Άσχετος με τη Χριστιανική Πίστη ο Σέρβος Ντούσαν (ανάπηρος πολέμου) γίνεται ξαφνικά πιστός Χριστιανός ύστερα από ένα όραμα.
Θα εξιστορήσω αληθινά γεγονότα που έζησα στις 11 Ιουλίου 1976.
Διέμενα στο ξενοδοχείο "Ζίτσα" και ήμουν για θεραπεία στα ιαματικά λουτρά Ματαρούσκα. Είχα πάει σε μνημόσυνο μιας συγγενούς μου και γύριζα. Είχε γίνει δυστύχημα στο δρόμο προς το μοναστήρι της Ζίτσα και είχε διακοπεί η συγκοινωνία, οπότε πηγαίναμε αργά.
βγαίνοντας από τη γέφυρα Ίμπαρ στο Κράλιεβο πήρα δεξιά το δρόμο που πάει προς τη Ζίτσα. Στην στάση περίμεναν καμιά δεκαριά άτομα ανάμεσά τους ένας καλόγερος και μια καλόγρια, "χτυπητοί" από την ωραία τους όψη. Στο λαιμό και των δυο κρεμόταν σταυρός και εγκόλπιο. Προσπαθούσανε να σταματήσουν οποιοδήποτε από τα αυτοκίνητα που περνούσαν μπροστά τους αλλά μάταια.
Μέσα μου κατέκρινα τους οδηγούς που μπορούσαν αλλά δεν ήθελαν να τους πάρουν. "Γιατί;" Αναρωτήθηκα φωναχτά αφού και οι καλόγεροι είναι άνθρωποι όπως εμείς. Γιατί όλοι γυρίζουν το κεφάλι τους όταν τους βλέπουν;
Αποδέχτηκα το κάλεσμά τους. Βγήκα με το αυτοκίνητο από τη σειρά και σταμάτησα δίπλα στο δρόμο για να τους πάρω. Τη στιγμή εκείνη με πλησίασε ο καλόγερος και μου είπε: "Βοηθάει ο Θός", εγώ του απάντησα "Ο Θεός να σας βοηθάει!".
Δεν συνήθιζα να χαιρετώ έτσι γιατί δεν πίστευα στο Θεό, αλλά του απάντησα έτσι για να τον καλοκαρδίσω. Κάθισαν και οι δυο πίσω. Για να αισθάνονται πιο άνετα στο αυτοκίνητο τους είπα: " Γιατί στριμώχνεστε πίσω;" ο καλόγερος στην καλόκαρδη παρατήρηση μου απάντησε:
"Δεν στριμωχνόμαστε, Ντούσαν, εσύ μόνο οδήγα!"
Με ρωτά ο καλόγερος:
"Ντούσαν,ε επιστρέφεις από το μνημόσυνο, από το Κραγκούγιεβατς;"
Με ξάφνιασε το από που γνώριζε το όνομά μου και από που ερχόμουν.
"Μάλιστα, είχαμε το ετήσιο μνημόσυνο μιας συγγενισσάς μου".
"Και τώρα πας στα Λουτρά ενώ δεν κάνεις μπάνια;"
"Δεν τολμώ του απάντησα γιατί τα νερά στα Λουτρά είναι πολύ ζεστά …"
Μόλις σταμάτησε ο καλόγερος με ρωτά η καλόγρια:
"Από που κατάγεσαι Ντούσαν; Από τη Ζακούτα;"
"Ντούσαν όλοι οι δικοί σου είναι ζωντανοί και υγιείς….."
Συνέχισε ο Καλόγερος με αυτά τα λόγια:
"Και εσύ, Ντούσαν, πιστεύεις πλέον ότι ο Θεός είναι Εκείνος που δημιούργησε τον άνθρωπο. Δεν είσαι οπαδός εκείνης της θεωρίας ότι ο άνθρωπος προήλθε από τη μαϊμού. Αλλά δεν προσεύχεσαι στο Θεό, μόνο έχεις μαλακή καρδιά και αγαπάς την εντιμότητα.Μπορούσες, σε τρεις ευνοϊκές για σένα ευκαιρίες να πλουτίσεις, αλλά δεν ήθελες με ανέντιμο τρόπο. Τρέφεις συμπάθεια για τους ηλικιωμένους και τους φτωχούς. Η ευγένειά σου σε οδήγησε να σταματήσεις και σε καλό σου, που σήμερα σταμάτησες και έκανε δεκτό το Θεό μας και μας κάλεσες, να μπούμε στο αυτοκίνητό σου. Γιατί όλοι εκείνοι που καλούσαμε να σταματήσουν για να μας μεταφέρουν, και απέστρεφαν τα κεφάλια τους από μας και μας έφτυναν, καλύτερα να μην είχαν γεννηθεί, παρά που μας συμπεριφέρθηκαν με τέτοιο τρόπο".
Ο καλόγερος και η καλόγρια που κάθονταν στο πίσω κάθισμα είχαν πολύ φωτεινά πρόσωπα και γύρω από το κεφάλι φωτοστέφανα με εκτυφλωτικό φως!
Έτρεμα από την ταραχή και σκέφτηκα ότι αυτοί δεν είναι συνηθισμένοι άνθρωποι.
Από τις πολλές εκπλήξεις που δοκίμασα από αυτούς τους ταξιδιώτες, άρχισε να ελαττώνεται απότομα η
προσοχή μου.
Μόλις που κατάφερνα να οδηγώ το αυτοκίνητο και γι’ αυτό άρχισα να οδηγώ όλο και πιο αργά απ’ ότι μου επέτρεπαν οι συγκοινωνιακές συνθήκες.
Στη διάρκεια αυτής της αργής οδήγησης, ο καλόγερος και η καλόγρια άρχισαν εναλλασσόμενοι να μου εκθέτουν τη ζωή μου από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, μέχρι εκείνη τη μέρα.
Μνημόνευαν όλα όσα έπραξα- καλά και κακά- ως κι εκείνα τα σχέδια μου, για τα οποία κανένας δε γνώριζε, και τα οποία δεν πραγματοποίησα στην εποχή τους, για πολλούς και διαφόρους λόγους.
Προς έκπληξη μου, η έκθεση τους ήταν τόσο τέλεια ακριβής, σα να διάβαζαν τη ζωή μου από κάποιο βιβλίο. Για το καλό με παίνευαν, ενώ για την άπρεπη ζωή μου με κατέκριναν, με ήπια φωνή. Από το φόβο και την ντροπή δεν ήξερα τι να κάνω.
