Μία αγία και ενάρετη μοναχή εξεδήμησεν προς Κύριον την Τρίτη της Καθαράς Εβδομάδος, μετά από πολύμηνη ασθένεια, η μοναχή Ευφροσύνη, Καθηγουμένη της Ιεράς Μονής Αγίου Βλασίου Τρικάλλων Κορινθίας.
Η εξόδιος ιερά ακολουθία της αειμνήστου μοναχής και Καθηγουμένης τελέσθηκε στο καθολικό της Ιεράς Μονής της την Πέμπτη 21 Μαρτίου 2013 το απόγευμα, από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιγνάτιο, ο οποίος εκπροσωπούσε και τον οικείο Ιεράρχη, Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κορίνθου κ. Διονύσιο, του οποίου μετέφερε και τις συλλυπητήριες ευχές.
Η μακαριστή Γερόντισσα καταγόταν από το νησί της Σαλαμίνος και εκάρη μοναχή στην Ιερά Μονή της Παναγίας Φανερωμένης Σαλαμίνος, όπου εκεί έδωσε τους πρώτους ασκητικούς της αγώνες, για να συνεχίσει το Θεάρεστο έργο της στην Ιερά Μονή του Αγίου Βλασίου στα ορεινό και πανέμορφο χωριό των Τρικάλων της Κορινθίας, στην ιδιαιτέρα πατρίδα του Οσίου Γερασίμου και του Αγίου Μακαρίου, του Νοταρά.
Πλήθη πιστών παρέστησαν συμπροσευχόμενοι στην εξόδιο ακολουθία της μεταστάσης από την Κορινθία και την Σαλαμίνα, ενώ πολλοί Πατέρες έλαβαν μέρος και πολλές Ηγουμένες και μοναχές συνέψαλλαν την νεκρώσιμο εις μεγαλόσχημον μοναχήν ιερά ακολουθία.
Την απελθούσα Γερόντισσα Ευφροσύνη αποχαιρέτησαν με επικηδείους λόγους τόσο ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιγνάτιος, όσο και ο Κορίνθιος την καταγωγή Επίκουρος Καθηγητής Ψυχολογίας και Ψυχοθεραπευτικής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Αθανάσιος Μελισσάρης, ο οποίος με την ρητορική του ικανότητα και με καθαρά εκκλησιαστική γλώσσα, χαρακτήρισε την απερχομένη μοναχή πραγματική και στοργική μητέρα τόσο των καλογραιών της όσο και των πολυπληθών προσκυνητών της Ιεράς Μονής της.
Ακολουθεί ο αποχαιρετιστήριος λόγος που με ιδιαιτέρα συγκίνηση εξεφώνησε ο Σεβασμιώτατος κ. Ιγνάτιος προς την αείμνηστη Καθηγουμένη:
Επικήδειος λόγος τον οποίο εξεφώνησε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιγνάτιος, κατά την εξόδιο Ακολουθία της μακαριστής Μοναχής Ευφροσύνης,
Ηγουμένης της Ιεράς Μονής Αγίου Βλασίου Τρικάλων Κορινθίας,
την Πέμπτη 21.3.2013
“Γερόντισσα Ευφροσύνη
Εκοιμήθη λοιπόν και απέρχεται του βίου τούτου η πολυαγαπημένη μας Γερόντισσα Ευφροσύνη. Παίρνει ένα πολύτιμο μέρος της ζωής μας εκ του κόσμου τούτου και απέρχεται. Εσφράγισε τα χαριέστατα χείλη της, τα στάξαντα γλυκύτητα ουκ ολίγην, και μας αποχαιρετά η γλυκυτάτη αυτή και αγία Μοναχή. Απλή και ολιγογράμματη, αλήθεια, η μεταστάσα Μοναχή διερωτάται κανείς από που αντλούσε αυτήν την πνευματικήν ευφορίαν; Διότι αφ’ ότου εγνωρίσαμεν αυτήν εκ της πρώτης νεότητός της, εθαυμάζαμεν τον ενθουσιασμόν της δια τα θεία και τα επουράνια. Με τα πηγαία φυσικά χαρίσματά της, ιδίως της ανεξικακίας και της απεράντου