ΓΟΥΜΕΝΙΣΣΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ: Νιώθω, ωσάν να ακούω αναρίθμητες δεήσεις, ωσάν να βλέπω αναρίθμητα βλέμματα ανθρώπων, πριν από εμάς, για αιώνες, που σεβάστηκαν και υμνολόγησαν και μαθήτευσαν στη θεολογία του Αγίου Γρηγορίου του Ναζιανζηνού.
το Πιστεύω που λέμε, στο άρθρο για το Άγιο Πνεύμα, έχει τη θεολογία του αγίου Γρηγορίου! Εκείνο το Κύριον (εις το Πνεύμα το Άγιον, το Κύριον, το συν Πατρί και υιω συμπροσκυνούμενον και συνδοξαζόμενον) είναι το κλειδί της θεολογίας του αγίου Γρηγορίου. με αυτό το κλειδί η Β΄ Οικουμενική Σύνοδος ξεκλείδωσε δύσκολες καρδιές και κολλημένα μυαλά εκείνης της εποχής, για να ταπεινωθούν και να συνταχθούν με την Εκκλησία και να χαρούν την πίστη της σωτηρίας, την πίστη στην Αγία Τριάδα.
Νιώθω, ωσάν να ακούω την ουράνια και θεία συγκίνηση του Αγίου, που συμμετέχει στην αιώνια Πνευματική ευφροσύνη της Εκκλησίας, που είναι ναός της Αγίας Τριάδος, ναός της θεότητος όλης εν χάριτι.
ο Άγιος Γρηγόριος έφθασε στην Κωνσταντινούπολη τέλη του 378. οι Αρειανοί τον υποδέχθηκαν με λιθοβολισμούς. ο Θεός τον φύλαξε και επέζησε χωρίς σοβαρούς τραυματισμούς. στη Βασιλεύουσα διαμορφώθηκε κάποια μικρή οικία του Αβλαβίου που ήταν σύζυγος της Θεοδοσίας, εξαδέλφης του Αγίου ένας υποτυπώδης ναός που ονομάστηκε ναός της Αναστασίας, διότι εκεί αναστήθηκε η Ορθοδοξία. Όπως ο ίδιος εγραψε για το Μέγα Αθανάσιο, το έργο του συνοψίζεται στους λόγους του : «η Αγία Τριάδα παρουσιάζεται πάλι σε όλους, υψωμένη επί την λυχνίαν και αστράφτει μέσα σε κάθε ψυχή το λαμπρό φως της μίας Θεότητος».
στη μανία των Αρειανών και Αρειανοφίλων, που είχαν κατειλημμένους όλους τους ναούς με την αυτοκρατορική εύνοια, ανταπεξήλθε νικηφόρως. με την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος στήριξε το ορθόδοξο ποίμνιο και με την διδασκαλία του που εκφώνησε στους περίφημους πέντε Λόγους του πρόσφερε στην Εκκλησία το σωστικό πηδάλιο της σώζουσας αλήθειας.
ο αρειανός Επίσκοπος Πόλεως Δημόφιλος εξεμάνη πληροφορούμενος την διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου. το Μεγάλο Σάββατο θα βάπτιζε ο Άγιος αρκετούς κατηχουμένους και απεφάσισε ο αρειανός Επίσκοπος να ματαιώσει τις βαπτίσεις. Μάζεψε όχλο πολύ, οι οποίοι όρμησαν στο ναό της Αναστάσεως την ώρα που ο Άγιος θα τελούσε το Μυστήριο. με άγρια γρονθοκοπήματα και με τους λιθοβολισμούς διέλυσαν την σύναξη. Θεωρώντας αιμόφυρτο και θανάσιμα τραυματισμένο τον Γρηγόριο, ανεχώρησαν. ο ισχυρός Άρχοντας της Πόλεως ο Θεόδωρος, που ήταν παρών, ζητούσε άδεια από τον Άγιο να καταφύγει στα Δικαστήρια. ο Γρηγόριος του απαντά : «Είναι φοβερά τα όσα έγιναν και περισσότερο από φοβερά. ποιος αμφιβάλλει ; να βεβηλωθούν Θυσιαστήρια, να ματαιωθούν Μυστήρια, να στεκώμαστε εμείς ανάμεσα στους νεοφώτιστους και τους λιθοβολούντας, και ως άμυνα κατά των λιθοβολισμών να χρησιμοποιούμε τις προσευχές Καλύτερα όμως είναι να μακροθυμήσουμε. ας μιμηθούμε τη φιλανθρωπία του Θεού, και ας μη θελήσουμε να μάθουμε εξ ιδίας πείρας πόσο μεγάλο κακό είναι η ανταπόδοση της αμαρτίας. ας μην τιμωρήσουμε αμέσως· αλλά αφού πρώτα συνετίσουμε με το φόβο, ας νικήσουμε με τη καλοσύνη».