Επιθύμησα να μπω στη γη ή να μου συμβεί οτιδήποτε άλλο, μόνο να τελειώσω αυτά τα βάσανα, αλλά επιλογή δεν υπήρχε, ήμουν αναγκασμένος όλα να τα ακούω, όλα να τα υποφέρω.
Για όλες τις μομφές και τις κατηγορίες που μου απηύθυναν δε μπορώ να μιλήσω εδώ, γιατί αφορούν την προσωπική μου ζωή. Αργότερα, γι’ όλα αυτά εξομολογήθηκα και μετάνοιωσα.
σημαντική μομφή, που μου απηύθυνε η καλογριά, ως δίδαγμα για όλους!
«Ντούσαν, γιατί δεν ήθελες να μιλήσεις με τον πατέρα σου στα γενέθλια της Ντέσα, της κόρης της αδελφής σου;»
……………
Όταν φθάσαμε στη γέφυρα, μπροστά στο μοναστήρι της Ζίτσα, ο καλόγερος μου απευθύνθηκε εκ νέου:
«Ντούσαν, αυτό που σου συνέβη τώρα, και αυτό που θα σου συμβεί, κατά τη διάρκεια της ημέρας, μην το διηγηθείς σε κανένα, πριν περάσουν οι τρεις επόμενοι μήνες, και μετά μπορείς να το πεις μόνο στους συγγενείς και στους φίλους!»
………….
Στο χώρο στάθμευσης, μπροστά από το μοναστήρι της Ζίτσα ήταν μερικά αυτοκίνητα και μια μεγάλη ομάδα τουριστών που περιεργάζονταν το μοναστήρι και την περιοχή του•
Οδήγησα το αυτοκίνητο μέχρι τη μπροστινή πλευρά, πόρτα και να μπορέσουν να βγουν έξω, ο καλόγερος και η καλόγρια.
Αλλά, και τη φορά αυτή δε με λυπήθηκαν. Όταν γύρισα το κεφάλι μου, μέσα στο αυτοκίνητο
δεν υπήρχε πλέον κανένας.
Έτρεμα πάλι από το φόβο. Το βλέμμα μου πέταξε από την ανοιχτή πόρτα, ως την πόρτα που ήταν ακόμη κλειδωμένη. Δεν μπορούσα να πιστέψω στα μάτια μου. Κοίταξα πάλι μερικές φορές, με πολύ μεγάλη προσοχή, αλλά στο αυτοκίνητο δεν υπήρχε κανένας, ούτε έξω απ’ αυτό.
Η απιστία, ο φόβος και ο τρόμος με διαπέρασαν με μιας, με όλη τους τη δύναμη. Η αβεβαιότητα στον εαυτό μου
εξωτερικεύτηκε πέρα από κάθε μέτρο. Φοβήθηκα μήπως έχασα τα λογικά μου. Για να διαψεύσω τον εαυτό μου γι’ αυτή του την αίσθηση άρχισα να δαγκώνω τα χέρια μου, να τραβάω τα μαλλιά μου και να κτυπάω το πρόσωπο μου χωρίς μέτρο.
Μέσα στη δοκιμασία μου δεν αντιλήφθηκα ότι μαζεύτηκε γύρω μου ο κόσμος που είχε έλθει στη Ζίτσα. Μέσα στην ταραχή μου άκουσα να με ρωτούν, ορισμένοι άνθρωποι, από το πλήθος:
«Τι μου συνέβη; Γιατί χτυπιέμαι και δαγκώνομαι;»
Η κατάσταση μου ήταν απογοητευτική. Έτρεμα όπως σε πυρετό, και τους απάντησα:
«Φύγετε, άνθρωποι, από μένα!»
Βγήκα απ’ αυτό τον ανθρώπινο κλοιό, απομακρύνθηκα λίγο για να συγκεντρωθώ και να τακτοποιήσω, σε κάποιο βαθμό, τις σκέψεις μου!
Πως έφτασα στο ξενοδοχείο «Ζίτσα» όπου έμενα ούτε που το κατάλαβα…ξάπλωσα με τα ρούχα στο κρεβάτι. Αισθάνθηκα ένα «πάτημα» στο στήθος σα δυνατό και βαθύ τρύπημα στην καρδιά. Μέπιασε μια ακαταμάχητη υπνηλία και με οδήγησε σε πολύ βαθύ ύπνο.
Το τι συνέβη μετά, μου είναι πολύ δύσκολο να περιγράψω με λόγια απλά, μιας και είναι πέρα από κάθε φαντασία, εντυπωσιακό!
Το δωμάτιο ξαφνικά πλημμύρισε απο φως και μαζ;i με το φως εμφανίστηκε Άγγελος πτερωτός! Είχε εξαιρετική ωραιότητα και μακριά μαλλιά, δεμένα σε μορφή αλογοουράς. Φορούσε μακρύ λαμπερό φόρεμα και από πάνω, κι άλλο λαμπερότερο, αλλά αχειροποίητο. Στα πόδια είχε σαντάλια.
Ο Άγγελος ήρθε προς το μέρος μου και μου είπε: «Ντούσαν, σήκω να περπατήσουμε!» Σηκώθηκα υπάκουα. Ο Άγγελος μου λέει και αυτό:
«Ντούσαν είσαι τυχερός που σταμάτησες σήμερα, που αποδέχθηκες το Θεό και πήρες τον καλόγερο και την καλόγρια μαζί σου. Ξέρεις ποιόν μετέφερες σήμερα;»
Σήκωσα τους ώμους και πάνω που ήθελα να απαντήσω ότι δεν ξέρω, ο Άγγελος μου λέει: «Μετέφερες τον Άγιο Απόστολο Πέτρο, και την Αγία Παρασκευή- την οικογενειακή σας προστάτιδα.»
Αμέσως τότε θυμήθηκα ότι ο πατέρας μου γιορτάζει την Αγία Παρασκευή κι έτσι μου γίνεται πιο σαφές, ποιοι ήταν μαζί μου στο αυτοκίνητο!
Κατόπιν, ο Άγγελος με βγάζει από το δωμάτιο και κινάμε τον ανήφορο από την αριστερή πλευρά της εισόδου των λουτρών, που κοιτάζει προς την κατεύθυνση του μοναστηριού Ζίτσα.
Μικρό μέρος του δρόμου, το περάσαμε σιωπηλοί Δεν πέρασε πολύς χρόνος και ο Άγγελος άρχισε να μου μιλά:
«Ντούσαν, εσύ εργάζεσαι, βρίσκεσαι συχνά μαζί με τον κόσμο και υποστηρίζετε ότι για τον άνθρωπο το παν είναι να τρώει, να πίνει, να ντύνεται και να περνάει καλά, όσο είναι ζωντανός, και ότι όταν είναι να πεθάνει του είναι αρκετά, δύο μέτρα γη και λίγο χώμα από πάνω. Και πως αυτό είναι το παν!
