Σε κλίμα συγκίνησης τελέσθηκε στην Κρήτη η αναγόρευση του Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας, κ.Στυλιανού, σε Επίτιμο Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Για τον Σεβασμιώτατο, που κατάγεται από την Κρήτη, μίλησε με θερμά λόγια ο Μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου, κ.Ευγένιος.
“Συγκεκριμένα, είπε:
Σεβασμιώτατοι,
Εντιμότατοι Άρχοντες,
Ελλογιμότατοι,
Κυρίες και κύριοι.
Με αισθήματα βαθειάς τιμής και ευγνωμοσύνης επιθυμώ να εκφράσω τις εγκάρδιες ευχαριστίες μου για την τόσο τιμητική πρόσκληση να ανέλθω στο βήμα αυτό και να απευθύνω, κατά την αποψινή ακαδημαική συνεδρία, λέξεις χαριστήριες εποφειλόμενης τιμής και αναγνωρίσεως του έργου του πολυφίλητου και πολυσέβαστου γόνου αυτής της εύγονης γης, του μεγάλου Ιεράρχου που κοσμεί την Ιεραρχία της Μητέρας μας Εκκλησίας, του Οικουμενικού Πατριαρχείου, του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας κ.κ. Στυλιανού.
Οι χαριστήριες λέξεις μου προσφέρονται αφενός στο Πανεπιστήμιό μας για την αποψινή πρόσκληση και πρόκληση σε εμένα και αφετέρου στον τιμώμενο για την πολλή του αγάπη και τον πατρικό επιστηριγμό κατά την τετραετή ήδη πορεία μου μέσα στην Εκκλησία των Ρεθυμνίων. Οι ευχές και οι συμβουλές του Αρχιεπισκόπου, προπάντων οι εκκλησιαστικές εμπειρίες που απέκτησα κοντά του κατά την τελευταία Κληρικολαική Συνέλευση της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας, στην οποία είχα την τιμή να μετάσχω ως δικός του προσκεκλημένος, συμπορεύονται στον βηματισμό μου και εμπνέουν διαρκώς. Καταθέτω λοιπόν, εξ ιδίας πείρας, «ο ακήκοα, ο εώρακα τοις οφθαλμοίς, ο εθεασάμην και αι χείρες μου εψηλάφησαν» για την «εν τη ταπεινώσει» δύναμη του Αρχιεπισκόπου Στυλιανού. Αυτή η δύναμη κινεί απόψε και τη δική μου γλώσσα, όπως και τους δικούς σας λογισμούς, σε ευχαριστία, πρωτίστως στο Θεό που μας τον χάρισε Επίσκοπο της Εκκλησίας Του, παιδαγωγό με γνήσιο αγιοπατερικό φρόνημα, οδηγό, πατέρα, αδελφό και φίλο.
Το Πανεπιστήμιό μας δίκαια, και γι’ αυτό το επαινούμε και το συγχαίρομε, απονέμει αυτόν τον τίτλο τιμής στον άνθρωπο εκείνο που γίνεται αποδέκτης των μηνυμάτων των καιρών και πηδαλιουχεί ανάλογα το σκάφος της Εκκλησίας χαράζοντας την πορεία του ταξιδιού του στο μέλλον. Δεν είναι σκοπός μας, στα πλαίσια μιάς ολιγόλεπτης αναφοράς, να ιστορήσομε τη ζωή του Αρχιεπισκόπου, που επί σαράντα χρόνια διαποιμαίνει την πέμπτη ήπειρο. Μόνο κάποιους σταθμούς σημαντικούς της ίσως καταφέρομε να τονίσομε, αναγνωρίζοντας τη δυσκολία του εγχειρήματος.
Έρχεται στη μνήμη μου αυτήν την ώρα, μάλιστα, η πρώτη φορά που τον αντίκρυσαν με δέος τα μάτια μου να κατέρχεται τους αναβαθμούς της Βικελαίας Βιβλιοθήκης, σίγουρα ύστερα από μια ιεροτελεστία αντίδοσης πνευματικών θησαυρισμάτων με το επίσης σπουδαίο αυτό πνευματικό Ίδρυμα του νησιού μας.
Αισθάνομαι λοιπόν έντονα την πνευματική μου ένδεια και δεν θα πω σχεδόν τίποτε δικό μου, αλλά θα μεταφέρω απλά στην αγάπη σας κατ’ αρχήν τους λόγους, που με ιδιαίτερη βαρύτητα απέδωσε στον Αρχιεπίσκοπο Στυλιανό τους χαρακτηρισμούς που του αξίζουν, ποιός άλλος, ο Μέγας Πατριάρχης μας Βαρθολομαίος.
