Στον Ιερό Καθεδρικό Ναό Ευαγγελισμού της Θεοτόκου τελέσθηκε η ενθρόνιση του νέου Μητροπολίτη Φωκίδος κ. Θεοκτίστου, παρουσία του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου.
Στον ενθρονιστήριο λόγο του ο Μητροπολίτης Φωκίδος τόνισε: “Στην αμηχανία, ότι σχεδόν όλοι, είμαστε άγνωστοι, με συνέχει ο λόγος του Κυρίου μας ότι ως ο Καλός Ποιμένας, μας γνωρίζει κατ’ όνομα άρα είμαστε όλοι παιδιά Του, με αυτή την αληθινή γνωριμία που τελείται μέσω Ιησού Χριστού, υπάρχει αληθής γνώση του ενός για τον άλλο, αφού καλούμαστε στο πρόσωπο του συνανθρώπου μας, ακόμα και του ελάχιστου, να αναγνωρίσουμε το πρόσωπο του Χριστού”
Προσέθεσε, επίσης, πως “ανεβαίνοντας, σήμερα τις βαθμίδες του ιερού Συνθρόνου, μας αποκαλύπτεται η εικόνα της χάριτος και του ελέους του αγαπώντος Θεού, που είναι ταυτόχρονα η διαρκής ανάμνηση της ελεύσεως του Υιού και Λόγου του Θεού στην ιστορία μας, στη ζωή μας, στην καθημερινότητά μας, με μοναδικό σκοπό τη φανέρωση της Βασιλείας Του εντός μας. Αυτής της Βασιλείας που δεν είναι τίποτα περισσότερο ή τίποτα λιγότερο από τη δήλωση, του πόσο όμορφο έπλασε ο Θεός τον κόσμο.
Αδελφοί μου, αυτό δυστυχώς σήμερα το έχουμε λησμονήσει. Αλλά εδώ ακριβώς βρίσκεται το νόημα και το περιεχόμενο της αποστολής μου.
Η Εκκλησία με αποστέλλει, να ομολογώ ακατάπαυστα αυτόν τον όμορφο κόσμο του Θεού και την ακλόνητη πίστη μας στον Αναστάντα Χριστό. Σ’ Εκείνον που ο κόσμος, τόσο τότε όσο και σήμερα, θα παραμείνει για τους μεν ιουδαίους σκάνδαλο για δε τους σοφούς Έλληνες μωρία. Για αυτούς όμως που κλήθηκαν, για κάθε ανθρώπινο πλάσμα γιατί σε όλους απευθύνεται η πρόσκληση, θα παραμένει μέχρι τους έσχατους χρόνους, του Θεού η Δύναμη και του Θεού η Σοφία. Αυτή η αήττητη δύναμη και σοφία του Θεού είναι ο Σταυρός του Σωτήρα και Λυτρωτή μας Ιησού Χριστού, που καλούμαστε πάνω σ’ Αυτόν, να καταργήσουμε τις δαιμονικές δυνάμεις αυτού του κόσμου, να συντρίψουμε το κακό και τα όργανά του, που μας θέλουν μακριά απ’ το Θεό και όν απέστειλε Ιησού Χριστό. Αυτός ο κόσμος που δεν εκβάλει έξω τον άρχοντά του, μας επιβάλλει μια θλιβερή και απεγνωσμένη ζωή, χωρίς πίστη στο Θεό. Σήμερα περισσότερο παρά ποτέ η πίστη είναι αυτή που μας λείπει. Πίστη, δηλαδή εμπιστοσύνη, απέναντι στο θέλημα του Θεού.
Στην εποχή της ιλιγγιώδους εξέλιξης και προόδου η γνώση πια δεν κατανοείται ως δωρεά του Θεού, αλλά ως αυτονόητη δύναμη του ανθρώπου. Η τεχνολογία και οι σπουδαίες ανακαλύψεις καθώς και οι ραγδαίες επιστημονικές κατακτήσεις οδηγούν τα πράγματα όλο και περισσότερο σε ένα πλήρως οργανωμένο κόσμο. Σ’ αυτή την πραγματικότητα, το ανθρώπινο πλάσμα, δεν κατανοείται πια ως ανασφαλές, που αναζητά την ασφάλεια του δημιουργού του, ως ελεύθερο, που τη βούλησή του να την παραθέτει ακόμη και ως άρνηση της σωτηρίας του, ως ανοικτό όχι μόνο στον κόσμο, αλλά και στον ουρανό, για να συναντήσει τον πλάστη του και ως ριψοκίνδυνο που μέσα από τόσους κινδύνους στους οποίους εξετέθη για να δημιουργήσει πολιτισμό να μην νοιάζεται διόλου, για το τι τον περιμένει στα απρόβλεπτα επιτεύγματά του.