Μάθε λοιπόν, Ντούσαν, ότι ο θάνατος δεν είναι, το τέλος της ζωής, αλλά πόλη και σταθμός, μέσα από τα οποία πρέπει να περάσει ο άνθρωπος. Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο από γη, και του εμφύσησε Πνεύμα Άγιο, και έγινε ο άνθρωπος ψυχή ζωντανή»
Ο Άγγελος μου τελείωσε αυτή τη διήγηση όταν φθάσαμε στην κορυφή του βουνού. Την ίδια ώρα χαμήλωσε μπροστά μας ένα πυκνό σύννεφο που μέσα του με έβαλε ο Άγγελος κι, γρήγορα άρχισε αυτό να υφώνεται.
Ενώ μας μετέφερε το σύννεφο, με τον τρόπο αυτό, ο Άγγελος συνέχισε να μου μιλάει:
«Ντούσαν, με την ευγενική καρδιά σου, που αγαπάς τη δικαιοσύνη και την εντιμότητα βρήκες μεγάλο, έλεος ενώπιον του Κυρίου, για να σου δειχθεί ο ορθός δρόμος
της σωτηρίας!»
Μετά απ’ αυτά τα λόγια, το σύννεφο στάθηκε και ο Άγγελος μου είπε πάλι:
-«Κοίτα τώρα τη Γη».
-«Τι βλέπεις;»
-«Βλέπω όλη τη γήϊνη σφαίρα, τα κράτη, τις πόλεις, τα χωριά, τα ποτάμια, τη θάλασσα, τα ζώα, τους ανθρώπους και τα πρόσωπα, μάλιστα τα αναγνωρίζω καλά!» είπα.
Κατόπιν γυρίζω προς τον Άγγελο και είδα πίσω του να είναι παρατεταμένοι τρεις σειρές Άγγελοι με σάλπιγγες στα χέρια. Ακτινοβολούσαν με πολύ μεγάλη λαμπρότητα. Είναι αδύνατο να περιγραφεί η ωραιότητα αυτών των αγγέλων.
"Ντούσαν, κοίτα προς τη Γη και στο σήμα της σάλπιγγας των Αρχαγγέλων, θα δεις πως θα γίνει η Ανάσταση των νεκρών, όταν θα έλθει ο Κύριος Ιησούς Χριστός στη Γη, για να κρίνει ζώντας και νεκρούς!".
Όταν σάλπισαν άρχισαν ν’ ανοίγονται οι τάφοι, σ’ όλη τη γήϊνη σφαίρα και να βγαίνουν οι νεκροί. Είδα άνδρες, γυναίκες και παιδιά να εξέρχονται από ποτάμια, θάλασσες, λίμνες, από φωτιές και από στόματα ζώων, αλλά και με πολλούς άλλους τρόπους, όμοιους με αυτούς που είχαν φύγει από τη γήϊνη ζωή. Βουβάθηκα από το θαύμα αυτό, αλλά ο Άγγελος-οδηγός αμέσως μου διευκρινίζει:
"Ντούσαν γιατί θαυμάζεις! Ο καθένας θα επιστρέψει στη ζωή, με τον ίδιο τρόπο που έφυγε απ’ αυτή, πάνω στη γη, στο άκουσμα της σάλπιγγας, ανεξάρτητα αν τους κατάπιε το νερό, τους έκαψε η φωτιά, τους έφαγαν τα θηρία…Όλα είναι δυνατά στο Θεό, γιατί για Αυτόν δεν υπάρχουν νεκροί, γι Αυτόν όλοι είναι ζωντανοί!"
Πιο πολύ θαύμασα όταν είδα, στο μέτωπο κάθε κεφαλιού, από ένα χαρτί σε μέγεθος μισού τυπογραφικού, πάνω στο οποίο ήταν κάτι γραμμένο. Σ’ άλλον πιο λίγο, σ’ άλλον πιο πολύ.
Ο Άγγελος- οδηγός, μου είπε:
"Αυτά είναι τα έργα που έπραξαν ενόσω ζούσαν στη γη και με αυτά τα έργα παρουσιάζονται στον Κύριο Ιησού Χριστό, και με βάση αυτά θα τους κρίνει!"
Ανέφερε ότι είναι γραμμένες και οι σκέψεις και κανείς δεν μπορεί να κρυφτεί…
Μετά το σύννεφο μας μεταφέρει προς την Ανατολή όλο και πιο ψηλά. Είδα πλήθος ανθρώπων σαν σκιές ιπτάμενες να κινούνται γύρω μας, προς όλες τις κατευθύνσεις.
Διακρίνονταν καθαρά τα χέρια, τα πόδια, το κεφάλι ,ολόκληρο το πρόσωπο.
Διαβάζοντας την απορία μου ο Άγγελος μου είπε:
"Αυτοί δεν είναι άνθρωποι αλλά ανθρώπινες ψυχές και επειδή ο Θεός είναι φως και ο άνθρωπος πλάστηκε από γη, ο Θεός του εμφύσηε το Πνεύμα Του και έγινε ο άνθρωπος ψυχή ζώσα, για το λόγο αυτό οι ψυχές είναι φωτεινές. Η ψυχή που βγαίνει από τον άνθρωπο περιέχει: όραση, ακοή, ομιλία, μνήμη, αισθήματα και ακόμη μερικές άλλες ιδιότητες που είχε ενώ ήταν ακόμη στο σώμα. Όταν η ψυχή βγαίνει από το σώμα, σε σαράντα μέρες περνά πάλι όλη την ανθρώπινη ζωή της. Της δείχνονται όλα όσα έκανε, ότι είπε και ότι σκέφθηκε…και μετά τις σαράντα μέρες υψώνεται στον Ουρανό προς Κρίση. Και πηγαίνει στο μέρος που της αρμόζει".
Δεν είμαι σε θέση να περιγράψω όλα όσα είδα όταν συνεχίσαμε να ταξιδεύουμε γιατί μου προξενούσαν πολύ φόβο και γι αυτό ήμουν συνέχεια κολλημένος στον Άγγελό μου.
Φθάσαμε σε ένα ωραίο καθαρό μέρος όπου υπήρχε ένας μεγάλος περίβολος, κάτι σαν τοίχος που δεν φαινόταν ούτε η αρχή ούτε το τέλος του.