Είχε καταφθάσει στη Βασιλεύουσα για να στηρίξει το ορθόδοξο ποίμνιο, με αντίπαλη τη μανία των Αρειανών και Αρειανοφίλων που είχαν κατειλημμένους όλους τους ναούς με την αυτοκρατορική εύνοια! για τις οριακές ιστορικές ανάγκες της Ορθοδοξίας στην Καππαδοκία ήταν ήδη εκλεγμένος και χειροτονημένος επίσκοπος για τα άσημα Σάσιμα, κι ας μην τα είχε ποιμάνει ποτέ. το 374 ποίμανε για κάποιο διάστημα τη Ναζιανζό μετά το θάνατο του πατέρα του, αλλά φρόντισε να αποσυρθεί για τέσσερα χρόνια στο ναό-προσκύνημα της Αγίας Θέκλης στην Ισαυρία (Σελεύκεια), μέχρι τα τέλη του 378, όταν τον προσκάλεσαν στη Βασιλεύουσα, όπου διακινδυνευόταν τελείως κάθε ορθόδοξη εκκλησιαστική υπόσταση. με τους περιώνυμους και γνωστούς σε όλους μας θεολογικούς του λόγους (και πόσα άλλα κηρύγματα) κυριολεκτικά ανέστησε θεολογικά την Ορθοδοξία και προκατήχησε το διευρυνόμενο εκκλησιαστικό πλήρωμα στη θεολογία περί του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, στο μυστήριο της ακαταληψίας του Θεού και στις προϋποθέσεις της αληθινής θεογνωσίας. Ώσπου εισήλθε ο λαμπρός φιλορθόδοξος νέος αυτοκράτορας Θεοδόσιος στη Βασιλεύουσα. στις 27 Νοεμβρίου 380 αποδίδεται στους ορθοδόξους ο καθεδρικός ναός των Αγίων Αποστόλων με στρατιωτική συνοδεία, λόγω των αρειανοφρόνων που απειλούσαν με θάνατο το Γρηγόριο. Συνεισοδεύων και ο αυτοκράτορας, τον προέτρεψε να αναλάβει τον εκκλησιαστικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως λέγοντας : «ω πάτερ, σοι τε και τοις ιδρώσι τοις σοις δι’ ημών ο Θεός εγχειρίζει την Εκκλησίαν. Ιδού δίδωμί σοι τον οίκον τον ιερόν και τον θρόνον!» ο λαός επευφημεί, αλλά ο Γρηγόριος θεολογεί σωφρόνως και θεοφρόνως, θεοφορούμενος : «ω τέκνα, νυν καιρός ευγνωμονούντας την χάριν ομολογείν, εφ’ οις εχαρίσατο ημίν η τριας Περί δε του θρόνου εισαύθις αναλαβόμεθα» (PG 35, 292B-293A)!
ο Θεολόγος Γρηγόριος αποδέχθηκε τη στιβαρή θρησκευτικο-πολιτική αποφασιστικότητα και απόφαση του μεγάλου εκείνου αυτοκράτορα, μόνο ως προς την αναγνώριση και απόδοση των δικαιωμάτων της ΕκκλησίαςΟρθοδοξίας. Μολονότι αποδείχθηκε εν τοις πράγμασι μοναδικός ποιμένας της αναστημένης Ορθοδοξίας στη Βασιλεύουσα, επιφυλάχθηκε να ικανοποιήσει την ενθουσιώδη επιθυμία του λαού και την πρόσκληση του αυτοκράτορα να ενθρονιστεί (διοριστεί) πολιτειοκρατικά ερήμην της Συνόδου. Στάθηκε αμετάπειστος και αμετακίνητος στην πρόκριση της ακριβούς εκκλησιολογίας (PG 36, 272-3, Λόγος λστ΄). δε δίστασε να το διαλαλήσει πως θεωρούσε ως ξένη εκκλησιαστική δικαιοδοσία αυτήν της Κωνσταντινουπόλεως (κι ας την είχε αναστήσει θεολογικά)!
