Άρχισαν τα μαθήματα της Σχολής Γονέων στη Σιάτιστα
Τη Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2014, το απόγευμα, στα πλαίσια της Σχολής Γονέων της Ιεράς Μητροπόλεως Σιατίστης, πραγματοποιήθηκε η πρώτη συνάντηση της Σχολής στην αίθουσα εκδηλώσεων «Αλεξάνδρα Παπαγεωργίου» του Μητροπολιτικού Ιερού Ναού Αγίου Δημητρίου Σιάτιστας.
Ομιλήτρια ήταν η κ. Χάρις Δημητρακούδη, παιδαγωγός και θεολόγος, καλεσμένη της Σχολής Γονέων της Ιεράς Μητροπόλεως Σισανίου και Σιατίστης, η οποία μίλησε με θέμα: «Η αντανάκλαση των συναισθημάτων μια πολύτιμη μέθοδος για αλληλοκατανόηση», το οποίο είχε πολύ ενδιαφέρον.
Η παρουσίαση της κυρίας Δημητρακούδη, η οποία ήταν εξαιρετική και άρτια οργανωμένη, κέντρισε το ενδιαφέρον των παρευρισκομένων γονέων και έδωσε απαντήσεις σε θέματα αντιμετώπισης, όχι μόνο όσον αφορά στη συμπεριφορά μας προς τα παιδιά αλλά ακόμα και προς τους ενήλικες.
Η κ. Δημητρακούδη, με τις πολύπλευρες γνώσεις της, τις πολλές εμπειρίες της και την άνεση του λόγου της, καθήλωσε το πολυπληθές ακροατήριό της, λέγοντας μεταξύ άλλων και τα εξής:
«Τι είναι αυτή η υπέροχη αντανάκλαση των συναισθημάτων, που χρησιμοποιείται πολύ και που βεβαίως σ’ αυτήν στηρίζεται και η ψυχανάλυση;
Η αντανάκλαση των συναισθημάτων είναι να σταθούμε στα παιδιά μας, εμείς ως γονείς, σαν καθρέφτης. Όχι βέβαια με την ψυχρότητα του καθρέφτη, που δεν μπορεί να μας μιλήσει, αλλά με την ιδιότητα του καθρέφτη να αντανακλά, να βγάζει την εικόνα του ανθρώπου, που στέκεται μπροστά του.
Ένα παιδί, όταν έρχεται και σου λέει, είμαι θυμωμένος, δεν μ’ αγαπάς, θέλει να σου πει όλο αυτό που έχει μέσα του. Αν του απαντήσεις: «Εγώ δεν σ’ αγαπώ, που κάνω τόσα για σένα;», θα μαζέψει πίσω αυτό που σου είπε και δεν θα το βοηθήσεις να καταλάβει τι του συμβαίνει. Δηλαδή, να μπορεί να έχει μια εικόνα της ψυχής του, της καρδιάς του, των συναισθημάτων του. Ούτε του χρειάζεται η υπόδειξη: «Αυτό δεν είναι σωστό». Ούτε του χρειάζεται να του πεις, τι πρέπει να κάνει. Του χρειάζεται μόνον να το βοηθήσουμε να βγάλει όσα κουβαλάει μέσα του. Να ξαλαφρώσει. Θεραπευτικό, ιαματικό, εμείς είμαστε εκεί, για να δεχόμαστε όλα αυτά, για να ξεφορτώνουν τα παιδιά, όπως λέμε, να ξεφορτώνουν και να ξεφορτώνουμε και εμείς, ο ένας στον άλλον, εναλλακτικά. Και μετά, αφού ξεφορτώσεις, μπορείς να δεις πιο καθαρά τον εαυτό σου και να πεις ότι, δεν ήταν και τόσο τραγικό, ή μπορώ την άλλη φορά να το διορθώσω, ή μπορώ να κάνω αυτήν την κίνηση.
Ας έχουμε, λοιπόν, στο βάθος του μυαλού μας πάντοτε αυτήν την πραγματικότητα, ό, τι έχουμε μπροστά μας, και ότι γινόμαστε ένας καθρέφτης…»
«…Να μην τρομοκρατούμαστε εμείς και να μην μας πιάνει πανικός, όταν τα παιδιά μας εκφράζουν έστω και τα χειρότερα συναισθήματα.
Πρώτον, λοιπόν, και πολύ απλά, τα βήματά μας είναι, για την περίφημη αυτή μέθοδο ότι, πρώτα θα πρέπει να ακούσουμε προσεκτικά αυτά που μας λέει το παιδί. Πρώτον, το πιο βασικό, το πιο σπουδαίο, να ακούσουμε με τα αυτιά μας, με το μυαλό μας, αλλά και με την καρδιά μας. Να ’μαστε εκεί. Να φτάσουν αυτά που λέει το παιδί στα αυτιά μας.
