1. Εορτάζουμε, αδελφοί χριστιανοί, το λαμπρό γεγονός της πίστης μας, την ανάσταση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Η ανάσταση του Χριστού μας είναι και δική μας ανάπλαση και επαναφορά στην αθάνατη ζωή του πρώτου Αδάμ, που είχε στον παράδεισο, προτού να αμαρτήσει.
Κανείς δεν είδε τον Αδάμ τότε όταν τον δημιουργούσε ο Θεός, αλλά όταν έλαβε την πνοή της ζωής με το θείο φύσημα, πρώτη απ᾽ όλους τον είδε μία γυναίκα. Η Εύα! Έτσι θα πούμε σήμερα, την Κυριακή των Μυροφόρων, ότι η πρώτη που είδε τον αναστάντα Κύριο, τον δεύτερο Αδάμ, ήταν μία γυναίκα, η Μητέρα Του Παναγία, η Θεοτόκος. Αυτό βέβαια δεν φαίνεται καθαρά στα Ευαγγέλια, λέγεται όμως «συνεσκιασμένως», όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς· και με την ερμηνεία που κάνει το πράγμα γίνεται φανερό. Όπως λέγει ο άγιος, «πρώτη απ᾽ όλους τους ανθρώπους, όπως ήταν σωστό και δίκαιο, το μήνυμα της αναστάσεως του Κυρίου το δέχθηκε από τον Ίδιο τον Κύριο η Θεοτόκος και αυτή είδε πριν απ᾽ όλους τον αναστάντα και απήλαυσε την θεία Του ομιλία. Και όχι μόνο τον είδε με τους οφθαλμούς Της και Τον άκουσε, αλλά και πρώτη και μόνη άγγιξε τα άχραντα πόδια Του, έστω και αν οι Ευαγγελιστές δεν τα λέγουν φανερά όλα αυτά, μη θέλοντας να φέρουν ως μάρτυρα την Μητέρα, για να μη δώσουν αφορμή στους απίστους».
2. Κυριακή των Μυροφόρων σήμερα, αδελφοί χριστιανοί! «Μυροφόρες» είναι οι γυναίκες εκείνες που ακολουθούσαν τον Κύριο μαζί με την Μητέρα Του, έμειναν μαζί Της κατά την ώρα του σωτηρίου Πάθους, και φρόντισαν να αλείψουν με μύρα το Σώμα του Κυρίου. Την ώρα που ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος κατέβασαν από τον Σταυρό το Σώμα του Χριστού, όπως μας είπε σήμερα το Ευαγγέλιο, και τυλιγμένο με καθαρή σινδόνα και εκλεκτά αρώματα το τοποθέτησαν σε λαξευτό μνημείο, παρευρίσκονταν εκεί και παρατηρούσαν η Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία, που καθόταν απέναντι του τάφου. Αυτή, «η άλλη Μαρία», λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, αποδεικνύοντάς το μάλιστα, είναι η Θεομήτωρ, η Παναγία. Δεν παρευρίσκονταν δε μόνο αυτές παρατηρώντας όταν ενταφιαζόταν ο Κύριος, αλλά και άλλες γυναίκες, όμως μας το λέει ο Εαυγγελιστής Λουκάς (βλ. 23,35) και μάλιστα και κάποιες γυναίκες από την Γαλιλαία. Ήταν πολλές, λοιπόν, oι Μυροφόρες, και ήρθαν στον τάφο όχι μια φορά, αλλά και δυό και τρεις φορές. Έρχονταν σε συντροφιές, αλλά όχι οι ίδιες· στον όρθρο ήρθαν όλες, αλλά όχι τον ίδιο χρόνο ακριβώς. Η Μαρία η Μαγδαληνή ήρθε πάλι μόνη της και έμεινε περισσότερο. Κάθε Ευαγγελιστής λέγει για τον ερχομό μερικών μόνο Μυροφόρων και παραλείπει τις άλλες.
Γι᾽ αυτό φαίνεται η κάποια ασάφεια στους Ευαγγελιστές. Λέγει όμως ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ότι, όπως το υπολογίζει και συνάγει από όλους τους Ευαγγελιστές, πρώτη απ᾽ όλες ήρθε στον τάφο του Υιού του Θεού η Θεοτόκος, έχοντας μαζί Της την Μαγδαληνή Μαρία. Και το συμπεραίνει πάλι από την έκφραση του Ευαγγελιστού Ματθαίου (βλ. 28,1-10), «ήλθε η Μαγδαληνή Μαρία και η άλλη Μαρία», για να ιδούν τον τάφο. Και λέγει πάλι ότι, «οπωσδήποτε» («πάντως») Αυτή “η άλλη Μαρία” ήταν η Θεομήτωρ. Η Θεοτόκος. Όπως γνωρίζουμε έγινε μέγας σεισμός και άγγελος Κυρίου κατέβηκε από τον ουρανό και κύλισε τον μέγα λίθο από την θύρα του μνημείου και καθόταν πάνω σ᾽ αυτόν με μορφή αστραφτερή. Όλες οι άλλες Μυροφόρες γυναίκες ήρθαν μετά τον σεισμό και βρήκαν τον τάφο ανοιγμένο και την πέτρα αποκυλισμένη. Η Θεοτόκος όμως Παναγία έφθασε στον τάφο την στιγμή που γινόταν ο σεισμός και ανοιγόταν ο τάφος. Από τον σεισμό τρόμαξαν οι φύλακες του τάφου και έφυγαν, ενώ η Παναγία καθόταν εκεί και εντρυφούσε στην θέα («η δε Θεομήτωρ αδεέστερον ενετρύφα τη θέα»)! «Εγώ πάντως νομίζω – λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς – ότι για την Θεοτόκο ανοίχθηκε ο ζωηφόρος εκείνος τάφος. Και ότι γι᾽ αυτήν άστραπτε έτσι ο άγγελος, ώστε, αν και η ώρα ήταν ακόμη σκοτεινή, Αυτή, με το πλούσιο φως του αγγέλου, είδε όχι μόνο τον τάφο κενό, αλλά και τα εντάφια να είναι τακτοποιημένα και να μαρτυρούν την έγερση του ενταφιασθέντος».
