Εξεδήμησε προς Κύριον ο Αρχιμανδρίτης Φιλάρετος, Ηγούμενος της Μονής Παναγίας Τούρλιανης Μυκόνου. Η Εξόδιος Ακολουθία θα ψαλεί, αύριο Σάββατο.
Η ανακοίνωση της Μητρόπολης Σύρου αναφέρει:
Μετά βαθυτάτης κατ’ άνθρωπον θλίψεως αναγγέλλομεν εις τον ιερόν Κλήρον της καθ’ ημάς Ιεράς Μητροπόλεως και το πλήρωμα της κατά Μύκονον παροικούσης Εκκλησίας την προς Κύριον εκδημίαν του Πνευματικού μας Πατρός Αρχιμανδρίτου Φιλαρέτου Κ. Γεροντάρη, Ηγουμένου της εις Άνω Μεράν Μυκόνου Ιεράς Μονής Παναγίας Τουρλιανής, την οποίαν παιδιόθεν διηκόνησεν και της οποίας επί πεντήκοντα και τρία έτη Ηγούμενος εχρημάτισεν, τα μέγιστα μεριμνήσας, κοπιάσας και ενδιαφερθείς διά την διασφάλισιν και αξιοποίησιν της περιουσίας της, την διατήρησιν των κειμηλιακών και πνευματικών θησαυρών της και την συνέχισιν της λειτουργικής της ζωής, ακαταπόνητος Λειτουργος του ιερού Θυσιαστηρίου, φιλάνθρωπος προς πάντας, κατ’ όνομα γνωρίζων τους Χριστιανούς της Άνω Μεράς, των οποίων υπήρξε και πνευματικός ποιμένας, δυσαναπλήρωτον κενόν καταλιπών.
Ο αοίδιμος εγεννήθη εις Σέριφον, την 5ην Απριλίου 1937. Διάκονος εχειροτονήθη την 17ην Δεκεμβρίου του 1959 εις τον Ιερόν Ναόν Κοιμήσεως Θεοτόκου Πρεβέζης, υπό του μακαριστού Μητροπολίτου Πρεβέζης Στυλιανού, και Πρεσβύτερος την 6ην Ιανουαριου 1965, υπό του μακαριστού Μητροπολίτου Θήρας Γαβριήλ εις τον Ιερόν Μητροπολιτικόν Ναόν της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Ερμουπόλεως.
Το οφφίκιον του Αρχιμανδρίτου έλαβε την 17ην Δεκεμβρίου 1967 παρά του αοιδίμου Προκατόχου ημών Δωροθέου Α΄.
Διακονήσας το τότε λειτουργούν εις την Ιεράν Μονήν Τουρλιανής Ορφανοτροφείον και μαθητεύσας πλησίον του αειμνήστου Πνευματικού Καλλινίκου Χανιώτη, ανθρώπου αρετής και προσευχής, εξελέγη Ηγούμενος της Ιεράς Μονής την 27ην Νοεμβρίου 1966, διαδεχθείς τον εις Επίσκοπον και Μητροπολίτην Σύρου αναδειχθέντα μακαριστόν Προκάτοχον ημών Δωρόθεον Α΄.
Τα της Εξοδίου Ακολουθίας του ορίζονται ως εξής:
Παρασκευή, 9 Μαρτίου 2018: Ολονυκτία εις το Καθολικόν της Ιεράς Μονής Τουρλιανής, μετά της Ακολουθίας εις κεκιμημένον Ιερέα.
Σάββατον, 10 Μαρτίου 2018: Όρθρος και Θεία Λειτουργία και περί ώραν 11ην η Εξόδιος Ακολουθία.
Προσευχόμεθα προς τον Κύριον και την Παναγίαν Μητέρα Του, την Τουρλιανήν, να τον αναπαύουν μετά των Αγίων και Δικαίων, μετά των ψυχών των αοιδίμων Ηγουμένων και Πατέρων της Μονής και άπαντες να έχωμεν την πατρικήν ευχήν του, την οποίαν πάντοτε από καρδίας έδιδε.