Στον τοίχο υπήρχε μια πύλη με το σχήμα του Σταυρού. Στα δεξιά της εισόδου στεκόταν Άγγελος φρουρός. Αυτός ο περίβολος,ιδιαίτερα η πόλη, είχαν εξαιρετικά λαμπρή διακόσμηση.
Σ’ αυτό το σταθμό υπήρχαν πολλές από εκείνες τις ψυχές που είδα ενώ κινούμασταν στο Διάστημα. Άλλες ήταν περισσότερο άλλες λιγότερο φωτεινές.
Γύρω τους δε υπήρχε πλήθος Αγγέλων, ιδιαίτερα όμως πολλοί δαίμονες, με διάφορες τερατοειδείς μορφές.
Οι δαίμονες προσπαθούσαν να εμποδίσουν τις ψυχές, στις οποίες ο Άγγελος της πύλης, επέτρεπε να περάσουν μέσα.
Δεν μπορούσα να καταλάβω πολλά. Γιατί π.χ μερικές ψυχές στέκονται σε ομάδες; Γιατί αυτό , γιατί εκείνο;
Ο Άγγελος-οδηγός χωρίς ερώτημα μου απαντά:
"Ντούσαν, δεν θα μπορούσες να υπομείνεις εάν σου λέγονταν όλα" Κατόπιν με οδηγεί μέσα στην πύλη.
Περάσαμε πολλές πύλες…ο δρόμος στένευε μέχρι την τελευταία πύλη. Οι δαίμονες προσπαθούσαν με όλες τους τις δυνάμεις να κρατήσουν τις ψυχές αλλά αφού αυτές είχαν περάσει την πρώτη πύλη, απαλλάσσονταν δια παντός από τις επιθέσεις των διαμόνων. Την τελευταία πύλη περάσαμε και βρεθήκαμε σε άπλετο φως. Ο Άγγελος-οδηγός μου είπε ότι δεν υπάρχει νύχτα ούτε ήλιος εκεί φωτίζει το Πρόσωπο του Θεού με αυτό το λαμπρό φως. Εκεί ήταν μια αχανής Πόλη…όλα έλαμπαν και ακτινοβολούσαν…Το έδαφος του Παράδεισου ήταν σαν γυάλινο και καθαρό σαν κρύσταλλο. Όλα ήταν πανέμορφα και ευωδιαστά…Είδα πολυάριθμο κόσμο όλων των ηλικιών. Η θέα των γεροντότερων ήταν εξαιρετικά ευχάριστη, από τα γεροντικά τους χαρακτηριστικά κρατήθηκαν τα ασπρισμένα μαλλιά και τα πολύ κυματιστά γένια, ενώ τα προσωπά τους είχαν μεταμορφωθεί σε πρόσωπα νεαρών. Μου εξηγούσε ο Άγγελος-οδηγός μου..εδώ είναι οι Άγγελοι , οι Αρχάγγελοι ..από την ομάδα των Αποστόλων ξεχώρισε ο Άγιος Απόστολος Πέτρος ο οποίος σταμάτησε μπροστά μας. Ταυτόχρονα από την αριστερή πλευρά εμφανίστηκε η Αγία Μητέρα Παρασκευή. Ήταν οι ταξιδιώτες που μετέφερα από το Κράλιεβο ως τη Ζίτσα. Λαμποκοπούσαν και είχαν στεφάνια απερίγραπτης λαμπρότητας. Ξαφνιάστηκα και δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από πάνω τους. Με ρώτησε ο Άγιος Απόστολος Πέτρος: "Ξέρεις, Ντούσαν,ποιούς μετέφερες σήμερα;" Χωρίς να κρύψω τη χαρά μου απάντησα: "Ξέρω"
"Από σήμερα να μην είσαι άπιστος άνθρωπος, αλλά Πιστός και να αναγεννηθείς στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος" Κατόπιν ο Απόστολος Πέτρος σταυροκοπήθηκε, δείχνοντάς μου πως πρέπει να κάνω το σημείο του Σταυρού.
Ο Άγιος Απόστολος Πέτρος με συμβουλεύει:
"Ντούσαν μπορείς να εκμεταλλευτείς τη λίγη ζωή που σου έμεινε και να σωθείς, με νηστεία
και προσευχή, αν κρατήσεις ως το τέλος όλες τις εντολές του Θεού".
Ο Άγιος Αρχάγγελος Γαβριήλ συνέχισε:
"Αυτοί είναι οι προφήτες του Θεού και αυτοί οι Μεγαλομάρτυρες".
Αφού προχωρήσαμε αρκετά βράδυνε ο Άγγελος-οδηγός μου. Μπροστά μας φάνηκε σε τεράστια απόσταση κάποιο ύψωμα και πάνω του Μεγάλος Σταυρός. Πάνω στο Σταυρό είδα τον Εσταυρωμένο Κύριο και ένα εκτυφλωτικό φως να εκπέμπεται προς όλες τις κατευθύνσεις ακτινωτά, ενώ στη ρίζα του Σταυρού είδα μαζεμένους πολλούς πολυπτέρυγους Αγγέλους, Αρχαγγέλους, Αποστόλους, Προφήτες και Αγίους να δοξολογούν τον Εσταυρωμένο Κύριο. Πίσω από το Σταυρό είδα μερικές τεράστιες εκκλησίες και άλλα κτήρια.
Βουβάθηκα από τη λαμπρότητα και την ουράνια δύναμη.
Ο Άγγελος-οδηγός με σταματά και μου λέει:
"Εκεί είναι, Ντούσαν, ο Θρόνος του Κυρίου. Δεν είσαι άξιος να πας παραπέρα"
Κατόπιν με γύρισε πίσω και γρήγορα βγήκαμε από τον Παράδεισο.
Εκεί μας περίμενε και πάλι ένα σύννεφο. Μπήκαμε μέσα και αυτό μας μετάφερε κάπου προς τα δυτικά.…
Στα πρώτα κιόλας βήματα μας, το σκοτάδι έγινε τόσο πυκνό, τόσο μαύρο που κανένα σκοτάδι δεν το παραβγαίνει.
Από το βάθος αυτού του ερέβους μας χτύπησε τρομερή βρώμα, τέτοια που μόλις που ανέπνεα.
Αισθανόμουνα ότι βρισκόμαστε μπροστά σε κάτι το φοβερό, αλλά δεν ήξερα τι θα μπορούσε να είναι αυτό.
Φόβος και τρομάρα με κατέλαβαν σε τόσο μεγάλο βαθμό, που με έκαναν να κολλήσω πάνω στον Άγγελο-οδηγό μου, για να με προστατεύσει και να με διαφυλάξει σ’ αυτό το φοβερό ταξίδι.