Ο λαός επέμενε, αλλά και ο Γρηγόριος ήταν ανυποχώρητος. Ήταν παιδιά του πνευματικά όλος ο λαός, ορθόδοξος καρπός των θεολογικών κηρυγμάτων του. Όμως, δίπλα στον αυτοκράτορα, με τόσο λαό συνήγορο και εκλέκτορα της αξιοσύνης του, ο Γρηγόριος, ο διδακτός Θεού, επέμενε στην τήρηση της εκκλησιαστικής παραδόσεως : ο Νοέμβριος του 380 ήταν η ώρα της ορθόδοξης ομολογίας και της δοξολογίας του Θεού, από ευγνωμοσύνη για τη μεγάλη Τριαδική χάρη, επειδή παραδίδονταν στους ορθοδόξους πάλι οι διαρπαγέντες ναοί· αργότερα θα συζητούσαν ποιος θα ανερχόταν ως αρχιεπίσκοπος στο θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως.
το Μάϊο του 381 η Β΄ Οικουμενική θέλησε και τον αναγνώρισε Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, και μόνον τότε ο Γρηγόριος αποδέχθηκε το θρόνο δια της Συνοδικής εκλογής. η Αγία Σύνοδος κατά την πρώτη της συνεδρία, με προεδρεύοντα τον ομολογητή Αντιοχείας Μελέτιο, «εισηγήσει και συμβουλία και ψήφω συνοδική εκύρωσε την προεδρία της Βασιλίδος τω Γρηγορίω». Έτσι αποκαταστάθηκε Συνοδικά-Ιεραρχικά η ορθόδοξη εκκλησιολογία με τον Γρηγόριο εκλεγμένο Συνοδικά για την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. Μετά την επίσημη κύρωση της εκλογής του ως Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, εκοιμήθη και ο πρόεδρος της Συνόδου Μελέτιος, οπότε τον διαδέχθηκε στην προεδρία ο Γρηγόριος.
Ωστόσο αυτός που ανέστησε την ορθοδοξία στην Κωνσταντινούπολη, αυτός που είχε αντιδράσει προηγουμένως στην παρέμβαση του πατριάρχη Αλεξανδρείας Πέτρου για τον κυνικό φιλόσοφο Μάξιμο (380), αποδείχθηκε τελικά πως δεν επιθυμούσε τον εαυτόν του στο ρόλο του μόνιμου και κανονικού Προδρεύοντος μιας Συνόδου των συνηθισμένων Ιεραρχικών διεκδικήσεων και αντεκδικήσεων. Είχε μια βαθιάν αίσθηση προσωρινότητος και τοποτηρητείας. Είχε πλέον τη σιγουριά και την πνευματικήν αίσθηση της αναστημένης ορθόδοξης πίστεως και φρουρό της τον αποφασιστικό Θεοδόσιο. τον ενοχλούσαν οι Συνοδικές διαμάχες και προτιμούσε την μονήρη άσκηση της θεολογίας. Ζούσε και δρούσε με την προσμονή να ανευρεθεί πρόσωπο άξιο για να παραδώσει σ’ αυτόν τη νύμφη : «τω λόγω συνηγορήσοντες, δυνατά συνεισοίσοντες, οίον τινες επίτροποι και κηδεμόνες άλλω νυμφαγωγήσοντες, ος εάν άξιος του κάλλους φανή και πλείονα τα εξ αρετής έδνα (νυμφικά δώρα) προσενέγκη τη βασιλίδι» (PG 36, 286, Λόγος λστ΄, «προς τους λέγοντας επιθυμείν αυτόν της καθέδρας Κωνσταντινουπόλεως», μεταξύ Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου 380). Εσώψυχα είχε επιλέξει αυτήν βασικά την αποστολή : να κηρύξει και να ανασώσει, να προσφέρει ο, τι μπορούσε στη θεολογία της Εκκλησίας, και τελικά ωσάν επίτροπος και νυμφαγωγός να προσφέρει τη νύμφη εκκλησία της Βασιλεύουσας σε κάποιον άλλο, που θα ήταν άξιος μιας τόσης πνευματικής ομορφιάς και θεολογικής ευεξίας (την οποία πάντως δι’ αυτού είχε αναδείξει το Πνεύμα το Άγιον)!