Το μήνυμα του Μητροπολίτη Σύρου Δωρόθεου
Η ζωή μας είναι πράγματι, οπως λέγει ο ιερός Χρυσόστομος «ένα όνειρο, που καθώς παρέρχεται η νύχτα φεύγει, ένα ανοιξιάτικο λουλούδι, που γρήγορα μαραίνεται, μια πομφόλυγα, που εύκολα διαρρηγνύεται, καπνός, που διαλύεται..»
Έτσι, περισσότερο από κάθε άλλη φορά αισθάνομαι αυτή την ώρα, Πέμπτη, 8 Μαρτίου 2018, ώρα 3:15 μ.μ., όταν ευρισκόμενος στην Άνω Μερά και στο μικρό Ησυχαστήριό μου, στο Καλό Λειβάδι, προετοιμαζόμενος να τελέσω την ετήσια μνήμη των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, στον εορτάζοντα φερώνυμο, ποτέ Ενοριακό, Ναό της πόλεως, μου ανηγγέλθη η εις Κύριον εκδημία του φιλοστόργου Πνευματικού μου Πατέρα και Γέροντά μου Αρχιμ. Φιλάρετου Γεροντάρη, Ηγουμένου της Μονής μας, της Παναγίας μας Τουρλιανής, μαζί με τον οποίο συνοδοιπόρησα αδιατάρακτα πενήντα χρόνια.
Ήμουν δεκαπέντε ετών, όταν πήγα στο Μοναστήρι, και θυμάμαι την εικόνα, που απετύπωσε στη σκέψη μου η μνήμη, αυτή η εσχάτη επιστάτισσα της ζωής μας, όταν τον πρωτοείδα: ένα νέο, με καταμαυρα μαλλιά, που έφθαναν έως τη μέση του, και κατάμαυρα γένεια, που σκέπαζαν την καλογερική ζώνη του, με τα χαρακτηριστικά μαύρα γιαλια.
Όταν πήγαμε στο κελλί του, σε ένα μικρό τσίγγινο σκεύος της εποχής εκείνης είχε ρεβύθια, που του είχε φέρει μία κυρία από την Άνω Μερά, με λίγο ψωμί, και τα μοιράστηκε μαζί μου.
Από τότε, ποτέ δεν έφυγα απ’ αυτό το κελλί!
Όταν το Σχολείο έκλεινε, Χριστούγεννα και Πάσχα και καλοκαίρι, την άλλη μέρα κιόλας βρισκόμουν στο Μοναστήρι.
Από την ηλικία αυτή, δεν έκανα ποτέ γιορτές στο σπίτι μου, με τους δικούς μου.
Ο, τι θυμάμαι απ’ αυτές τις μέρες είναι με τον Ηγούμενο στο Μοναστήρι μας, Ψάλτης εγώ στο αναλόγιο και εκείνος με τη χαρακτηριστική του φωνή και τα ωραία άμφια, που πάντοτε με εντυπωσίαζαν, αγωγιάτης να κρατάω το χαλινάρι στο γαιδουράκι της Μονής κατά τις μακρυνές μας επισκέψεις σε Παρεκκλήσια, για να λειτουργήσει, να του κρατάω το τρίχινο δισάκι με τα σκεύη, και πολλές φορές να έχουμε αγρυπνήσει μαζί στο ιερό Βήμα, για να τελέσουμε πρωί-πρωί τη Θεία Λειτουργία σε πιο μακρινά Παρεκκλήσια, για να γυρίσουμε μετά στο Μοναστήρι για τις δουλειές του.
Και όταν ερχόταν στην Αθήνα, πάντα εγώ στο καράβι, στον Πειραιά να τον παραλάβω και να τον μεταφέρω στους οικιακούς του.
Ήμουν μαθητής Λυκείου ακόμα, όταν είχε αγοράσει Αρχιερατικά Άμφια και Μανδύα και τα φύλαγε στο Μοναστήρι, σε ειδική θέση μέσα στο Ιερό, τα οποία μου χάρισε,όταν έγινα Μητροπολίτης.