Οι υποψίες μου επαληθεύτηκαν γρήγορα, γιατί στο βάθος φάνηκε αχανής θάλασσα που καίγονταν με φοβερή φλόγα. Σε σύντομο χρόνο φθάσαμε σ’ αυτό το μέρος και σταματήσαμε αμέσως μπροστά του.
Αργότερα αντιλήφθηκα ότι στεκόμασταν σε κάποιο ψηλό και ατέλειωτο ως προς το μήκος τοίχο, που έφραζε αυτό το μέρος της αιώνιας φωτιάς και των αδιάκοπων τρόμων.
Το θέαμα που με όλη του τη ζωντάνια παρουσιάστηκε μπροστά στα μάτια μας, μου θόλωσαν μονομιάς το μυαλό και τα παραλυμένα ήδη από τον προηγούμενο φόβο άκρα μου, τώρα κοκάλωσαν τελείως.
Τα μάτια μου συστράφηκαν και μια κρύα ανατριχίλα διαπέρασε το παραλυμένο μου σώμα. Ήταν το μοναδικό σημάδι ότι ήμουν ακόμη στη ζωή.
Όταν κοίταξα και πάλι, είδα μπροστά μας, όπως σε κρατήρα μανιασμένου ηφαιστείου, να κοχλάζει δύσοσμο θειούχο νερό και να ξεπηδά φοβερή φλόγα.
«Αυτή η θάλασσα δεν έχει παντού το ίδιο βάθος. Εκεί που το ύψος της φλόγας είναι σαράντα μέτρα, η θάλασσα είναι βαθύτερη» μου είπε ο Άγγελος- οδηγός μου.
Σ’ αυτό το αδιανόητο δέος, είδα αναρίθμητα τρομερά ζώα, που δημιουργήθηκαν για να είναι οι πιο ανατριχιαστικοί βασανιστές.
Τεράστιες φιδάρες με ένα ή περισσότερα κεφάλια, συστρέφονταν, ορθώνονταν και σφίγγοντας τους αμαρτωλούς, τους τραβούσαν στα φοβερά βάθη αυτής της πύρινης θάλασσας.…..
Ακούγονταν κραυγές, ξεφωνητά, κλάματα και κοπετός πολλών ανθρωπίνων φωνών. Σ’ αυτή την πύρινη θάλασσα οι ανθρώπινες ψυχές ήταν αβοήθητες, σαν τα ψάρια στα ρηχά νερά.…
Το θέαμα των βασανιστηρίων αυτών των αμαρτωλών ήταν ανυπόφορο, και πολλές φορές έκλεινα τα μάτια για να μην τα βλέπω όλα αυτά.
Κάποια στιγμή δεν κρατήθηκα και έστρεψα το κεφάλι προς το σκοτάδι, αλλά και από εκεί, με υποδέχτηκαν μαύρα τέρατα με πύρινα μάτια και ανοιχτά στόματα.
Ουρλιάζοντας, άρχισαν να πετούν γύρω μας με καταπληκτική ταχύτητα έτσι που τραντάζονταν ολόκληρη η κόλαση σαν το πιο τρομερό αστραπόβροντο!
Καταλαβαίνοντας την κρίσιμη κατάσταση μου ο Άγγελος – οδηγός μου λέει:
«Μη φοβάσαι! Αυτοί είναι δαίμονες, που τους ενοχλούμε. Δεν ανέχονται την παρουσία μας,
αλλά δεν τολμούν να μας πλησιάσουν»
Κατόπιν ο άγγελος συνεχίζει να μιλά κι άλλο:
«Είδες, Ντούσαν, πως βασανίζονται, όλοι όσοι δεν πιστεύουν στο Θεό, όλοι όσοι προσεύχονται στον ψεύτικο και επινοημένο Θεό, γιατί αυτοί το θεό τους τον αγαπούν και τον βλέπουν στα κεφάλαια τους, στα σπίτια τους, στις βίλες τους, στα αυτοκίνητα τους, στα κοσμήματα, στην έκφυλη ζωή, στα στομάχια τους!
Μαζί μ’ αυτούς θα βασανισθούν και αυτοί που πιστεύουν στο Θεό, αλλά φοβούνται να το πουν δημόσια, αν κάποιος τους ρωτήσει.
Αιώνια βασανιστήρια περιμένουν και εκείνους που δε σέβονται τον πατέρα, τη μητέρα και τον πλησίον τους. Εκτός απ’ αυτούς τους αμαρτωλούς, θα ευρεθούν, σ’ αυτό εδώ το πυρ, και εκείνοι που οι αμαρτίες τους ήταν πιο αγαπητές από την έντιμη ζωή, κι αυτοί είναι: οι ψεύτες, οι επίορκοι, οι απατεώνες, οι είρωνες, οι μοχθηροί, οι κακεντρεχείς, οι φθονεροί, οι ληστές, οι εγκληματίες, οι μοιχοί, οι φιλάργυροι και άλλοι όμοιοι τους.
Για να μην τα ζήσεις όλα αυτά, είναι απαραίτητο να μετανιώσεις και να εξομολογηθείς για όλα σου τα αμαρτήματα, όταν επιστρέψεις στη Γη»
Μετά απ’ αυτά τα λόγια, ο Άγγελος- οδηγός με πιάνει και με οδηγεί έξω από την κόλαση.
Όλος αυτός ο αναστημένος κόσμος, που είδα πρωτύτερα, τώρα ήταν καταταγμένος σε τρεις μεγάλες ομάδες.
Στην πρώτη ομάδα, στη δεξιά πλευρά, ήταν οι άνθρωποι του φωτός και των χαμογελαστών προσώπων.
Αριστερά απ’ αυτούς, στη δεύτερη ομάδα, στέκονταν οι άνθρωποι των λυπημένων και σκοτεινιασμένων προσώπων. Αυτοί ήταν πολύ περισσότεροι απ’ αυτούς της προηγούμενης ομάδας.
Τελείως αριστερά στην τρίτη ομάδα, ήταν αχανής μάζα ανθρώπων, με πολύ μαύρα και κακούργα πρόσωπα.