Η εκκλησιοπρεπής ακρίβεια του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου σ’ εκείνα τα κρίσιμα μεταβατικά χρόνια 379-381 μας καθοδηγεί στην ακριβή εκκλησιολογική αποτίμηση ανάλογων περιστάσεων. Έχοντας πάντοτε στο νου μας ότι τα κανονικά παραπτώματα δεν παραγράφονται, είμεθα υποχρεωμένοι να στοιχούμεθα προς το πολίτευμα της ορθοδόξου εκκλησιολογίας που διαμόρφωσαν οι θεοφόροι Πατέρες ανά τους αιώνες. η δίνη της εκκοσμικεύσεως δεν πρέπει να μας παρασύρει σε επικίνδυνες ατραπούς, όπως συνέβη στην περίπτωσή μου. η διαδικασία της εκλογής είναι εκ των ων ουκ άνευ για την πιστή τήρηση της εκκλησιολογικής ακρίβειας. ο διοικητισμός απάδει προς την πνευματικότητα και αποδομεί την εκκλησιαστικότητα όταν δεν νοηματίζεται με την Αγιοπνευματική διάσταση της Εκκλησίας.
Παραιτήθηκε και έγινε τοποτηρητής της Ναζιανζού, έγινε πάλι ασκητής στην Αριανζό. Κοιμήθηκε, κηδεύτηκε, έγινε μετανάστης, έγινε μέτοικος και κάτοικος στην Καρβάλη θα έλεγε κανείς : κοσμογυρισμένος ήταν.
και όμως· χαίρεται, που δίνει άγια πνευματική χαρά σε μας, 1600 χρόνια μετά την επίγεια ζωή και το επίγειο τέλος του!
Δίνει χαρά όχι μόνο σε μας, αλλά σε όλο τον χριστιανικό κόσμο και ιδιαίτερα σε μας τους Ορθοδόξους.
Διότι συμβηματίζουμε μαζί του και συνταξιδεύουμε στην πορεία της ζωής του, άλλοι σαν θεολόγοι και ερευνητές, άλλοι σαν Επίσκοποι και κληρικοί, άλλοι σαν ευλαβείς χριστιανοί. Όταν αποχωρούσε από την Κωνσταντινούπολη το 381, ζήτησε από τους χριστιανούς μια χάρη : «Φυλάσσετέ μοι την αγίαν Τριάδα»! (Κρατηθείτε πιστοί σ’ αυτό που σας δίδαξα, στην Αγία Τριάδα. Σ’ αυτό που σας εξήγησα και σας ανέπτυξα με περισσότερα λόγια, βασισμένος στην Αγία Γραφή. )
και δεν ήταν μόνο αυτές οι διαδρομές της ζωής του, όταν ήταν πρωταγωνιστής με τον πιο βασικό εκκλησιαστικό ρόλο.
Σήμερα, που τον αποθαυμάζουμε και τον εξυμνούμε, θυμόμαστε ότι τα μισά περίπου χρόνια της ζωής του τα αφιέρωσε στις σπουδές και στις θεολογικές μελέτες. και τα άλλα μισά χρόνια της εξηντάχρονης ζωής του τα αφιέρωσε στη διατράνωση της ορθοδοξίας, στην υπηρεσία της Εκκλησίας.
πριν βαπτισθεί και γίνει κληρικός, σπούδασε στη Ναζιανζό, στην Καισάρεια της Καππαδοκίας και της Παλαιστίνης, πέρασε από την Αλεξάνδρεια, σπούδασε στην Αθήνα, πέρασε από την Κωνσταντινούπολη και ξαναγύρισε πίσω στη Ναζιανζό.