Το δεύτερο, είναι να προσπαθήσουμε, αυτά που ακούμε να τα αναμορφώσουμε μέσα μας και να τα αποκωδικοποιήσουμε. Δηλαδή να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε, τι νοιώθει το παιδί μας τώρα, που μας λέει αυτό που μας λέει. Γιατί, είπαμε, μας ενδιαφέρει η καρδιά του, τα συναισθήματά του, αυτά που κουβαλάει μέσα του. Και αμέσως μετά να λειτουργήσουμε ως καθρέφτες, δηλαδή, να του τα επιστρέψουμε και να το βοηθήσουμε να βγάλει κι άλλα – κι άλλα – κι άλλα, ώστε αφού έρθει στην επιφάνεια όλο το πρόβλημα να προσπαθήσει να βρει τη λύση. Κι αν δεν τη βρει αμέσως, τουλάχιστον αναπαύεται, γιατί πρώτον και κυριότερο, βρήκε κάποιον να τον ακούσει να τον καταλάβει.
Αυτό που λέμε, να μπορέσουμε να ακούσουμε με τα δικά του αυτιά τα λόγια του, να σκεφτούμε με το δικό του μυαλό και να νοιώσουμε με τη δική του καρδιά, που μας ενδιαφέρει πάρα πολύ, τι αισθάνθηκε εκείνη την ώρα. Και μετά παραμένοντας έτσι μ’ αυτήν την ηρεμία, μ’ αυτήν την αποδοχή, μ’ αυτήν την εμπιστοσύνη, χωρίς πανικό, χωρίς υπερβολές, χωρίς παρεμβάσεις, λειτουργώντας μ’ αυτήν τη μέθοδο της αντανάκλασης των συναισθημάτων, δηλαδή να ακούσουμε, να κατανοήσουμε και πίσω από αυτά που ακούμε, και να βοηθήσουμε, ώστε και να ξεφορτώσει, να εκτονωθεί το παιδί, αλλά και να βρει τη διαδρομή, που θα ακολουθήσει για να διαχειριστεί το πρόβλημα. Είτε βρει λύση είτε το προσπεράσει, γιατί όλα τα προβλήματα δεν έχουν λύση.
Η μέθοδος αυτή, ισχύει και για μας τους μεγάλους, για το ζευγάρι μεταξύ του, γιατί πολλές φορές μιλάμε αλλά δε συνεννοούμαστε και πληγωνόμαστε και κλείνεται ο καθένας στον εαυτό του, γιατί αισθανθήκαμε ότι δεν μας κατάλαβε ο άλλος. Ίσως, γιατί, στη προσπάθειά μας να επιβεβαιώσουμε στον άλλον, ότι τον αγαπάμε και τον νοιαζόμαστε, βιαζόμαστε και δεν καθόμαστε να τον ακούσουμε και να καταλάβουμε, πώς το νοιώθει εκείνος, γιατί είμαστε και διαφορετικοί στην ψυχολογία και είμαστε και διαφορετικά πρόσωπα. Γι’ αυτό και χρειάζεται να ηρεμήσουμε, να εμπιστευθούμε και να αγαπήσουμε μ’ αυτόν τον τρόπο. Την αγάπη, που βοηθάει τον άλλον, να δει και να βρει τον εαυτό του και να μπορέσει να εμπιστεύεται τα συναισθήματά του, να τα εκφράζει, να τα πετάει, όταν είναι βάρος πάνω του ή όταν είναι χαρούμενα, να τα μοιράζεται, για να πολλαπλασιάζονται και να προχωράει στη ζωή.
Αυτό αν το καταφέρουμε έχουμε προσφέρει πάρα πολύ μεγάλη ωφέλεια στο παιδί μας. Το έχουμε βοηθήσει να μπορεί να στέκεται στο κοινωνικό του περιβάλλον. Όποιο κι αν είναι αυτό σχολικό, φοιτητικό, επαγγελματικό, κοινωνικό. Να μπορεί να αναγνωρίζει τα συναισθήματά του. Να μπορεί να μη καταρρέει κάτω από τα συναισθήματά του, αλλά και να μην απωθεί τα συναισθήματά του, γιατί μετά δημιουργούνται άλλα προβλήματα και άλλες παρενέργειες.
Οι ωφέλειες πραγματικά είναι πολλές, και το κυριότερο ξαναζεσταίνουμε τις σχέσεις μας. Ξανασυναντιώνται οι καρδιές μας. Μαθαίνουμε να καταλαβαινόμαστε. Να συνεννοούμαστε και ως εκ τούτου να συνεργαζόμαστε.»
Στη συνέχεια, το λόγο έλαβε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης κ. Παύλος, ο οποίος μεταξύ άλλων ανέφερε ότι, μιλάμε γι’ αυτήν τη μέθοδο, για να καταλάβουμε και μεταξύ μας οι μεγάλοι, αλλά επίσης και τα παιδιά μας, που πάρα πολύ σωστά ακούστηκε, ότι συνήθως είμαστε διδακτικοί απέναντί τους. Άρα δεν αφήνουμε τον εαυτό μας να τα νοιώσει.
Μετά το τέλος της ομιλίας, ακολούθησε συζήτηση και το ακροατήριο αποχώρισε εμφανώς ικανοποιημένο από την εμπειρία, που έζησε για δύο περίπου ώρες.