Όταν κοίταξα καλά αυτούς τους ανθρώπους, ο Άγγελος- οδηγός άρχισε να μου εξηγεί:
«Αυτοί στη δεξιά πλευρά με τα φωτεινά και χαρούμενα πρόσωπα είναι οι δίκαιοι. Αυτούς τους περιμένει ουράνιο βραβείο, γιατί το αξίζουν για την τίμια ζωή τους στη γη.» Αυτοί, στη μεσαία ομάδα με τα σκοτεινά πρόσωπα, είναι οι αφελείς αμαρτωλοί. Πρόκειται για τους ανθρώπους με τις μικρές αμαρτίες. Γι’ αυτούς πρέπει να προσευχόμαστε στον Κύριο και να κάνουμε καλά έργα, στο όνομα τους, και έτσι θα τους συγχωρεθούν οι αμαρτίες.
Στο Θεό τα πιο αγαπητά πράγματα είναι η προσευχή και οι αγαθοεργίες.
»Αυτοί που βλέπεις αριστερά στο τέλος είναι οι μεγάλοι αμαρτωλοί. Εξαιτίας της βρώμικης ζωής τους στη γη, τώρα είναι παραμορφωμένοι ανάλογα με τις αμαρτίες τους, και γι’ αυτές θα ριχθούν στο πυρ το αιώνιο».
Ήταν φοβερό να βλέπει κανείς πως φαίνονταν οι μεγάλοι αμαρτωλοί. Το σώμα τους ήταν πρησμένο και είχε τρομερές πληγές. Από τις ανοιχτές ζωντανές πληγές έτρεχε ακάθαρτο υγρό και από τις πληγές, σαν σε φωλιές, φίδια και σκουλήκια δάγκωναν αυτά τα ακάθαρτα σώματα.
Από τα ανοιχτά τους στόματα κρέμονταν πρησμένες γλώσσες, που δεν μπορούσαν πλέον να τις τραβήξουν μέσα. Όλοι αυτοί, κρατούσαν από κάτι στα χέρια, ανάλογα με τις ασχολίες που είχαν στη ζωή.
Οι φουρνάρηδες κρατούσαν ψωμί, οι χασάπηδες χασαπομάχαιρα, οι ληστές λάμες και πιστόλια ματωμένα.
Οι μυλωνάδες και οι έμποροι κρατούσαν ζυγαριές και άλλα ζύγια και έδειχναν πως διαστρέβλωναν τα μέτρα. Φαίνεται πως ζύγιζαν λειψά και πλούτιζαν με ανέντιμο τρόπο.
Ακόμη, εκεί ήταν και γιατροί που ζητούσαν από τους ασθενείς τους αμοιβή, για να τους θεραπεύσουν, ή που τους άφηναν να πεθαίνουν στα βάσανα τους, όταν δε μπορούσαν να την πάρουν.
Η τιμωρία χτύπησε και εκείνους που ζητούσαν χρήματα για να βάλουν κάποιον σε δουλειά ή όταν επρόκειτο για γυναίκες ή κορίτσια που τους άρεσε να τις αναγκάζουν, με εκβιασμούς, να ζουν πορνικά μαζί τους, και μετά τις δίνουν κάποια δουλειά ή κάποια καλύτερη θέση.
Είδα επίσης, μάγους και μαγκάνους, πως κάνουν μαγικά, πως έσβηναν άνθρακες, πώς κοίταζαν φλιτζάνια, τις παλάμες, τα χαρτιά, όλα με σκοπό να διαλύσουν γάμους, να ξεχωρίσουν το αγαπητό από το προσφιλές και να συνθέσουν το προσφιλές με το μη προσφιλές.
Όλα αυτά τα κάνουν για χρήματα και κοντά στα μαγικά τους παρασκευάσματα στέκονταν σωροί χρημάτων.
Στην ομάδα αυτών των αμαρτωλών, υπήρχαν πόρνοι και πόρνες και που σκότωσαν τα παιδιά τους, με διάφορους τρόπους, συνήθως δηλητηριάζοντας τα, μόνο και μόνο, για να πορνεύουν με άλλους άνδρες.
Αυτές, όπως και όλοι οι πόρνοι, ήταν σακατεμένοι με μεγάλα πρηξίματα και ζωντανές πληγές.
Τα γεννητικά τους όργανα μεγαλωμένα έφθαναν ως τη γη, και πάνω τους σέρνονταν φίδια και σκουλήκια, ενώ οι γλώσσες τους κρέμονταν πρησμένες.
Εκεί ήταν και οι περιπτώσεις βαριάς αιμομιξίας, πατέρα με κόρη, μητέρα με γιο και αδελφού με αδελφή. Αυτά ήταν φοβερά και το θέαμα φρικιαστικό!
Ιδιαίτερα παραξενεύτηκα όταν είδα αυτούς που πέρασαν τη ζωή τους σε εκκλησίες και μοναστήρια. Αυτού καταλέγονται επίσκοποι, ιερείς, διάκονοι, καλόγεροι και καλόγριες, που με τη φρικιαστική τους θέα δεν διέφεραν από τους εγκληματίες, τους φιλάργυρους, τους πόρνους, τους απατεώνες, τους ψευδομάρτυρες και τους άλλους αμαρτωλούς.
Μπαίνοντας στις σκέψεις μου ο Άγγελος- οδηγός μου είπε:
«Μην παραξενεύεσαι, Ντούσαν, που κι αυτοί βρίσκονται μαζί με τους πιο μεγάλους αμαρτωλούς. Αυτοί εκούσια ορκίστηκαν μπροστά στο Σταυρό και το Ευαγγέλιο ότι πιστά θα υπηρετήσουν το Θεό και θα ακολουθήσουν το δρόμο του Κυρίου Ιησού Χριστού, ότι με τη διδασκαλία τους και το παράδειγμα τους, όπως οι Άγιοι Απόστολοι, θα οδηγήσουν το λαό μαζί τους στο δρόμο του Κυρίου, για να είναι γεμάτες οι εκκλησίες,, για να σώζονται οι άνθρωποι.
Αλλά αυτοί, έκαναν τα αντίθετα. Θα έπρεπε με τη συμπεριφορά τους, με τη ζωή τους, να χρησιμεύουν ως παράδειγμα μίμησης στο λαό, αλλά αυτοί άλλα έλεγαν, κι άλλα έκαναν.
Μίκραιναν τις λειτουργίες, τις βαπτίσεις, τα στέφανα, τις κηδείες, τα μνημόσυνα, τους Αγιασμούς των υδάτων, το κόψιμο του γλυκού (αρτοκλασίες) και άλλες τελετουργίες.
Έγιναν φιλάργυροι, έπαιρναν περισσότερα από τους φτωχούς και τους πιστούς παρά από τους πλούσιους και τους διακεκριμένους στην κοινωνία.