Προσέξτε, όμως. και αποθαυμάσατε!
Σέ τόσες διαδρομές στη ζωή του, δεν έχασε το στόχο του.
Έμεινε για πάντα ορθόδοξος λατρευτής του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού. η πλούσια εγκόσμια σοφία, δεν τον έκανε ποτέ αγέρωχο, φαντασμένο, ξιπασμένο. Ήξερε να κυριαρχεί και να δίνει την προτεραιότητα και την αποκλειστικότητα μόνο στο Σωτήρα και Θεό. Ήξερε όλη την Αγία Γραφή, διάβασε τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς (ασκητεύοντας, είτε μόνος του είτε μαζί με τον ισάδελφο φίλο του Βασίλειο). Όχι για να μάθουν με τη λογική, αλλά για να ζήσουν με το νου και την ψυχή τους το Χριστό.
σε τόσες διαδρομές στη ζωή του, δεν ξαστόχησε ποτέ από την ασκητική προσευχή και την λατρευτική θεωρία και την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος! Διαρκώς καθαιρόταν από κάθε ψεκτό πάθος, και αποζητούσε με πόθο ιερό την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος.
σε τόσες διαδρομές στη ζωή του, δεν έχασε ποτέ τον σταθερό προσανατολισμό της ψυχής του, την Αγία Τριάδα, την ορθόδοξη θεολογία και πίστη και την ορθόδοξη λατρεία της Αγίας Τριάδος!
Εξίσου σπουδαίο και μεγάλο είναι ότι αυτήν την πίστη και τη λατρεία και τη ζωντανή σχέση με την Αγία Τριάδα, τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, την ενότητα και θεοποιό μέθεξη του Χριστού, ήξερε και κατόρθωσε να τα μεταδώσει στα πλήθη της εποχής του. Έγινε διδάσκαλος και πατέρας και θεολόγος της Εκκλησίας όλης. Έγινε συνεργάτης ισαπόστολος του Χριστού στο ξεκαθάρισμα και στην ανάλυση και στην ανάπτυξη της αληθινής σωτήριας πίστης του Χριστού.
Θαύμαζε τη φιλοσοφική παιδεία, την αρχαία ελληνική παιδεία, την μάθηση, αλλά μόνο σαν εργαλείο έκφρασης και συνεννόησης. Ήταν πανεπιστήμων της φιλοσοφίας και της ρητορικής. και το έγραψε : «Ελλάς εμή, νεότης τε φίλη» (οι ελληνικές μου σπουδές, η αγαπημένη μου Ελλάδα, την μελέτησα στα αλησμόνητα νεανικά μου χρόνια!) «Αττικός συ την παίδευσιν ; Αττικοί και ημείς» (Αθηναίος στις σπουδές εσύ ; Αθηναίοι ήμασταν κι εμείς, που μάθαμε τη γλώσσα και τη σοφία και τον πολιτισμό όλο).
Όμως, στεκόταν πάνω από τις γνώσεις : «όσον χρήσιμον αυτών καρπούμενοι προς τε ζωήν και απόλαυσιν, όσον επικίνδυνον διαφεύγομεν» (δεν περιφρονούμε τον αρχαίο πολιτισμό, επειδή κάποιοι κακώς ξέπεσαν στην ειδωλολατρία· εμείς παίρνουμε τα χρήσιμα, για να ζήσουμε και να ωφεληθούμε· και δεν δίνουμε σημασία στα επικίνδυνα).
Όλα αυτά τα γείωσε μέσα του· δεν τον γείωσαν οι γνώσεις. Φοβερή αποφασιστικότητα γνώμης και σταθερότητα ήθους. Καλλιέργησε τη λογική και τις γνώσεις του τέλεια, μα δεν άφησε να αιχμαλωτισθεί ο νους του. Έμεινε θαυμαστής της γνώσης, μα ποτέ δούλός της. Ήταν κυρίαρχος. Γιατί είχε πυξίδα ζωής, την πίστη και την φιλοσοφία της καρδιάς, τον προσανατολισμό στο φως της ζωής.