Σε Σεπτό Πατριαρχικό Γράμμα Του, ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος έγραφε για τον Αρχιεπίσκοπο Στυλιανό, όταν συμπλήρωνε εικοσιπενταετία στο πηδάλιο της μεγάλης επαρχίας του Οικουμενικού Θρόνου, της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας, ότι αποτελεί «πολυσχιδή προσωπικότητα, διακεκριμένον θεολόγον, δυνάμενον να παρουσιάζη με ακρίβειαν και σαφήνειαν την αλήθειαν και την διδασκαλίαν της Ορθοδοξίας, αλλά και να προβάλλη αυτήν εις τους ετεροδόξους συνομιλητάς…». Έγραφε ακόμη ότι αποτελεί «ταλαντούχον χειριστήν του λόγου και της γραφίδος…, ιδρυτήν, οργανωτήν και εμπνευστήν πολλών νέων ιδρυμάτων και συλλόγων». Πρόσθετε ότι η μετάβασή του στην Αυστραλία έγινε με την απόφασή του να εργασθεί «προς το συμφέρον των πολλών, ίνα σωθώσι (Α΄ Κορ. 10, 33)» και προκειμένου να καταπαύσει «τας ταραχάς και τα σκάνδαλα, την αναρχίαν και την πολυαρχίαν, διά να επικρατήση η ειρήνη, η βάσις επί της οποίας θα εθεμελιούτο το ποιμαντικόν έργον και η απαραίτητος συνθήκη διά να ανθήση και καρποφορήση το δένδρον της τοπικής Εκκλησίας». Καί διαπίστωνε πως «η πνευματική καρποφορία της εν Αυστραλία Εκκλησίας αποτελεί μίαν επί πλέον μαρτυρίαν περί του κόπου και της προσφοράς» του Αρχιεπισκόπου, στον οποίο αξίζει η ευγνωμοσύνη του πιστού λαού «και η ευαρέσκεια, ο έπαινος και η αναγνώρισις της Μητρός Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας».
Το Πανεπιστήμιό μας δίκαια απονέμει αυτόν τον τίτλο τιμής στον άνθρωπο εκείνο που δεν δίδει αλλά δίδεται κυριολεκτικά στην Εκκλησία από την ευλογημένη ώρα που έκυψε τον αυχένα στη Θεία βουλή και αποδέχθηκε την κλήση του Θεού. Άκουσε και εκείνος, κάποια ιερή στιγμή, μυστικά το «Δεύτε οπίσω μου και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων» και με όλη την δύναμη της ψυχής του, όπου και αν διακόνησε την Εκκλησία, εργάσθηκε με γνήσιο αποστολικό φρόνημα, αφιερώνοντας όλα τα τάλαντά του. «Όλα για την Εκκλησία», ήταν και είναι το σύνθημα και ο αγώνας του. Γιά να συνεχίζει το έργο Της, για να είναι η Μάνα, η καταφυγή, η απαντοχή και η ελπίδα του λαού Της. «Όλα για την Εκκλησία», και το μήνυμά του προς όλους μας.
