Ι.Μ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ: Ο Εντιμότατος κ. Αναστάσιος Βαβούσκος Δικηγόρος καί άρχων Ασηκρήτης τού Οικουμενικού Πατριαρχείου, όπως υπογράφεται έχει αναλάβει αυτοκλήτως τόν ρόλο τού «κήνσορος» τής Εκκλησιστικής Δικαιοσύνης καί χωρίς γνώση τών πραγματικών περιστατικών αποφαίνεται ex catedra, διότι ως γράφει, γιατί μέ τόν «θεσμό τής εκκλησιαστικής δικαιοδσύνης καί τήν αξιοπρέπεια τών κληρικών δέν παίζεις».
Γιά νά εκφέρεις όμως γνώμη επί δικαστικών θεμάτων πρέπει νά έχεις υπ όψιν σου τά πραγματικά περιστατικά καί τά σχετικά δικαστικά έγγραφα καί όχι ένα ολιγόλογο ανακοινωθέν. Τό λάθος τού Εντιμοτάτου κ. Βαβούσκου εις τήν περίπτωση τής Ι. Μητροπόλεως Σιδηροκάστρου επαναλαμβάνεται διότι εις τήν κριτική του παρέμβαση διά τάς Ανακοινώσεις τής Ι. Μητροπόλεως Σιδηροκάστρου «συνελήφθη» αγνοών ότι κατά παγίαν νομολογίαντού ΣτΕ η πρόβλεψις τής παραγρ. 3 τού άρθρου 11 τού Ν. 5383/1932 «Περί Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων καί τής πρό αυτών διαδικασίας», διά τής οποίας μετ έγγραφον ή προφορικήναπολογίαν επιβάλλεται αργία 30 ημερών μετά ή άνευ εκπτώσεως από τού Εκκλησιαστικού οφφικίου καί μέχρι 6 μηνών άν προεκλήθη σκανδαλισμός, επιβάλλεται καί εις εγγάμους Πρεσβυτέρος καί Διακόνους. Επομένως απολύτως συννόμως ενήργησε ο Σεβ. Μητροπολίτης Σιδηροκάστρου κ. Μακάριος εν προκειμένω.
Όσον αφορά εις τήν Ι. Μητρόπολιν Πειραιώς ο Εντιμότατος κ. Βαβούσκος αγνοών τά κείμενα καί μή έχων γνώσιν τού κατηγορητηρίου, αποφαίνεται καί πάλιν εσφαλμένως, διότι η διαδικασία τού άρθρου 11 τού Ν. 5383/1932 «Περί Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων καί τής πρό αυτών διαδικασίας»επελέγη όχι ασφαλώς διά τήν κατάγνωση αιρετικών απόψεων τού Κληρικού, αλλά διά τήν άκριτον δημοσίευσιν δίχα κανονικής ευλογίας τού Ποιμενάρχου του θεολογικού κειμένου παρά τήν ύπαρξη σχετικής εγκυκλίου εντολής αυτού. Συνεπώς, υφισταμένης κανονικής προβλέψεως διά τήν απείθειαν καί καταφρόνησιν τού οικείου αυτού Ποιμενάρχου καί πρόκλησιν σκανδαλισμού, πού αποτελεί παρεπόμενο αδίκημα βασικού τοιούτου, διά τού Η΄ Κανόνος τής Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, νομίμως εφηρμόσθη η διάταξις τής παραγρ. 3 τού άρθρου 11 τού Ν. 5383/1932 «Περί Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων καί τής πρό αυτών διαδικασίας»,πού σαφώς προβλέπει καί τήν έκπτωση από τού Εκκλησιαστικού οφφικίου τού Αρχιμανδρίτου, τήν οποία προδήλως αγνοεί ο κ. Βαβούσκος. Όσον αφορά εις τήν αφαίρεση τής πνευματικής πατρότητος, αυτή δέν επεβλήθη ως κανονική ποινή, αλλ ως πνευματικό μέτρο καί διά πνευματικούς λόγους, πού εκφεύγουν τής δικανικής κρίσεως καί ανήκουν εις τήν θεόθεν εξουσία τού Επισκόπου, ως διαδόχου τών Αγίων Αποστόλων, κατά τό Κυριακόν Λόγιον «Λάβετε Πνεύμα άγιον».
Επομένως, η άσκησις κανονικής διώξεως διά τάς αιρετικάς κακοδόξους θέσεις τού κατηγορουμένου πλέον Ιερομονάχου,αφορά σέ έτερο Κανονικό αδίκημα καί σέ έτερα πραγματικά περιστατικά, γιά τά οποία δέν έχει υπάρξη δικανική κρίσις οιουδήποτε βαθμού καί γιά τά οποία υφίσταται σαφεστάτη κανονική πρόβλεψις υπό πλήθους ιερών κανόνων, πού αναφέρονται εις τήν άσκησιν τής κανονικής διώξεως την οποίαν αγνοεί ο αποφαινόμενος κ. Βαβούσκος!!!
Όσον αφορά εις τήν καθύβρισιν τού εν αγίοις Πατρός ημών Γρηγορίου τού Παλαμά, ασφαλώς καί υφίσταται κανονική πρόβλεψις, τήν οποία αγνοεί ο κ. Βαβούσκος, κολάζεται ως η βλασφημία κατά τού Παναγίου Θεού τού ενοικούντος εις τούς αγίου Του καί θεώσαντος αυτούς. Η κανονική πρόβλεψις καί κατάγνωσις τών κανονικών εγκλημάτων, δέν εδράζεται ως εσφαλμένως θεωρεί ο κ. Βαβούσκος μόνον επί τών Ι. Κανόνων,αλλά καί επί τών Γραφικών Λογίων, πού αποτελούν γιά τήν Εκκλησία κανόνες δικαίου. Επομένως ο Εντιμότατος κ. Βαβούσκος χωρίς γνώση τών δικαστικών κειμένων καί τών πραγματικών περιστατικών αποφαίνεται.