Χθες, 31η Μαρτίου, τιμήθηκε η επέτειος της απελευθέρωσης της Λιβαδειάς με Δοξολογία στον Ιερό Ναό της Αγίας Παρασκευής Λιβαδειάς, όπως και την 1η Απρίλη του 1821, χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Θηβών και Λεβαδείας κ. Γεωργίου, με την συμμετοχή των αρχών και των μαθητών των Σχολείων της πόλεως.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του τόνισε πως είναι ιδιαίτερη ευλογία που βρίσκονται σε αυτόν τον ιερό και ιστορικό χώρο της Αγίας Παρασκευής, όπου δοξολόγησαν το Θεό οι ήρωες της Επανάστασης, ο κλήρος και ο λαός. Η αναφορά μας σε αυτό το χώρο θα πρέπει να μας γεμίζει δύναμη και βιώματα θυμίζοντάς μας τους ανθρώπους που πρόταξαν σαν μείζον θέμα της ζωής τους την ελευθερία και την υπεράσπιση της πίστης και της πατρίδας και θυσιάστηκαν για αυτές. Ο Σεβασμιώτατος τόνισε πως σε μας εναπόκειται η διαχείριση της ελευθερίας γιατί χωρίς την ελευθερία σωματική και πνευματική ο άνθρωπος υποδουλώνεται στη σκλαβιά. Τέλος ευχήθηκε στους μαθητές δύναμη, υγεία και πρόοδο.
Ακολούθησε κατάθεση στεφάνων στην προτομή του Αθανασίου Διάκου που δεσπόζει στον προαύλειο χώρο της Αγίας Παρασκευής καθώς και μουσικοχορευτική εκδήλωση από μαθητές των Δημοτικών Σχολείων της Λιβαδειάς.
Στοχασμοί Σεβασμιωτάτου κ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ με αφορμή την απελευθέρωση της Λιβαδειάς από τον οθωμανικό ζυγό
«Για του Χριστού την πίστιν την αγίαν και της πατρίδος την ελευθερίαν γι ’αυτά τα δύο πολεμώ κι αν δε τα αποκτήσω τι μ’ ωφελεί να ζήσω;»
Με αυτό το απλό, ξεκάθαρο στα νοήματα του και υψηλό στους στόχους του θούριο βάδιζαν οι θαρραλέοι αγωνιστές πρόγονοί μας, για να ανοίξουν την πύλη και την οδό της ελευθερίας, την οποία είχε κλείσει επί αιώνες η οθωμανική τυραννία και στυγνή βαρβαρότητα.
Μέσα στα δύσκολα και σκοτεινά χρόνια της δουλείας του Γένους μας υπό τον ζυγό απολίτιστου, αλλόφυλου και αλλόθρησκου δυνάστη, ένας απρόβλεπτος και υπερλογικός παράγοντας, η πίστη προς τον ζώντα Θεό των πατέρων μας, τον τελικό ρυθμιστή της ιστορικής τραγωδίας, υπήρξε η μυστική εκείνη και ακαταγώνιστη δύναμη για κάθε ρωμηό, κάθε ορθόδοξο Έλληνα, με την οποία και το Έθνος μας παρέμεινε ενωμένο υπό την προστασία και κάλυψη της «Μεγάλης Εκκλησίας» και τα ζώπυρα των ελπίδων διατηρήθηκαν στην τέφρα, από την οποία θα ξαναγεννιόταν, όπως ο μυθικός Φοίνικας, η πονεμένη σκλάβα μα πάντα ελεύθερη στο πνεύμα Ρωμιοσύνη.
Τί κι αν οι ραγιάδες γυμνοί, εξαθλιωμένοι από τις κακουχίες και τους διωγμούς, έβλεπαν τους τρομερούς γενίτσαρους να προβαίνουν σε αποτρόπαια εγκλήματα σε βάρος του χριστιανικού «μιλετίου»;
Τί κι αν η Ημισέληνος εσκίαζε από Ανατολή σε Δύση τον κόσμο;
Τί κι αν οι τότε ισχυροί της γης υπέγραφαν υποκριτικά την λεγομένη κατ’ ευφημισμόν Ιερά Συμμαχία, πολιτικό δόγμα της οποίας υπήρξε: ο χάρτης της Ευρώπης να παραμένει αμετάβλητος και κάθε επαναστατική κίνηση, όσο δίκαιη κι αν είναι, να καταπνιγεί;
Ο ραγιάς εμψυχωμένος από την ορθόδοξη πίστη, αλώβητος μέσα στην νέα κιβωτό, την Εκκλησία του, που ο Ζαμπέλιος χαρακτήρισε «ελληνοσώτειρα», «μητέρα και τροφό», παρέμενε ζωντανός με την ελπίδα και προσδοκία της πολυπόθητης λευτεριάς.
Κι όταν ο μέγας βάρδος και πρόδρομος της Εθνεγερσίας, Ρήγας Βελεστινλής, συνάρπαξε με την δημεγέρτρια λύρα του, απεκάλυπτε το σκοπό της Ελληνικής Επανάστασης «γιά τοῦ Χριστοῦ τήν πίστιν τήν ἁγίαν καί τῆς πατρίδος τήν ἐλευθερίαν».
Κι όταν ο μαρτυρικός ισαπόστολος Άγιος Κόσμας ο Αιτωλός, προφήτευε το «ποθούμενον», ενέπνεε στους σκλαβωμένους την πίστη στο Χριστό μαζί με την εμμονή στη Μεγάλη Ιδέα.