Όταν ήρθε η ώρα να χειροτονηθώ Διάκονος και με έκειρε Μοναχό στο Καθολικό της Μονής, στις 17 Ίουλίου 1977, θυμάμαι τα δακρυσμένα μάτια του, όταν είπε αυθόρμητα λίγα λόγια προς το εκκλησίασμα, πριν την κουρά μου, και μετά, στο Ηγουμενείο απλώθηκε το χρυσογάλαζο ύφασμα, που, μετά από προσευχή και ειδική Ακολουθία, ο Αρχιμανδρίτης Βαρνάβας έκοψε και το έρραψε για τη Χειροτονία μου, στις 31 Ιουλίου του ίδιου έτους.
Δικό του δώρο ήταν και τα άμφια, που μου αγόρασε από το Κατάστημα του Βαλαδώρου για την εις Πρεσβύτερο Χειροτονία μου, το 1978.
Όλα τα χρόνια της ιεροκηρυξίας μου το Μοναστήρι ήταν για μένα το καταφύγιο και η παρουσία του Γέροντα παραμυθία.
Όταν έγινα Επίσκοπος ήταν από τους πρώτους που σκίρτησε η καρδιά του από χαρά και όταν με υποδέχθηκε στο Μοναστήρι, 10 Μαρτίου 2002, δεν θα λησμονήσω πόσο προσπάθούσε να κρύψει τη συγκίνησή του, καθώς με καμάρωνε στον ξυλόγλυπτο και χρυσόφωτο Δεσποτικό Θρόνο της Μονής.
Δεκαεπτά χρόνια πέρασαν από τότε και συνεργασία μας υπήρξε άριστη, όλες τις πρωτοβουλίες μου για τη Μονή τις συνυπέγραψε, μαζί διασώσαμε την περιουσία της, τα τελευταία χρόνια, με τα τεράστια οικονομικά προβλήματα, τα οποία γονάτισαν και λύγισαν τη Μονή, βρήκαμε λύσεις και τρόπους να της δώσουμε πνοή για το μέλλον.
Ποτέ δεν αρνήθηκε τη βοήθειά του στην Ιερά μας Μητρόπολη, στον Παιδικό μας Σταθμό, στο Γηροκομείο μας, αλλά και στις εκδόσεις μας.
Ένας άλλος κρίκος σ’ αυτή την πνευματική σχέση είναι τα κατά σάρκα ανήψια του Κυριάκος και Κωνσταντίνος, που στάθηκαν τις μέρες αυτές της δοκιμασίας του Άγγελοι φωτεινοί κοντά του, αλλά, δυστυχώς, οι σκοτεινές πτέρυγες του θανάτου φάνηκαν πιο δυνατές από τη δική τους θέληση.
Δεν μπορώ να κατανοήσω γιατί πριν λίγες μέρες, νύχτα, με πρόβλημα στην όρασή του βγήκε από το Μοναστήρι να ευλογήσει μία πίττα του Αγίου Βασιλείου, ενώ και την ημέρα, πολλές φορές, απέφευγε να κυκλοφορεί μόνος του.
Ήταν η αγωνία μου και οι πολλές προτροπές μου, προσωπικές και τηλεφωνικές, να μην είναι μόνος, να παιρνει τα φάρμακά του, για να μη του συμβεί κάτι, γιατί, όπως του έλεγα πάντα, «είστε πολύτιμος και θέλουμε να είστε εδώ, ως τα βαθιά σας γηρατειά»!
Και έτυχε ένα συμβάν απροσδόκητο για να μην επιστρέψει ποτέ πίσω…
Καλέ μου Γέροντα και Πατέρα,
φεύγεις μεν και η σωματική σου απουσία είναι γεγονός, αλλά πάντοτε θα πλανάται η μορφή σου στο Μοναστήρι μας, για να μας θυμίζει την υποχρέωσή μας να συνεχίσουμε το έργο σου, να το στηρίξουμε και να το αναδείξουμε, όπως του αξίζει!
Να έχουμε την ευχή σου και μη μας εγκαταλείψουν οι προσευχές σου από κεί ψηλά, όπου τώρα ιερουργείς!