Στις ανακαλύψεις του, σε τόπους καινούργιους ακόμη και του μακρινού σύμπαντος, αλλά και στις ανακαλύψεις του, στο θαυμαστό και μυστηριώδη μικρόκοσμό του, που του προσθέτουν γνώσεις μοναδικές. Κι αυτό το ριψοκίνδυνο ον, ο άνθρωπος, να καλείται και σε ταξίδια. Όχι μόνο σαν του Οδυσσέα που περιπλανιέται για να ξαναγυρίσει στο πατρικό του σπίτι, γεμάτος γνώσεις και καινούργιες εμπειρίες. Αλλά και σαν αυτό του Αβραάμ, που περιπλανώμενος πάλι και πάλι… δεν θα γυρίσει ποτέ ξανά στην πατρική του γη και στους συγγενείς του, αλλά στην καινούργια γη, στη γη της επαγγελίας, στη γη που συναντά τον Ουρανό για να διαλεχθεί με τον Ουράνιο Πατέρα του.
Αυτό, λοιπόν, το πλάσμα καλείται ήδη από το Βάπτισμά του, ως ιερέας, προφήτης και βασιλιάς, να ζει την άρρητη αξιοπρέπεια των δωρεών του αγίου Πνεύματος σε μια διηνεκή ουράνια πορεία, ως θεούμενο πρόσωπο. Αυτή η προοπτική στην μετανεωτερική και μεταμοντέρνα εποχή μας, δεν τίθεται απλά σε αμφισβήτηση, αλλά έχει καταργηθεί. Μη με παρεξηγήσετε για τα λεγόμενα. Θέλω να πω με πολύ απλά λόγια ότι για παράδειγμα η φτώχεια που σήμερα είναι συνώνυμο της εξαθλίωσης, η αρπαγή της γης και των πατρικών σπιτιών μας, που αδιατάρακτα κληρονομούνται από τους γονείς και τους παππούδες μας, δηλαδή λαμβάναμε την πατρική μας γη ως δωρεά, προκειμένου να έχουμε ανάμνηση του παρελθόντος και να πορευόμαστε με σιγουριά στο μέλλον.
Σήμερα, λοιπόν, έχουμε τη βεβαιότητα ότι αυτή η αρπαγή και η εξαθλίωση δεν είναι αποτέλεσμα καμιάς οικονομικής κρίσης, όπως άλλωστε η ιστορία αποδεικνύει ότι πάρα πολλές φορές οι άνθρωποι βρέθηκαν σε ανάλογες περιπτώσεις, αλλά είναι αποτέλεσμα μιας βλάσφημης κατανόησης του ανθρώπου και της κτίσης, απ’ αυτόν τον ίδιο τον άνθρωπο. Δηλαδή, του μεν πρώτου ως καταναλωτή και απλού θηλαστικού, που έχει μόνο θεραπεύσιμα ένστικτα, αλλά και της δημιουργίας, της κτίσης ολόκληρης, ως χρηστικού περιβάλλοντος εγκαταβιώσεώς του. Και εδώ εδράζεται ο συνεχώς αυξανόμενος παραλογισμός μας. Ακόμα και από εμάς του ανθρώπους της Εκκλησίας, που έχουμε μείνει μετέωροι, γιατί αθετήσαμε τα λόγια του αιώνιου Λόγου του Ουράνιου Πατέρα και την παρουσία του αγίου Πνεύματος.
Δεν ομολογούμε πια ότι δεν μπορούμε να ζήσουμε μόνο με το ψωμί. Για να ζήσει ο κόσμος πρέπει να αναζητά τον Ουράνιο Άρτο, την τροφή του παντός κόσμου. Οι μεν Λειτουργοί άστοχα, προβάλλουμε την Εκκλησία ως μια κοινωνική υπηρεσία. Τα δε κάθε είδους κινήματα και πνευματικά μορφώματα, που θέλουν τάχα να μας αφυπνίσουν για να αντιδράσουμε, κατανοούν τον άνθρωπο και τον κόσμο όλο, μέσα από οικολογικές, δήθεν, ευαισθησίες, που σε τελευταία ανάλυση τον ειδωλοποιούν, και αυτός με τη σειρά του ειδωλοποιεί την άλογη κτίση που τον περιβάλλει. Με αποτέλεσμα να μην αναγνωρίζει στην κτίση το Δημιουργό της. Αυτή η σχάση, το ρήγμα δηλαδή, μας καθιστά δυστυχισμένους και καταθλιπτικούς. Διότι είτε στη φτωχική ζωή (που ανέκαθεν υπήρχε), είτε στην υλική ευμάρεια των κατεχόντων, η ζωή καθίσταται απεγνωσμένη και ταλαίπωρη. Και το ακόμα πιο παράδοξο είναι ότι και αυτοί που βρίσκονται στην αυτάρκεια της επιστημονικής τους γνώσης και σοφίας τελούν σε πλήρη σύγχυση με διαλυμένη σκέψη και εξαπορρούμενοι. Το έλλειμμα του βίου μας, η σχεδόν απόλυτη ένδειά μας, σε μια καθημερινότητα που μας συνθλίβει ως μοναδικές και ανεπανάληπτες υποστάσεις, η μοναδική έξοδός μας είναι η αναζήτηση της αληθινής οδού, του δρόμου που οδηγεί στη Βασιλεία του Θεού. Είναι και το μόνο γεγονός που διασώζει την αξιοπρέπειά μας ως εικόνων του Θεού, που οδεύουν στο καθ’ ομοίωση.
