεχνά, πως όλες οι θρησκείες και αιρέσεις του κόσμου, οι οποίες συνιστούν τη θρησκευτική πίστη, που υπαινίσσεται, πολεμούν με λύσσα το θεανδρικό πρόσωπο του Χριστού. Και καταλήγει στο εξής εξωφρενικό: «Το πρόβλημα δεν είναι ο θρησκευτικός πλουραλισμός, αλλά η στάση μας απέναντι σε αυτόν». Δηλαδή, για τον Μακαριώτατο δεν είναι πρόβλημα πως ο Ιουδαϊσμός αρνείται κάθε αναφορά στο πρόσωπο του Χριστού και μάλιστα Τον υβρίζει χυδαιότατα μέσα από τό «ιερό βιβλίο» του το Ταλμούδ και την σατανική Καμπάλα. Επίσης δεν αποτελεί πρόβλημα το Ισλάμ, το οποίο Τον απογυμνώνει από τη Θεία Του υπόσταση ως τραγική επιβίωση του δεινού Αρειανισμού. Το πρόβλημα για Κείνον είναι πως να μη θίξουμε τη διδασκαλία των άλλων! Πάνω απ’ όλα ο σεβασμός στον πλουραλισμό!!!
Στη συνέχεια προχωρεί ακόμη περισσότερο, απευθυνόμενος στους εκπροσώπους των θρησκειών και των αιρέσεων: «Είναι καιρός να μάθουμε τους πιστούς μας… να παραμένουν πιστοί στην παράδοσή τους». Καλεί δηλαδή τους ηγήτορες των θρησκειών να περιχαρακώσουν τους πλανεμένους οπαδούς των, ώστε να μη γίνουν Χριστιανοί. Και προχωρεί: «Είναι καιρός να μάθουμε τους πιστούς μας, ότι η απολυτοποίηση της ιδιαιτερότητας δεν συνιστά διάσωση της αλήθειας, αλλά φαλκίδευση της αλήθειας και ολίσθηση προς τη θρησκειογενή νεύρωση της αποκλειστικότητας». Το λέει ξεκάθαρα, πως αν απολυτοποιήσουμε την μοναδική ιδαιτερότητα, που έχει το θεανδρικό πρόσωπο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και Τον θεωρήσομε ως τον μοναδικό Σωτήρα του κόσμου, προσβάλλουμε την αλήθεια και την φαλκιδεύουμε. Και το χειρότερο ολισθαίνουμε σε θρησκειογενή νεύρωση!!!
Περαίνοντες την μικρή αυτή αναφορά μας εκφράζουμε και πάλιν την βαθύτατη θλίψη μας για όσα κακόδοξα διεκήρυξε ο Μακαριώτατος κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στη Ρώμη, με τα οποία αναδεικνύεται ως διαπρύσιος κήρυκας του Πανθρησκειακού Οικουμενισμού. Προσευχόμεθα προς τον Θεόν να Τον φωτίσει να συνειδητοποιήσει την τραγικότητα των λόγων Του. Τον παρακαλούμε δε να λάβει ιδιαιτέρως υπ’ όψιν Του την παραγγελία, που δίδει το Άγιο Πνεύμα διά του Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ιωάννου προς τον Επίσκοπο της εν Εφέσω Εκκλησίας: «Μνημόνευε ούν πόθεν πέπτωκας και μετανόησον και τα πρώτα έργα ποίησον. Ει δε μη έρχομαί σοι και κινήσω την λυχνίαν σου εκ του τόπου αυτής, εάν μη μετανοήσης» (Αποκ. 2,5).
Εκ του Γραφείου Αιρέσεων και Παραθρησκειών
Ο υπεύθυνος
Αρχ. Παύλος Δημητρακόπουλος
Ο Γραμματέας
κ. Λάμπρος Σκόντζος