Αγαπούσαν τη μοιχεία, τη βλασφημία, το πιοτό, τη γαστριμαργία, το παίξιμο ζαριών, τις βίλες και τα αυτοκίνητα. Ήταν διπλοπρόσωποι και φθονεροί.
Υποτιμούσαν ο ένας τον άλλο, για να γίνουν αγαπητοί στο λαό. Με τις ενέργειες τους αυτές, ως ιεροί υπηρέτες του Κυρίου, απομάκρυναν πολλούς καλοπροαίρετους ανθρώπους που έρχονταν για προσευχή ή ήθελαν να έρθουν αλλά όταν έβλεπαν την αποκρουστική συμπεριφορά αυτών των ιερωμένων, εγκατέλειπαν την πίστη τους, την εορτή του οικογενειακού πάτρωνα Αγίου, τις συνήθειες της Θρησκείας τους.
Θυμήσου, Ντούσαν, η απομάκρυνση ανθρώπου από την πίστη ισοδυναμεί με σωματικό φόνο!
Εάν αυτοί οι ιερωμένοι είχαν αξιομίμητη προσωπικότητα, οι άνθρωποι θα προσέγγιζαν το Θεό και θα είχαν σίγουρα σωθεί.
Για το λόγο αυτό, αυτοί οι ιερωμένοι, εκτός από τις προσωπικές τους αμαρτίες, πήραν και πλήθος αμαρτιών αυτών που απομακρύνθηκαν από την πίστη, και τώρα, εκτός από τις δικές τους, πληρώνουν και των άλλων.
Σ’ όποιον δείξει τον ορθό δρόμο της πίστης σ’ έναν αμαρτωλό, κι αυτός μετανοήσει, και γίνει πραγματικός χριστιανός, θα συγχωρηθούν και θα καλυφθούν πολλές παλαιότερες αμαρτίες του.
Αυτοί οι αμαρτωλοί ιερωμένοι κατέστρεψαν πολλές ψυχές και γι’ αυτό ο Θεός τους τοποθετεί μαζί με τους πιο μεγάλους ληστές, αλήτες, μοιχούς, φιλάργυρους και άλλους αιματοπότες.
Είδες, Ντούσαν, πως φαίνονται οι δίκαιοι και πως οι αμαρτωλοί και έτσι ακριβώς όπως τους είδες, θα παρουσιαστούν μπροστά στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, στη Δευτέρα παρουσία του Θεού, και θα κριθούν κατά τα έργα τους!»
Οι Δίκαιοι ήταν επίσης σημειωμένοι με τα επαγγέλματα τους: οι φουρνάρηδες, οι χασάπηδες και οι έμποροι κρατούν τις ζυγαριές τους που βάραιναν προς το μέρος των αγοραστών, γιατί έδιναν περισσότερο.
Έκαναν ελεημοσύνες, συλλυπούνταν τους κακοτυχισμένους, τους φτωχούς και τους πεινασμένους, τους πότιζαν και τους τάιζαν.
Φιλοξενούσαν τους ταξιδιώτες, ήσαν θεοφοβούμενοι, εκτελούσαν τις θείες εντολές.
Όλες τους οι αμαρτίες σβήστηκαν με τη μετάνοια, τη νηστεία, την προσευχή, την κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, την ελεημοσύνη και τα άλλα καλά έργα.
Ανάμεσα στους αμαρτωλούς και τους δίκαιους αναγνώρισα τους συγγενείς μου και τους φίλους, αλλά ο Άγγελος-οδηγός με προειδοποίησε: «Ντούσαν, μη μνημονεύσεις ονομαστικά πως φαίνεται ο καθένας από τους συγγενείς, τους φίλους και τους γνωστούς σου, μόνο μπορείς γενικά να ειπείς πως φαίνονται οι δίκαιοι και πως οι αμαρτωλοί»
Μετά απ’ αυτά τα λόγια του Αγγέλου- οδηγού μου, σάλπισαν πάλι οι Αρχάγγελοι και ολόκληρο το θέαμα εξαφανίστηκε.
Αμέσως μετά ο Άγγελος- οδηγός μου, μου εξηγεί ότι όλοι οι ζωντανοί, την ημέρα της κρίσης θα συμπεριληφθούν στους αναστημένους, εν ριπή οφθαλμού, ότι θα μεταμορφωθούν και θα γίνουν όπως οι αναστημένοι, με γραμμένα τα έργα τους στα μέτωπα τους.
Κατόπιν εξαφανίστηκαν και οι Αρχάγγελοι με τις σάλπιγγες και στο σύννεφο μείναμε μόνοι με τον Άγγελο- οδηγό μου, ο οποίος συνέχισε να μου μιλά:
«Ντούσαν, είσαι έντιμος άνθρωπος, έχεις λύπηση για τους άλλους και ευγενική καρδιά, που σε προφύλαξε να μην κάμεις κακό σε κανένα.
Μισείς τους ψεύτες, τους κλέφτες, τους διπρόσωπους.
Δεν είσαι ειρωνικός. Κανένα χρήμα δε μπόρεσε να σε εξαγοράσει. Στο Θεό πίστευες μόνο επιφανειακά, κι αυτό με τον τρόπο που θυμόσουνα από τα παιδικά σου χρόνια. Για το Θεό δεν γνωρίζεις τίποτε.
Έχεις πολλές κακές συνήθειες και πολλές αμαρτίες. Όταν θυμώνεις βρίζεις και το Θεό.
Έχεις χάρισμα στο τραγούδι και σου αρέσει να κοιτάς το φλιτζάνι και να προλέγεις.
Είσαι μοιχός. Κάθε γυναίκα που σου αρέσει και δεν είναι συγγενής σου, επιθυμείς να την κερδίσεις.
Ψευδόσουνα μόνο όταν απατούσες τις γυναίκες, και ιδιαίτερα στη δική σου τη γυναίκα, στην οποία ορκιζόσουνα, μόνο και μόνο για να την πείσεις για την ορθότητα σου απέναντι της.
Είδες πως περνούν οι πόρνοι, πως διαλύονται ζωντανοί, και τι θα τους βασανίζει; Γι’ αυτό, μην κοιτάς πλέον το φλιτζάνι και να σέβεσαι κάθε νέα γυναίκα, κάθε νέο άνθρωπο, σαν
αδελφό, και κάθε ηλικιωμένο, σαν πατέρα.
Μη χρησιμοποιήσεις ποτέ πλέον τη βλασφημία. Προσευχήσου στο Θεό και μετάνιωσε για όλες τις αμαρτίες που έπραξες.
Αγάπα τους ανθρώπους, μόνο μίσησε τα κακά τους έργα.