Το Πανεπιστήμιό μας δίκαια απονέμει αυτόν τον τίτλο τιμής στον άνθρωπο εκείνο που κατέγραψε πρόσφατα με ενάργεια πως «η ελευθερία δε συμβαδίζει με την ασυδοσία και την αναρχία και, αντίστοιχα, η ευσέβεια δεν συμβαδίζει με τον φαρισαισμό και την υποκρισία» και προειδοποίησε πως «χρειάζεται προσοχή, ιδιαίτερα τώρα που ο Ελληνισμός μέσα και έξω από την Ελλάδα δοκιμάζεται ως προς τα κύρια χαρακτηριστικά του, την ορθόδοξη πίστη και το εθνικό φρόνημα». «Αν λείψουν οι ηθικές αξίες στον Νεοέλληνα», τόνισε σε πρόσφατη Εγκύκλιό του ο Αρχιεπίσκοπος Στυλιανός, «τότε το έθνος θα γίνει φάντασμα σε σπίτι κολασμένων. Δε θα μας σώσει καμία οικονομική βοήθεια ούτε η Ευρωπαική Ένωση. Μόνο με τις ηθικές αξίες σωθήκαμε και θα σωθούμε πάλι, αρκεί, καταλήγει, να μην είναι ήδη πολύ αργά…»
Σε ένα άλλο του κείμενο ο Αρχιεπίσκοπος Στυλιανός με ένα, όπως πάντα, δικό του μοναδικό τρόπο μας διδάσκει πως να μη σκύβουμε το κεφάλι στις δυσκολίες, απαντώντας στη ρητορική ερώτηση «Ποιά είναι η δύναμη που μας κάνει να μη χάνουμε το κουράγιο και την αγάπη μας προς τη ζωή;»: «Ασφαλώς δεν είναι η φιλαυτία ή ο εγωισμός. Γιατί το να ζείς -ιδίως ύστερα από ορισμένη ηλικία- δεν είναι πάντα ευχάριστο. Κάποτε είναι μια καθημερινή ταπείνωση, μια δοκιμασία, κάποτε μάλιστα κι ένας πραγματικός εξευτελισμός. Αυτή την ταπείνωση, τη δοκιμασία και τον εξευτελισμό είναι που δεν ανέχονται οι ολιγόψυχοι και ολιγόπιστοι, γι’ αυτό και κάποτε αυτοκτονούν. Οι πολλοί, αντιθέτως, άνθρωποι έχουν μια έμφυτη, θαρρείς, αισιοδοξία, ότι ύστερα από οποιαδήποτε πικρή ώρα, θ’ ακολουθήσει πάλι μια ώρα χαρούμενη. Αυτή η σιωπηρή αισιοδοξία είναι κατά βάθος μια πίστη και μια εμπιστοσύνη στην αγαθότητα και την παντοδυναμία του Θεού. Αδιάφορο αν εκφράζεται πάντα σε προσευχή ή όχι, το βάθος αυτού του αισθήματος είναι καθαρά θρησκευτικό. Γι’ αυτό και έχει τη δύναμη να αντιμετωπίζει τόσες καταιγίδες!» (Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας Στυλιανού, «Στοχασμοί του Δεκαπενταύγουστου», Από το έργο Ενσαρκώσεις του Δόγματος, Εκδόσεις Δόμος).
Με αφοσίωση στην αποστολή και την αρχιερατική ευθύνη του εργάσθηκε άοκνα για την Εκκλησία. Χωρίς να δειλιάσει, χωρίς να φοβηθεί, χωρίς να συμβιβασθεί, χωρίς να προδώσει αρχές, χωρίς να αρνηθεί. Με κόστος συχνά πολύ, με πόνο και δάκρυα, αφού «επίφθονον ύψος η επισκοπική καθέδρα» κατά τον Θεολόγο Γρηγόριο, που όμως δεν στάθηκαν ικανά να τον κάμψουν, αλλά συνετέλεσαν στην αποκάλυψη του αληθινού ψυχικού του μεγαλείου.
Ο Αρχιεπίσκοπος Στυλιανός στον ανδρειωμένο αγώνα του για την αλήθεια της Εκκλησίας δέχθηκε πολλές ταπεινώσεις και όχι λίγες φορές παρεξηγήθηκε και παρερμηνεύθηκε, όχι πάντοτε ακούσια. Αλλά με μια δύναμη που μόνο από το Θεό μπορεί κανείς να πεί πως προέρχεται, έδιδε την απάντηση: «Αλλοίμονο σ’ αυτούς που δεν αμφισβητήθηκαν, γιατί θα πεί πως ταυτιστήκαν μ’ όλους τους ανθρώπους. Αλλοίμονο σ’ αυτούς που δεν διώχθηκαν, γιατί θα πεί πως δεν πολέμησαν μήτε με σκιές. Αλλοίμονο σ’ αυτούς που δεν εθανατώθηκαν, γιατί θα πεί πως δεν επλήρωσαν το φόρο της ζωής ακέραιο».
Ο ίδιος, αυτός ο ανυποχώρητος, ο ανιδιοτελής άγιος πεισματάρης, έγραφε το 1992, πως «το ταβάνι δεν διαφέρει καθόλου απ’ το δάπεδο, απλώς δεν ανέχεται να το πατούνε» και έδιδε ένα άλλο στίγμα, μια άλλη διάσταση.
