Ι.Μ.Μαρωνείας: Η Μητρόπολη Μαρωνείας για το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα της Κυριακής ΙΒ΄ Ματθαίου.
Ένας νέος κάνει διάλογο με Χριστό. «Διδάσκαλε αγαθέ τι ποιήσω ίνα ζωήν αιώνιον κληρονομήσω;», μά από το στόμα του Χριστού δεν άκουσε δημαγωγικά λόγια και κολακείες, άκουσε αλήθειες. Και άκουσε μάλιστα μια αλήθεια, που ήταν γι’ αυτόν πικρό φάρμακο. Ήταν αετός του πνεύματος. Είχε φτάσει σε ένα ύψος μεγαλο. Είναι το ύψος της ηθικής ζωής. Του θυμίζει ο Χριστός τις εντολές του νόμου: «Ου φονεύσεις, ου μοιχεύσεις, ου κλέψεις, ου ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τον πατέρα και την μητέρα και αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν». Και ο νέος απαντά «Ταύτα πάντα εφυλαξάμην εκ νεότητός μου». Όλα αυτά που μού λές Χριστέ, εγώ από μικρό παιδί τα έχω τηρήσει.
Αλλά ο αετός ζητούσε να ανέβη σε πιό ψηλή κορυφή. Και η κορυφή αυτή ονομάζεται αιώνια ζωή. Αιώνια ζωή! Θα χαμογελάσει ειρωνικά ο ορθολογιστής άνθρωπος της εποχής μας. Αυτά, θα μας πεί, κάνετε σείς οι θεολόγοι. Αντί να μιλάτε για τα προβλήματα τούτης της ζωής, για τα χειροπιαστά, μιλάτε για τα αόρατα. Αντί να αγωνίζεσθε για τη ζωή τούτη, που την ζούμε, μεταθέτετε το πρόβλημα της ζωής σ’ έναν άλλο κόσμο· μιλάτε για την άλλη ζωή, που δεν ξέρουμε αν υπάρχει. Γίνετε ρεαλιστές.
Αυτά θα μας πει περίπου κάποιος ορθολογιστής, που θ’ ακούσει να μιλάμε για αιώνια ζωή. Μόνο όποιος έχει ανέβη στην πρώτη κορυφή βλέπει ότι υπάρχει και δεύτερη κορυφή. Και μόνο όποιος έχει ανέβη στην κορυφή της ηθικής βλέπει ολοκάθαρα μπρός του ότι υπάρχει και άλλη κορυφή, η κορυφή της αιωνιότητος.
Και ο νέος του Ευαγγελίου πίστευε πως υπάρχει αυτή η κορυφή, πως υπάρχει αιώνια ζωή και την νοσταλγούσε, ποθούσε να την κατακτήσει. Λαχταρούσε τα ύψη και γι’ αυτό ήρθε στο Χριστό. Του έδειξε ο Χριστός τους φτωχούς που υποφέρουν και του είπε: «Ει θέλεις τέλειος είναι, ύπαγε πώλησον τα υπάρχοντά σου και δός πτωχοίς…». Σαν να του έλεγε ο Χριστός: Ποθείς να βρείς το δρόμο που οδηγεί στην αιώνια ζωή; Σου λέω λοιπόν ότι αυτός ο δρόμος περνάει από τις καλύβες των φτωχών, από τα κρεβάτια των πονεμένων. Ο δρόμος προς τη βασιλεία των ουρανών απαραίτητα περνάει από την αγάπη, την ελεημοσύνη, τη θυσία. Αυτά τα τρία θα τον ελευθέρωναν τον πλούσιο νέο από το βαρύδι που ήταν δεμένο πάνω του. Αυτά τα τρία θα του έδιναν τη δυνατότητα να πετάξει ανάλαφρος στην αιώνια ζωή. Ο ταλαίπωρος νέος δεν ήθελε να ξεκολλήσει από την αγάπη του πλούτου. Η αγάπη του πλούτου έπνιξε την αγάπη προς τους άλλους. Έπνιξε όμως και την αγάπη προς τον εαυτό του. Ούτε τον εαυτό του αγαπούσε πραγματικά. Γιατί τον άφησε να βουλιάξει.