3. Αυτός ο άγγελος, λέγει με βεβαιότητα ο άγιος Γρηγόριος, ήταν ο αρχάγγελος Γαβριήλ. Γιατί επειδή αυτός κατά τον Ευαγγελισμό είχε πεί στην Παρθένο Μαριάμ, «μη φοβάσαι, Μαρία, γιατί βρήκες Χάρη από τον Θεό» (Λουκ. 1,30), έπρεπε και πάλι τώρα αυτός να έλθει και να Της αναγγείλει την από τους νεκρούς ανάσταση του σαρκωθέντος αφράστως απ᾽ Αυτήν Υιού του Θεού.
Όταν έφυγαν από το μνημείο οι Μυροφόρες έφυγαν «μετά φόβου και χαράς μεγάλης», σημειώνει ο Ευαγγελιστής (Ματθ. 28,8). Κατά την ερμηνεία πάλι του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, ο μεν φόβος αρμόζει για την Μαγδαληνή Μαρία και γενικά για τις άλλες Μυροφόρες, που είχαν έρθει έως τότε μαζί, ενώ η Παναγία είχε την μεγάλη χαρά, γιατί κατενόησε τα λόγια του αγγέλου και παραδόθηκε ολόκληρη στο Φως, ως τελείως καθαρή και θείως χαριτωμένη, που ήταν. Μετά τον ευαγγελισμό αυτό για την ανάσταση του Κυρίου, η μεν Μαρία η Μαγδαληνή σαν να μην άκουσε καν τον άγγελο, αφού άλλωστε ούτε εκείνος μίλησε γι᾽ αυτήν. Διαπίστωσε μόνο τον κενό τάφο και έτρεξε προς τον Σίμωνα Πέτρο και τον άλλο μαθητή, όπως λέγει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης. Η Θεομήτωρ όμως Παναγία, μαζί και με άλλες Μυροφόρες, έφευγε από τον τάφο. Και ιδού, όπως λέγει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, «τις συνάντησε ο Ιησούς λέγοντας, “χαίρετε”»!
Βλέπουμε, λοιπόν, ότι πριν από την Μαρία την Μαγδαληνή η Θεοτόκος Παναγία μας είδε τον Υιό Της τον Ιησού και όταν σταυρώθηκε και όταν ετάφη και μάλιστα θα δούμε τώρα ότι Τον είδε πρώτη και όταν αναστήθηκε. Ναί! Η Παναγία ήταν που συνάντησε πρώτη από τις άλλες τον αναστάντα Κύριο και τον αναγνώρισε και του έπιασε τα πόδια Του και έγινε Απόστολός Του προς τους Αποστόλους και όχι η Μαγδαληνή Μαρία. Αυτή δεν ήταν μαζί με την Μητέρα του Θεού και τις άλλες Μυροφόρες όταν τις συνάντησε ο Ιησούς επιστρέφοντας από τον τάφο και Τον προσκύνησαν. Η Μαγδαληνή Μαρία, όπως μας το λέει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, έτρεξε προς τον Σίμωνα Πέτρο και προς τον άλλο μαθητή, τον οποίο αγαπούσε ο Ιησούς, και είπε σ᾽ αυτούς, «εσήκωσαν τον Κύριο από το μνήμα και δεν γνωρίζουμε που τον έβαλαν». Δεν γνωρίζει, δηλαδή, τίποτε ακόμη για την ανάσταση, ενώ η Μητέρα του Χριστού, η Θεοτόκος, και οι άλλες Μυροφόρες, που ήταν μαζί Της, είχαν δεί και είχαν προσκυνήσει τον αναστάντα Κύριο. Η Μαγδαληνή Μαρία αργότερα, αφού πήγε στον Πέτρο και τον Ιωάννη, έπειτα ήρθε πάλι μόνη στον τάφο και τότε αξιώθηκε να δεί τον αναστάντα Κύριο και εστάλη και αυτή ως απόστολος προς τους Αποστόλους, και λέγει σ᾽ αυτούς, «ότι είδε τον Κύριο, που είπε σ᾽ αυτήν αυτά» (Ιωάν. 20,18).
Σύμφωνα με την παραπάνω πατερική ερμηνεία είναι συντεθημένος και ο ύμνος, που ψάλλουμε την περίοδο αυτή: «Ο άγγελος εβόα τη Κεχαριτωμένη, Αγνή Παρθένε, Χαίρε και πάλιν ερώ Χαίρε, ο Σος Υιός ανέστη τριήμερος εκ τάφου».
Mε πολλές ευχές,
† Ο Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ιερεμίας
*Βλ. ΕΠΕ, Γρηγορίου Παλαμά, τομ. 9ος, Ομιλία ΙΗ´.