Αυτός είναι ο Αρχιεπίσκοπος Στυλιανός, ένα ρασοφορεμένο βουνό, ένας άνθρωπος με σπινθηροβόλο βλέμμα και υψηλούς οραματισμούς, ένας εκκλησιαστικός ηγέτης με βαθύ στοχασμό, ενατένιση, φρόνηση, σύνεση, υπομονή και προπάντων προσευχή. Ένας άνθρωπος με ανεξάντλητη στοργή και απέραντο σεβασμό μπροστά στο ανθρώπινο πρόσωπο, όποιο κι αν είναι, κι όπως κι αν είναι.
Αυτός είναι ο Αρχιεπίσκοπος Στυλιανός, ένας κατά πάντα Ορθόδοξος Ιεράρχης, που έχει την δυνατότητα να εκφράζει την οικουμενικότητα του Ευαγγελίου του Χριστού, να αγωνιά και να μην δίδει στα βλέφαρά του νυσταγμό έχοντας μέλημά του την Εκκλησία. Προσλαμβάνοντας αγαπητικά τον άνθρωπο και τις ανάγκες του, έδωσε κάποτε τον ορισμό του, πάλι με το δικό του αξιοθαύμαστο τρόπο: «Άνθρωπος θα πεί το να μπορείς να παίρνεις μιάν απόφαση και η απόφασή σου να έχει συνέπειες άμεσες για σένα και τους άλλους… Άνθρωπος θα πεί να θυμηθείς κάποια στιγμή πως θα ‘ρθει κάποτε η μέρα που δεν θα πονάς και δεν θα ντρέπεσαι για όποια θλίψη και για όποια ταπείνωση έχοντας αγκαλιάσει -ύστερα από αλλεπάλληλες απογυμνώσεις- κατάσαρκα το χώμα. Άνθρωπος θα πεί να δείς ένα όνειρο και να ξυπνήσεις έχοντας ξεχάσει πόσα λεφτά θα χρειασθείς αυτό το μήνα, γιατί όλες οι ανάγκες λυτρώνονται οριστικά μονάχα στού ονείρου την ευρυχωρία…»
Στον Αρχιεπίσκοπο Στυλιανό αναγνωρίζομε την υψηλή αίσθηση της ποιμαντικής ευθύνης. Η προσφορά του, το έργο του, το εύρος των δυνατοτήτων που έδωσε στην Εκκλησία της ευθύνης του, δεν είναι δυνατόν να καταγραφούν, να απαριθμηθούν και, ιδιαίτερα, να παρουσιασθούν σε μία εκδήλωση, όπως την αποψινή. Τούτο μόνο ίσως πρέπει να σημειωθεί. Πως, με την φροντίδα του, σε όλες γενικά τις Κοινότητες και Ενορίες της Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας λειτουργούν Ελληνικά Απογευματινά και Kατηχητικά Σχολεία, ο αριθμός των μαθητών των οποίων ανέρχεται στους δέκα χιλιάδες. Καί δεν είναι μόνο αυτό. Οκτώ Πρότυπα Ημερήσια Κολλέγια με τέσσερεις χιλιάδες μαθητές παρέχουν ελληνική παιδεία στα παιδιά των ομογενών.
Δεν πρέπει ακόμη να παραληφθεί πως η πνευματική καλλιέργεια του πιστού λαού του έχει στέρεες βάσεις που έθεσε εκείνος. Απευθύνθηκε, αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, στο Άγιον Όρος, τον τόπο της ασκήσεως, της ταπεινώσεως, της μετανοίας, της κατανύξεως και ζήτησε να επισκέπτονται πατέρες από εκεί την Αυστραλία για να αρδεύουν πνευματικά την γη των ψυχών των ανθρώπων.
Το έργο του ασφαλώς δεν περικλείεται στα όρια της λογοτεχνίας του, της καλολογίας της ποίησής του. Διαχέεται παντού φιλοκαλικά με όποιο τρόπο και αν εκφρασθεί. Δεν είναι μόνο τα ποιήματα και τα πεζά του έργα, δεν είναι μόνο τα θεολογικά του κείμενα, οι διατριβές, οι ομιλίες. Είναι η ειλικρινής αφοπλιστική ματιά του που προσλαμβάνει, ελκύει, ταξιδεύει εκείνον που τολμά δειλά να τον κοιτάξει. Είναι γενικότερα η φωτισμένη παρουσία του στο Σώμα της Εκκλησίας, που κινεί τον λόγο του. Πού είναι λόγος του Λόγου, λόγος Θεού, γι’ αυτό και λόγος παρηγοριάς και ανάπαυσης, που αρδεύει ψυχές. Πού είναι λόγος συστηματικής δογματικής θεολογίας, με βαθύτατα ορθόδοξο εκκλησιολογικό, ανθρωπολογικό και σωτηριολογικό περιεχόμενο. Πού είναι λόγος οικοδομής και αυθεντικής μαρτυρίας, αγαπητικός και φιλάνθρωπος, στην πιο ουσιαστική σημασία της λέξεως.