καλωσύνης, καταμαρτυρούσε τους αγώνας της δια την πρόσκτησιν επικτήτων αρετών τας οποίας ήτο εμφανές ότι καθ’ ημέραν προσελάμβανε. Ήτο κατάδηλον εις το πρόσωπόν της ότι ο Μοναχός λαμβάνει κλήσιν από τον Θεόν δια να αποκτήση το μέγα του Μοναχού αξίωμα. Ήταν εμφανής η θεία κλήσις της. Ωσάν προφήτις και απόστολος έλαβε θείαν κλήσιν. Και αυτή η κλήσις ήτο η δύναμίς της, η καύχησίς της, ο στέφανός της, το εξαίρετον ιδίωμά της. Όπως εξεκίνησεν έτσι και έζησεν. Δεν έπαυσεν παλλομένη η καρδία της δια τον Κύριον. Δεν εδίδαξε προφητικά, δεν εκήρυξεν αποστολικά με λόγους, αλλ’ εξήγγειλεν του Θεού το όνομα με μόνην την παρουσίαν της, προκαλούσα αληθή ευφροσύνην εις άπαντας η Ευφροσύνη μας. Μαζί διανύσαμε δια πολλά έτη την οδόν του Κυρίου. Εζήσαμεν ανεπανάληπτες πνευματικές χαρές, συνευφραινόμενοι στη Θεία Λατρεία της Αγίας μας Εκκλησίας και εις την εν γένει εκκλησιαστικήν βιοτήν μας.
Κλαίομεν σήμερον και θρηνούμεν δια τον αποχωρισμόν, αλλά εν ταυτώ χαίρομεν, διότι ενός θαύματος ηξίωσεν ημάς της δόξης ο Κύριος. Να ίδωμεν το θαύμα της πληρώσεως ενός θείου έργου. Να ίδωμεν την αδελφήν ημών Ευφροσύνην να τελειώνη το επί γης έργον της. Να εξέρχεται του βίου θριαμβολογούσα ότι τον δρόμον τετέλεκε. Πέρασαν πολλά χρόνια από την ημέραν των υποσχέσεών της. Όταν ο Λειτουργός είπεν αυτή «αλλ’ εάν και τελειώσης». Και ιδού, τετελειωμένη μετά πνευμάτων τετελειωμένων έχουσα ανημμένην την λαμπάδα εαυτής, απέρχεται προς τον Νυμφίον της καρδίας της. Χαίρουσα και ευφραινομένη η της όντως ευφροσύνης επώνυμος.ΡΞΙΡΞΙΡΞΡΙΡΙΡΚΚ ΞΕΕΕ
Η Μονή της Φανερωμένης, το πρώτον της πνευματικόν εφαλτήριον, ο τόπος του αγιάσματος της δόξης του Κυρίου, μετρά τα πρώτα νεανικά, όμορφα, δημιουργικά και πανευφρόσυνα χρόνια της και της αποδίδει σήμερον το δίκαιον όφλημα. Τα άγια πρόσωπα με τα οποία συνέζησεν εκεί χαίροντα δια τον θρίαμβόν της, την υποδέχονται. Η Κορινθία η αγία και η ιερά Μονή ταύτη του Ιερομάρτυρος Αγίου Βλασίου, ήτις την υπεδέχθη, την περιέθαλψε και την ηγάπησε, την προπέμπει. Συνέπεσεν να είναι Επίσκοπός της αυτά τα έσχατα χρόνια ο ευρυμαθής και ιεροπρεπής Ιεράρχης Διονύσιος, ο αδελφός μας ο πολυαγαπημένος, όστις κατεκόσμησεν εν χαρά με άπειρον αγάπην και πατρικήν στοργήν τον ύστερον χρόνον της επιγείου ζωής της. Ήτο καύχημά της αυτή η αγάπη και δεν επαύετο να την καθομολογή. Και σήμερον την συνοδεύομεν τη ιδική του ευλογία και αδεία την Γερόντισσά μας όλοι. Και ο π. Τιμόθεος, και η Φανερωμένη και οι Σαλαμίνιοι συγγενείς πρώτον και αδελφοί ηγαπημένοι και ο Ιερός Κλήρος και ο λαός του Θεού ο παροικών χάριτι Θεού την αποστολικήν ταύτην γην, την οποίαν θείοι πόδες επάτησαν και δια τον καταρτισμόν του οποίου αθάνατα ιερά μοναδικά εις τον Αγιογραφικόν ημών πλούτον κείμενα εγράφησαν. Διανύοντες όμως αυτήν την α . των Νηστειών εβδομάδα, ήτις