Ώριμος άνδρας πλέον, επιδόθηκε αποκλειστικά στη γνώση και στην πίστη της θεολογίας και της θεοκοινωνίας. με διαρκή άσκηση, προσευχή, προσοχή, θεία μελέτη.
«το περί Θεού φιλοσοφείν, ου παντός ουδέ των χαμαί εχομένων». δεν γίνεται να θεολογεί ο καθένας, και μάλιστα όσοι ζουν ριγμένοι στα πάθη. Διότι η αναγωγή στο Θεό, δεν είναι υπόθεση σκέψεως, αλλά άσκηση και χάρισμα σχέσεως.
«Καθαρτέον εαυτόν πρώτον, είτα τω Θεώ προσομιλητέον», λέει και ξαναλέει.
«δια καθάρσεως κτήσαι το καθαρόν». με την κάθαρση απόκτησε το καθαρό, τη χάρη και τη σχέση με το Άγιο Πνεύμα, τη χάρη και τη σχέση με τον Τριαδικό Θεό. Πρέπει να καθαρίσεις πρώτα τον εαυτό σου, με άσκηση, με προσευχή, με τον τρόπο της Εκκλησίας. και, όταν καθαρίσεις τον εαυτό σου, μπορείς να προχωρήσεις, να κινηθείς σε κοινωνία με τον Θεό.
τα έλεγε όλα αυτά, πρώτον διότι το έζησε στην πατρική του οικογένεια, πως λατρεύεται και μετέχεται ο Θεός (με προσευχές, με μετάνοιες, με καθαρή οικογενειακή ζωή, με ταπείνωση, με κάθαρση ανθρωπιάς και φιλανθρωπίας, με προσευχές και ευεργεσίες για τους άλλους).
Μιλούσε περί καθάρσεως, διότι το ζούσε ο ίδιος διαρκώς. Κάποιες φορές μάλιστα ασκήτευε δίπλα στον αδελφικό του φίλο Βασίλειο, τις περισσότερες φορές ασκήτευσε στην Αριανζό, μέχρι και στη Σελεύκεια! (με προσευχή, με επίμονες νηστείες, με δάκρυα, με μετάνοιες, με παραίτηση από την εγωιστική ζωή, τότε καθάριζε ο νους και η προσευχή γινόταν καθαρή και μπορούσε να δεχθεί τον λατρευόμενο Θεό, και ο νους γινόταν διαυγής για να μελετά και να εννοεί και να εξηγεί την Αγία Γραφή).
Ήταν τα χρόνια μετά τους διωγμούς, μιά-δύο γενιές. ο κόσμος ελευθερώθηκε από την τυραννία αυτοκρατόρων, που δεν ήταν απλώς διώκτες της χριστιανοσύνης, αλλά οι ίδιοι ζούσαν ακόλαστο βίο, και ήθελαν να κυριαρχήσουν σε έναν κόσμο όμοιό τους.
Όταν η κοινωνία ελευθερώθηκε από τους διωγμούς, ελευθερωμένος θεολογούσε με το παραμικρό για την νέα πίστη, χωρίς όμως τις προϋποθέσεις της θεολογίας. οι ηγέτες των αιρέσεων μιλούσαν για το απερινόητο μυστήριο του Θεού, χωρίς καθαρή καρδιά, με έπαρση, με φαντασία, με υπερηφάνεια.
Αυτό ήθελε να διορθώσει ο Άγιος. Αυτό ήθελε να εξηγήσει στους χριστιανούς. τους έλεγε δηλαδή με άλλα λόγια : «δεν γίνεται να προσεγγίσεις το μυστήριο του απαθούς Θεού, όσο εσύ κυριαρχείσαι από τα πάθη. Καθάριζε τον εαυτό σου, για να ανεβαίνεις σε κοινωνία με τον καθαρό». και πάλι έθετε το μέτρο. Διότι ο Θεός μένει στην ουσία του απρόσιτος.
Μιλώντας για κάθαρση και προσευχή και κοινωνία Θεού, ο άγιος Γρηγόριος έμμεσα εξομολογείτο την δική του πορεία, που ήταν η παράδοση των Αποστόλων και των Πατέρων και των Μαρτύρων και των Οσίων, πριν από αυτόν (και μετά από αυτόν, μέχρι σήμερα).