Μέσα σ’ αυτήν τη διάσταση, σε άλλα μέτρα, αντιμετωπίζει όλα αυτά τα χρόνια τα πολυειδή ανθρώπινα προβλήματα, τη φτώχεια, την ορφάνεια, την αρρώστεια, τη μοναξιά, την κατάθλιψη, την αποξένωση, τέλος και αυτόν τον θάνατο. Καί προτείνει την υπέρβασή τους βλέποντας πίσω από τις δυσκολίες, τις δυνατότητες. Αρκεί να υπάρχει η τελεία αγάπη, η οποία «έξω βάλλει τον φόβον».
Σε αυτό το πλαίσιο κινείται και η αγωνία του για τον αληθινό διάλογο με τον εαυτό μας και τους άλλους που πιστεύουν διαφορετικά και που πρέπει να μην μείνουν άγευστοι του πολιτεύματος της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Αυτό υπηρέτησε στους Θεολογικούς Διαλόγους και τις διάφορες διαχριστιανικές επιτροπές, στις οποίες προήδρευε ή μετείχε από ορθοδόξου πλευράς ως εκπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Αυτός είναι ο Αρχιεπίσκοπος Στυλιανός, ένας εκκλησιαστικός άνδρας με βαθειά συνείδηση της αποστολής της Εκκλησίας στο σύγχρονο κόσμο και με φροντίδα για την συνέχεια του έργου Της, ιδιαίτερα στη Διασπορά. Γι’ αυτό και ίδρυσε το έτος 1986 την Θεολογική Σχολή του Αγίου Αποστόλου Ανδρέου στο Σίδνεϋ, κατά τα πρότυπα της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, για να προετοιμάζονται τα πρόσωπα που θα επωμίζονται το έργο της Εκκλησίας, το οποίο της ανέθεσε ο Ιδρυτής της, και θα συνεχίζουν την παραγωγή θεολογικής σκέψης και παιδείας. Ήδη η Σχολή έχει δώσει 154 πτυχία και 40 από τους πτυχιούχους αποφοίτους της έχουν χειροτονηθεί ήδη προς μεγάλη χαρά του Αρχιεπισκόπου, προπαντός όμως της Εκκλησίας.
Οι υπεράνθρωπες αυτές προσπάθειές του, με τον ένθεο και ένθερμο ζήλο του, θα δικαιολογούσαν απόλυτα για τον Αρχιεπίσκοπο Στυλιανό το ψαλμικό «ο ζήλος του οίκου σου κατέφαγέ με» (Ψαλμ. 69). Αυτός ίσως είναι ο λόγος που απόψε δεν βρίσκεται ανάμεσά μας.
Γιά όλα τα παραπάνω λοιπόν, για τον λόγο και το ήθος, για την παράδοση και την πρωτοτυπία, για την πολλή αγάπη και το δημιουργικό του πείσμα, ο Αρχιεπίσκοπος Στυλιανός κάνει τη διαφορά. Η πνευματική παρακαταθήκη, το ποιμαντικό, εκκλησιαστικό, θεολογικό και κοινωνικό έργο, που καταθέτει στην Εκκλησία, είναι μέγας πλούτος, ο οποίος, εύχομαι και προσεύχομαι, να εκτιμάται όπως πρέπει και όσο πρέπει, όπως γίνεται απόψε από το Πανεπιστήμιο Κρήτης.
Σεβασμιώτατοι,
Εντιμότατοι Άρχοντες,
Ελλογιμότατοι,
Κυρίες και κύριοι.
Θα κλείσω την άτεχνη αυτή ιερογραφία και την αδέξια προσλαλιά μου παραφράζοντας πάλι ένα δικό του λόγο, γραμμένο σε αλλοτινούς καιρούς για τον Πατριάρχη Αθηναγόρα: «Η ομιλία τούτη ήταν σύντομη γιατί δεν ήθελα να δώσω την εντύπωση ότι τον περιγράφω. Στούς ανεξάντλητους ταιριάζει λόγος βραχύς. Τόσο βραχύς που νάναι μόνο θαυμαστικό επιφώνημα. Ένα απλό ΕΙΣ ΠΟΛΛΑ ΕΤΗ!».