αποτελεί όρον ασκήσεως δι’ ημάς τους Ορθοδόξους Χριστιανούς, θα ήτο παράλειψις να μην είπωμεν οποίαν ιεράν παρακαταθήκην αφήνει εις ημάς η απερχομένη Γερόντισσα Ευφροσύνη. Τώρα που καλούμεθα όλοι μας να οικοδομήσωμεν τον οίκον της ψυχής μας, μέλλοντες να ευρεθώμεν και ημείς εις την θέσιν εις την οποίαν ευρίσκεται τώρα η ψυχή της μεταστάσης αδελφής ημών, καλόν είναι να αναμνησθώμεν τους Εβραίους, οίτινες επιστρέψαντες από την βαβυλώνειον αιχμαλωσίαν και θελήσαντες να ανοικοδομήσουν την Πόλιν την Αγίαν, την Ιερουσαλήμ την επίγειον και το Ιερόν, εύρον λαούς απειλούντας αυτούς και εμποδίζοντας αυτούς. Και ο Δαβίδ ο προφητάναξ αποτυπώνοντας αυτό εις τον 126ον Ψαλμόν αυτού, λέγει το γνωστόν «Εάν μη Κύριος οικοδομήση οίκον εις μάτην εκοπίασαν οι οικοδομούντες· εάν μη Κύριος φυλάξη πόλιν, εις μάτην ηγρύπνησεν ο φυλάσσων».
Οπωσδήποτε χρειάζεται η βοήθεια του Κυρίου, η βοήθεια του ειπόντος «χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν». Η βοήθεια αύτη, ήτις εμφανώς αναγνωρίζεται εις το πρόσωπον της μεταστάσης αγίας Μοναχής. Και όλοι γνωρίζομεν και ψάλλομεν εν τη Εκκλησία τον αναβαθμόν τον οποίον ενεπνεύσθη εκ του Ψαλμικού τούτου στίχου ο πρύτανις των Υμνογράφων ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, εξευρών το απόθετον κάλλος αυτού, το μέλι το εκ πέτρας, αποδώσας αλληγορικώς αυτό εις τον τέταρτον αναβαθμόν του γ . ήχου «Εάν μη Κύριος οικοδομήση οίκον των αρετών, μάτην κοπιώμεν· την δε ψυχήν σκέποντος, ουδείς πορθείται πόλιν». Η οικοδομή λοιπόν του οίκου της ψυχής είναι η ιερά παρακαταθήκη που αφήνει φεύγουσα η μακαρία ήδη Γερόντισσα Ευφροσύνη και εις τας υπ’ αυτήν ηγαπημένας αδελφάς και συναθλητρίας αλλά και εις άπαντας ημάς. Να απαρτισθούμε λοιπόν έκαστος εις οίκον και ναόν των αρετών είναι το έσχατον πνευματικόν δώρον της μεταστάσης προς ημάς. Να δειχθώμεν «κατοικητήριον του Θεού», όπως γράφει στους Εφεσίους ο Απόστολος και Ιδρυτής της Εκκλησίας Σας. Να «μορφωθή Χριστός εν ημίν» όπως επεθύμει ο Προστάτης Σας Απόστολος δια τους Γαλάτας. Και όλοι γνωρίζομεν ότι τούτο δεν είναι εύκολον. Όλοι γνωρίζομεν ότι όπως τότε δι’ αυτούς υπήρχον εχθροί του έργου της ανοικοδομήσεως του ιερού και του οίκου, έτσι και τώρα, και ημείς ευρίσκομεν κατέναντι της προσπαθείας μας τον αντίδικον ημών διάβολον. Εν «τεσσαράκοντα και εξ έτεσιν ωκοδομήθη ο ναός». Αρματωμένοι έκτιζον την Ιερουσαλήμ, την ορμήν των εχθρών φοβούμενοι, κρατούντες ως μαρτυρεί ο Ιερός Νεεμίας με το ένα χέρι το δοξάρι και την σαΐταν και με το άλλο κτίζοντες, ως αναγωγικώς ερμηνεύει ο Ιερός Θεόδωρος. Και η μεταστάσα ενθαρρύνουσα ημάς λέγει τον Παύλειον λόγον «πάντα ισχύω εν τω ενδυναμούντι με Χριστώ». Και ως τα πάντα κατασκευάζονται υπό τινος ο δε τα πάντα κατασκευάσας Θεός, επ’ Αυτόν ανέσχε τας ελπίδας της ίνα οικοδήση εαυτήν.