Συγχώρεσε τους άλλους για να συγχωρηθούν και οι δικές σου αμαρτίες.
Η δικαιοκρισία σου, και η ευγένεια σου, αντιστάθμισαν, με το παραπάνω, τις αμαρτίες σου. Πρέπει να εξομολογηθείς, να κοινωνήσεις σε κάποια από τις ορθόδοξες Χριστιανικές εκκλησίες.
Αφού εξομολογηθείς και δεχθείς το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου Ιησού Χριστού, ο Κύριος θα σου συγχωρέσει τις αμαρτίες.
Από σήμερα, μην αμαρτήσεις ξανά, και να αναγεννηθείς στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος»
Ταυτόχρονα, ο Άγγελος- οδηγός, κάνει το σημείο του Σταυρού, δείχνοντας μου πως πρέπει να κάνω το Σταυρό μου σωστά.
«Στις προσευχές να επικαλείσαι όλους τους Αγίους και τον πάτρωνα σου Άγιο, τους Αποστόλους, τους προφήτες, τους Αγγέλους, τους Αρχαγγέλους, τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ» μου λέει ο Άγγελος- οδηγός, «Μα πιο πολύ από όλους, στην πρώτη θέση, την Υπεραγία και Υπερευλογημένη Θεοτόκο Μαρία, τη Μητέρα του Χριστού Θεού, γιατί η δόξα της, η τιμή, και η ανύψωση, είναι μεγαλύτερη απ’ όλων των Αγγέλων στον ουρανό. Αυτή είναι ταχεία βοηθός όλων όσων, την προσκαλούν με ευλάβεια, προς βοήθεια» Θυμήσου, Ντούσαν, κι αυτό:
«Κάθε αμαρτωλός που μετανιώνει ειλικρινά, που παρακαλεί το Θεό να του συγχωρήσει τις αμαρτίες και καλεί όλους εμάς που βρισκόμαστε στους ουρανούς, την ίδια στιγμή, τον συντροφεύουμε και παρακαλούμε το Θεό Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα να του συγχωρηθούν οι αμαρτίες.
Τότε υπάρχει στον Ουρανό μεγάλη χαρά. Από σήμερα να εορτάζεις την Αγία Παρασκευή, την οικογενειακή σου προστάτιδα, που εορτάζει και ο πατέρας σου.
Αυτή, Ντούσαν, προσεύχεται για όλους σας, που τη δοξάζετε και την τιμάτε, και εγώ σου λέω αυτό που είπε ο μεγάλος Απόστολος Πέτρος: Στη λίγη ζωή που σου απόμεινε, για τη σωτηρία σου, γιατί μπορείς να σωθείς, να νηστεύεις, να λάβεις Αγία Κοινωνία, και να κάνεις καλά έργα. Τήρησε όλες τις εντολές του Θεού, ως νόμο, σύμφωνα με το οποίο πρέπει να ζήσεις, μέχρι τέλους της ζωής.
Γι’ αυτή σου εδώ την εμπειρία, να μη ομιλήσεις σε κανένα, αν δεν περάσουν οι τρεις επόμενοι μήνες και μετά μπορείς να τα πεις όλα στους συγγενείς και σε κάποιους από τους φίλους σου.
Θυμήσου και τούτο: Όταν προσεύχεσαι στο Θεό, να έχεις συγκεντρωμένες τις σκέψεις σου και να απευθύνεσαι στον Κύριο με ταπεινότητα. Όταν νηστεύεις, να μην είσαι λυπημένος και σκυθρωπός, αλλά φαιδρός και χαμογελαστός. Δεν είναι ανάγκη να γνωρίζει κανένας για την υποχρέωση σου αυτή. Στον κόσμο να είσαι, και στο μέλλον, κοινωνικός. Με τους χαρούμενος να είσαι χαρούμενος, και σ’ όλα μετρημένος, και αυτοελεγχόμενος.
Με αυτούς που κλαίνε, κλάψε, και παρηγόρησε τους. Να σέβεσαι το νόμο και την εξουσία, και να εκπληρώνεις όλες σου τις υποχρεώσεις προς το κράτος.
Να προσεύχεσαι στο Θεό και να Τον τοποθετείς πάνω απ’ όλα. Αν σου χρειαστεί πνευματική συμβολή ή πνευματική βοήθεια, απευθύνσου στην Εκκλησία του Χριστού.
Όταν θα χωρίσουμε, να πας αμέσως στο μοναστήρι της Ζίτσα, και όταν μπεις στην εκκλησία θα δεις το μέρος όπου πωλούνται κεριά, εικόνες, βιβλία κι άλλα πράγματα. Αυτού, στο ράφι, δίπλα στην πόρτα, υπάρχουν τα βιβλία.
Αγόρασε το πρώτο, δεύτερο, τρίτο και τέταρτο κατά σειρά, και όταν επιστρέψεις από τα Λουτρά στο σπίτι πάρε κι εκείνο που έχεις στη συλλογή των απάντων του Βούκ Στεφάνοβιτς Κάρατζιτς. Αυτό το βιβλίο είναι η Αγία Γραφή, η Καινή Διαθήκη.
Προσπάθησες κάποτε να τη διαβάσεις, αλλά αμέσως την παράτησες καθώς δεν κατάλαβες γιατί στην αρχή γράφει: αυτός γεννάει αυτόν, εκείνος εκείνον κ.ο.κ. και την απέρριψες, ως ασήμαντη. Στο μέλλον να διαβάζεις τακτικά αυτό το βιβλίο»
Μετά απ’ αυτά τα λόγια ο Άγιος Αρχάγγελος Γαβριήλ με σταύρωσε και εξαφανίστηκε.
Πήγα στο μοναστήρι της Ζίτσα και ζήτησα να δω τον Επίσκοπο Βασίλειο…
Διηγήθηκα από την αρχή ως το τέλος τι μου συνέβη. Ενώ μιλούσα, με κοιτούσε προσεκτικά και άκουγε. Από καιρού εις καιρόν έκανε το Σταυρό του, θαύμαζε και ευχαριστούσε το Θεό για το έλεος Του και το δώρημα Του λέγοντας:
"Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον!" και "Κύριε, μεγάλη είναι η δύναμή Σου, το κράτος και το έλεος Σου"
Όταν τα άκουσε όλα, μου είπε ότι η ψυχή μου, σύμφωνα με όλα, ήταν έξω από το σώμα, ότι είχα προσωρινά πεθάνει, ενώ συνέβαιναν όλα αυτά.
Μετά εξομολογήθηκα τις αμαρτίες μου και έλαβα την Αγία Μετάληψη…