και όλα αυτά τα εξηγούσε ο Άγιος για έναν σκοπό.
για να φανερώσει τον τρόπο, την πορεία, το πως η Εκκλησία των πιστών και οι πιστοί της Εκκλησίας μπορούν να έρχονται σε κοινωνία ζωής και σωτηρίας με το Θεό εν προσώπω Ιησού Χριστού. η κάθαρση επέτρεπε στο Άγιο Πνεύμα να έλθει και να οδηγεί τους ανθρώπους σε κοινωνία με το Χριστό, σε κοινωνία με τον Πατέρα.
Διαφορετικά, δίχως την πίστη στο Θεάνθρωπο Χριστό της ιστορικής αποκαλύψεως, ο άνθρωπος δεν σωζόταν. Δίχως τη λατρεία της Αγίας Τριάδος, δεν μπορούσε να υπάρξει καμία σχέση με το Θεάνθρωπο Σωτήρα. Όλα αυτά του τα φανέρωνε το Άγιο Πνεύμα. και γι’ αυτό αγωνιζόταν, να γίνει καθαρός ψυχή και σώματι η μάλλον να καθαίρεται διαρκώς και να προσφέρεται έτσι στην υπακοή του Αγίου Πνεύματος.
Όλα αυτά τα ζούσε και τα θεολογούσε, για χάρη των ανθρώπων. για να βοηθήσει τους ανθρώπους και να τους κρατήσει στην ορθόδοξη πίστη και σχέση του Τριαδικού Θεού.
γι’ αυτό θεολόγησε, ανέπτυξε τη θεολογία της Αγίας Τριάδος. και αυτό ήταν μια αποστολή την οποία ασκούσε ο Άγιος με δέος, με φόβο Θεού, με πολλή προσοχή και προσευχή. δεν είναι δύσκολο να το καταλάβουμε, αν προσέξουμε πολύ καλά τις ομιλίες του. Έχει τόσο δέος, τόσο φόβο Θεού, ώστε το ομολογεί ξεκάθαρα στις ομιλίες του ότι προσεύχεται, για να μιλήσει! «Προσεύχομαι τίποτε δικό μου (τίποτε ανθρώπινο, τίποτε κτιστό, θα λέγαμε) να μην σκεφθώ για το μυστήριο του Θεού, μήτε να βγάλω από το στόμα μου». και στέκεται πάντοτε, πάνω στην παράδοση της Εκκλησίας. «Φυλάγοντας την καλήν παρακαταθήκη που πήραμε από τους (προηγούμενους) Πατέρες, προσκυνώντας Πατέρα και υιο και Άγιο Πνεύμα».
και αυτό το πράττει, διότι βιώνει την κατάσταση της θεολογίας, της θέας-θεωρίας της αποκαλύψεως του Θεού. Ομιλεί ξεκάθαρα για «έλλαμψιν», για τον «φωτισμόν». Αυτό δεν είναι ατομικό κατόρθωμα περισυλλογής, όχι. η προσευχή, η προσοχή του νου, η κάθαρση της καρδιάς, η αγνή ζωή, όλα αυτά είναι η ανθρώπινη συγκατάθεση, για να ενεργήσει το Άγιο Πνεύμα τον φωτισμό, την έλλαμψη στο Γρηγόριο.
Ανοίγει «το στόμα της διάνοιάς του» (με την προσευχή, με την κάθαρση) «για να προσελκύσει το Πνεύμα»! Αυτό τι σημαίνει ; Φανερώνει τις κραυγές της διαρκούς καρδιακής προσευχής του αγίου Γρηγορίου προς το Άγιο Πνεύμα, για να τον φωτίσει και να θεολογήσει «είσω των ημετέρων όρων» (να θεολογήσει έως εκεί που πρέπει, ορθόδοξα), «μετά Θεού τα περί Θεού διασκέψασθαι» (να βρεθεί σε διάσκεψη με το Θεό για το κήρυγμα περί Θεού)!
και τι άλλο σημαίνει ; ότι ο Άγιος θεολογούσε ξεκάθαρα, καθοδηγούμενος από το Άγιο Πνεύμα. Ζούσε στην ύπαρξή του τον προφητικό και αποστολικό φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, «ω μόνω Θεός και νοείται και ερμηνεύεται και ακούεται».