Φτωχικές εκκλησίες και μοναστήρια, χωρίς σήμαντρα και προκλητικές κωδωνοκρουσίες, κρυμμένες μέσα σε ρεματιές και φαράγγια δίνουν καταφύγιο, παρηγοριά και καθοδήγηση στους σκλάβους.
Ρακένδυτοι φτωχοπαπάδες και ταπεινοί καλογήροι, που δεν κατέφυγαν στη Δύση, όπως τόσοι λογάδες και μορφωμένοι, αυτοί οι απλοί λειτουργοί του Θεού μεταγγίζουν στο ραγιά την ελπίδα της Ανάστασης.
Κι ο Θεός, ο παντεπόπτης Θεός της Ιστορίας, είδε την πίστη των απλών εκείνων ανθρώπων.
Βλέπει την απόλυτη εμπιστοσύνη τους προς Εκείνον και «συμπάσχει», γίνεται βοηθός και αντιλήπτορας.
Η σκοτισμένη ζωή αρχίζει να φωτίζεται από το φως που εκπέμπουν εκκλησίες και μοναστήρια.
Αγία Λαύρα στο Μορηά, Όσιος Λουκάς στη Ρούμελη. Από τα αθάνατα κέντρα της πίστης ξεκινά ο υπέρ πάντων αγών των νεοελλήνων.
Οι ξεσηκωμένοι πρώην υπόδουλοι του Σουλτάνου προτείνοντας τα ιερά σύμβολα της πίστης τους, δείχνουν ότι πιστεύουν πως ο Θεός προΐσταται στον ιερό αγώνα τους. «Μεθ’ ἡμῶν ὁ Θεός, γνῶτε ἔθνη καί ἡττᾶσθε».
[irp posts=”338927″ name=”Μητροπολίτης Βεροίας: «Ο,τι και εάν υποστηρίζουν, η πίστη έδωσε δύναμη στους αγωνιστές της ελευθερίας»”]
Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης διαβαίνει τον Προύθο κρατώντας σημαία με τον Τίμιο Σταυρό κηρύσσοντας «Ἐν τούτῳ τῷ σημείῳ νικῶμεν!».
Ο Μάρκος Μπότσαρης με τη λευκή σημαία και τη μορφή του Τροπαιοφόρου Αγίου Γεωργίου.
Ο Πλαπούτας με λάβαρο με τα αρχικά γράμματα Ι.Χ.Ν. (Ἰησοῦς Χριστός Νικᾶ).
Οι γυναίκες της Νάουσας που έπεσαν στους καταρράκτες της Αραπίτσας για να αποφύγουν την ατίμωση ψάλλοντας «… τήν ὡραιότητα τῆς παρθενίας σου….».
Στο μεγάλο ξεσηκωμό της πανελλήνιας Εθνεγερσίας δεν έλειψε ασφαλώς η Λιβαδειά, η γκιαούρ Λιβαδειά, όπως την έλεγαν οι Τούρκοι, κάτι που φανερώνει την αδούλωτη ψυχή των Χριστιανών κατοίκων της.
Ήδη στην ιστορική Μονή του Οσίου Λουκά στις 27 Μαρτίου 1821 είχε κηρυχθεί επίσημα και πανηγυρικά η έναρξη του αγώνα για την ελευθερία.
Ο Αθανάσιος Διάκος, ο αητός της Ρούμελης, σε στενή συνεργασία με προκρίτους και άλλους οπλαρχηγούς πέτυχε την κατάληψη του κάστρου της Λιβαδειάς, του «Πύργου της Ώρας» και άλλων επίκαιρων θέσεων.
Την 1η Απριλίου 1821 η σπουδαιότερη πόλη της Ανατολικής Ρούμελης ήταν ελεύθερη χάρη στην τόλμη του Διάκου, στην υπευθυνότητα των προεστών και τη γενναιότητα των κατοίκων της.
Όλοι μαζί κατευθύνθηκαν στο ναό της αγίας Παρασκευής, όπου ο Μητροπολίτης Αθηνών Διονύσιος και οι επίσκοποι Σαλώνων Ησαΐας και Ταλαντίου Νεόφυτος παρουσία του Αθανασίου Διάκου και του αποστόλου της Φιλικής Εταιρείας Αθανασίου Ζαρίφη, ετέλεσαν πανηγυρική δοξολογία.
Μέσα στο γενικό ενθουσιασμό ο Διάκος ύψωσε την σημαία της Επανάστασης με την εικόνα του Αγίου Γεωργίου και κεντημένες με κυανό μετάξι τις λέξεις: «Ἐλευθερία ἤ θάνατος».
Η λαμπρή αυτή επέτειος μας διδάσκει πολλά και σπουδαία. Στις κρίσιμες ημέρες μας, στην εποχή της εκκοσμίκευσης, όπου η πίστη στο Θεό και τις Ορθόδοξες παραδόσεις, υποβαθμίζεται και παραθεωρείται πρέπει να γίνει από όλους αντιληπτό, ότι εάν πράγματι επιθυμούμε την ελευθερία, ευτυχία και ευημερία της σημερινής πατρίδας μας, οφείλουμε να στραφούμε, όπως οι πρόγονοι μας, στον μοναδικό που θέλει και δύναται να την εγγυηθεί.
Σε κάθε προσωπική μα και συλλογική δοκιμασία ας ψάλλωμε με τον προφήτη Ιερεμία: «Κύριε, σύ ἡ ἰσχύς μου καί βοήθειά μου καί καταφύγη μου ἐν ἡμέραις κακῶν» (Ἱερ. ιστ΄ , 19).
Αὔτη ἡ πίστις ἡμῶν ἡ νικήσασα τόν κόσμον!