Και ιδού, αδελφοί μου, καλούμεθα και ημείς εν τεσσαράκοντα και πλέον ημέραις να ανοικοδομήσωμεν τον Ναόν της ψυχής ημών. Ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος μας διδάσκει: «Εκείνος ο οποίος επεθύμησε με τας ιδικάς του δυνάμεις να πολεμήση και να νικήση το σαρκικόν φρόνημα, ματαίως κοπιάζει. Διότι, εάν ο Κύριος δεν κρημνήση τον οίκον του σαρκικού φρονήματος, και εάν ο Κύριος δεν οικοδομήση τον οίκον της ψυχής, ματαίως αγρυπνεί και νηστεύει εκείνος που προσπαθεί με τις ιδικές του μόνον δυνάμεις να το επιτύχη. «Μετά σοφίας οικοδομείται οίκος, και μετά συνέσεως ανορθούται», ως λέγει ο σοφός Σολομών. Σολομών και Ζοροβάβελ καλείται να αναδειχθή έκαστος εξ ημών, οικοδομών και παλεύων. Θεμελιών και πολεμών συγχρόνως. Και περαίνων τον λόγον τούτον, τον οποίον η αγάπη του Επισκόπου σας μοι παρεχώρησεν ίνα εκφωνήσω εις την πενθούσαν ταύτην ομήγυριν, υπενθυμίζω τους λόγους τους οποίους είπεν ο αββάς Νείλος ο καθήμενος εν Σινά προς ερωτώντα νεοσσόν της Πνευματικής ζωής: «Συ ουν τέκνον εποίησας τον οίκον της ψυχής σου και του σώματος, τετράπυλον· και αι θύραι του νοός και της διανοίας επήρθησαν, και αι θυρίδες των αισθητηρίων του σώματος ανεωγμέναι εισί· και παρερχόμενοι και παροδίται και λησταί και κλέπται και κοπρισταί, ει τι δ’ αν εύρωσι το αρέσκον αυτοίς λαμβάνουσιν· ου γαρ έστιν αυτοίς ο αντιλέγων η κωλύων αυτούς· πας γαρ οίκος άθυρος και αθυρίδωτος, οζοθήκη γίνεται». Ο θεούμενος όμως, ο τετελειωμένος Ορθόδοξος Μοναχός, ως η απερχόμενη Γερόντισσα Ευφροσύνη, ήτις τοιαύτην μόρφωσιν ευσεβείας έσχεν αποίχεται από του κόσμου τούτου της αιχμαλωσίας και της δουλείας προβαίνων επί την επουράνιον Πόλιν την Ιερουσαλήμ την Αγίαν, και επί το Επουράνιον θυσιαστήριον. Και η Ευφροσύνη μας η ηγαπημένη πηγνύουσα τώρα την σκηνήν αυτής μετά της σκηνής του Κυρίου της, καταλείπει εις ημάς άπαντας το φωτεινόν παράδειγμά της και τας Αγίας Ευχάς της. Αμήν”.