Μόνο με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος οι μεν θεολόγοι διδάσκουμε, οι δε πιστοί νοούμε την αποκάλυψη του Θεού. οι μεν θεολόγοι Πατέρες καθοδηγούμενοι αξιώνονται και ερμηνεύουν αυτήν την αποκάλυψη, οι δε πιστοί αξιώνονται και την ακούν και την δέχονται ως ρήμα Θεού στις καρδιές τους. Μιλούμε για ένα αμφίδρομο εκκλησιαστικό γεγονός, θεολογικής διδασκαλίας και θεολογικής ακροάσεως, Πατέρων και μαθητών της αληθούς πίστεως. Δίχως το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος ούτε οι διδάσκαλοι της αληθινής Θεολογίας μπορούν να υπάρξουν, ούτε οι ακροατές της αληθινής Θεολογίας μπορούν να καταξιωθούν.
Είπα ήδη πολλά. Όμως, θα μου επιτρέψετε, να προχωρήσω και σε μιαν άλλη διάσταση της προσφοράς του Αγίου.
για τον εαυτό του ήταν ασκητής. Άφησε και του άρπαξαν οι πάντες ο, τι άφησαν οι άγιοι γονείς του Γρηγόριος και Νόννα. Είχαν κοιμηθεί τα δύο άγια αδέλφια του, ο Καισάριος και η Γοργονία. οι πάντες άρπαξαν τα πάντα. δεν ασχολήθηκε με αυτά.
Αλλά δεν έπαυσε να παρεμβαίνει στην κοινωνία. να διδάσκει κοινωνικό ήθος και κοινωνική πολιτική προσφοράς. Ήταν και σ’ αυτό σπουδαίος. το λέει σε πολλά κείμενα. Ένα από αυτά το απευθύνει στους πολιτευτές, στους άρχοντες της Ναζιανζού, τους συμπατριώτές του και τους μιλάει για την τεράστια κοινωνική ηθική τους ευθύνη, στο όνομα του Θεού, υπέρ της κοινωνίας.
σε άλλο κείμενο, ομιλεί με έναν υπέροχο ποιητικό τρόπο για όλες τις αρετές, με παραδείγματα τους Αγίους της Αγίας Γραφής (αυτά ήταν τότε γνωστά).
θα κλείσω με ένα μικρό απόσπασμα από αυτό το κείμενο. Ομιλεί για θεωρία και για πράξη. στο λόγο του αυτόν, ως θεωρία δεν εννοεί τις ιδέες, αλλά το να σκέπτεται νοερά και καθαρά τον Θεό. ως πράξη δεν εννοεί τις καθημερινές δουλειές, αλλά την πρακτική εφαρμογή της ενάρετης ζωής.
«καλή είναι η θεωρία, καλή είναι και η πράξη. η θεωρία (είναι καλή), γιατί μας ανυψώνει από τα γήινα, μας οδηγεί στα άγια των αγίων και επαναφέρει το νου στην αρχική φυσική του κατάσταση. και η πράξη (η πρακτική εφαρμογή), γιατί υποδέχεται το Χριστό, τον υπηρετεί και αποδεικνύει με τα έργα την αγάπη.
»Κάθε αρετή είναι κι ένας δρόμος που οδηγεί στη σωτηρία, σε κάποιον απ’ τους αιώνιους και μακάριους τόπους. Γιατί, όπως υπάρχουν πολλοί τρόποι ζωής έτσι υπάρχουν και πολλοί τόποι κοντά στο Θεό, που χωρίζονται και μοιράζονται ανάλογα με την αξία του καθενός. και άλλος ας ασκήσει τη μία αρετή, άλλος την άλλη, άλλος πολλές μαζί και άλλος όλες, αν βέβαια τούτο είναι δυνατό. Φτάνει μόνο να προχωράει κανείς και να επιδιώκει το ανώτερο, ακολουθώντας βήμα-βήμα Εκείνον που τον οδηγεί καλά και τον κατευθύνει και τον βάζει, μεσ’ από την στενή οδό και πύλη, στην απέραντη ουράνια μακαριότητα».
Σχόλια