Στο ιερό Σύνθρονο, που ανεβαίνω σήμερα και το οποίο κόσμησαν, ξεχωριστοί ιεράρχες, αναστήματα όπως του Σαλώνων Ησαΐα, σας βεβαιώνω ότι δεν θα κάνω τίποτα λιγότερο από το να υπερασπίζομαι αυτή την αξιοπρέπεια του καθενός μας, σε όλες τις εκφάνσεις του βίου.
Εδώ, ακριβώς, έγκειται η πίστη της Εκκλησίας, το ύψιστο λειτούργημα που καλείται ένας Επίσκοπος να επιτελεί.
Προσευχηθείτε, σας παρακαλώ όσο γίνεται περισσότερο, ο Θεός να με χαριτώνει, ώστε σε κάθε χωριό, σε κάθε αγρό, στην πόλη μας εδώ, και σε κάθε σπιτικό όλης της επαρχίας μας, να συναντώ τα πρόσωπά σας, «εν πνεύματι και αληθεία». Σας καλώ να μην αφήσουμε αλειτούργητη την κάθε γιορτή και στο πιο ταπεινό ξωκλήσι, όπου νοικοκυρές θα φροντίζουν να μην μας λείψει το πρόσφορο, ο άρτος, η ιερότητα της τροφής μας και οι νοικοκυραίοι –νέοι, γέροι και παιδιά— ο καθένας από μας θα ετοιμάζουν την εόρτια παννυχίδα. Η κάθε γιορτή είναι ένας σταθμός, μια στάση, για να ευχαριστήσουμε το Θεό για την ομορφιά που με τόσο απλοχεριά δώρισε στο κόσμο. Αλλά και μια ματιά για να δούμε αυτό το άρρητο κάλλος, που δεν είναι τίποτε άλλο από την κληρονομημένη δόξα Του.
Απευθύνομαι σε όλους σας και σας παραδίδω όχι μόνο τη θέλησή μου αλλά και την καρδιά μου και δεν σας ξεχωρίζω για να πείτε ότι: «ωραία τα ’πε ο Δεσπότης για τους νέους»!
Απευθύνομαι σε όλους σας και στον κάθε έναν ξεχωριστά. Και όλοι μαζί, κλήρος και λαός, «εν ενί στόματι και μια καρδία», να ζούμε ως μέλη του ζώντος Σώματος του Χριστού. Αμαρτωλοί και ατελείς, όπως είμαστε, αλλά πάντοτε προσηλωμένοι στον Αρχηγό και Τελειωτή μας”.
Ευχαρίστησε, στη συνέχεια, τον Αρχιεπίσκοπο και τον Μητροπολίτη Μονεμβασίας και Σπάρτης, για όσα αγαθά προσέφεραν στο πρόσωπό του, αλλά και τον Μητροπολίτη πρώην Φωκίδος κ. Αθηναγόρα, που στο διάβα της ποιμαντορίας του γέμισε τις καρδιές όλων με καλοσύνη, επιείκεια και αγάπη.
Ευχαρίστησε, ωστόσο, εκ μέρους κληρου και λαού της τοπικής Εκκλησίας τον Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου, τοποτηρητή της Μητρόπολης για την μέριμνα και τη φροντίδα του, αλλά και τους συνεργάτες του στην Μητρόπολη Μονεμβασίας και Σπάρτης.
Ολοκλήρωσε τον ενθρονιστήριο λόγο του λέγοντας “δεν ήρθα να με διακονήσετε, ως πρώτο, αλλά να σας διακονήσω, ως ελάχιστος!”.